Γιατί οι Clash είναι σημαντικοί: Με αφορμή το πρώτο Podcast του Spotify για το θρυλικό συγκρότημα...

TουAlexander Billet*

Μεταφράζει ο Πάνος Τομαράς

Πίσω από όλο το κιτς και το ηχηρό μάρκετινγκ, οι Clash έχουν ακόμα κάτι να μας διδάξουν σχετικά με την τέχνη ως πεδίο αγώνα.
«Το μοναδικό σημαντικό συγκρότημα». Η φράση αυτή περιέχει μια χαρισματική ύβρη, μια δήλωση ριζοσπαστικής πίστης. Να πάει να γαμηθεί το παρελθόν, το μέλλον είναι εδώ και τα πάντα στη μουσική θα υποστούν ανελέητη ανακαίνιση μετά το πέρασμά του. Και όταν ο χαρακτηρισμός αυτός αποδιδόταν στους Clash, δεν ήταν δύσκολο να τον πιστέψεις.

Σήμερα όμως είναι εύκολο να τον περιγελάσεις. Μετά τον θάνατο του τραγουδιστή Τζο Στράμερ το 2002, οι Clash έχουν ανέλθει σε μυθικό επίπεδο στο ροκ εν ρολ. Τουλάχιστον τριάντα βιβλία έχουν κυκλοφορήσει σχετικά με το συγκρότημα ή τον Στράμερ. Μερικά είναι εξαιρετικά. Άλλα είναι ρηχές και πρόχειρες αγιογραφίες. Η μουσική τους έχει χρησιμοποιηθεί για να πουλήσει τα πάντα, από μπότες μέχρι smartphones. Κεντρώοι με προβιά προοδευτικού όπως ο Μπέτο Ο’Ρουρκ κατακλύζονται από επαίνους επειδή παραθέτουν στίχους του "Clampdown" στον Τεντ Κρουζ. Αυτό που γίνεται όλο και πιο δύσκολο είναι να ξεχωρίσεις την εμπορευματοποίηση και το θέαμα από την πραγματική συνεισφορά του συγκροτήματος.

Η πιο πρόσφατη προσθήκη σε μια σειρά βιογραφικού υλικού που αυξάνεται συνεχώς είναι το Stay Free: The Story of the Clash, το πρώτο podcast αφιερωμένο στην ιστορία του συγκροτήματος. Η παραγωγή έγινε από το Spotify σε συνεργασία με το BBC και αφηγητής είναι ο Τσακ Ντι των Public Enemy. Πρόκειται για εξαιρετική δουλειά, τόσο από πλευράς ουσίας όσο και στυλ. Το κοινωνικό και πολιτιστικό πλαίσιο παίζει πρωτεύοντα ρόλο στην ιστορία της εξέλιξης του συγκροτήματος. Απεργίες, διαδηλώσεις, κινήματα, πολιτικές ρήξεις και εκρήξεις επηρεάζουν καταφανώς τη φιλοσοφία τους και τη μουσική τους κατεύθυνση, ενώ ο καπιταλισμός ανασυγκροτείτο τις δεκαετίες του 1970 και του 1980.

Κι όλα αυτά υπογραμμίζουν τη σημασία του μουσικού πειραματισμού των Clash, την συνεχώς αυξανόμενη ενσωμάτωση της ρέγκε, του χιπ-χοπ και του φανκ στην πανκ παλέτα τους, όπως και την επιμονή τους να πουλιούνται διπλοί και τριπλοί δίσκοι σε τιμή μονού, προς μεγάλη δυσαρέσκεια της δισκογραφικής τους εταιρίας. Καινούργιες και αρχειακές συνεντεύξεις με τα μέλη και τους φίλους του συγκροτήματος αφηγούνται τις συνεχείς αλλαγές και τον αγώνα να διατηρήσουν το όραμά τους. Περιστασιακά ο Τσακ Ντι αλλάζει ρόλο, από αφηγητής γίνεται σχολιαστής και αναλογίζεται τον αντίκτυπο των Clash στη δική του δουλειά με τους Public Enemy. Γίνονται προσπάθειες να συγκεντρωθούν τα συστατικά στοιχεία της «πολιτιστικής αντίστασης» με τέτοιο τρόπο που η φράση αυτή να αποκτήσει κάποιο βάρος.

Είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή. Η σημερινή νέα γενιά σοσιαλιστών δεν έχει συλλογική ανάμνηση των Clash. Έχουμε καλύτερη αντίληψη των πραγμάτων από τους προκατόχους μας σε ζητήματα αισθητικής παραγωγής και κριτικής. Το ίδιο και η πολιτιστική βιομηχανία. Το ίδιο κι η Δεξιά. Μας βομβάρδισαν με υποσχέσεις ότι το ίντερνετ και η τεχνολογία θα φέρουν τον εκδημοκρατισμό στην τέχνη και στις ιδέες, αλλά έπειτα είδαμε την ψευδαίσθηση να καταρρέει μέσα από δέσμες δεδομένων και αλγόριθμους που δημιουργούν την «ελευθερία να διαλέξεις αυτό που τελικά είναι πάντα το ίδιο».

Αν αναλογιστεί κανείς όλα αυτά, ειλικρινά είμαστε δικαιολογημένα κυνικοί προς το είδος εξιδανίκευσης και λατρείας που συνδέεται με τους Clash. Όμως, μπορεί να υπάρχουν τα ξερά, αλλά υπάρχουν και τα χλωρά. Όπως πολλά λάθη που γίνονται όταν παρατηρούμε τον πολιτισμό και την κοινωνία, το μοιραίο σφάλμα δεν είναι στην απάντηση, αλλά στην ερώτηση. Ήταν σπουδαίο αυτό το συγκρότημα; Καλύτερα να αναρωτηθούμε τι συνιστά τη σπουδαιότητα, ή ακόμα κι αν αυτή η έννοια είναι ωφέλιμη.

Ο Τζον Μπέργκερ δήλωσε κάποτε ότι η ασθένεια της διασημότητας είναι ότι αντικατοπτρίζει «μια κοινωνία που έχει κάνει κινήσεις προς τη δημοκρατία, αλλά έχει σταματήσει στη μέση». Διαθλασμένη μέσα από το πρίσμα της λάμψης, «η τέχνη αλλάζει τον κόσμο» βασισμένη στην ατομική ιδιοφυΐα, παραγκωνίζοντας την εγγενώς κοινωνική φύση της τέχνης και της μουσικής. Πρόκειται για μια έμμεση δικαιολόγηση της ύπαρξης ανισοτήτων που δεν βασίζονται πια στην ευγενή καταγωγή, αλλά στον μύθο της αξιοκρατίας. Η έμφαση του Μπέργκερ στη δημοκρατία υπαινίσσεται επίσης ότι το δημιούργημα και το νόημα είναι επόμενο να αλληλεπιδράσουν όχι μόνο με την κοινωνία που τα παρήγαγε αλλά και με τον βαθμό ελευθερίας της συγκεκριμένης κοινωνίας, είτε η ιδέα της περί ελευθερίας βασίζεται στην ψευδαίσθηση είτε στην πραγματικότητα. Δεν είναι μόνο η τέχνη που παράγεται, αλλά και το πού τοποθετείται αυτή η τέχνη μέσα σε κάποιες συνθήκες – όπως ίσως να είχε πει κάποιος κάποτε – που δεν επέλεξε ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Κι αν το εξετάσουμε υπό αυτούς τους όρους, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να εξετάσουμε και πού εξακολουθούν να υφίστανται αυτές οι συνθήκες.

Η μεγάλη επιτυχία του podcast Stay Free είναι ότι εντοπίζει αυτές τις παραμέτρους, όσο ασαφείς κι αν είναι. Αρκετός χρόνος είναι αφιερωμένος στις γυναίκες που συνέβαλαν στην προώθηση και στη διαμόρφωση των Clash και της πανκ σκηνής γενικότερα. Η Παλόμα ΜακΛάρντι μιλάει όχι ως πρώην κοπέλα του Στράμερ αλλά ως Πάλμολιβ, ντράμερ των Slits, του εξαιρετικού αλλά εγκληματικά παραγνωρισμένου γυναικείου νταμπ πανκ συγκροτήματος. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις εμφανίσεις τους πριν τους Clash στην πρώτη περιοδεία των τελευταίων, όταν οι τολμηρές και άσεμνες Slits προκαλούσαν θυμωμένες αντιδράσεις από άντρες τόσο εντός όσο και εκτός της πανκ σκηνής.

Και είναι και το Πανηγύρι Ενάντια στους Ναζί. Οι εικόνες από την εμφάνιση των Clash σ’ εκείνη την εκδήλωση που έγινε στο Πάρκο Βικτόρια του Λονδίνου τον Απρίλιο του 1978 και οργανώθηκε από κοινού από το Ροκ Ενάντια στον Ρατσισμό (Rock Against Racism, RAR) και την Ένωση Ενάντια στους Ναζί (Anti-Nazi League, ANL), είναι από τις πιο αναγνωρίσιμες στην ιστορία του συγκροτήματος. Σύμφωνα με όλες τις ειλικρινείς μαρτυρίες, το Πανηγύρι ήταν ένα σημείο σταθμός στην πολιτιστική ιστορία της Βρετανίας. Πολύ συχνά όμως οι ιστορίες γύρω από την εκδήλωση παρακάμπτονται και η όλη εκδήλωση και το Ροκ Ενάντια στον Ρατσισμό χαρακτηρίζονται σαν εκφάνσεις μιας ασαφούς, φιλελεύθερης «ενότητας».

Στο Stay Free δηλώνεται ξεκάθαρα ότι το RAR ήταν η μια πλευρά σε έναν αγώνα που λάμβανε χώρα τόσο στους δρόμους όσο και στις αίθουσες συναυλιών. Γίνεται αναφορά στην άνοδο του Εθνικού Μετώπου, όπως και στην έκκληση του Κλάπτον «ας κρατήσουμε τη Βρετανία λευκή», αλλά και στις απόπειρες των λευκών εθνικιστών να εισχωρήσουν στις πανκ συναυλίες και να χειραγωγήσουν το κοινό, πράγματα που αποτέλεσαν καταλύτη για την ίδρυση του RAR. Χρειάστηκε οργάνωση και προσπάθεια για να δομηθούν χώροι αντίστασης, χρειάστηκε μια συνειδητή ζύμωση για την προσέγγιση διαφορετικών μουσικών ειδών και τη δημιουργία φυλετικής αλληλεγγύης για να πραγματοποιηθεί μια εκδήλωση σαν το Πανηγύρι. Η ξεκάθαρη ταύτιση του Στράμερ με τους «αντιφασίστες» σε μια συνέντευξη της εποχής θα έκανε τους υποστηρικτές του σλόγκαν «Ας κάνουμε ξανά την Αμερική σπουδαία» να σφίξουν τα σαγόνια, αλλά είναι κυρίως συνδεδεμένη με τη ροή της πολιτικής και πολιτιστικής ηγεμονίας.

Με άλλα λόγια, η σημασία των Clash δεν έγκειται στην «ιδιοφυΐα» τους, αλλά στην απόφασή τους να συμμετάσχουν σαν καλλιτέχνες σε έναν χαοτικό και ζοφερό κόσμο, χωρίς να ξεχνούν ποτέ την ικανότητα της τέχνης και της μουσικής χαράζοντας χάρτες προς ένα διαφορετικό μέλλον. Πέρα από τον υπερβολικά λουστραρισμένο στατικό θόρυβο του μάρκετινγκ, οι Clash ήταν πρόθυμοι να βουτήξουν με τα μούτρα στην αντίφαση και να τη διαρρήξουν στα εξ ων συνετέθη.

Για άλλη μια φορά όμως, ακόμα και στην περίπτωση του Stay Free, βλέπουμε να παραλείπεται η ουσία αυτών των κινήσεων. Οι συμβατικές κριτικές για το podcast εξυμνούν τους Clash, λέγοντας ότι διέθεταν κάτι που «λείπει» από τη σημερινή μουσική. Μόνο που δεν είναι ότι η κληρονομιά των Clash «λείπει» από τους σημερινούς μουσικούς όσο ότι οι συγκεκριμένοι μουσικοί προωθούνται έξυπνα στην αφάνεια, καθώς η πιο έξυπνη και πιο πονηρή πλέον πολιτιστική βιομηχανία υψώνει στον δρόμο τους κάθε είδους εμπόδια.

Οι Algiers και οι Downtown Boys συνδυάζουν μια πρωτότυπη και ξεκάθαρα ακροαριστερή κοσμοθεωρία στον ήχο και στους στίχους τους, συγκεντρώνοντας τους διθυράμβους των κριτικών. Όμως δεν φτάνουν σε τόσο μεγάλο κοινό όσο θα μπορούσαν αν διέθεταν τα ίδια μέσα προώθησης με εφήμερες αηδίες όπως το The Voice ή το American Idol. Αντίστροφα, ο χώρος για τους διαφωνούντες στα υψηλότερα κλιμάκια της μουσικής βιομηχανίας είναι μηδαμινός, πράγμα που συχνά εξηγείται επιδερμικά με την ύποπτη νύξη ότι οι πιο διάσημοι και οι πιο λατρεμένοι είναι επίσης και οι πιο ταλαντούχοι. (Δεν είναι).

Και φυσικά το σημερινό πολιτιστικό περιβάλλον δεν έχει ξεπεράσει ακόμα την παλιομοδίτικη λογοκρισία και την καταπίεση. Η Μ.Ι.Α. εξακολουθεί να εκτοξεύει προκλητικές, ηλεκτρονικές επιπλήξεις ενάντια στον Οριενταλισμό εδώ και δεκαπέντε χρόνια. Επίσης, έγινε στόχος του Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου των ΗΠΑ. Οι Run the Jewels συγκαταλέγονται ανάμεσα στις πιο σημαντικές σημερινές φωνές του χιπ-χοπ, την ίδια στιγμή που ράπερς φυλακίζονται για τους στίχους τους ενάντια στην αστυνομία.

Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν οι Clash ήταν όντως «το μοναδικό σημαντικό συγκρότημα», αλλά αν εμείς είμαστε σημαντικοί αυτή τη στιγμή. Αν μια καινούργια και πραγματικά υφιστάμενη αριστερά μπορεί να δομήσει εκ νέου μια υποδομή εναντίωσης που, μεταξύ άλλων, να είναι ικανή να υποστηρίξει αυτούς τους καλλιτέχνες, να τους παράσχει τον χώρο να εξελιχθούν δημιουργικά και κοινωνικά, καθώς και να θρέψει καινούργιους.

Τέτοιοι χώροι έχουν υπάρξει στο παρελθόν, με τη μορφή του Ροκ Ενάντια στον Ρατσισμό, ή της καλλιτεχνικής ένωσης που ιδρύθηκε με τη βοήθεια του Κομουνιστικού Κόμματος στο απόγειο του Ομοσπονδιακού Καλλιτεχνικού Προγράμματος. Οι δικοί μας αντίστοιχοι χώροι θα έχουν τελείως διαφορετική όψη. Κι έτσι πρέπει, αν λάβουμε υπόψη τις τεράστιες διαφορές στη σχέση μας με τη μουσική, αν λάβουμε υπόψη μας πόσο ικανός έχει αποδειχθεί ο ύστερος καπιταλισμός στο να διεισδύει στην καθημερινή πολιτιστική μας ζωή. Επίσης, θα πρέπει να χρησιμεύσουν για να μας θυμίζουν ότι δεν είναι μόνο ο πολιτισμός, αλλά ολόκληρος ο κόσμος που πρέπει να ξαναφτιαχτεί.

Το παραπάνω κείμενο του Alexander Billet πρωτοδημοσιεύτηκε στο Jacobin.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΣΤΟ MERLIN'S: 

Rock Against Racism: Μια ιστορία που το τέλος της δεν έχει γραφτεί ακόμα...

Τom Morello: Γιατί οι Clash είναι σημαντικοί...

Η Οργισμένη Πολιτική του Joe StrummerΤom Morello: Γιατί οι Clash είναι σημαντικοί...

Ο Joe που γνώρισα...


image

Πάνος Τομαράς

O Πάνος Τομαράς είναι μουσικός και μεταφραστής. Ως μπασίστας σήμερα κατοικοεδρεύει στους Swing Shoes, στους Happy Dog Project, στους Rosewodd Brothers, Maximum High και στους Βabi Bone Project, ενώ στο παρελθόν συμμετείχε στα θρυλικά πλέον συγκροτήματα των Honeydive, των Engine V και των Earthbound.
 
 
 
image

Πάνος Τομαράς

O Πάνος Τομαράς είναι μουσικός και μεταφραστής. Ως μπασίστας σήμερα κατοικοεδρεύει στους Swing Shoes, στους Happy Dog Project, στους Rosewodd Brothers, Maximum High και στους Βabi Bone Project, ενώ στο παρελθόν συμμετείχε στα θρυλικά πλέον συγκροτήματα των Honeydive, των Engine V και των Earthbound.
 
 
 
image

Πάνος Τομαράς

O Πάνος Τομαράς είναι μουσικός και μεταφραστής. Ως μπασίστας σήμερα κατοικοεδρεύει στους Swing Shoes, στους Happy Dog Project, στους Rosewodd Brothers, Maximum High και στους Βabi Bone Project, ενώ στο παρελθόν συμμετείχε στα θρυλικά πλέον συγκροτήματα των Honeydive, των Engine V και των Earthbound.