Ο Jim Morrison, το Living Theatre, το «επεισόδιο των Doors στο Μαϊάμι» και το απόλυτο live άλμπουμ...

Γράφει ο Γιάννης Καστανάρας

Tο Absolutely Live που κυκλοφόρησε το 1970, είναι το μόνο επίσημο live άλμπουμ που κυκλοφόρησαν οι Doors στη διάρκεια της ζωής του Jim Morrison. Είναι επίσης ένα παρεξηγημένο άλμπουμ. Οι ιστορικοί της rock μουσικής το θυμούνται σαν το ντοκουμέντο ενός καλλιτέχνη που βρίσκεται σε παρακμή. Στην πραγματικότητα, το Absolutely Live συλλαμβάνει μια εποχή, όταν ο Jim Morrison ανακάλυπτε ένα νέο καλλιτεχνικό οίστρο μέσω του πρωτοποριακού θεάτρου.

Για να καταλάβουμε, όμως, το Absolutely Live πρέπει να ανατρέξουμε στις αρχές του 1969 - μια μάλλον δυσάρεστη περίοδος για τους Doors. Το συγκρότημα είχε κυκλοφορήσει τρία άλμπουμ σε διάστημα 18 μηνών, είχε περιοδεύσει εκτεταμένα και εργαζόταν πάνω στο τέταρτο άλμπουμ του, The Soft Parade – ένα επίμοχθο φορτίο. Ξαφνικά, το The Soft Parade είχε μεταμορφωθεί σε θηρίο, εν μέρει επειδή ο Morrison έπινε του σκασμού και εξελισσόταν σε μια αναξιόπιστη και ανεξέλεγκτη δύναμη μέσα στο στούντιο.
Οι απαιτήσεις ενός αστέρα της rock είχαν αρχίσει να τον πιέζουν ασφυκτικά. Πέραν τούτου, σε δημιουργικό επίπεδο έδινε πραγματικό αγώνα. «Αν δεν βρω έναν τρόπο για να εξελιχθώ δημιουργικά, μέσα σε ένα χρόνο θα είμαι μια νοσταλγική ανάμνηση», είχε δηλώσει. Έγραφε πλέον λιγότερα τραγούδια και οι συνεργάτες του στο συγκρότημα (ιδίως ο κιθαρίστας Robby Krieger) έπρεπε να σηκώσουν το βάρος, συμβάλλοντας περισσότερο στο δημιουργικό κομμάτι του The Soft Parade.

Στα τέλη Φεβρουαρίου συνέβη κάτι που είχε αντίκτυπο στην εξέλιξη του συγκροτήματος, αν και στην αρχή κανείς δεν το είχε καταλάβει: ο Morrison είχε ανακαλύψει το Living Theatre και μέσω αυτού φάνηκε να ανακτά την καλλιτεχνική του έμπνευση.
Το Living Theatre ήταν ένας θεατρικός θίασος που ανέτρεψε τις συμβάσεις, ερχόμενο σε άμεση επαφή με το κοινό. Για παράδειγμα, στην παραγωγή του Paradise Now (1968), οι ηθοποιοί πυροδοτούσαν επίτηδες αντιπαραθέσεις παροτρύνοντας το κοινό να συμμετέχει στην παράσταση. Οι ηθοποιοί του διαμαρτύρονταν για τις απαγορεύσεις στην προσωπική ελευθερία, όπως η απαγόρευση του καπνίσματος της μαριχουάνας ή του γυμνισμού. Μετά το τέλος της παράστασης, κοινό (όσοι από αυτό είχαν απομείνει) και καλλιτέχνες ξεχύνονταν στους δρόμους πραγματοποιώντας διαδήλωση.

The Living Theatre

Το Living Theatre ιδρύθηκε στη Νέα Υόρκη το 1947 από τον Julian Beck και την Judith Molina και σήμερα συνεχίζει την πορεία του, μετά το θάνατο του Beck το 1985 και την αντικατάστασή του από τον σκηνοθέτη Hanon Reznikov. Σύμφωνα με τη Molina, «είναι ένας θίασος ηθοποιών που θέλουν να πραγματοποιήσουν την Όμορφη μη-Βίαιη Αναρχική Επανάσταση. Θέλουμε να ανακαλύψουμε ένα θέατρο που θα εξελίσσεται μαζί με την ιστορία και μέσα στην ιστορία. Γι’ αυτό το αποκαλούμε Το Ζωντανό Θέατρο, επειδή θέλουμε να αλλάζει με το χρόνο και να δίνει στους ανθρώπους την αίσθηση ότι πάντα μπορούν να κάνουν κάτι, ότι έχουν τη δύναμη να κάνουν κάτι».

Julian Beck και Judith Molina

Ανέκαθεν ο Morrison γοητευόταν από το «οπτικό-μουσικό θέατρο»– την ικανότητα να αντλείς ενέργεια από το κοινό και να την στέλνεις πίσω μέσα σε έναν ανεμοστρόβιλο τραγουδιών και χορού. Είχε παρακολουθήσει πολλές παραστάσεις του Living Theatre όταν ο θίασος εμφανιζόταν στο Λος Άντζελες και στις 28 Φεβρουαρίου παρακολούθησε την παράσταση του Paradise Now. Μαγεμένος από την όλη ατμόσφαιρα, δεν δίστασε στιγμή όταν οι καλλιτέχνες ζήτησαν τη συμμετοχή του κοινού και χάρη στα γένια που είχε αφήσει είχε περάσει σχεδόν απαρατήρητος.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα του συγκροτήματος, την 1 Μαρτίου οι Doors επρόκειτο να δώσουν μια συναυλία στην αίθουσα Dinner Key, στο Κόκονατ Γκρόουβ της Φλόριντα, ένα περιστατικό που θα έμενε στα χρονικά της rock μουσικής σαν «το επεισόδιο των Doors στο Μαϊάμι». Φαίνεται ότι εκεί ο Morrison αποφάσισε να παρουσιάσει τη δική του εκδοχή για το Living Theatre.
Την 1 Μαρτίου 1969, σε εκείνο το διαβόητο πλέον κονσέρτο, ο Morrison οδήγησε την ιδέα της πρόκλησης στα άκρα. Μάλωσε και λοιδόρησε το ακροατήριο. Το τραγούδι «Touch Me» (που δεν είχε γράψει εκείνος) ήταν ήδη επιτυχία (το τελευταίο Νο 1 σινγκλ της μπάντας). Ο Morrison είχε απόλυτη επίγνωση ότι, παρά τη φθίνουσα φυσική του κατάσταση, για τους θαυμαστές του παρέμενε ένα σύμβολο του σεξ. Χλευάζοντας, λοιπό, αποφάσισε να εκθέσει το σώμα του – και τα γεννητικά του όργανα, όπως τουλάχιστον θα υποστήριζε αργότερα ο σερίφης της κομητείας, όταν θα τον κατηγορούσε για χυδαία και λάγνα συμπεριφορά, προσβολή της δημοσίας αιδούς, βωμολοχία και μέθη. Σύμφωνα με την περιγραφή του Ray Manzarec:

Βρισκόμαστε στο Μαϊάμι. Έχει τόση ζέστη και τόση υγρασία, θαρρείς κι είναι μια νύχτα σαν κι αυτές που περιγράφει ο Tennessee Williams. Είναι ένας βάλτος κι είναι ένα χάλι, ένα απαίσιο μέρος , ένα υπόστεγο υδροπλάνων… Κι εκεί μέσα στριμώχνονται 14.000 άνθρωποι μούσκεμα στον ιδρώτα. Και ο Jim μόλις έχει παρακολουθήσει μια παράσταση του Living Theatre και ετοιμάζεται να παρουσιάσει τη δική του εκδοχή. Θέλει να δείξει στον κόσμο της Φλόριντα τι εστί ψυχεδελικός σαμανισμός α λα Δυτική Ακτή και τι σημαίνει αντιπαράθεση. Στη μέση της παράστασης, βγάζει το πουκάμισό του και λέει, «Εσείς εδώ, δεν ήρθατε για να ακούσετε μια rock and roll μπάντα να παίζει μερικά ωραία τραγουδάκια. Ήρθατε για να δείτε κάτι, σωστά; Τι θέλετε να δείτε; Ωραία, τι θα λέγατε αν σας έδειχνα το καυλί μου; Αυτό δεν θέλετε να δείτε;»

O Morrison στη διάρκεια του επεισοδίου στο Μαϊάμι

Τελικά ο Morrison προκάλεσε το κοινό να ορμήσει στη σκηνή. «Χωρίς όρια! Χωρίς νόμους! Ελάτε!» φώναξε. «Αυτή η παράσταση είναι δική σας. Κάντε ό,τι γουστάρετε!» Τους παρότρυνε να ξεγυμνωθούν. Ξέσπασαν καβγάδες και η σκηνή κόντευε να καταρρεύσει. Τα φώτα της αίθουσας άναψαν. Ο Morrison χώθηκε ανάμεσα στο κοινό μέσα στο γενικευμένο χάος, ακόμα κι όταν οι υπόλοιποι Doors τράπηκαν σε φυγή για να γλιτώσουν. Μπήκε επικεφαλής μιας ανθρώπινη αλυσίδας μέσα στην αίθουσα πριν τελικά φύγει για το καμαρίνι του.
O Manzarec επέμενε ότι ακόμα κι αν ο Morrison είχε βγάλει πράγματι τα ρούχα του εκθέτοντας σημεία του κορμιού του, ποτέ δεν αποκάλυψε τα γεννητικά του όργανα. Ο σερίφης πάντως είχε διαφορετική γνώμη και μέσα σε λίγες μέρες ο Morrison κατηγορήθηκε για πολλαπλές παραβάσεις του νόμου. Η δίκη του θα γινόταν τον Αύγουστο του 1970 και αργότερα θα καταδικαζόταν σε εξάμηνη φυλάκιση και πρόστιμο 500 δολαρίων. Δεν θα εξέτινε ποτέ την ποινή του.
Υπάρχει ένα ηχητικό ντοκουμέντο από εκείνη τη βραδιά. Σε κάποιο σημείο ο Morrison ακούγεται να λέει:

Είστε όλοι ένα μάτσο γαμημένοι ηλίθιοι! Αφήνετε τους άλλους να σας λένε τι θα κάνετε! Αφήνετε τους άλλους να σας κάνουν ό,τι γουστάρουν. Για πόσο ακόμα νομίζετε ότι θα κρατήσει αυτό; Για πόσο καιρό θα το επιτρέπετε; Για πόσο καιρό θα τους αφήνετε να σας κάνουν ό,τι γουστάρουν; Για πόσο; Μπορεί να σας αρέσει να σας κάνουν ό,τι γουστάρουν. Μπορεί και να γουστάρετε. Μπορεί να γουστάρετε να σας χώνουν τη μούρη μέσα στα σκατά. Γουστάρετε, έτσι δεν είναι; Είστε όλοι ένα μάτσο δούλοι που αφήνετε τον καθένα να σας κάνει ό,τι γουστάρει. Τι σκοπεύετε να κάνετε γι’ αυτό;

Το παραλήρημα ενός μεθυσμένου; Και ναι και όχι. Ναι, ακούγεται μεθυσμένος και, ναι, πράγματι παραληρεί. Αν όμως ακούσετε προσεκτικά τον ήχο, θα διαπιστώσετε ότι οι Doors προσπαθούν να παίξουν το «Five to One», ένα κομμάτι όπου με τους στίχους του ο Morrison ειρωνευόταν τα παιδιά των λουλουδιών.
Αμφισβήτηση. Αντιπαράθεση. Πρόκληση. Όπως το Living Theatre: «Η Αμερική κατέχει τον κόσμο! Όλοι είμαστε υποδουλωμένοι!» Όπως και το ξεγύμνωμα στο πλαίσιο της παράστασης.
Το Living Theatre όμως παρουσίαζε πρωτοποριακή τέχνη και η πρωτοποριακή τέχνη δεν ενδιέφερε το κοινό των Doors. Ήθελαν να ακούν το «Touch Me». Πολλές αίθουσες συναυλιών ακύρωσαν προγραμματισμένες συναυλίες των Doors. Ακόμα κι έτσι όμως, ανάμεσα στο 1969 και το πρώτο εξάμηνο του 1970, το συγκρότημα έδωσε πάνω από 40 συναυλίες και το Absolutely Live είναι το απόλυτο προϊόν των συναυλιών εκείνης της περιόδου.


Παρόλο που στη διάρκεια εκείνων των συναυλιών ο Morrison δεν προκάλεσε ταραχές ούτε συνελήφθη, είχε πλέον ξεφορτωθεί μια και καλή το ροκσταριλίκι. Τώρα ήταν ένας καλλιτέχνης του θεάτρου που τύχαινε να τραγουδάει στο πλαίσιο της συγκεκριμένης παράστασης. Κι όταν αυτός βρισκόταν στα πάνω του, όλοι στο συγκρότημα έπαιρναν φωτιά. Συγκεκριμένα, σε μια εμφάνιση τον Μάιο του 1970 στο Cobo Hall, οι Doors έπαιξαν με τόσο πάθος που τέλειωσαν το σετ τους αρκετή ώρα μετά το προβλεπόμενο ωράριο λειτουργίας του κλαμπ με αποτέλεσμα στο μέλλον να αποκλειστούν από το Cobo Hall: αυτή τη φορά μόνο και μόνο επειδή τα είχαν δώσει όλα παίζοντας μουσική. Το Absolutely Live είναι ένα στιγμιότυπο του Morrison καθώς μεταμορφώνεται σε θεατρικό σαμάνο αφήνοντας πίσω του τον ροκ σταρ.
Ακούγοντας κανείς σήμερα το άλμπουμ, εντυπωσιάζεται από τη φωνή του που μερικές φορές ακούγεται ένρινη και βραχνή. Η ερμηνεία του όμως είναι υπνωτική, καθώς υποδύεται διάφορα πρόσωπα. Είναι ένας δαιμονικός Αυλητής στο «Who Do You Love», μια διασκευή του κλασικού τραγουδιού του Bo Diddley από το 1956 που ανοίγει το άλμπουμ (Μετά την εισαγωγή ενός ενθουσιώδους παρουσιαστή, ο οποίος καλεί το κοινό να μένει καθισμένο ειδάλλως η πυροσβεστική θα απαγόρευε τη συναυλία και ο κόσμος από κάτω κράζει). Τα λόγια του συντονίζονται με τον ρυθμό των τυμπάνων του John Densmore κι όταν τραγουδάει τους στίχους του Diddley, «Tombstone hand and a graveyard mine/Just 22 and I don’t mind dying», ακούγεται ανατριχιαστικός, θαρρείς και προφητεύει το δικό του θάνατο.

Στην εισαγωγή του «Break on Through» (που στην ουσία είναι η εισαγωγή στο τραγούδι «The Soft Parade» από το ομώνυμο άλμπουμ των Doors, όπως ήδη γνωρίζει το κοινό και το εκδηλώνει με την αντίδρασή του), ο Morrison υποδύεται το πνεύμα ενός έκπτωτου, χαραμισμένου ιερέα: «Παλιά, όταν ήμουν στο ιεροδιδασκαλείο/Ήταν εκεί ένας τύπος /Που αποφάνθηκε/Ότι δεν μπορείς να εκλιπαρείς το Θεό με την προσευχή» - επαναλαμβάνοντας δυο φορές την τελευταία πρόταση, κάνοντας μια μικρή παύση για να την επαναλάβει ξανά ουρλιάζοντας τις λέξεις και οδηγώντας το συγκρότημα σε μια συγκλονιστική εκτέλεση του «Break on Through» που μοιάζει να ηλεκτρίζει την ατμόσφαιρα.
Στο «When The Music’s Over», ο Morrison διακόπτει το τραγούδι και επιπλήττει το ακροατήριο που φλυαρεί από κάτω: «Βουλώστε το!» ουρλιάζει όπως θα έκαναν οι ηθοποιοί του Living Theatre. Κι αμέσως μετά καλμάρει: «Μα είναι αυτός τρόπος συμπεριφοράς σε μια rock and roll συναυλία;» Το κοινό τον αποθεώνει ή τον «κράζει» και τότε εκείνος σχεδόν τους παρακαλάει: «Δώστε στον τραγουδιστή λίγη…» Μάλλον θέλει να πει «προσοχή», αλλά δεν ολοκληρώνει τη φράση και επιστρέφει ορμητικά στην κλιμάκωση του τραγουδιού: «Θέλουμε τον κόσμο και τον θέλουμε τώρα!» Το Living Theatre σε όλο του το μεγαλείο… Θαρρείς και ο Μorrison κάνει μια πολύ σημαντικό δήλωση για τις επόμενες γενιές: «Αν θέλουμε τον κόσμο, τότε πρέπει να πάψετε τις περιττές φλυαρίες κι ελάτε μαζί μου». Ή, κάτι τέτοιο, τέλος πάντων…
Στο «Celebration of The Lizard», το κεντρικό θέμα του άλμπουμ, ο Morrison μεταμορφώνεται σε έναν καταραμένο ποιητή μιλώντας για λιοντάρια που περιφέρονται στους δρόμους, και για ένα θηρίο που βρίσκεται φυλακισμένο κάπου στην καρδιά της πόλης. «Είναι κανείς μέσα;» ρωτάει. Κι αμέσως μετά: «Ξυπνήστε! Μα δεν μπορείτε να θυμηθείτε σε ποιο σημείο βρισκόταν αυτό το όνειρο όταν τελείωσε;»

Ο Jim Morrison βρισκόταν σε σύγκρουση με αυτό που ήταν και με αυτό που είχε γίνει. Σύμφωνα όμως με το πνεύμα του Living Theatre, δεν έκρυβε από κανέναν το εσωτερικό του μαρτύριο. Αγκάλιασε το θέατρο σαν να ήταν μια κάθαρση για εκείνον και με αυτό τον τρόπο αναζωπύρωσε τη δημιουργικότητά του. Είκοσι τέσσερις μήνες μετά το επεισόδιο στο Μαϊάμι, οι Doors κυκλοφόρησαν δυο άλμπουμ, το Morrison Hotel και το LA Woman που θεωρούνται πλέον κλασικά και περιλαμβάνουν μερικές από τις πιο δυνατές στιχουργικές στιγμές του Morrison.
Δυστυχώς, η σειρά των διαδοχικών θαυμάσιων άλμπουμ θα διακοπεί τελικά στις 3 Ιουλίου 1973, όταν ο Morrison πεθαίνει σε ηλικία 27 ετών, θύμα των ίδιων του των υπερβολών. Μπορούσε να διοχετεύει δημιουργικά το μαρτύριό του, αλλά του ήταν αδύνατο να δαμάσει τους εσωτερικούς του δαίμονες. Στην προσπάθειά του, άφησε πίσω του μια συναρπαστική δημιουργική παρακαταθήκη. Το Absolutely Live είναι ένα ολοζώντανο πορτραίτο ενός καλλιτέχνη που ανακαλύπτει εκ νέου τον δημιουργικό του οίστρο μέσα από το θέατρο.

Παρακολουθείστε το ντοκιμαντέρ του Tom Dicillο "When You're Strange" (2009) με θέμα την ιστορία και τη μουσική των Doors

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ: 

Ποιο ήταν το πρώτο τραγούδι που τραγούδησε επί σκηνής ο Jim Morrison;


image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.