Γράφει ο Bill Hunchback
Νομίζω ότι κριτική δίσκου δεν έχω κάνει ποτέ με την έννοια του βάζω κάτι κάτω και λέω αν οι μελωδίες είναι ενδιαφέρουσες, τα ρυθμικά μέρη άρτια, οι στίχοι διεισδυτικοί και η σειρά των τραγουδιών ικανή να ακολουθήσει μια εξέλιξη των μουσικών κλειδιών προς την αισθητική ανάταση του ακροατηρίου.
Όσες φορές έχω μιλήσει για δίσκους επαγγελματικά, ήταν καθαρά με την διάθεση του απλού ακροατή στις λέξεις μου. Οριακά κρατιέμαι να μην γράψω «γαμάτος», σκέτο, για έναν δίσκο που μου αρέσει πολύ ή «για κλωτσιές», αν θεωρώ ότι δεν έχει νόημα η ύπαρξη του.
Πριν από μερικές μέρες, ως ανάμνηση ότι κάποτε υπήρχε και κάναμε ραδιόφωνο μάλλον, έφτασε στα χέρια μου ο τελευταίος δίσκος του Αντώνη Λιβιεράτου με τον τίτλο Οβολός στο Στόμα που κυκλοφόρησε σε CD από την Puzzle Music (Αριθμ. Εκδ. 053) εντός μιας καλαίσθητης βελουτέ μαύρης συσκευασίας, με στίχους και μ’ απ’ όλα. Το εξώφυλλο σχεδίασε η Ελένη Κεσαπίδου, ενώ το εικαστικό του εξωφύλλου επιμελήθηκε η Νεφέλη Λιβιεράτου.
Ξεκινώντας από το εξώφυλλο και αυτήν την γραμμική και καμπυλόγραμμη επίθεση απέναντι σε κάτι που βρίσκεται στο κέντρο και σου δημιουργεί την αίσθηση ακτινογραφίας, σε συνδυασμό με κάτι που σου δημιουργεί την αίσθηση γρατζουνίσματος με βελόνα στους τίτλους, έχεις την προκατάληψη ότι πρόκειται για μια εξομολόγηση. Ίσως και ζοφερή. Thrilling. Thriller.
Είναι άλλωστε γνωστό ότι στα αρχαία χρόνια τοποθετούνταν στο στόμα του νεκρού ένας οβολός (νόμισμα χάλκινο ίσο με το 1/6 της τότε δραχμής) για να πληρωθούν τα ναύλα του νεκρού στον Χάροντα. Τον οδηγό προς την αντίπερα από της ζωής όχθη.
Η προκατάληψη δεν είναι πάντοτε κάτι κακό. Πρόκειται για στερεότυπο να την θεωρούμε έτσι. Μερικές φορές, ιδίως στην τέχνη, η επιμελώς στημένη προκατάληψη, βάζει τον παρατηρητή στο παιχνίδι ότι κάτι προέβλεψε και άρα συμμετέχει.
Μέσα βλέπουμε τους τίτλους και τους στίχους.
Μια μικρή ποιητική συλλογή που ξεκινάει από το δεύτερο τραγούδι με τον τίτλο «Πολαροιντ», ένα τραγούδι μελαγχολικό εξομολογητικό και ταυτόχρονα εντελώς αλέγκρο σε σημείο που όλοι θα θεωρήσουν πως αν ζούσαμε στην παλιά εποχή της δισκογραφίας θα ήταν αδιαφιλονίκητα το σινγκλ, ασφαλώς και λόγω της υπογράμμισης του τι συμβαίνει στο τραγούδι, από το γκαράζ ξέσπασμα της μελωδίας των πλήκτρων.
Πρώτα βέβαια βρίσκεται σε τιμητική θέση ο Μέγας Υπερρεαλιστής και ως Μέγας σε έναν ροκενρόλ δίσκο θα πρέπει να είναι εικονοκλαστικά απών. Δεν τον βλέπουμε στους στίχους. Είναι όμως πρώτος τη γραμμή με μιας πρώτης γραμμής μελοποίηση. Ανδρέα Εμπειρίκου: «Αρχάγγελος τον Σεπτέμβριον βοών μέσα στην πλάσι». Τραγουδι Νο1.
Ο «Οβολός στο Στόμα» είναι ένα τραγούδι από τη μεριά του πεθαμένου. Νεκρός εκεί ο στιχουργός, ανάμεσα σε σαπισμένα και έρποντα, οδεύει προς το κενό και λες ναι, ο δίσκος είναι ένας δίσκος dark wave, μια σκοτεινή ελεγεία απέναντι στον θάνατο που μας έδειξε τα δόντια του λίγο έως πολύ τα τελευταία χρόνια της οικονομικής και υγειακής κρίσης. Όταν ξαφνικά στο βαρύ στήθος –και ακούω τη μουσική το βράδυ πολύ κι ύστερα στο αυτοκίνητο, πάλι πολύ– έρχεται ο οριακά χίπικος στίχος «μην με ξυπνήσεις αν δεν έρθει πρώτα η άνοιξη» - αυτήν που υποθέτω ότι αναζητούμε όλοι.
Πράγμα που βρίσκει καταφύγιο στην μπαλάντα, σχεδόν καντάδα, του «Ποτέ Ξανά» που ακολουθεί και μετατρέπει τον θάνατο σε μικρό θάνατο, δηλαδή τη χώρα του ονείρου.
Το «Επιστροφή στο Σπίτι (μέρος δεύτερο)» είναι ένα τραγούδι που επανέρχεται σε άλλη εκδοχή από εκείνη που είχε ο παλιότερος δίσκος του Αντώνη Λιβιεράτου Το Μεγάλο Κίτρινο Πράγμα και δεν θα αναλύσω τι θέλει να πει εδώ ο στιχουργός, αλλά πώς εγώ ακούω μια σημερινή πραγματικότητα και ίσως την καταγγελία της: «Στον τόπο αυτόν κανείς δεν σε θυμάται πια». Καταγγελία, γιατί ο τόπος που ζούμε πραγματικά δείχνει να έχει αμνησία τρέχοντας μανιωδώς πίσω από τις όλο και πιο καινούριες πληροφορίες, σκέτες πληροφορίες, που για να είναι ερεθιστικές στα αποκοιμισμένα νεύρα, συνήθως αφορούν κάτι συντεθλιμμένο ή καλύτερα νεκρό, αλλά και παραμένουν πληροφορίες, χωρίς επεξεργασία, η οποία είναι το βασικό συστατικό για να γίνει η πληροφορία γνώση και άρα να δημιουργήσει μνήμη και τη δυνατότητα να ανατρέξει κανείς στις μνήμες.
Η βάση της κοινωνίας μοιάζει να μην ανατρέχει πουθενά, παρά μόνο να τρέχει, κι ό,τι ερεθίσει εκείνη τη στιγμή το νευρικό ιστό της, σαν ένα αιώνιο ταιμλαιν κάποιου συμπαντικού κοινωνικού δικτύου.
«Ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με άνθη με τις πιο αγνές προθέσεις και προβλέψεις σαφώς ασαφείς…» Το λέει και το (επόμενο) τραγούδι.
Έρωτας μπορεί να υπάρξει μέσα σε μια τέτοια διαδικασία ερέβους με μικρές φυσαλίδες άνοιξης;
Έρωτας στο Μαύρο δάσος; Μπορεί να υπάρξει;
Εγώ λέω μπορεί και αυτός είναι που θα δημιουργήσει την προϋπόθεση του ερχομού των χρωμάτων. Τον βλέπω (ή θέλω) στο «Μαύρο Δάσος».
Σαν να έχω δίκιο, σαν να λειτουργεί η συμμετοχική του δέκτη, η πρόβλεψη που λέγαμε, ο δίσκος μου λέει πως «Κάτι θ’ αλλάξει» αμέσως μετά και η ανάσα χαλαρώνει γιατί βλέπεις πως δεν είσαι μόνος σε αυτό το αίτημα, στην καταλυτική αίσθηση πως «δεν πάει άλλο προφανώς».
Οι σκληροί άνθρωποι και οι φρικτοί ναρκισσιστές δεν είναι ωραίοι, δεν είναι όμορφοι, είναι εγωπαθείς, πρόκειται για πάθηση η υπόθεση τους, η οποία συμπαρασύρει τόσους άλλους μέσα στην κενότητα. Όσους τους πίστεψαν τους γέλασαν κι έφυγαν σαν σκυλί.
«Σαν σκυλί», το προτελευταίο τραγούδι και το δικό μου προσωπικό σινγκλ, αν θέλετε, χωρίς εμπορικά κριτήρια, μα μόνο με το κόλλημα μπρος-πίσω το δίσκο, επί μέρες.
Το «Θυμάσαι;» που είναι και το τελευταίο τραγούδι – κάτι μου λέει πως θα πω βλακεία, όμως τι είναι βλακεία στην αφαιρετικότητα της μουσικής; Τίποτα. Όλους και όλες μας αγκαλιάζει στη ζεστή ή δροσερή αγκαλιά της που προσαρμόζεται αναλόγως των συνθηκών, του και της, εκάστοτε εναγκαλιζόμενου ή εναγκαλιζόμενης .
Θα πω λοιπόν βλακεία; Ποιος ξέρει; Σίγουρα όμως εύκολα θα μπορούσε να στείλει το «Θυμάσαι;» ένας αληθινά εναλλακτικός ακροατής γιούνισεξ σε μια σχέση που αγάπησε πολύ αλλά δεν υπάρχει πια, κάποιο μεθυσμένο πρωινό .
Ποιος έχει γράψει τους στίχους ολόκληρου του δίσκου;
Ο Αντώνης Λιβιεράτος
Ποιος έχει παίξει όλα τα όργανα ,τραγουδάει και έχει κάνει και την παραγωγή;
Ο Αντώνης Λιβιεράτος
Τι παίζει;
Αναλογικά synth, drum machines, πιάνο, μπάσο, όργανο, αναλόγως τραγουδιού.
Και τι μουσική είναι, ρε Hunchback, εσύ που τα ξέρεις όλα, ας πούμε;
Εδώ δεν θα βοηθήσω.
Εδώ… έχω την εντύπωση πως πρόκειται για την αποτύπωση με συνθετητές ενός πολύ μεγάλου φάσματος ροκ εντρολ που ενδιαφέρει τον Αντώνη κι έτσι μπορεί με ασφάλεια να πει κανείς πως το darkwave ,το garage, η avant garde, η electronica, με την πλατιά της έννοια, ακόμα και το kraut rock, κάνουν την παρουσία τους μέσα σε αυτόν τον δίσκο.
- Γιατί μας τον λες δίσκο αφού είναι cd;
- Μην γίνεσαι μπουμπούνας των σοσιαλ σε παρακαλώ...
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ
Υπέροχοι άνθρωποι, εξαίσια πτώματα
Let The Music Play: Η ανεξάρτητη μουσική σκηνή δημιουργεί και προβληματίζεται εν μέσω πανδημίας...
Ο Θεόδωρος Μπασιάκος ως ποιητής και φίλος μου...
Όλα ξεκίνησαν από την αεροκαρδούλα...
Thee Holy Strangers – "Diary Of The Shadow" (LP/CD/digital, Inner Ear Records 2022)