O Dr. John, o "Dr. John", ο Λευκάδιος Χερν και το βουντού της Νέας Ορλεάνης...

Γράφουν και μεταφράζουν η Abies Sylos και ο Γιάννης Καστανάρας

Ο Mac Rebennack μεγάλωσε στις κακόφημες γειτονιές της νέας Ορλεάνης. Παραβατικός όταν ήταν μικρός, μετά session μουσικός στο τέλος βρήκε την μουσική και καλλιτεχνική του ταυτότητα σαν ένας από τους σημερινούς πυλώνες της μουσικής της Νέας Ορλεάνης φορώντας την ταυτότητα ενός άλλου. Ενδύθηκε αυτήν την περσόνα στη δεκαετία του εξήντα και την κρατάει ακόμα και σήμερα, ενώ το κανονικό του όνομα είναι σχεδόν άγνωστο.
Ο αυθεντικός Dr. John ήταν ένας voodoo king που μαζί με τη Marie Laveau διαδραμάτισαν σημαντικότατο ρόλο για τη λατρεία του voodoo στη Νέα Ορλεάνη. Το voodoo είναι ένα κομμάτι της παράδοσης της Νέας Ορλεάνης με ρίζες στην Αφρική που όμως κάρπισαν στο έδαφος της Καραϊβικής και της creole κουλτούρας. Η Νέα Ορλεάνη είναι ένας τόπος που καμαρώνει για την ανάμιξη και όχι την καθαρότητα. Creole λέγονται οι πληθυσμοί, η γλώσσα και ο πολιτισμός της Νέας Ορλεάνης με καταγωγή από τους αυτόχθονες Ινδιάνους και τους Αφρικανούς σκλάβους που επιμείχθηκαν με λευκούς Γάλλους αποίκους και τον πολιτισμό τους.

Ο αυθεντικός Dr. John...

Το βουντού της Νέας Ορλεάνης (παραπλήσιο όπως η ιστορία και η κουλτούρα της Νέας Ορλεάνης με το βουντού της Αϊτής) είναι εκλαϊκευμένη θρησκεία, είναι πρακτική ιατρική, είναι τελετουργία για την τελετουργία, είναι μια ένωση με τους προγόνους είναι μια ταυτότητα για τους πληθυσμούς της Καραϊβικής που προσπαθούν ακόμα να επικοινωνούν με την καταγωγή τους.
Ο «πρόγονος» του Dr. John λοιπόν ήταν ο Ζαν Μοντανέ ή Ζαν ο Σπάγγος, ή Ντόκτορ Τζον ή Ζαν Γκρισγκρίς ή όποιο άλλο όνομα χρησιμοποιούσε ένας σκλάβος που ήρθε από την Αφρική, απελευθερώθηκε και κατέληξε να γίνει ένα πρόσωπο με κύρος που έχαιρε σεβασμού στη Νέα Ορλεάνη του 19ου αιώνα και έζησε με τιμές και σχετικό πλούτο, γράφοντας ξόρκια στα Gris-Gris, τα φυλαχτά του βουντού. Το gris gris είναι ένα θρησκειο-μαγικό σύστημα που προέρχεται από τη Σενεγάλη και αποτελεί ακόμα και σήμερα ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του βουντού της Νέας Ορλεάνης
Τη βιογραφία του κατέγραψε εν είδη νεκρολογίας ο ελληνοϊρλανδικής καταγωγής Λευκάδιος Χερν που σαν ταξιδιώτης βρέθηκε στη Νέα Ορλεάνη εκείνη την εποχή....

O τελευταίος των Βουντού
Του Λευκάδιου Χερν
(από το An American Miscellany, τόμ. ΙΙ, πρώτη δημοσίευση στο Harper’s Weekly, 7/11/1885)
Με το θάνατο του Ζαν Μοντανέ στα τέλη Αυγούστου σε ηλικία σχεδόν εκατό χρονών, η Νέα Ορλεάνη έχασε την πιο παράξενη προσωπικότητα Αφρικανού που γνώρισε δημοτικότητα μέσα στα όρια της πόλης. Ο Ζαν Μοντανέ ή Ζαν ο Σπάγγος, ή Ζαν Λατανιέ, ή Ζαν ο Ρίζας, ή Ζαν Γκρισγκρίς, ή Ζαν ο Μακάκος, ή Ζαν Μπαγιό ή “Βουντού Τζον”, ή “Ντόκτορ Τζον”, εύκολα μπορεί να χαρακτηριστεί ως “Ο Τελευταίος των Βουντού”. Όχι επειδή η αλλόκοτη παράδοση με την οποία συνδεόταν έπαψε να υπάρχει με το θάνατό του, αλλά επειδή ήταν η τελευταία πραγματικά σημαντική φυσιογνωμία σε μια μακρά παράδοση μάγων ή μαγισσών με αναγνωρισμένους αφρικανικούς τίτλους που ασκούν επιρροή στον έγχρωμο πληθυσμό. Είναι σίγουρο ότι τα επόμενα χρόνια οι μελαψοί λάτρεις του αποκρυφισμού θα συνεχίσουν να εκλέγουν τις «βασίλισσες» και του αρχιερείς τους. Ωστόσο, η επιρροή του δημόσιου σχολείου σταδιακά εξανεμίζει την πίστη στη μαγεία και δεν απομένει πλέον κανένας μαύρος ιεροφάντης τόσο ικανός ώστε να εκδηλώσει μια τέτοια μυστικιστική γνώση ή να εμπνεύσει τόσο σεβασμό όσο ο Βούντου Τζον. Ουδέποτε θα υπάρξει ξανά άλλη «Ρόζα», άλλη «Μαρί», πόσο μάλλον άλλος Ζαν Μπαγιό.
Είναι λογικό να υπάρχουν αμφιβολίες κατά πόσον κάποιος άλλος νέγρος αφρικανικής καταγωγής που έζησε στο Νότο είχε μια τόσο εντυπωσιακή καριέρα όπως ο Ζαν Μοντανέ. Ήταν γεννημένος στη Σενεγάλη και όπως υποστήριζε ήταν γιος πρίγκιπα – μάλιστα για να το αποδείξει φρόντιζε να επιδεικνύει τις παράλληλες ουλές στα μάγουλά του που εκτείνονταν από την άκρη των κροτάφων του μέχρι τη γωνία των χειλιών του. Για μένα, το στοιχείο αυτό εν μέρει επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό του, καθώς ο Berenger-Feraud ασχολείται αρκετά με το γεγονός ότι όλοι οι Μπαμπάρα, ίσως η ωραιότερη φυλή νέγρων στη Σενεγάλη, φέρουν παρόμοια σημάδια παραμόρφωσης. Οι ουλές μπορεί να χαράζονται σχίζοντας τα μάγουλα στη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας και θεωρούνται ως σύμβολο της φυλής. Οι τρεις παράλληλες ουλές σημαίνουν τα ελεύθερα μέλη της φυλής, ενώ οι τέσσερις τους αιχμαλώτους ή τους σκλάβους. Όπως με πληροφόρησαν, το πρόσωπο του Ζαν έφερε τρεις παρόμοιες ουλές, απόδειξη ότι ήταν ελεύθερος Μπαμπάρα ή τουλάχιστον μέλος κάποιας ελεύθερης φυλής συμμάχου με τους Μπαμπάρα που ζούσε στην περιοχή τους. Σε κάθε περίπτωση, ο Ζαν είχε τα φυσικά χαρακτηριστικά, τα οποία οι Γάλλοι εθνολόγοι προσδίδουν στους Μπαμπάρα. Το ύψος του ήταν μέτριο. Ήταν μυώδης και γεροδεμένος με κατάμαυρη επιδερμίδα και φαρδιούς ώμους. Είχε στενό μέτωπο, μικρά λαμπερά μάτια, μύτη πλακουτσωτή και πυκνά γένια που είχαν γκριζάρει μόνο τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Είχε στεντόρεια φωνή και οι πολύ αυταρχικούς τρόπους.


Σε μικρή ηλικία τον απήγαγαν Ισπανοί δουλέμποροι και τον πούλησαν σε κάποιο ισπανικό λιμάνι από όπου τελικά μεταφέρθηκε στην Κούβα. Ο αφέντης του στις Δυτικές Ινδίες τον έμαθε πώς να γίνει έξοχος μάγειρας. Δέθηκε στενά μαζί του και τελικά του χάρισε την ελευθερία του. Σύντομα ο Ζαν έπιασε δουλειά σε κάποιο ισπανικό καράβι σαν μάγειρας, ταξιδεύοντας επανειλημμένα και στα δυο ημισφαίρια. Όμως κάποια στιγμή κουράστηκε από τη θάλασσα. Αποβιβάστηκε στη Νέα Ορλεάνη και έπιασε δουλειά τυλίγοντας βαμβάκι. Χάρη στη σωματική του ρώμη είχε ένα σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων μαύρων συναδέλφων του και όταν οι εργοδότες του ανακάλυψαν ότι ασκούσε κάποια παράξενη και μυστηριακή επιρροή στους νέγρους τον χρησιμοποίησαν σαν επιστάτη ή σαν επικεφαλής της βάρδιας. Με λίγα λόγια, ο Ζαν κατείχε τη μυστηριώδη δύναμη obi, την ύπαρξη της οποίας αναγνωρίζουν οι περισσότερες κοινότητες σκλάβων και με την οποία σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν αναγκαστεί να συμβιβαστούν αρκετοί κτηματίες των Δυτικών Ινδιών. Με αυτό τον τρόπο, ο Ζαν απέκτησε ελευθερίες που άλλοι μαύροι, αν και ελεύθεροι, δεν θα μπορούσαν να αποκτήσουν ποτέ. Σύντομα υπήρξαν φήμες ότι είχε μεγάλες μαντικές ικανότητες και ότι μπορούσε να προβλέπει το μέλλον από τα σημάδια πάνω στις μπάλες βαμβακιού. Ποτέ μου δεν κατάφερα να μάθω με λεπτομέρειες για αυτή την παράξενη μαντική μέθοδο. Ο Ζαν όμως έγινε τόσο επιτυχημένος στην άσκησή της, ώστε χιλιάδες έγχρωμοι έσπευδαν για προβλέψεις και συμβουλές – ακόμα και λευκοί παρακινημένοι από περιέργεια ή από αμφιβολία τον πλήρωναν για να τους προφητεύει το μέλλον. Τελικά έγινε αρκετά πλούσιος, παράτησε τη δουλειά του και αγόρασε ένα μεγάλο οικόπεδο την οδό Μπαγιό όπου έχτισε το σπίτι του. Η γη του εκτεινόταν από την οδό Πριέρ μέχρι τη Ρομάν, καλύπτοντας το μεγαλύτερο κομμάτι μιας μεγάλης πλατείας που σήμερα έχει οικοδομηθεί. Εκείνη την εποχή όμως ήταν ένα πράσινο βαλτοτόπι με ελάχιστες κατοικίες εδώ κι εκεί.


Στο νέο του σπίτι, ο Ζαν συνέχισε να εξασκεί τη μαντεία σε συνδυασμό με το επάγγελμα της ιατρικής των Κρεολών και άλλων ακόμα πιο μυστηριωδών τεχνών. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, η φήμη του μεγάλωσε τόσο ώστε ήταν σε θέση να απαιτεί και να κερδίζει τεράστιες αμοιβές. Άνδρες και γυναίκες και από τις δυο φυλές τον επισκέπτονταν σχηματίζοντας ουρές – πολλοί μάλιστα έρχονταν από απομακρυσμένες πόλεις και ενορίες Κρεολών, ενώ συχνά χτυπούσαν την πόρτα του καλοντυμένες γυναίκες με βέλο. Ομάδες πλήρωναν από δέκα μέχρι είκοσι δολάρια για συμβουλές, για να αγοράσουν βότανα και συνταγές για την καταπολέμηση της φαλάκρας, καταπλάσματα που υποτίθεται ότι είχαν μυστηριώδεις δυνάμεις ενώ στην πραγματικότητα ήταν φτιαγμένα από κονιορτοποιημένο δέρμα. Ζητούσαν τους αριθμούς της λοταρίας, βοήθεια για να ανακτήσουν κλεμμένα αγαθά, ερωτικές συμβουλές, λύσεις σε οικογενειακά προβλήματα, φυλαχτά για να εκδικηθούν κάποιο εχθρικό πρόσωπο. Κάποτε ο Ζαν έλαβε αμοιβή πενήντα δολαρίων για ένα φίλτρο. «Ήταν βραστό νερό», είπε σε κάποιο έμπιστό του πρόσωπο, «με λίγα κοινά βότανα. Δεν έχω βλάψει κανένα, αλλά όταν κάποιος είναι πρόθυμος να μου δώσει πενήντα δολάρια, θα του τα πάρω!» Στο γραφείο του τα έπιπλα ήταν ένα τραπέζι, μια καρέκλα, ένα εικόνισμα της Παρθένου, ένας χαυλιόδοντας, μερικά κοχύλια που έλεγε πως ήταν από την Αφρική και ότι τον βοηθούσαν να μαντεύει το μέλλον, και μια τράπουλα όπου το κάθε της φύλλο είχε μια τρύπα από κάψιμο. Για τον εαυτό του έλεγε ότι είχε πάντα μαζί του δυο μικρά κόκαλα τυλιγμένα με μια μαύρη κλωστή, τα οποία πράγματι έδειχνε να τα αντιμετωπίζει με σεβασμό σαν φετίχ. Στη διάρκεια των συνεδριών του υπήρχαν αναμμένα κεριά και καθώς κάθε λίγο και λιγάκι αγόραζε ένα κουτί από δαύτα, μπορεί να φανταστεί κανείς πόσοι πελάτες τον επισκέπτονταν. Γέμιζαν τις χούφτες του με χρήματα και ήταν τόσο γενναιόδωροι ώστε κάποια στιγμή η περιουσία του έφτασε να αξίζει τουλάχιστον πενήντα χιλιάδες δολάρια!
Κι έτσι, αυτός που εμφανιζόταν ως γιος ενός πρίγκιπα των Μπαμπάρα, άρχισε να ζει πιο πλουσιοπάροχα από οποιονδήποτε άλλο μαύρο ηγεμόνα της Σενεγάλης. Είχε μια άμαξα όπως οι κτηματίες και ένα κόκκινο άλογο που καβαλούσε με επιδεξιότητα φορώντας ισπανικό κοστούμι ιππασίας, καθισμένος πάνω σε μια περίτεχνα διακοσμημένη μεξικάνικη σέλα. Έτρωγε και έπινε μόνο τα καλύτερα ενώ συνέχιζε να πιστεύει ότι η λιτή επίπλωση του σπιτιού του ήταν η πιο κατάλληλη. Είχε όμως τουλάχιστον δεκαπέντε γυναίκες, ένα χαρέμι αντάξιο σουλτάνου. Και μπορεί οι λευκοί να τις αποκαλούσαν με υποτιμητικά ονόματα, αλλά ο Ζαν τις θεωρούσε νόμιμες συζύγους του σύμφωνα με το αφρικανικό τελετουργικό. Ένα από τα παράδοξα χαρακτηριστικά της σύγχρονης δουλείας ήταν η ιδιοκτησία μαύρων από ελεύθερα άτομα του ίδιου χρώματος και αυτοί οι νέγροι δουλοκτήτες συνήθως ήταν βίαιοι και άσπλαχνοι αφέντες. Όχι όμως ο Ζαν. Ωστόσο, χάρη στο δικαίωμα της αγοράς δούλων είχε καταφέρει να αποκτήσει πολλές γυναίκες που γέννησαν πολλά παιδιά. Τελικά κατάφερε να κορτάρει και να κατακτήσει και μια λευκή από τη χαμηλότερη τάξη. Σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, ο Ζαν συνήθιζε να μοιράζει απλόχερα τρόφιμα στον έγχρωμο πληθυσμό της γειτονιάς του – γαβάθες με γκόμπο ή πιάτα με τζιμπαλάγια. Ίσως το έκανε για να είναι δημοφιλής, αλλά τα κατοπινά χρόνια στη διάρκεια των μεγάλων επιδημιών, το έκανε από φιλευσπλαχνία, ακόμα και όταν ήταν αναγκασμένος λόγω των περιστάσεων να μαγειρεύει ο ίδιος το φαγητό που πρόσφερε.


Όμως, παρόλα τα μεγαλεία δεν του έλειπαν οι σκοτούρες. Δεν ήξερε τι να κάνει με τα χρήματά του. Δεν είχε εμπιστοσύνη στις τράπεζες και είχαν δει πολλά τα μάτια του από τη σκοτεινή πλευρά της ζωής για να εμπιστεύεται την ανθρώπινη φύση. Για πολλά χρόνια τα έθαβε και τα έβγαζε μόνο τη νύχτα και μάλιστα συχνά έκρυβε μεγάλα ποσά τόσο καλά που ακόμα και ο ίδιος δεν θυμόταν πού τα είχε παραχώσει. Ακόμα και σήμερα, έπειτα από τόσα και τόσα χρόνια, ο κόσμος πιστεύει ότι στις γειτονιές των οδών Πριέρ και Μπαγιό υπάρχουν θαμμένοι ολόκληροι θησαυροί. Οι σοβαρές επιχειρηματικές διαπραγματεύσεις προκαλούσαν πονοκέφαλο στον Ζαν και καθώς υπήρχαν πολλοί πρόθυμοι να εκμεταλλευτούν την άγνοιά του δεν αποκλείεται να μετάνιωνε για κάποιες αμφισβητήσιμες κινήσεις του. Είχε φήμη κακοπληρωτή και τελικά ένα μέρος της περιουσίας του κατασχέθηκε για την εξόφληση κάποιου χρέους. Σε κάποια δύσκολη στιγμή μάλιστα, ζήτησε από κάποιον ανήθικο άνθρωπος να του μάθει να γράφει, πιστεύοντας ότι οι οικονομικές του δυσχέρειες οφείλονταν στην αγραμματοσύνη του. Μια μέρα, μέσα στην αφέλειά του και αφού είχε πια μάθει να γράφει το όνομά του, έβαλε την υπογραφή του στο κάτω μέρος μιας λευκής σελίδας με αποτέλεσμα να χάσει μυστηριωδώς και με τρόπο ειδεχθή την ακίνητη περιουσία του. Ωστόσο, του είχαν απομείνει μερικά χρήματα και έκανε ηρωικές προσπάθειες να συνέλθει. Αγόρασε άλλο ακίνητο και επένδυσε απεγνωσμένα στη λοταρία. Τελικά, αυτός ο τελευταίος εθισμός του υπήρξε πολύ πιο καταστροφικός από την απώλεια των επιχειρήσεων στις οποίες είχε επενδύσει αρκετές χιλιάδες δολάρια ως συνεταίρος απατεώνων. Εντούτοις, συνέχισε να ζει αρκετά καλά καθώς υπήρχαν ακόμα πολλοί που του ζητούσαν να τους θεραπεύσει με τα βοτάνια του ή τον επισκέπτονταν για να μαντέψει το ριζικό τους. Κάποια στιγμή όμως ο τζόγος του πήρε τα πάντα κι έπειτα από μια σειρά κατασχέσεων και εξώσεων αναγκάστηκε να ζητήσει φιλοξενία στο σπίτι ενός από τα πολλά παιδιά του. Το μόνο που του είχε απομείνει ήταν τα αφρικάνικα κοχύλια, ο χαυλιόδοντας και το τραπέζι της ραπτομηχανής πάνω στο οποίο έκαιγε τα κεριά για να προβλέπει τη μοίρα των πελατών του. Αλλά ακόμα κι αυτά νομίζω ότι του τα κατάσχεσαν μια δυο μέρες πριν το θάνατό του στο σπίτι της κόρης του από τη λευκή γυναίκα του, μιας πανέξυπνης μιγάδας που με τη σειρά της είχε αποκτήσει πολλά παιδιά.

Κατά πάσα πιθανότητα, ο τάφος του Dr. John στη Νέα Ορλεάνη


Οι ιδέες του Ζαν για τη θρησκεία ήταν πρωτόγονες σε ακραίο βαθμό. Ο προσηλυτισμός των κυριότερων φυλών της Σενεγάλης στο Ισλάμ πραγματοποιήθηκε τα πρόσφατα χρόνια αλλά είναι πιθανό ότι την εποχή που αιχμαλωτίστηκε από τους δουλεμπόρους ο λαός του βρισκόταν ακόμα σε μια κατάσταση λίγο πιο πάνω από την ποταπή δεισιδαιμονία. Αν στη διάρκεια των χρόνων της δουλείας του σε αποικία καθολικών είχε αποκτήσει κάποια επαφή με τον Καθολικισμό, είναι βέβαιο ότι οι χριστιανικές του πεποιθήσεις ανέκαθεν ήταν υποταγμένες στις αφρικανικές – χρησιμοποιούσε το εικόνισμα της Παρθένου σαν βοηθητικό είδωλο στη μαγεία του και πολλοί πίστευαν ότι η δύναμή του ήταν μικρότερη ακόμα και από αυτή του χαυλιόδοντα. Από πολλές απόψεις ήταν ένας κοινός κομπογιαννίτης. Ωστόσο, μπορεί να πίστευε ειλικρινά στην αποτελεσματικότητα κάποιων δεισιδαιμονικών τελετουργιών. Ισχυριζόταν ότι είχε έναν Αφέντη και ότι ήταν υποχρεωμένος να τον υπακούει. Ότι μπορούσε να ερμηνεύσει τη θέληση του Αφέντη του στο τρεμόσβησμα των αστεριών. Πολλές φορές, όταν είχε ξαστεριά, οι γείτονες τον έβλεπαν να στέκεται μόνος στη γωνιά κάποιου δρόμου και να ατενίζει το στερέωμα τραβώντας τα πυκνά γένια του και μιλώντας ακατάληπτα σε κάποιο φανταστικό πλάσμα. Κάθε φορά που το έκανε, ο κόσμος καταλάβαινε ότι είχε απελπιστική ανάγκη από χρήματα και ότι την επόμενη μέρα ίσως προσπαθούσε να δανειστεί μερικά δολάρια από κάποιο γείτονα.
Όλοι όσοι είχαν γνωρίσει τον Ζαν και ζουν ακόμα, μπορούν να επιβεβαιώσουν τον αξιοθαύμαστο τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούσε τα βότανα. Στη διάρκεια της επιδημίας του 1878, η οποία ξερίζωσε την παλιά δοξασία για την ανοσία των νέγρων και των εγχρώμων από τον κίτρινο πυρετό, αρρώστησαν δυο από τα παιδιά του. «Μπορεί να μην έχω χρήματα», είπε, «αλλά μπορώ να γιατρέψω τα παιδιά μου». Και αυτό ακριβώς έκανε με τη βοήθεια μερικών βοτάνων που μάζεψε από την άκρη των ρείθρων της οδού Πριέρ. Όπως με ενημέρωσαν, ένα από τα βότανα είναι αυτό που οι Κρεολοί μας αποκαλούν παρασόλι. «Την επόμενη μέρα τα παιδιά του έπαιζαν στο πεζούλι», είπε ο πληροφοριοδότης μου.

Η μεγάλη ιέρεια του βουντού της Νέας ορλεάνης Marie Levaeu


Ακόμα και στις πιο άτυχες στιγμές της καριέρας του, ο Μοντανέ διατήρησε το δεισιδαίμονα σεβασμό των εγχρώμων σε κάθε γωνιά της πόλης. Όταν κάποτε εμφανίστηκε στην αμερικανική μεριά της οδού Κανάλ για να γιατρέψει κάποιον άρρωστο, υπήρξε συγκρατημένη αναστάτωση ανάμεσα στους έγχρωμους που ζούσαν εκεί. Τον παρατηρούσαν ψιθυρίζοντας, «Ετούτος είναι ο Χούντου Τζον!» Το ότι ένας αγράμματος Αφρικανός δούλος στάθηκε ικανός να πετύχει όσα πέτυχε ο Ζαν Μπαγιό σε μια πολιτισμένη πόλη και να κερδίσει πλούτη και φήμη, τα οποία απόλαυσε για πολλά χρόνια στη ζωή του, μπορεί να παρατεθεί σαν ένα μοναδικό στοιχείο της σύγχρονης λαϊκής μωροπιστίας αλλά και σαν απόδειξη ότι ο Ζαν υπήρξε ένας ασυνήθιστα ευφυής άνθρωπος.


image

Aylos Abies Sylos

H Abies S. a.k.a. Γεωργία έχει μάθει να ζωγραφίζει, να γράφει μουσική και να διδάσκει κάτι από τα δύο. Τραβάει πολλές φωτογραφίες με φτηνές φωτογραφικές μηχανές. Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μέρη που μετά έγιναν τα πιο βρώμικα και έρημα αυτής τη πολης. Ακόμα ζει στο κέντρο της.
 
 
 
image

Aylos Abies Sylos

H Abies S. a.k.a. Γεωργία έχει μάθει να ζωγραφίζει, να γράφει μουσική και να διδάσκει κάτι από τα δύο. Τραβάει πολλές φωτογραφίες με φτηνές φωτογραφικές μηχανές. Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μέρη που μετά έγιναν τα πιο βρώμικα και έρημα αυτής τη πολης. Ακόμα ζει στο κέντρο της.
 
 
 
image

Aylos Abies Sylos

H Abies S. a.k.a. Γεωργία έχει μάθει να ζωγραφίζει, να γράφει μουσική και να διδάσκει κάτι από τα δύο. Τραβάει πολλές φωτογραφίες με φτηνές φωτογραφικές μηχανές. Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μέρη που μετά έγιναν τα πιο βρώμικα και έρημα αυτής τη πολης. Ακόμα ζει στο κέντρο της.
 
 
 


image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.