Hunter S. Thompson: Συμβουλές προς ναυτιλομένους του βίου...

Μετάφραση: Φαίη Φραγκισκάτου

Τον Απρίλιο του 1958, ο 22χρονος Hunter S. Thomson απαντά σε μια επιστολή του φίλου του Hume Logan. Το θέμα της απάντησης του νεαρού δόκιμου της αεροπορίας [1] και μελλοντικού δημοσιογράφου και λογοτέχνη, έχει να κάνει με το πως μπορεί κάποιος να βρει τον στόχο και το νόημα στη ζωή του. Η επιστολή του Τόμσον βρίσκεται μεταξύ των κειμένων αλληλογραφίας που δημοσιεύτηκαν στo μπλογκ του Βρετανού συγγραφέα Shaun Usher www.lettersofnote.com

22 Απριλίου 1958
οδός Πέρι αρ.57, Νέα Υόρκη

Αγαπητέ Χιούμ

Μου ζητάς συμβουλές: κάτι πολύ ανθρώπινο αλλά και πολύ επικίνδυνο. Διότι το να δίνεις συμβουλές σε κάποιον που σε ρωτά τι να κάνει με τη ζωή του, υποκρύπτει κάτι πολύ κοντινό στην εγωπάθεια. Το να θεωρείς ότι δείχνεις σε έναν άλλο άνθρωπο τον ορθό και υπέρτατο στόχο – του δείχνεις με τρεμάμενο δάχτυλο τη σωστή κατεύθυνση, είναι κάτι που μόνο ένας ανόητος θα αναλάμβανε. Ανόητος δεν είμαι, όμως σέβομαι την ειλικρίνεια που σε οδήγησε να ζητήσεις τη συμβουλή μου. Με τη σειρά μου όμως σου ζητώ, αφού ακούσεις αυτά που έχω να πω, να θυμηθείς ότι όλες οι συμβουλές είναι παράγωγα του ανθρώπου που τις δίνει. Αυτό που είναι αλήθεια για κάποιον, μπορεί να είναι καταστροφή για κάποιον άλλο. Δε βλέπω τη ζωή με τα δικά σου μάτια, ούτε και συ με τα δικά μου. Αν επιχειρούσα να σου δώσω συγκεκριμένες συμβουλές, θα ήταν σαν ένας τυφλός να οδηγούσε τους τυφλούς.

''Να ζεις ή να μη ζεις; Αυτό ειναι το ερώτημα. Γενναιότερο άραγε στο νου λογιέται να υπομένεις τα βέλη και τις πετριές μιας ανελέητης μοίρας, ή ν αντιτάσσεις τα όπλα σ' ένα πέλαγο από βάσανα..'' (Σαιξπηρ)[2] ..Και πράγματι, αυτό ΕΙΝΑΙ το ερώτημα: να επιπλέεις ακολουθώντας τον ρυθμό της παλίρροιας ή να κολυμπάς προς έναν στόχο; Είναι μια επιλογή που όλοι σε κάποιο σημείο της ζωής καλούμαστε να κάνουμε συνειδητά είτε ασυνείδητα. Πόσο λίγοι άνθρωποι το αντιλαμβάνονται αυτό! Σκέψου κάποια από τις επιλογές σου που είχε σημασία για το μέλλον σου: μπορεί να κάνω λάθος, αλλά δε βλέπω πως θα μπορούσε να είναι οτιδήποτε άλλο από την επιλογή - έμμεση ίσως - μεταξύ αυτών των δύο που ανέφερα: του να επιπλέεις ή να κολυμπάς. Αλλά γιατί να μην επιπλέεις αν δεν έχεις στόχο για να κολυμπήσεις; Αυτό είναι ένα άλλο ερώτημα. Αναμφισβήτητα, είναι προτιμότερο να απολαμβάνεις το να επιπλέεις παρά να κολυμπάς στην αβεβαιότητα.

Πως λοιπόν ένας άνθρωπος βρίσκει έναν στόχο; Όχι ένα κάστρο στ’ αστέρια, αλλά έναν πραγματικό και απτό στόχο. Πως μπορεί κάποιος να νιώσει σίγουρος ότι δεν κυνηγάει το ''μεγάλο ζαχαρένιο βουνό'' [3], τον δελεαστικό, ζαχαρένιο στόχο που έχει ελάχιστο γούστο και καθόλου ουσία; Η απάντηση - και υπό μια έννοια η τραγωδία της ζωής - είναι ότι προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον στόχο και όχι τον άνθρωπο. Θέτουμε στόχους που απαιτούν από μας συγκεκριμένα πράγματα, και τα κάνουμε. Προσαρμοζόμαστε στις απαιτήσεις μιας αφηρημένης κατασκευής που ΔΕΝ μπορεί να θεωρηθεί έγκυρη.

Όταν ήσουν νέος, ας υποθέσουμε ότι ήθελες να γίνεις πυροσβέστης. Νιώθω ότι μπορώ να πω με ασφάλεια ότι πλέον δεν θέλεις να γίνεις πυροσβέστης. Γιατί; Γιατί η οπτική σου έχει αλλάξει. Δεν άλλαξε ο πυροσβέστης, άλλαξες εσύ. Κάθε άνθρωπος είναι το σύνολο των αποκρίσεών του απέναντι στις εμπειρίες που βιώνει. Κι όσο οι εμπειρίες σου αλλάζουν και πολλαπλασιάζονται, γίνεσαι ένας διαφορετικός άνθρωπος και κατ αυτόν τον τρόπο η οπτική σου αλλάζει. Κι αυτό συμβαίνει συνεχώς. Κάθε απόκριση είναι μια μαθησιακή διαδικασία, κάθε σημαντική εμπειρία μεταβάλλει την οπτική σου. Δε θα ήταν λοιπόν ανόητο να προσαρμόζουμε τις ζωές μας στις απαιτήσεις ενός στόχου που αντικρίζουμε από άλλη οπτική γωνία κάθε μέρα; Με αυτόν τον τρόπο, πώς θα μπορούσαμε να πετύχουμε οτιδήποτε πέρα από μια καλπάζουσα νεύρωση;

Η απάντηση λοιπόν, δεν έχει να κάνει επ’ ουδενί με τους στόχους, με τους απτούς στόχους, τέλος πάντων. Θα χρειάζονταν τόνοι χαρτιού για να καταφέρει κανείς να αναπτύξει αυτό το θέμα με επάρκεια. Ένας θεός ξέρει πόσα βιβλία έχουν γραφτεί γύρω από το ''νόημα της ανθρώπινης ζωής'' και άλλα τέτοια πράγματα και πόσοι άνθρωποι έχουν στοχαστεί πάνω σε αυτού (τη φράση ''ένας θεός ξέρει'' τη χρησιμοποιώ αποκλειστικά ως ιδιωματική διατύπωση). Δε βγαίνει και πολύ νόημα από την προσπάθειά μου να σου γράψω κάποια παροιμιώδη σύνοψη επί του ζητήματος, καθώς είμαι ο πρώτος που θα παραδεχτώ την απόλυτη έλλειψη προσόντων μου προκειμένου να συμπτύξω το νόημα της ζωής σε μια -δυο παραγράφους. Θα φροντίσω να μην υπεισέλθω σε όρους όπως ''υπαρξισμός'', μπορείς ωστόσο να τον κρατήσεις κατά νου σαν ένα κλειδί για άλλες πόρτες. Ίσως θελήσεις να δοκιμάσεις να διαβάσεις το ''Είναι και το Μηδέν'' του Ζαν Πωλ Σατρ καθώς και τη συλλογή κειμένων '' Υπαρξισμός: από τον Ντοστογιέφσκυ στον Σατρ''[4]. Στα αναφέρω ως προτάσεις και μόνο. Εάν είσαι ευχαριστημένος με τον εαυτό σου και αυτά που κάνεις, παράτα αυτά τα βιβλία σε μια άκρη (κι άσε τα σκυλιά δεμένα).

Όμως, ας επιστρέψω στην απάντηση. Όπως είπα, το να εναποθέτουμε την πίστη μας σε απτούς στόχους, δείχνει, στην καλύτερη περίπτωση, αν μη τι άλλο ασύνετο. Δεν αγωνιζόμαστε για να γίνουμε πυροσβέστες, ούτε τραπεζίτες, ούτε αστυνομικοί, ούτε και γιατροί. Αγωνιζόμαστε να γίνουμε ο εαυτός μας. Όμως μην με παρεξηγείς. Δεν εννοώ ότι ΔΕΝ μπορούμε να γίνουμε πυροσβέστες, τραπεζίτες ή γιατροί- αλλά ότι πρέπει να προσαρμόζουμε τον στόχο στον κάθε άνθρωπο και όχι τον άνθρωπο στον στόχο.
Σε κάθε άνθρωπο, η κληρονομικότητα και το περιβάλλον συνδυάζονται ώστε να παραχθεί ένα πλάσμα με συγκεκριμένες ικανότητες και επιθυμίες - συμπεριλαμβανόμενης της βαθιά ριζωμένης ανάγκης του να λειτουργεί με τέτοιο τρόπο ώστε η ζωή του να έχει κάποιο ΝΟΗΜΑ. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη να ΕΙΝΑΙ κάτι. Να κάνει τη διαφορά. Όπως το βλέπω λοιπόν, η συνταγή είναι κάπως έτσι: Ένας άνθρωπος πρέπει να επιλέγει το μονοπάτι που θα επιτρέψει στις ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ του να αναπτυχθούν σε πλήρη επάρκεια προκειμένου να εκπληρώσει τις ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ του.

Πράττοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, ικανοποιεί μια ανάγκη (δίνει στον εαυτό του μια ταυτότητα εφ’ όσον λειτουργεί με καθορισμένο τρόπο ως προς τον στόχο που έχει θέσει), αποφεύγει να διαψεύσει τις δυνατότητές του (έχοντας επιλέξει ένα μονοπάτι που δεν θέτει περιορισμούς στην ανάπτυξη του εαυτού) και υπερνικά τον τρόμο του μαρασμού και της απομυθοποίησης του στόχου του όσο πλησιάζει προς την κατάκτησή του (αντί δηλαδή να προσαρμόσει τον εαυτό του στις απαιτήσεις του στόχου που επιδιώκει, έχει προσαρμόσει τον στόχο στο φάσμα των δικών του ικανοτήτων και επιθυμιών). Εν ολίγοις, δεν έχει αφιερώσει τη ζωή του στην επίτευξη ενός προκαθορισμένου στόχου, αλλά έχει επιλέξει έναν τρόπο ζωής που ΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι θα του είναι ευχάριστος.

Ο στόχος είναι απολύτως δευτερεύων: αυτό που μετράει είναι το πράττειν του ανθρώπου ως προς τον στόχο. Και μοιάζει σχεδόν γελοίο να λέει κάποιος ότι ένας άνθρωπος ΠΡΕΠΕΙ να δράσει σύμφωνα με τις βουλές αυτού του κάποιου, διότι αφήνοντας έναν άλλο να προσδιορίσει τους δικούς σου στόχους, παραιτείσαι από μια απ τις πιο βαρύνουσες εκφάνσεις της ύπαρξης- τον αυτοπροσδιορισμό που καθιστά τον άνθρωπο αυτόνομη προσωπικότητα. Ας υποθέσουμε ότι πιστεύεις ότι έχεις να επιλέξεις μεταξύ οκτώ προδιαγεγραμμένων δρόμων. Και ας υποθέσουμε επίσης ότι δεν βρίσκεις καμία πραγματική ολοκλήρωση σε κανέναν από αυτούς τους οκτώ. Τότε-και εδώ βρίσκεται η ουσία όλων όσων ανέφερα- ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΒΡΕΙΣ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΔΡΟΜΟ.

Φυσικά, δεν είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται. Έχεις ζήσει μια σχετικά κλειστή ζωή, μια μάλλον κάθετη παρά οριζόντια ύπαρξη. Έτσι δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί νιώθεις έτσι όπως νιώθεις. Αλλά ένας άνθρωπος που εθελούσια αναβάλει τη λήψη ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ, αναπόφευκτα θα βιώσει τετελεσμένα γι’ αυτόν μέσα από τις περιστάσεις της ίδιας της ζωής. Αν λοιπόν λογίζεσαι ήδη ανάμεσα στους απογοητευμένους, τότε δεν έχεις άλλες επιλγές από το να δεχτείς τα πράγματα ως έχουν ή να ψάξεις στα σοβαρά για κάτι άλλο. Φρόντισε όμως να είσαι όμως προσεκτικός με τους στόχους σου: ψάξε για έναν τρόπο ζωής. Αποφάσισε πώς θες να ζήσεις και έτσι βρες πως θα μπορούσες να βιοποριστείς μέσα στο πλαίσιο του τρόπου ζωής που επέλεξες. Γράφεις ''δεν ξέρω που να ψάξω, δεν ξέρω τι να ψάξω''. Και αυτό είναι η ουσία ου ζητήματος. Αξίζει να παρατήσω αυτά που έχω ήδη για να ψάξω για κάτι καλύτερο; Δεν ξέρω. Αξίζει;
Ποιος άλλος μπορεί να πάρει αυτήν την απόφαση εκτός από εσένα τον ίδιο; Αλλά ακόμη κι αν αποφασίσεις να ψάξεις, έχεις μεγάλο δρόμο να διανύσεις προκειμένου να κάνεις αυτήν την επιλογή.

Αν δεν σταματήσω κάπου εδώ, με βλέπω στο τέλος να γράφω βιβλίο. Ελπίζω όσα σου γράφω να μην είναι τόσο μπερδεμένα όσο δείχνουν με την πρώτη ματιά. Έχε κατά νου φυσικά ότι αυτά αντικατοπτρίζουν την δική μου οπτική προς τα πράγματα. Μου φαίνεται ότι οι σκέψεις μου εμπεριέχουν μια γενική δυνατότητα εφαρμογής, αλλά εσύ μπορεί να διαπιστώσεις το αντίθετο. Καθένας από τους δυο μας χρειάζεται να δημιουργήσει το δικό του δόγμα- αυτά που αναφέρω εγώ αντικατοπτρίζουν το δικό μου. Αν κάτι από τα παραπάνω δε βγάζει νόημα, θα ήθελα να μου το επισημάνεις. Δεν προσπαθώ να σε στείλω ''στον δρόμο'' για να αναζητήσεις τη Βαλχάλα, απλώς προσπαθώ να σου δείξω ότι δεν είναι απαραίτητο να αποδεχτείς τις επιλογές που σου παρουσιάζει η ζωή όπως την ξέρεις ως τώρα. Υπάρχουν παραπάνω πράγματα από αυτό- κανείς δεν πρέπει να κάνει κάτι το οποίο δε θέλει για την υπόλοιπη ζωή του. Βέβαια, αν καταλήξεις να το κάνεις, τουλάχιστον πείσε τον εαυτό σου με όλους τους τρόπους ότι έπρεπε να το κάνει. Θα χεις πολλούς άλλους παρέα σ αυτό.

Αυτά λοιπόν για την ώρα.

Μέχρι να ξανακούσω νέα σου,
Πάντα φίλος σου
Χάντερ


Σημειώσεις της μεταφράστριας

[1] Την ίδια χρονιά, ο Thompson απολύθηκε τιμητικά, έπειτα από πρόταση του συνταγματάρχη Έβανς. Στο έγγραφο της πρότασής του διαβάζουμε ένα εξαιρετικά ακριβές προφίλ του Χάντερ Τόμσον, άλλωστε ο άνθρωπος ήταν αξιωματικός της υπηρεσίας πληροφοριών: Εν ολίγοις, ο εν λόγω αεροπόρος, αν και ταλαντούχος, δεν δείχνει συμμόρφωση προς τους κανονισμούς, τις συμβουλές και την καθοδήγηση που του παρέχονται. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η επαναστατική και αλαζονική ιδιοσυγκρασία του φαίνεται να παρακινεί άλλα μέλη του προσωπικού της βάσης σε παρόμοιες συμπεριφορές. Δεν υιοθετεί το στρατιωτικό παράστημα ούτε ακολουθεί τον στρατιωτικό ενδυματολογικό κώδικα, και δείχνει να απεχθάνεται την υπηρεσία και να θέλει να απαλλαγεί το γρηγορότερο δυνατό».

[2] Η μετάφραση των στίχων από το θεατρικό έργο Άμλετ του Ουιλλιαμ Σαίξπηρ, είναι του Μιχάλη Κακογιάννη , εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1985

[3]"Big Rock Candy Mountain" είναι ο τίτλος ενός πολυτραγουδισμένου φολκ αμερικανικού τραγουδιού που ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά από τον Χάρι ΜακΚλίντοκ το 1928, με θέμα την ιδέα ενός αλήτη για τον παράδεισο, μια σύγχρονη εκδοχή της μεσαιωνικής έννοιας του Cockaigne.

[4] Πρόκειται για την έκδοση Existentialism : from Dostoevsky to Sartre – Walter Kaufmann, Meridian Books, Νέα Υόρκη 1956.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ (του Lester Bangs)

Οι θορυβώδεις υπέρμαχοι της λευκής κυριαρχίας: Ένα κείμενο του Lester Bangs που δημοσιεύτηκε το 1979

Στο Μυαλό του Lester Bangs

Τσαρλς Μπουκόφσκι: Μια Διαβολική Πόλη...

Ο «μουσικός» William S. Burroughs

David Bowie και William Burroughs. Cut up volumes...

Ο Burroughs, λίγο γυμνό γεύμα, λίγη κάνναβη και λίγο απ' όλα...

Richard Hamilton: Ο πιο επιδραστικός Βρετανός καλλιτέχνης του εικοστού αιώνα...

ΕΝ ΑΓΚΑΛΙΑ DE ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΟΥΣΗ: Η ιστορική συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Πάνος Κουτρουμπούσης στο Merlin΄s Music Box το 1995...


image

Φαίη Φραγκισκάτου

Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
 
 
 
image

Φαίη Φραγκισκάτου

Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
 
 
 
image

Φαίη Φραγκισκάτου

Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.