DUSTBOWL: The Great Fantango (Urban Sounds Records, 2016)

Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με ένα άλμπουμ που, μαζί με το περσινό ντεμπούτο των Thee Holy Strangers και μερικές άλλες κυκλοφορίες, αποτελεί σαφή απόδειξη ότι, παρά τις όποιες αντιξοότητες αντιμετωπίζει, η εγχώρια rock σκηνή πάει από το καλό στο καλύτερο, και μάλιστα με μια ηχητική ποικιλία που πραγματικά εκπλήσσει.

Το γεγονός ότι στην μονίμως περιορισμένη αγορά του είδους εμφανίζονται τόσο προσεγμένες δισκογραφικές προσπάθειες, γίνονται τόσες συναυλίες από νέες (και παλιές) μπάντες, υπάρχουν τόσες κυκλοφορίες από ελληνικές (και ξένες) ανεξάρτητες εταιρείες, είναι πολύ ελπιδοφόρο και ενδεχομένως να προοιωνίζει ένα ακόμα πιο καρποφόρο μέλλον.

Για τους Dustbowl δεν χρειάζονται πολλά λόγια. Είναι στο κουρμπέτι εδώ και μια δεκαετία, έχουν κυκλοφορήσει δυο άλμπουμ, ένα EP και δυο σινγκλ, ενώ έχουν συμμετάσχει και σε συλλογές. Η αγάπη τους για την ψυχεδελική country των 60s, τον σύγχρονο «americana» ήχο και το «paisley» της δεκαετίας του ‘80 έχει απαθανατιστεί με τον καλύτερο τρόπο στα έργα τους και στην εικόνα τους, ενώ οι ζωντανές εμφανίσεις τους χαρακτηρίζονται από μια αρτιότητα και έναν επαγγελματισμό, φαινόμενα που ευτυχώς εμφανίζονται όλο και συχνότερα στα δρώμενα της ελληνικής rock σκηνής. Όπως διατείνεται και μια φίλη της μπάντας: «Σε μια συναυλία των Dustbowl δε βαριέσαι ποτέ!»

Σε λίγες μέρες οι Dustbowl κυκλοφορούν τον τρίτο ολοκληρωμένο δίσκο τους. Το Great Fantango ηχογραφήθηκε το περασμένο φθινόπωρο με παραγωγό τον Γιάννη «John Hardy» Χουστουλάκη, τον άνθρωπο που με την pedal steel κιθάρα του ολοκληρώνει με άψογο τρόπο το ηχητικό οικοδόμημα της μπάντας (και που μαζί με τον κιθαρίστα των Dustbowl Νίκο Φυσάκη συμμετέχει επίσης στους Thee Holy Strangers). Δέκα δικά τους κομμάτια (η ψηφιακή έκδοση περιλαμβάνει μια οκτάλεπτη εκτέλεση του «Lay me down easy», με τη συμμετοχή του Bασίλη Καμπούρη στο σιτάρ, ενώ το βινύλιο την κανονική) που ροκάρουν δυναμικά παρέχοντας ένα φρέσκο αέρα στην ατμόσφαιρα που διατρέχει εξαρχής τον ήχο της μπάντας. Οι ίδιοι εξάλλου αποκαλούν τη μουσική τους «mother-earth-rock»: απλές κιθαριστικές φόρμες σε μια alternative country μορφή, που γοητεύει χάρη στο άρτιο παίξιμο των μελών της μπάντας. Η φωνή του Πάνου Μπίρμπα είναι εκφραστική και σωστά τοποθετημένη πάνω από το φάσμα των κομματιών, το μπάσο της Λυδίας Γραμματικού και το ντραμς του Γιώτη Πετρέλη χτίζουν μια στιβαρή και ακλόνητη rhythm section, οι κιθάρες του Φυσάκη (ο βασικός στιχουργός) και του Μάκη Δρεμέτσικα ακούγονται σαν καλολαδωμένη μηχανή, ενώ η pedal steel του John Hardy διαχέεται διακριτικά αλλά απολύτως ουσιαστικά μέσα στο γενικό ηχητικό καμβά του άλμπουμ.

Το ομώνυμο κομμάτι είναι μελαγχολικό, ερωτικό, ταξιδιάρικο και απογειώνεται (ιδίως προς το φινάλε του) χάρη στα blues φωνητικά της Τζένης Καπάδαη, το «Sweet flowers and vine» είναι ένας καθαρά country rock ύμνος, ενώ το «Linger on» που ανοίγει το άλμπουμ είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη ένα από τα πιο ελκυστικά τραγούδια που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια, με την πιάνο-εισαγωγή του και την «σκοτεινή» του διάθεση – «I have loved you for you’re Jesus Christ, and I hate you just the same». Το «Don’t let the fascists drag you down» είναι το πολιτικό μανιφέστο των Dustbowl, ένα τραγούδι που θα λάτρευε ο Woody Guthrie με σολο α-λα Grateful Dead, που το διαδέχεται το «Bread and soil» ένα uptempo μίνι κομψοτέχνημα. Το «The gracious exile» είναι μια κλασική μπαλάντα χωρίς πολλές φιοριτούρες με τις κιθάρες να κυριαρχούν στο φόντο, το «Harvest and remains» είναι νοσταλγικό, ένα τραγούδι που θα το ζήλευαν οι Band, ενώ το «Heavy chain ball», το «Strain of care» και το «Lay me down easy» που κλείνει το άλμπουμ, θα έκαναν τον Steve Wynn να βάλει τα κλάματα.

Σύμφωνα με τους ίδιους τους Dustbowl: «Το The Great Fandango είναι η “δική” μας μουσική, είναι τo Mother Earth Rock … τίποτα περισσότερο αλλά και τίποτα λιγότερο. Θέλαμε να κάνουμε κάτι που να αφορά το τώρα και το μόνο που παραμένει αναλλοίωτο πλέον στους Dustbowl είναι η παράδοση του να κάνουμε πάντα κάτι διαφορετικό από το προηγούμενο. Αυτό είναι και το μόνο που παραμένει σταθερό στην δισκογραφική (και όχι μόνο) παρουσία μας: ότι τίποτα δεν είναι το ίδιο!»

Το The Great Fandango κυκλοφορεί τον Απρίλιο του 2016 σε βινύλιο (500 αντίτυπα, 12΄΄, 150 γραμμ., lyrics inlay) και παράλληλα θα είναι διαθέσιμο για κατέβασμα στο bandcamp των Dustbowl.

site: www.dustbowl.gr
bandcamp: thedustbowl.bandcamp.com
facebook: facebook.com/dustbowl.athens