Μιχάλης Δέλτα: Το Λαμπερό Σκοτάδι - Η ευγνωμοσύνη στην ίδια τη Ζωή...

 Συνέντευξη: Φαίη Φραγκισκάτου

«Αν δεν υπάρχει κάτι νοητό , πέρα από τα φαινόμενα (καθέκαστα), αλλά όλα ήταν αισθητά, δεν θα είχαμε επιστήμη για κανένα πράγμα, εκτός μονάχα αν λέει κανείς ότι η αίσθηση είναι η επιστήμη.» (Αριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά 999 β 1)

Στα τέλη Αυγούστου κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις του Γιώργου Χρονά, Οδός Πανός, ένα βιβλίο που περιγράφει ένα μεγάλο ταξίδι βιωματικής γνώσης. Ο λόγος για το Λαμπερό Σκοτάδι του Μιχάλη Δέλτα, το οποίο στα μέσα Σεπτεμβρίου βρέθηκε πρώτο σε πωλήσεις στη σχετική λίστα που δημοσιεύει το Βήμα της ΚυριακήςΠριν την παρουσίαση που θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 23 Νοεμβρίου στις 7 μ.μ. στο Θέατρο Σταθμός στο Μεταξουργείο και πριν αρχίσω να το διαβάζω, αναζήτησα τον Μιχάλη για να τον ρωτήσω κάποια πράγματα που έχουν περάσει κατά καιρούς από το μυαλό μου και έχουν να κάνουν με τις ιδιαιτερότητες του ταξιδιού στη ζωή. Πολύ ευγενικά, ο Μιχάλης ανταποκρίθηκε και η κουβέντα μας φιλοξενείται στο Merlin’s Music Box που επίσης έχει διανύσει τη δική του βιωματική διαδρομή ως μέσον επικοινωνίας ανθρώπων που αγαπούν τη μουσική και την τέχνη χωρίς ταμπέλες.

Από την «συναισθηματική εντιμότητα» της πρώτης δουλειάς των Στέρεο Νόβα μέχρι την συνειδητή χρήση της μουσικής ως θεραπευτικής δόνησης που διαπερνά –ως πρόθεση– το σύνολο των συνθέσεών σου, τι θα ήθελες να πεις στους ακροατές της γενιάς μας – πολλοί εκ των οποίων συνδέουν την μουσική με την περίοδο νιότης τους, ενώ και άλλοι την χρησιμοποιούν ακόμη ως εκτόνωση της πίεσης– περί ενεργής ακρόασης;

Το μόνο που θα μπορούσα να μοιραστώ είναι το ότι οφείλουμε να είμαστε ευγνώμονες επειδή σμιλευθήκαμε μέσα από την δύναμη και την αλήθεια της μουσικής με ποιότητες τις οποίες θεωρώ πως υπό άλλες συνθήκες δεν θα ήμασταν σε θέση να καλλιεργήσουμε. Μιλώντας πάντα για ανθρώπους που σέβονται και αγαπούν την μουσική και έχουν με αυτήν μια σχέση Μυστικιστική και ερωτική. Η Μουσική δεν είναι τίποτα λιγότερο από «Τη σκάλα του Ιακώβ» η οποία ενώνει τον άγριο και αποτυχημένο μας κόσμο με τα Ουράνια πεδία από όπου λαμβάνουμε στο βαθμό που μας αναλογεί, λίγο Φώς. Ο κάθε ακροατής έχει τον δικό του τρόπο με τον οποίο απολαμβάνει, ακούει και ζει την εμπειρία αυτή. Όταν ήμουν νέος είχα πιστέψει ότι μπορούσα να αλλάξω τον κόσμο μέσω της μουσικής. Σήμερα μου είναι ξεκάθαρο πως η μουσική είναι ένας τρόπος για να αντέχω αυτό τον κόσμο.

Είχες πει παλαιότερα (νομίζω σε σχέση με το προτελευταίο βιβλίο σου) ότι «η βιωματική γνώση δεν είναι κτήμα κανενός» εξ ου και γράφεις ανοιχτά για το δικό σου ταξίδι στην αυτογνωσία. Πολλοί άνθρωποι – που τουλάχιστον εγώ έχω γνωρίσει– αισθάνονται άβολα όταν έρχονται αντιμέτωποι με απλές αλήθειες, όπως η αποκοπή τους από αδιέξοδους, επαναλαμβανόμενους κύκλους γεγονότων. Μέσα από το συνολικό σου ταξίδι στην γραφή πιστεύεις ότι η έκθεση της βιωματικής γνώσης μπορεί να συμβάλλει θετικά στη «ζωή των άλλων»;

Η βιωματική γνώση σαφώς ενέχει το προσωπικό βίωμα, την ένταση και τη διάρκεια της εκάστοτε εμπειρίας, επώδυνης και μη. Και με αυτή την ερμηνεία κάποιος θα ισχυριστεί ότι η βιωματική γνώση είναι μοναδική και ξεχωριστή για τον καθένα αλλά δεν είναι ιδιοκτησία του. Το μόνο που ο ίδιος έχω την ανάγκη να κάνω είναι να την μοιραστώ επειδή η φωνή της συνειδήσεώς μου με διαβεβαιώνει πως αυτός είναι ένας δρόμος γόνιμος στον οποίον οι άνθρωποι έχουμε την δυνατότητα να συνυπάρξουμε, να ακούσουμε ο ένας τον άλλον, με ενσυναίσθηση και ανθρωπιά, ώστε να πορευτούμε στη συνέχεια με λιγότερους φόβους και εμμονές απέναντι στα συστήματα εξουσιών και τα μοντέλα ζωής που μας επιβάλλουν. Με άλλα λόγια, αν ανταλλάξουμε τις ιστορίες μας θα βρούμε αρκετά κοινά σημεία επαφής, όπως επίσης ενδέχεται να ταρακουνηθούμε από κάποιες δονήσεις των εμπειριών του άλλου, πράγμα που σίγουρα μαρτυρά πως κάτι μέσα εκεί μας αφορά. Τα βιβλία μου έχουν βοηθήσει αρκετούς συνανθρώπους μου οι οποίοι αναζητούν το νόημα της ύπαρξής τους και της ζωής τους με μονοπάτια που έχουν ήδη επιλέξει ή που αποκαλύπτονται στην πορεία. Λαμβάνω καθημερινά εγκάρδια μηνύματα και δεν σου κρύβω πως μου δίνει μεγάλη χαρά, όχι επειδή το εκλαμβάνω ως προσωπικό κατόρθωμα καμία σχέση, αλλά γιατί έρχομαι στη θέση του άλλου. Θυμάμαι τις δικές μου εσωτερικές μάχες και τους Οδοδείκτες που βρέθηκαν στην πορεία της ζωής μου και με καθοδήγησαν προς τον σκοπό του ανθρώπου, την Γαλήνη.

Σε ένα αγαπημένο μου κομμάτι από το 1994, η Laurie Andreson τραγουδά «There is another world spinning inside of this one», ενώ σ' ένα από τα διάσημα τσιτάτα του ο Jung αναφέρει ότι «όποιος κοιτά προς τα έξω ονειρεύεται, όποιος κοιτάζει μέσα του ξυπνάει». Ακόμη και σήμερα, το να μιλά κανείς για την πνευματική διάσταση της καθημερινότητας θεωρείται ταμπού, υπό την έννοια ότι ξενίζει τους γύρω του. Για ποιο λόγο, κατά τη γνώμη σου, οι άνθρωποι αποφεύγουν να αποδεχτούν όλα όσα κουβαλάν μέσα και γύρω τους; Τα δικά τους φαντάσματα, τις δικές τους σκεπτομορφές, εν τέλει τις δικές τους εκκρεμότητες;

Δεν είναι δυνατό να αγνοήσουμε στη Φύση της Μουσικής την Πνευματική της διάσταση. Η Laurie Anderson έχει ασπαστεί τον Βουδισμό και σίγουρα αυτή η σύνδεση έχει επηρεάσει και την μουσική της εξέλιξη. Επίσης, ο Jung είχε μεταφυσικές εμπειρίες από παιδί, η μητέρα του διοργάνωνε και συμμετείχε σε συναντήσεις Πνευματισμού. Δυστυχώς ο ίδιος δεν μπόρεσε ποτέ να μιλήσει ανοιχτά για τις κρυφές πνευματικές του αναζητήσεις, το βίωνε όμως ως Υψηλόβαθμος Τέκτονας μιας μεγάλης Στοάς στην Ελβετία και δειλά, δειλά με τρόμο θα έλεγα, έκανε νύξεις πάντα με ένα επιστημονικό περίβλημα στην έρευνά του και στα κείμενά του (Red Book). Ας μην ξεχνάμε τον Freud που ήταν εντελώς άθεος και σάρκαζε τον Jung για τις μεταφυσικές του αγωνίες.
Σχετικά με την Πνευματικότητα τώρα ως ταμπού, από την πλευρά μου θα έλεγα ότι κάτι τέτοιο ισχύει πολύ λιγότερο από ότι είκοσι χρόνια πριν. Υπάρχουν αρκετά άτομα σήμερα παρότι έχει εξαπλωθεί σαν πανδημία η κοινωνική εμπιστοσύνη στην Επιστήμη, τα οποία έχουν έρθει σε μεγάλη υπαρξιακή σύγκρουση και σύγχυση με τον εαυτό τους και ψάχνουν να βρουν μονοπάτια Αυτογνωσίας και ψυχολογικής υποστήριξης είτε ξεκινώντας Ψυχοθεραπεία, είτε ακολουθώντας τον Διαλογισμό ή τις ενεργειακές θεραπείες. Το τελευταίο το γνωρίζω καλά ως θεραπευτής ρέικι τα τελευταία δεκαέξι χρόνια. Οι άνθρωποι ζητάνε με λιγότερη δυσκολία σήμερα «βοήθεια» κι αυτό αν μη τι άλλο είναι μια γενναία πράξη. Την ίδια στιγμή βέβαια εξυπακούεται πως στην απέναντι όχθη κατοικούν οι αρνητές της κοινωνικής αλλαγής, όσοι τρέμουν να περάσουν τη γέφυρα της αλήθειας τους που ενώνει τους δύο κόσμους. Τον κόσμο της τωρινής τους υποκρισίας και δυστυχίας τους και εκείνον στην άλλη όχθη της Λύτρωσης.
Ας μην ξεχνάμε όμως ότι ο καθένας έχει τη δική του στιγμή για την αφύπνισή του.

Νεότερη πίστευα ότι το πρόβλημα της δικής μας γενιάς με την δυσλειτουργική ελληνική οικογένεια δεν θα μεταβιβαζόταν σε επόμενες γενιές, όταν δηλαδή όσοι εξ ημών επιθυμούσαν να ακολουθήσουν τον δρόμο της οικογενειακής ζωής, θα συγκροτούσαν τις δικές τους «πυρηνικές» οικογένειες εν ειρήνη. Περνώντας τα χρόνια, κατάλαβα ότι υπήρξα αφελής στις προσδοκίες μου, καθώς η δυναμική της ελληνικής οικογένειας τελικά άλλαξε ελάχιστα. Έχεις γράψει εκτεταμένα για το βάρος της οικογένειας στην πορεία ζωής του ανθρώπου. Θα ήθελες να πεις δυο λόγια γι’ αυτό;

Η σχέση του ανθρώπου με την οικογένειά του είναι το ένα μεγάλο ζήτημα που θίγω στα έξι βιβλία μου. Το άλλο πραγματεύεται τη σχέση του αναζητητή με το Θείο, τον Εσωτερισμό και τον Αποκρυφισμό καθώς και την αποκάλυψη μιας ένθεης καθημερινότητας. Η ελληνική οικογένεια ως θεσμός είναι αποτυχημένος και συνειδησιακά αιχμάλωτος σε αρχαίες προγονικές σκοτεινές επιρροές από τις οποίες δεν λέει να απελευθερωθεί ο λαός. Η αρχαία Ελληνική Τραγωδία εδώ και χιλιάδες χρόνια επαναλαμβάνεται από το συλλογικό ασυνείδητο των Ελλήνων στο εδώ και τώρα με το χαρακτηριστική φράση «Ελληνική Νοοτροπία». Η οικογένεια στέκεται τροχοπέδη στην συναισθηματική εξέλιξη των ενηλίκων με τους συναισθηματικούς της χειρισμούς, την κληρονομιά των ενοχών, της ντροπής και του μίσους, και δεν επιτρέπει ποτέ την συναισθηματική τους ενηλικίωση. Οι ενήλικες παραμένουν μια ζωή υπόλογοι στην τιμωρητική κριτική των γονιών τους και συχνά αρρωσταίνουν σοβαρά από την καταπιεσμένη οργή και την βαθιά τους πίκρα. Οι περισσότεροι γονείς επαναλαμβάνουν με μαθηματική ανοησία τα σφάλματα των δικών τους γονιών και κατά αυτό τον τρόπο τρέφουν την μεγάλη Σκεπτομορφή, το Εγρηγορός της ελληνικής οικογενειακής φαγωμάρας και δυστυχίας, της αθεράπευτης αυτής τραγωδίας η οποία σήμερα ενσαρκώνεται στις οικογενειακές πολυκατοικίες και την ψυχική αιχμαλωσία όλων των μελών της σε αυτές. Κοίτα πως είναι δίχως εμπειρίες και πως συμπεριφέρονται οι νέοι που μένουν μαζί με τους γονείς τους… και δεν χρειάζεται να πω κάτι περισσότερο.

Πολλές φορές αφήνουμε το κακό να μπει στο «σπίτι» μας και άλλες φορές οι μεγαλύτεροι δαίμονες που μας κατατρέχουν έχουν την μορφή των πιο αγαπημένων προσώπων και των πιο έντονων συναισθηματικά καταστάσεων. Μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να προστρέξει σε μορφές αυτοβοήθειας όπως η ψυχοθεραπεία και οι ενεργειακές θεραπείες. Πως πιστεύεις ότι το Λαμπερό Σκοτάδι, το νέο σου βιβλίο, μπορεί να βοηθήσει έναν άνθρωπο που αισθάνεται ότι χρειάζεται βοήθεια αλλά δεν έχει τα οικονομικά μέσα να προσφύγει στην θεραπεία;

Ισχύουν τα όσα λες, Φαίη. Για να κατανοήσουμε τους λόγους για τους οποίους «αφήνουμε το κακό να μπει στο «σπίτι» μας» χρειάζεται να εισέλθουμε στο σκοτάδι μας, στο σκοτάδι της άγνοιας, δηλαδή. Μια τέτοια διεργασία δεν μπορεί να γίνει σωστά δίχως καμία καθοδήγηση παράλληλα πάντοτε με συνεργό τη διορατικότητά μας. Δεν έχουμε την δυνατότητα εντελώς μόνοι μας να τα καταφέρουμε. Θα πέσουμε θύματα της «προστασίας» που μας παρέχει το Εγώ μας, προκειμένου να μη μάθουμε την αλήθεια. Πάντοτε στη διαδρομή αυτή, στο μεγάλο τούνελ της Αυτοπραγμάτωσης θα συναντάμε κάποιους Οδοδείκτες οι οποίοι είτε θα ενσαρκώνονται από πρόσωπα, θεραπευτές, ψυχαναλυτές, πνευματικούς οδηγούς, είτε από την προσωπική μελέτη βιβλίων που αφορούν την Ψυχή του ανθρώπου.
Τα βιβλία μου είναι τέτοιοι οδοδείκτες. Δίχως να κατευθύνουν βοηθούν τον αναγνώστη να συνειδητοποιήσει πως το τιμόνι της ζωής του το έχει αυτός, η ευθύνη είναι αποκλειστικά δική του και κανενός άλλου. Στην ουσία τα περισσότερα κείμενά μου είναι βιώματά μου και ιδιαίτερα στο βιβλίο Το Λαμπερό Σκοτάδι στο οποίο περιγράφω αυτοβιογραφικά γεγονότα τα οποία ουδείς έχει τολμήσει να θίξει μέχρι σήμερα συγγραφικά στην χώρα. Αναφέρομαι σε εμπειρίες που χαρακτηρίζονται Αποκρυφιστικές και οι οποίες επιβεβαιώνουν πως ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι ένα μέρος της Πραγματικότητας. Η επιρροή των αόρατων κόσμων, των πνευματικών όντων, των σκεπτομορφών μας, των ακάθαρτων πνευμάτων, των μάγων και θεραπευτών, των φωτεινών οδηγών, τα μικρά θαύματα της Συγχρονικότητας, της Ένθεης καθημερινότητας, συνθέτουν αυτό που θίγει ουσιαστικά το συγκεκριμένο βιβλίο, το πόσο τέλεια συνεργάζονται μαζί το Φως και το Σκότος για την Εσωτερική μας Μεταμόρφωση. Το Λαμπερό Σκοτάδι αποτελεί μια παρακαταθήκη στην έρευνα της Μεταφυσικής και των Παραφυσικών Φαινομένων, εύχομαι να ενδυναμώνει τον κάθε αναζητητή στις πνευματικές του αναζητήσεις.

Το Λαμπερό Σκοτάδι, αν και κυκλοφόρησε στα τέλη του Αυγούστου του 2023, στα μέσα του Σεπτέμβρη βρέθηκε πρώτο σε πωλήσεις στη σχετική λίστα που δημοσιεύει το Βήμα της Κυριακής. Άραγε οι σκοτεινοί καιροί, όπως αυτοί που ζούμε, είναι αυτό το κίνητρο για τον αναγνώστη να αναζητήσει την καταγεγραμμένη βιωματική γνώση;

Ναι, έτσι ακριβώς έχουν τα πράγματα. Διανύουμε μια μεγάλη περίοδο καταστροφής, η οποία θα έχει διάρκεια ίσως και μέχρι το 2040. Τώρα το πώς ισχυρίζομαι κάτι τέτοιο είναι μια άλλη ιστορία, ίσως το μόνο που μπορώ να πω είναι πως από παιδί είμαι psychic. Οι δοκιμασίες, ο φόβος και η απειλή για την υγεία, για την οικονομία, τις διαπροσωπικές σχέσεις, για τον πόλεμο δίπλα μας, μάς έχει φέρει όλους συνειδητά και ασυνείδητα αντιμέτωπους με τον αρχετυπικό φόβο του Θανάτου. Μας αρέσει ή όχι είμαστε αιχμάλωτοι στις συναισθηματικές κατασκευές και τις πεποιθήσεις που μας έχει εμφυσήσει ο Καπιταλισμός. Οι πολίτες, οι καθημερινοί άνθρωποι στη δίνη όλου αυτού του κοινωνικού άγχους αισθάνονται αβοήθητοι, αδύναμοι και λίγοι μπροστά σε όσα διαδραματίζονται. Τα ίδια τα γεγονότα τους έχουν πιάσει από τον λαιμό με αποτέλεσμα να μην έχουν ιδιαίτερα πολλές επιλογές στο πώς θα διασφαλίσουν την ψυχική και νοητική τους υγεία. Λόγω αυτού του αξιώματος λοιπόν έχουν ενεργοποιήσει ένα πεδίο εγρήγορσης μέσω του οποίου αναζητούν ουσιαστικότερη σχέση με τον εαυτό τους, αισθάνονται ότι δεν δικαιολογούνται πλέον να αρνούνται το Φώς της Αυτογνωσίας. Το γεγονός πως Το Λαμπερό Σκοτάδι βρίσκεται σε πωλήσεις καλύτερα από οποιοδήποτε προηγούμενο βιβλίο μου επιβεβαιώνει τα όσα μοιράζομαι σε ετούτη την συνάντησή μας.

Η Lyn Hejinian στη Βαρβαρότητα κάπου αναφέρει ότι «η γλώσσα, ως εργαλείο ειλικρινείας, θέτει τον καθένα όχι μόνον “εν σχέσει”, αλλά εν μία σχέση που συνεπάγεται έκθεση στις απαιτήσεις και αξιώσεις των άλλων… Γιατί η “ειλικρίνεια” δεν είναι τόσο μια αληθής περιγραφή των εσωτερικών (συν)αισθημάτων του εαυτού… όσο μια αποδοχή εκείνου που υπερβαίνει τον εαυτό». Αισθάνεσαι ότι η βιωματική ειλικρίνεια δημιουργεί γέφυρες και πολλαπλασιαστικό καλό μεταξύ των ανθρώπων ή εναπόκειται στην τυχαιότητα;

Πολύ δυνατό το απόσπασμα της Lyn Hejinian. Για μένα η ειλικρίνεια, το μοίρασμα του βιώματος από μόνο του ως εικόνα έχει κάτι συγκινητικό και απελευθερωτικό. Και για εκείνον που υπηρετεί την ειλικρίνειά του και για το άτομο που είναι δέκτης. Η βιωματική ειλικρίνεια είναι ένα Κάλεσμα, μια επαναστατική στάση σε οτιδήποτε παραμένει υποκριτικό, σεμνότυφο και καθωσπρέπει, και προσπαθεί να μας πείσει ότι μονάχα έτσι έχουμε τη δυνατότητα να ζήσουμε. Όχι, στην αντίληψή μου η εντιμότητα και η ειλικρίνεια είναι ποιότητες του Ήθους. Με το να είμαστε ειλικρινείς βοηθάμε και τους συνανθρώπους μας να κάνουν το ίδιο με αποτέλεσμα την άνθηση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, η οποία αποτελεί μεγάλο εφόδιο για τον άνθρωπο αφού επάνω της καλλιεργούνται αξίες και θεμελιώδεις αρχές.

Θα κλείσω με μια ερώτηση ίσως λίγο αυτοαναφορική, υπό την έννοια ότι αναφέρεται στην γενιά στην οποία ανήκουμε από κοινού ηλικιακά, αυτή των X. Πολλοί εξ ημών ( κι εγώ κάποιες φορές) είμαστε απρόθυμοι να αποδεσμευτούμε από παλιά μοτίβα συμπεριφοράς και αντίληψης, τα οποία παραπέμπουν στην αρχική νεότητα. Ίσως επειδή η μέση ηλικία δεν έφερε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, ίσως επειδή οι προσδοκίες ήταν εσφαλμένες εξ αρχής. Πολλοί, λοιπόν, δεν έθαψαν τις κούκλες και τα πλαστικά όπλα, συμβίωσαν με το παλιό μην περιμένοντας πολλά πράγματα από το καινούργιο. Αν υπήρχε κάτι να πεις σε αυτούς τους ανθρώπους, τι θα ήταν αυτό;

Πόσο γόνιμο είναι να προστατεύουμε την νεότητά μας. Στο δικό μου πεδίο δεν υπάρχει ψυχολογικά και πνευματικά ο γραμμικός χρόνος, παρελθόν, παρόν και μέλλον. Η φλόγα της νεότητας και ο πλούτος της μουσικής κληρονομιάς μου για παράδειγμα, σμίλευσαν αυτό που είμαι και που ακόμα εξελίσσω. Είναι συστατικά της ψυχής μου με τα οποία πορεύομαι άφοβα, πέφτω και σηκώνομαι, αγαπώ, εκπαιδεύομαι, προσπερνώ, συμφιλιώνομαι με τα θηρία μου. Ξυπνώντας κάθε πρωί δύο πράγματα έρχονται στο πεδίο μου, αρχικά η ευγνωμοσύνη στην ίδια την ζωή, ένα απλό «ευχαριστώ» και η υπενθύμιση πως είμαι περαστικός από εδώ.

Το Λαμπερό Σκοτάδι κυκλοφορεί από της εκδόσεις Οδός Πανός. Η παρουσίαση του βιβλίου θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 23 Νοεμβρίου στις 7 μ.μ. στο Θέατρο Σταθμός στο Μεταξουργείο, όπου και θα μιλήσουν ο λογοτέχνης, θεατρολόγος και κριτικός Κωνσταντίνος Μπούρας και ο ποιητής και εκδότης Γιώργος Χρονάς.


image

Φαίη Φραγκισκάτου

Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
 
 
 
image

Φαίη Φραγκισκάτου

Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
 
 
 
image

Φαίη Φραγκισκάτου

Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.