Στα ελληνικά σύνορα ο ρατσισμός ηδονικά αναστενάζει…

Γράφει ο Αντώνης Ζήβας

Φωτογραφίες: Τατιάνα Μπόλαρη (Eurokinissi)

Ο Καρλ Μαρξ στο έργο του Η Γερμανική Ιδεολογία έγραφε: «Οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες. Η κυρίαρχη υλική δύναμη της κοινωνίας και ταυτόχρονα η κυρίαρχη πνευματική της δύναμη». Σήμερα, μπορεί να ζούμε στον 21ο αιώνα, αλλά διαβάζοντας αυτό το απόσπασμα μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι σχέσεις ανάμεσα σε κυρίαρχο και κυριαρχούμενο δεν έχουν αλλάξει ούτε καν στο ελάχιστο από τα μέσα του 19ου αιώνα, οπότε και γράφτηκε η συγκεκριμένη μπροσούρα. Απεναντίας, τα όσα ζούμε και όσα συμβαίνουν στη σημερινή εποχή, κάλλιστα μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ανθρωπότητα έχει κάνει ένα άλμα δύο αιώνων προς τα πίσω, μέσα από μια διαφορετική οπτική εναρμονισμένη στο σήμερα: αυτή της αισθητικοποίησης της πολιτικής.

Η αισθητικοποίηση της πολιτικής δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αντιστράτευση του πυρήνα της έλλογης πολιτικής σκέψης και κρίσης των ατομικών και συλλογικών συμφερόντων, αφού υποκαθίσταται από τη «γοητεία της προσωπικότητας» και την επικοινωνιακή κατασκευή «δημοφιλών» ατόμων άνευ πολιτικού λόγου. Η μετάλλαξη αυτή εξηγεί τον αυξανόμενο αριθμό μελών των διαφόρων «ψυχαγωγικών ελίτ» όπως τηλεπερσόνες, τραγουδιστές, ηθοποιοί, αθλητές, οι οποίοι εκλέγονται ή θέτουν υποψηφιότητες στον στίβο της πολιτικής. Τα μέλη της σημερινής ακροδεξιάς κυβέρνησης της Ν.Δ. ( π.χ. Μπογδάνος, Γεωργιάδης, Βορίδης, Κυρανάκης, κλπ) είναι το καλύτερο παράδειγμα για τη συγκεκριμένη θεωρεία, η οποία κατά τον φιλόσοφο Βάλτερ Μπένγιαμιν συνιστά τον προπομπό του φασισμού.
Όσα γράφω παραπάνω μπορεί να φαίνεται ότι είναι άσχετα με όσα θα διαβάσετε παρακάτω, ωστόσο έχουν και είναι η ιδεολογική βάση πάνω στην οποία εξελίσσεται, μιλά και δρα η σημερινή ελληνική κοινωνία.

Ρατσισμού και φασισμού γωνία, στη συνοικία του Πολέμου

Εδώ και έξι εφτά χρόνια, ζούμε μια από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις που μπορεί να συγκριθεί μόνο με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η σύγχρονη μεταναστευτική και προσφυγική κρίση είναι μια κατάσταση την οποία από ιστορικές πλευράς συναντούμε μόνο στις μεγάλες εμπόλεμες κρίσεις της ανθρωπότητας.

Οι όροι που χρησιμοποιούνται από τα ΜΜΕ και τους πολιτικούς για τη προβολή του μεταναστευτικού δράματος, αντλούνται από μια δεξαμενή εννοιών, οι οποίες εισβάλουν τεχνητά στο υποσυνείδητο και δημιουργούν εντυπώσεις που εγείρουν αισθήματα ρατσισμού, χριστιανικού φονταμενταλισμού, φασισμού και πανικού: «Εισβολή» στις ακτές, «Τρόμος» στα νησιά και τις πόλεις, «Συναγερμός» στα σύνορα ή για τις ασθένειες, «Αλλοίωση πολιτισμού», «Ισλαμοποίηση», «Απολίτιστοι Βάρβαροι», «Κλειστά στρατόπεδα» κλπ.

Παράλληλα, η ιδεολογική προπαγάνδα συνοδεύεται με λέξεις από το... υδάτινο περιβάλλον, όπως: «ΚΥΜΑΤΑ λαθρομεταναστών», «ΠΛΗΜΜΥΡΙΣΑΜΕ από ξένους», «μεταναστευτικές ΡΟΕΣ», οι οποίες από τη μια οδηγούν σε μια εμπέδωση της ανάγκης για ανύψωση φραγμάτων και τειχών (δεν είναι καθόλου τυχαία η σημειολογική έννοια «Ευρώπη – Φρούριο») και από την άλλη αξιολογούν την πληροφορία, εξωθώντας τους ανθρώπους να πάρουν θέση μέσα σε ένα ψυχολογικό κλίμα ανασφάλειας και αμυντικής πολεμικής διάθεσης. Με αφορμή το τελευταίο κύμα μετανάστευσης και προσφύγων, η υστερία έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις. Με τη διαφορά ότι τούτη τη φορά αποτελεί ταυτόχρονα και ως ευκαιρία τη βάση για την ανάπτυξη ακραίων πολιτικών σχεδίων από τους ακροδεξιούς κυβερνητικούς, τους εξ επαγγέλματος ελλαδέμπορους και μεταναστοφάγους των ΜΜΕ, και τους ρασοφόρους φονταμενταλιστές της ορθοδοξίας.
Οι μετανάστες γίνονται πρώτη ύλη για μια στροφή προς την ακροδεξιά και για τον ραγδαίο εκφασισμό της ελληνικής (αλλά και ευρωπαϊκής) κοινωνίας.
Αυτές τις μέρες ξεπλένονται και νομιμοποιούνται ρατσιστές, φανατικοί ορθόδοξοι χριστιανοί, χουντικοί, νεοφασίστες, ακροδεξιοί, ακόμη και νεοναζιστές.

 

Ναζιστική Δημοκρατία

Η προηγούμενη προπαγάνδα φασιστικών και ρατσιστικών κομμάτων και οργανώσεων (ΛΑΟΣ, Χρυσή Αυγή, Ελληνική Λύση, κλπ) είναι σήμερα η επίσημη γλώσσα του κράτους και της κυβέρνησης της Ν.Δ. για το μεταναστευτικό. Η φρασεολογία των φασιστών και των ρατσιστών αναπαράγεται πλέον αυτούσια τόσο από τα ΜΜΕ όσο και από τα χείλη βουλευτών, υπουργών αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού κάθε φορά που μιλάνε σχετικά με το προσφυγικό/μεταναστευτικό. Οι παλιές προτάσεις του Καρατζεφέρη, του Μιχαλολιάκου και των υπολοίπων Ελλήνων φασιστών και ναζί, σήμερα εξαγγέλλονται ως κυβερνητική πολιτική: Απροσπέλαστο τείχος στον Έβρο, πλωτά φράγματα και ευρωστρατός στο Αιγαίο, κλειστά στρατόπεδα στα νησιά και αλλού, πογκρόμ και τάγματα εφόδου στα σύνορα και τα νησιά, μαζικές απελάσεις και επαναπροωθήσεις.

Όποιος/α όμως ακούει σήμερα ξανά, 70 χρόνια μετά, για στρατόπεδα συγκέντρωσης ανθρώπων, για κλείσιμο συνόρων, για αποτροπή και επαναπροώθηση, για «σκούπες» και διαμελισμούς από νάρκες, για πολιτοφυλακές και εθνοφυλακές, για πυροβολισμούς και δολοφονίες μεταναστών στα σύνορα ή για πνιγμούς στις βάρκες, για push back από το λιμενικό, και δεν εξεγείρεται ενστικτωδώς ή, ακόμα χειρότερα, συμφωνεί με αυτά, παραμένει αποστασιοποιημένος και απαθής, (πόσο μάλλον παίρνοντας μέρος στα πογκρόμ, τις μιλίτσιες κλπ), τότε θα πρέπει, ανάμεσα σε πολλά άλλα ερωτήματα, να αναρωτηθεί για το ποσοστό ανθρώπινης ουσίας που του έχει απομείνει.

Τα νησιά στο ανατολικό Αιγαίο και τις τελευταίες μέρες τα σύνορα στον Έβρο, αποτελούν τα επίκεντρα της αντιμεταναστευτικής πολιτικής του ελληνικού κράτους. Ένα «γεωγραφικό» διακύβευμα για την Ευρώπη–Φρούριο: τα ανθρωποκυνηγητά, οι ξυλοδαρμοί, οι δολοφονίες, τα ξεγυμνώματα και η αφαίρεση των ελάχιστων πραγμάτων των εξαθλιωμένων από πολιτοφύλακες και αστυνομικούς, οι αποκλεισμοί, τα άτυπα και θεσμοθετημένα απαρτχάιντ όχι μόνο προκαλούν το ξεσάλωμα των αστυνομικών και των λιμενικών δυνάμεων πάνω στους «παράνομους» φτωχοδιάβολους, αλλά και οπλίζουν όλο και περισσότερο τα χέρια ελληνόψυχων ντόπιων φασιστών.

Η «επαναπροώθηση» των Ελλήνων μεταναστών

Έχουμε διαβάσει αρκετές φορές ότι η κυριαρχία σκοπίμως δεν θέλει ο κόσμος να έχει πολύ δυνατή μνήμη, ειδικότερα για ζητήματα που δεν τη συμφέρουν. Αν όμως κάποιοι έχουν κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο στην ολυμπιάδα της αμνησίας, αυτοί είναι οι κάτοικοι της περιοχής που κάποιοι κάποτε βάφτισαν Ελλάδα. Οι Έλληνες, γενικά ως υποκείμενα, ανέκαθεν απέφευγαν ηθελημένα να θυμούνται όσα δεν τους συμφέρουν. Γιατί η μνήμη είναι άτιμο πράμα όταν προβάλλεται ως επιχείρημα σε καταστάσεις όπως αυτές που ζούμε σήμερα.

Θα θυμίσω λοιπόν σε όλους αυτούς που σήμερα παριστάνουν τους σωτήρες του έθνους και «φυλάνε Θερμοπύλες» στα σύνορα και τα νησιά, ότι δεν έχουν περάσει πολλές δεκαετίες από τότε που κάποιες άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις «επαναπροωθούσαν» τους Έλληνες μετανάστες πίσω στην Ελλάδα: Τον χειμώνα του 1966-67, η τότε γερμανική κυβέρνηση ξαπόστελνε μέσα σε λίγες μέρες 300.000 μετανάστες στις πατρίδες τους στον ευρωπαϊκό νότο, ανάμεσά τους και πολλές χιλιάδες Έλληνες. Ήταν και τότε μέρες οικονομικής κρίσης και η γερμανική κυβέρνηση έκρινε την παρουσία τόσων ξένων ασύμφορη. Αυτά δεν τα κατεβάζω από την κούτρα μου, αλλά είναι επισήμως καταγεγραμμένα, όπως π.χ. στο βιβλίο του καθηγητή Γιώργου Ματζουράνη, Έλληνες Εργάτες στη Γερμανία, (εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1974). Η γερμανική κυβέρνηση βέβαια είχε φροντίσει τότε στον μεταναστευτικό νόμο να περιλάβει μια σειρά περιπτώσεων όπου η παρουσία μεταναστών «προσκρούει στα συμφέροντα του κράτους ή της ολότητας». Μια από αυτές τις περιπτώσεις ήταν «η κατάσταση της οικονομίας ή της αγοράς εργασίας».

Όμως το χειρότερο ήταν το περιεχόμενο της ελληνογερμανικής συμφωνίας μεταξύ του τότε δυτικογερμανικού και ελληνικού κράτους για τη μετανάστευση, η οποία συντάχτηκε το 1960 και πρόβλεπε ότι: «Η ελληνική κυβέρνηση θα δέχεται ανά πάσαν στιγμήν άνευ διατυπώσεων επιστρέφοντας Έλληνας εργάτας μετά των οικογενειών των, οίτινες εισήλθον εις το έδαφος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας». (Άρθρο 18).

Η τότε δημοκρατική κοινή γνώμη είχε θεωρήσει τη ρύθμιση αποικιοκρατική και είχε καταγγείλει ως απάνθρωπες τις «επαναπροωθήσεις». Σήμερα κάνει χειρότερα σε αυτούς που εισέρχονται στα εδάφη της... περιούσιας χώρας.

Ο... αναλλοίωτος ελληνικός «πολιτισμός»

Κάπου από εκείνη τη σκοτεινή γωνία, στην άκρη δεξιά, ακούω τον Ελληναρά να μου φωνάζει: «Εμείς όμως ενσωματωθήκαμε και προκόψαμε, δεν θέλαμε να αλλοιώσουμε τον πολιτισμό τους!»
Έλα όμως που δεν είναι έτσι: Στο βιβλίο της Ελληνογερμανίδας Eλένης Mάνος, Zu Hamburg in der "Fremde"? – Eine Kritik der Griechischen Emigrations-ideologie (Στο Αμβούργο, στα «ξένα»; – Μια κριτική της ελληνικής ιδεολογίας της μετανάστευσης), που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 2001 από τις γερμανικές εκδόσεις V.S.A, αποκαλύπτεται μέσα από μια κοινωνιολογική έρευνα σε βάθος χρόνου, ότι όπως και οι άλλοι μετανάστες διατηρούν τα φυλετικά, εθνικά και εθιμικά χαρακτηριστικά τους, τα οποία πολλές φορές αποτελούν εμπόδιο για την ομαλή ενσωμάτωση και αποδοχή από τον ντόπιο πληθυσμό, έτσι και οι Έλληνες μετανάστες διατηρούσαν όλα τα ήθη, έθιμα και... κουσούρια του έθνους.


Στο βιβλίο της, η Eλένη Mάνος επιχειρεί μία κοινωνιολογική εξέταση της ελληνικής μεταναστευτικής παρουσίας στη Γερμανία. Aναφέρεται στο πρόβλημα καθορισμού και ταυτότητας των Eλλήνων μεταναστών, στη διαφοροποίηση της κοινωνικής τους θέσης στον τόπο υποδοχής σε σχέση με τον τόπο προέλευσης, στην ταύτισή τους με τα εθνικά ιδεολογήματα και τον ελληνοκεντρισμό, ανεξάρτητα από την πολιτική τους προέλευση και στράτευση, και στον ανταγωνισμό μεταξύ κράτους και εκκλησίας που μεταφέρθηκε και στο εσωτερικό των ελληνικών μεταναστευτικών κοινοτήτων, η κυριαρχία των οποίων εμπόδισε την ταξική συνειδητοποίηση και δράση των μεταναστών, οδηγώντας συχνά σε αντίθετες προεκτάσεις όπως ο εθνικισμός και ο ρατσισμός. Στην περίπτωση των Eλλήνων μεταναστών στη Γερμανία, ο ελληνοκεντρισμός, η προσκόλληση στις εθνικές παραδόσεις, και ο μύθος της επιστροφής στην πατρίδα που καλλιεργήθηκαν έντεχνα τόσο από τα αστικά όσο και από τα αριστερά ελληνικά κόμματα, καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την προβληματική ενσωμάτωσή τους στον τόπο εγκατάστασης και τη συμμετοχή τους στα εκεί κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα.
H αδυναμία –ή η άρνηση– της ένταξής τους στη γερμανική κοινωνία με αξιοπρεπείς για αυτούς όρους, δεν οφείλεται μόνο στις επιλογές του γερμανικού κεφαλαίου και στη ρατσιστική πολιτική του γερμανικού κράτους, αλλά και στα ιδεολογήματα που αυτοί υιοθέτησαν ή μετέφεραν από την Eλλάδα.
Oι ανισότητες, οι διακρίσεις και η καταπίεση στο εσωτερικό των μεταναστευτικών κοινοτήτων βασίστηκαν ακριβώς στη μεταφορά των σχετικών προτύπων από τη «μητέρα πατρίδα». Oι διαφοροποιήσεις, βέβαια, δεν έλλειψαν, ιδιαίτερα στο πεδίο της πολιτικής. Άλλωστε, οι Έλληνες μετανάστες εγκατέλειπαν μία χώρα διχασμένη μετά τον εμφύλιο πόλεμο, και ήταν λογικό να μεταφέρουν μαζί τους αυτόν το διχασμό. Ωστόσο, η ταυτότητά τους στη Γερμανία ή σε άλλα κέντρα υποδοχής μεταναστών, δεν καθορίστηκε τόσο από αυτές τις πολιτικές διαφοροποιήσεις όσο από την εθνικότητά τους.


Tο αποτέλεσμα ήταν ότι οι Έλληνες μετανάστες καθυστέρησαν να ενταχθούν στο εργατικό ή στα κοινωνικά κινήματα, και απομονώθηκαν γύρω από την υπεράσπιση της εθνικής τους ταυτότητας. Είναι χαρακτηριστικό για το ελληνικό παράδειγμα ότι ακόμη και η πολιτική της ελληνικής αριστεράς μέσα στη μεταναστευτική ελληνική κοινότητα τότε, έδινε προτεραιότητα στον αγώνα για τη «δημοκρατική αλλαγή» στην πατρίδα και όχι στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους στο νέο τόπο εγκατάστασης, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στους απρόσκοπτους χειρισμούς του γερμανικού κεφαλαίου.

Υψώνοντας φράκτες στη μισαλλοδοξία, τον ρατσισμό και τον φασισμό

Το κείμενο που μόλις διάβασες δεν έχει τελειώσει ακόμη. Θα υπάρξει μια ακόμη συνέχεια, η οποία θα είναι άλλη μια ομοβροντία από τη πλευρά μου στον πόλεμο που μαίνεται μεταξύ της λήθης και της μνήμης και θα αφορά τους Έλληνες μετανάστες από τα τέλη του 19ου αιώνα, κυρίως στις ΗΠΑ. Τον ρατσισμό που δέχτηκαν, το πόσο νομιμόφρονες ήταν, το αν πήγαν με ή χωρίς χαρτιά κλπ.
Θα κλείσω αυτό το κεφάλαιο λέγοντας τα αυτονόητα: Κάθε άνθρωπος επάνω σε αυτόν τον πλανήτη, όπως και όλη η φύση, έχει δικαιώματα. Να ζει αξιοπρεπώς, να μην κινδυνεύει, να μην πέφτει θύμα εκμετάλλευσης, να μην δολοφονείται. Και ο ορισμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει τις ρίζες του στην ιδέα της εξέγερσης, επειδή όλα τα δικαιώματα δεν χαρίστηκαν αλλά κατακτήθηκαν με σκληρούς αγώνες που έπλεαν σαν βάρκες μέσα σε ωκεανούς αίματος. Η ιδέα να λες όχι σε ότι καταπιέζει το δικαίωμα στη ζωή αντιστοιχεί με την αποδοχή της άρνησης του συμβιβασμού, με την αδικία, του ψεύδους, με τη σιγή του νεκροταφείου. Είναι επίσης η αποδοχή της ανάγκης να εναντιώνεσαι σε κάθε κατάσταση που απειλεί την ακεραιότητα του ανθρώπινου όντος, την αξιοπρέπειά του και τις επιλογές του. Τίποτε λιγότερο, τίποτε περισσότερο, εκτός κι αν δεν είσαι άνθρωπος παρά ένα σακί από τσιμέντο.


image

Αντώνης Ζήβας

Ο Αντώνης Ζήβας είναι D.J. ραδιοφωνικός παραγωγός και record sellector εδώ και 28 έτη. Παράλληλα έχει υπάρξει μπασίστας σε διάφορες γνωστές-άγνωστες Punk και Alternative μπάντες από τη δεκαετία του '80 ως τις μέρες μας, ενώ ανήκει στο απροστάτευτο υπό εξαφάνιση είδος των δισκοπωλών. Γεννήθηκε στη Πάτρα, αλλά διάλεξε να ζήσει για πάρα πολλά χρόνια στη Κρήτη, όπου και απέκτησε τη Κρητική υπηκοότητα, την οποία διατηρεί ακόμη με πείσμα. Τα τελευταία χρόνια κατοικεί στη κοιλιά του τέρατος που ονόμασαν Αθήνα, περιφέροντας το σάρκιον του σε διάφορα Booth της Αθηναϊκής νύχτας και μία φορά την εβδομάδα τα μεσημέρια των Σαββάτων, ξαποστένει στο μικρόφωνο του metadeftero.gr, μέσα από την εκπομπή Reclaim The Music
 
 
 
image

Αντώνης Ζήβας

Ο Αντώνης Ζήβας είναι D.J. ραδιοφωνικός παραγωγός και record sellector εδώ και 28 έτη. Παράλληλα έχει υπάρξει μπασίστας σε διάφορες γνωστές-άγνωστες Punk και Alternative μπάντες από τη δεκαετία του '80 ως τις μέρες μας, ενώ ανήκει στο απροστάτευτο υπό εξαφάνιση είδος των δισκοπωλών. Γεννήθηκε στη Πάτρα, αλλά διάλεξε να ζήσει για πάρα πολλά χρόνια στη Κρήτη, όπου και απέκτησε τη Κρητική υπηκοότητα, την οποία διατηρεί ακόμη με πείσμα. Τα τελευταία χρόνια κατοικεί στη κοιλιά του τέρατος που ονόμασαν Αθήνα, περιφέροντας το σάρκιον του σε διάφορα Booth της Αθηναϊκής νύχτας και μία φορά την εβδομάδα τα μεσημέρια των Σαββάτων, ξαποστένει στο μικρόφωνο του metadeftero.gr, μέσα από την εκπομπή Reclaim The Music
 
 
 
image

Αντώνης Ζήβας

Ο Αντώνης Ζήβας είναι D.J. ραδιοφωνικός παραγωγός και record sellector εδώ και 28 έτη. Παράλληλα έχει υπάρξει μπασίστας σε διάφορες γνωστές-άγνωστες Punk και Alternative μπάντες από τη δεκαετία του '80 ως τις μέρες μας, ενώ ανήκει στο απροστάτευτο υπό εξαφάνιση είδος των δισκοπωλών. Γεννήθηκε στη Πάτρα, αλλά διάλεξε να ζήσει για πάρα πολλά χρόνια στη Κρήτη, όπου και απέκτησε τη Κρητική υπηκοότητα, την οποία διατηρεί ακόμη με πείσμα. Τα τελευταία χρόνια κατοικεί στη κοιλιά του τέρατος που ονόμασαν Αθήνα, περιφέροντας το σάρκιον του σε διάφορα Booth της Αθηναϊκής νύχτας και μία φορά την εβδομάδα τα μεσημέρια των Σαββάτων, ξαποστένει στο μικρόφωνο του metadeftero.gr, μέσα από την εκπομπή Reclaim The Music
 
 
 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1