O Rudi Protrudi των Fuzztones στο Merlin's: «Οι ισχυροί έχουν στο πρόγραμμά τους την υποδούλωση όλου του κόσμου και παλεύουν σκληρά να το πραγματοποιήσουν...»

Αποκλειστική συνέντευξη: Στέλιος Μιχ. και Mickael Nite

Περισσότερο από κάθε άλλο συγκρότημα, οι Fuzztones είναι υπεύθυνοι για την αναβίωση του garage και τη «συντήρησή» του μέχρι σήμερα και στο… διηνεκές. Με δεκαπέντε και πλέον άλμπουμ στο ενεργητικό της, αμέτρητα επτάιντσα και δεκάδες συμμετοχές σε συλλογές, η θρυλική μπάντα που ξεκίνησε από το Λόουερ Ιστ Σάιντ της Νέας Υόρκης πριν από 43 χρόνια, με μόνιμο οδηγό τον «Βερολινέζο», πλέον, Rudi Protrudi, έχει επηρεάσει εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες συγκροτήματα ανά την υφήλιο. Ο Rudi εμπνεύστηκε το όνομά τους από το Fuzz Tone, ένα παλιό εφέ για κιθάρα που εφευρέθηκε το 1962 και το χρησιμοποίησαν οι Rolling Stones για να κατακτήσουν τον κόσμο με το «(I Can’t Get No) Satisfaction» και μίλησε στον Στέλιο Μιχ. και τον Μιχάλη aka Mickael Nite, για λογαριασμό του Merlin’s Music Box.

Στις 24 Νοέμβρη έρχεστε για μια ακόμη φορά στην Ελλάδα. Που οφείλεται αυτή η σχέση με το κοινό εδώ;

Ναι είναι η δέκατη, ενδέκατη, δωδέκατη φορά; Μπορεί να είναι και παραπάνω. Δύσκολο να κρατήσεις το μέτρημα πια. Υπάρχει ειδική σχέση όπως λες. Ίσως έχει να κάνει με το ότι είμαι ελληνικής καταγωγής. Ο παππούς μου ήταν 100% από την Ελλάδα, ζούσε στην Αθήνα. Μπορώ να ταυτιστώ με τη μεσογειακή κουλτούρα, πολύ περισσότερο από ότι με μέρη σαν τη Γερμανία.


Μόλις πέρυσι βγάλατε έναν ακόμη δίσκο, το Encore. Μιλάμε για 43 χρόνια ενεργής πορείας και ακόμα βγάζετε δυνατούς δίσκους. Πως γίνεται αυτό;

Ναι... 43 years of Fuzztone Fury. Νομίζω έχει να κάνει με το ότι δεν βρίσκω κανένα άλλο σκοπό να το κάνω πέρα από το να γίνει καλή δουλειά. Αν δεν μπορείς να βγάζεις δίσκους το ίδιο καλούς με το παρελθόν καλύτερα να σταματάς. Εμείς συνεχίζουμε να παίζουμε με την ίδια αγάπη για τη μουσική. Δεν είμαστε μια μπάντα που έχουμε γίνει πλούσιοι ή διάσημοι. Είμαστε μια διάσημη καλτ μπάντα. Δεν διεκδικώ κάτι παραπάνω και αυτό μου φτάνει. Στην τελική, δεν χρειάζεται άλλο κίνητρο από το να γουστάρεις τη μουσική και να παίζεις για ανθρώπους που εκτιμούν τη μουσική σου. Όσο μπορούμε να το κάνουμε αυτό θα συνεχίζουμε να βγάζουμε δίσκους που –όπως λένε και οι φαν– είναι στην ίδια ποιότητα που είχαμε πάντα.

Αυτός ίσως είναι και ο λόγος που περνάνε περίοδοι χωρίς να βγάζουμε συχνά δίσκους. Έχουν περάσει και δέκα, δώδεκα, δεκατρία χρόνια μεταξύ κάποιων άλμπουμ. Επειδή δεν ήμασταν έτοιμοι να βγάλουμε κάτι πολύ καλό. Δεν βιαζόμασταν να βγάλουμε κάτι που δεν θα ήταν γαμάτο. Συνεχίζαμε να το δουλεύουμε και μόλις φτάναμε να έχουμε πολύ καλό υλικό, κάναμε την επόμενη κυκλοφορία. Προφανώς μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια, εκτός από τα νέα άλμπουμ, κάνουμε επανακυκλοφορίες –και θα συνεχίσουμε– επειδή χρειάζεται να κρατήσεις ζωντανό το όνομα της μπάντας. Ευτυχώς, με τις εταιρίες κάναμε πενταετείς συμφωνίες και αφού έχουμε τόσους δίσκους μπορούμε να επανακυκλοφορούμε άλμπουμ κάθε χρόνο. Οπότε, οι Fuzztones πάντα έχουν διαθέσιμους δίσκους για το κοινό.


Είστε αυτοί που ουσιαστικά επανέφεραν το garage στο κοινό, που κάνατε την αναβίωση του είδους. Πολλοί νεότεροι έμαθαν αυτό το είδος από τους Fuzztones και κάποιοι από αυτούς άρχισαν να παίζουν και οι ίδιοι garage punk.

Όταν αρχίσαμε να παίζουμε το 1980, βασικά παίζαμε διασκευές. Είχαμε δυο-τρία δικά μας, αλλά κατά βάση παίζαμε τραγούδια από μπάντες που είχαν ξεχαστεί. Μπορείς να καταλάβεις ότι αυτό που λέμε garage είναι ένα είδος που αρχικά κράτησε το πολύ για δύο χρόνια, το 1966-1967. Το 1966 ήταν πιο πολύ η Louie Louie, Hang on sloppy, Wooly bully φάση του garage. Και το 1967 άρχισε να μπαίνει το LSD και να επιδρά στη μουσική διαμορφώνοντας το garage psych. Κι από εκεί και πέρα άρχισε το hard rock. Μιλάμε για μόλις δύο χρόνια. Οπότε, όταν εμείς αρχίσαμε να παίζουμε, σχεδόν κανείς δεν θυμόταν τις μπάντες εκείνης της διετίας. Τους Electric Prunes, τους Blues Magoos, τους Seeds. Όλοι είχαν Τop10 hits αλλά κανείς δεν τους θυμόταν. To «Psychotic Reaction» των Count Five, ας πούμε, ήταν χιτ. Ποιoς θυμόταν τους Third Bardo ή τους The Driving Stupid. Ούτε καν τους είχαν ακουστά οι περισσότεροι.
Αρχικά λοιπόν η ιδέα ήταν να συστήσουμε αυτή τη μουσική ξανά στον κόσμο. Με έναν τρόπο, όπως το έκαναν οι Rolling Stones με τα blues. Αν ακούσεις τους πρώτους δίσκους των Stones δεν έχουν κανένα πρωτότυπο υλικό. Τίποτα. Καθιέρωσαν όμως ένα μουσικό στυλ.
Ένας άλλος λόγος που το έκανα αυτό ήταν επειδή ούτε οι μουσικοί με τους οποίους δούλευα ήξεραν πολλά από garage. Εγώ ήξερα, επειδή η πρώτη μου μπάντα ήταν το 1966, όταν ήμουν 14 ετών. Τα είχα ζήσει από πρώτο χέρι. Αλλά οι άλλοι που ξεκινήσαμε να παίζουμε το '80 ήταν δέκα χρόνια νεότεροι, δεν τα είχαν ζήσει. Οπότε, είπαμε, ας παίξουμε διασκευές από εκείνη την εποχή για να εξοικειωθούμε λίγο με το είδος. Αφού εξοικειωθείς με το πώς παίζεται αυτό το στυλ, τότε μπορείς να γράψεις και δικά σου κομμάτια. Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς.
Έτσι λοιπόν ξεκινήσαμε σαν cover band και η αλήθεια είναι ότι μας πήρε χρόνο μέχρι να αρχίσουμε να γράφουμε δικά μας. Ήταν αργή διαδικασία. Μέχρι το 1985 που βγάλαμε το Lysergic Emanations, είχαμε μόλις πέντε δικά μας κομμάτια. Τον καιρό που μετέφερα τη μπάντα στο Λος Άντζελες, η μπάντα είχε αρχίσει να γράφει πια τα κομμάτια της. Από τότε αρχίσαμε να έχουμε κυρίως δικά μας κομμάτια, αλλά ποτέ δεν σταματήσαμε διασκευές για τον απλό λόγο ότι ήταν τραγούδια που γουστάραμε να παίζουμε.


Τα blues έχεις πει ότι είναι μεγάλη σου επιρροή...

Ναι, εμένα προσωπικά είναι μεγάλη επιρροή. Όταν ήμουν 12 γούσταρα πολύ τον Chuck Berry. Αυτός με οδήγησε στον Bo Diddley κι από εκεί στον Howlin Wolf, τον John Lee Hooker, τον Lightnin’ Hopkins, τον Sonny Boy Williamson. Είχα μια πολύ ωραία blues μπάντα στο Βερολίνο για λίγο. Tους Rudi Protrudi Unfuzzed. Ηχογραφήσαμε κι ένα λάιβ άλμπουμ. Γουστάρω πολύ να παίζω blues. Μπορεί να με απορροφήσει.
Πιστεύω ότι το garage είναι η λευκή εφηβική αρσενική εκδοχή των blues. Αν το σκεφτείς, πρόκειται για αγόρια (όπως και στα blues έτσι κι εκεί έπαιζαν κυρίως άντρες) που παίζουν για να τα χώσουν στο αφεντικό τους και στους γονείς τους, τραγουδούν για κορίτσια που τους ράγισαν την καρδιά ή που δεν ενδίδουν. Τα ίδια θέματα πάνω κάτω. Μιλάμε επίσης για πρωτόλεια μορφή μουσικής. Τρία – τέσσερα ακόρντα και πολύ επανάληψη. Η ενορχήστρωση είναι παρόμοια. Βασικά όργανα είναι η κιθάρα, τα τύμπανα και η φυσαρμόνικα. Υπάρχουν πολλές ομοιότητες.
Στην τελική, το garage ξεκίνησε στα 60s από μπάντες που προσπαθούσαν να μιμηθούν τους Rolling Stones, οι οποίοι ξεκίνησαν προσπαθώντας να είναι μια blues μπάντα.
Ακούς λοιπόν ένα κομμάτι σαν το «1-2-5», και ακούς τη φυσαρμόνικα, τη δομή των ακόρντων, σίγουρα μπορείς να καταλάβεις ότι επηρεάστηκε από τους Stones, που με τη σειρά τους επηρεάστηκαν από τα μπλουζ. Νομίζω ότι κάθε είδος pop μουσικής χρωστάει τουλάχιστον κάτι στα blues.

 


Έχετε συνεργαστεί με μεγάλες μορφές. Πρόσφατα με την Ann Margret. Πώς προέκυψε αυτή η τελευταία;

Ω ναι... Στον τελευταίο δίσκο το Encore συνεργαστήκαμε με τον Steve των Stooges και τον Wally Waller των Pretty Things. Όσο για την Αnn Margret, ήμασταν στην ίδια εταιρεία και μας ρώτησαν αν θέλαμε να κάνουμε ένα κομμάτι μαζί. Δυστυχώς, το κομμάτι είναι λίγο ένα κλισέ rock τραγούδι, το «Born to be Wild». Θα προτιμούσα κάτι λιγότερο προβλέψιμο. Αλλά μιας που το κάναμε, το κάναμε με τον τρόπο μας. Χρησιμοποιήσαμε ένα δικό μας μηχανόβιο κομμάτι, το «Cheyenne Rider», σαν βάση και λίγο πολύ ανακατέψαμε τα δυο κομμάτια για να κάνουμε τη δική μας εκδοχή του «Born to be Wild». Η Ann Margret, παρότι είναι 80 χρόνων πια, ακόμα δείχνει μια χαρά και τραγουδάει γαμάτα. Τεράστιο ταλέντο.


Πότε άφησες τις ΗΠΑ και εγκαταστάθηκες στην Ευρώπη;

Ήταν το 2005. Προσπάθησα και νωρίτερα, το 1994, έζησα στην Ολλανδία για ένα χρόνο. Αλλά εκεί δε μπόρεσα να κάνω μπάντα και ήταν μια πολύ καταθλιπτική περίοδος στη ζωή μου. Είχα σκαλώσει σε μια πολύ μικρή και οπισθοδρομική πόλη. Μέχρι που κατάφερα να αποδράσω στην κυριολεξία. Το 2005 ήρθε η Lana Loveland στη μπάντα ως οργανίστρια. Ζούσε ήδη στο Βερολίνο. Εγώ ήμουν στην Αμερική, είχα μπάντα εκεί και εκείνη εντάχθηκε στους Fuzztones στην ευρωπαϊκή μας περιοδεία. Κατά τη διάρκεια της περιοδείας μας βρήκε ο έρωτας στο δρόμο. Επιστρέφοντας στα σπίτια μας, η Lana παράτησε τον σύζυγό της κι εγώ τη δική μου και μετακόμισα στο Βερολίνο. Ακόμα και τη μπάντα άφησα πίσω. Στην ουσία ξαναφτιάξαμε την μπάντα στο Βερολίνο και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.


Κάπου διάβασα ότι έπαιξε ρόλο η αρχή της περιόδου διακυβέρνησης του Τζορτζ Μπους Τζ. στην απόφασή σου να φύγεις από τις ΗΠΑ.

Πράγματι, έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο. Ήμουν πολύ τρομαγμένος για το που πήγαιναν οι ΗΠΑ. Ήταν σκοτεινή περίοδος. Δεν ήθελα να είμαι εκεί. Ήταν ευλογία ότι πάνω σε εκείνη τη συγκυρία γνώρισα τη Lana. Ίσως να την έκανα για την Ευρώπη έτσι κι αλλιώς αν έβρισκα έναν τρόπο, αλλά ήμουν τυχερός που έκατσε έτσι. Ήταν πολύ σημαντική συνεργάτιδα και μέλος–κλειδί στην μπάντα. Τα τελευταία χρόνια έχει σταματήσει να περιοδεύει με το συγκρότημα για να είναι μητέρα.

Σε όλη αυτή την πορεία έχουν αλλάξει πολλά μέλη των Fuzztones. Παρ’ όλα αυτά, όλοι είναι πολύ καλοί μουσικοί και πάνω στη σκηνή βγαίνει η ίδια οργιώδης ενέργεια. Πως επιλέγεις τα νέα μέλη της μπάντας;

Καταρχάς πρέπει να είναι ήδη φαν των Fuzztones. Να είναι πολύ εξοικειωμένοι και να έχουν εμπειρία σε αυτό το μουσικό στυλ. Πρέπει να έχουν άνεση με τις περιοδείες. Να μην έχουν προβλήματα με εξαρτήσεις, κάτι που είναι πολύ σύνηθες στο rock and roll. Να είναι σωστοί γενικά. Και να ξέρουν να παρτάρουν. Βασικά, προσπαθώ να βρίσκω ανθρώπους σαν εμένα. Που παίρνουν στα σοβαρά τη μουσική. Που παίρνουν στα σοβαρά τη δουλειά. Γιατί, είναι δουλειά, σωστά; Μπορεί να την αγαπάμε, αλλά δεν παύει να είναι δουλειά. Απαιτεί μεγάλη υπευθυνότητα. Υπάρχει η προσδοκία να βρίσκεσαι σε συγκεκριμένο μέρος, τη συγκεκριμένη στιγμή και να δίνεις το καλύτερό σου. Κι αφού τελειώσεις, τότε μπορείς να παρτάρεις και να κάνεις ότι θέλεις.
Στην πραγματικότητα, τα τελευταία οκτώ χρόνια έχουμε πάνω κάτω την ίδια σύνθεση. Έχουμε δύο μπασίστες που παίζουν στη μπάντα αναλόγως με το μέρος που βρισκόμαστε. Μόλις προσθέσαμε έναν κιθαρίστα – νομίζω ότι ήταν μαζί μας όταν παίξαμε τελευταία φορά στην Αθήνα, αλλά δεν είμαι σίγουρος. Ο οργανίστας κι ο ντράμερ είναι μαζί μου σε όλες τις συναυλίες τα τελευταία 8 χρόνια. Το ίδιο κι ο ένας από τους δύο μπασίστες. Οπότε, σίγουρα μπορείς να πεις ότι είναι μια μπάντα και όχι ο Ρούντι που παίζει με κάποιους που επιλέγει κάθε τρεις και λίγο. Και είναι η σύνθεση που έβγαλε τους τελευταίους δύο δίσκους το NYC και το Encore, που μιλούν κι από μόνοι τους. Όπως και το τωρινό υλικό μας. Είπες πριν για την Ann Margret. Επίκειται νέο άλμπουμ, πιστεύω ότι όπου να ναι θα κυκλοφορήσει. Λέγεται The Fuzztones – Friends and Fiends. Μια έξυπνη ιδέα της Cleopatra Records όπου επιστρέφουμε σε κάποιους θρύλους: Ann Margret, Dikie Peterson των Blue Cheer, Mark Lindsay των Paul Revere and the Raiders, ο θρυλικός μπλουζίστας Junior Wells, ο θρύλος του rockabillly Sonny Burgees. Όλοι αυτοί τραγουδάνε κι εμείς παίζουμε τα κομμάτια με τον τρόπο μας.


Τι άλλο έρχεται προσεχώς;

Είναι στα σκαριά ένα ντοκιμαντέρ. Είναι ήδη μισοτελειωμένο. Το κινηματογBrian Jonραφεί ο Danny Garcia της Chip Baker Films o οποίος έχει κάνει ντοκιμαντέρ για τον Johnny Thunders, τον Sid Vicious, τον Stiv Bators, τους Clash, το Max’s Kansas City, το Chelsea Hotel, τον Brian Jones κλπ.
Έχουμε ένα νέο άλμπουμ που θα κυκλοφορήσει τέλος Νοέμβρη - αρχές Δεκέμβρη με live ηχογραφήσεις από το 1985 στο Dive της Νέας Υόρκης. Έχει κομμάτια από το Lysergic Emanations και κομμάτια «ανταγωνιστών»” μας που είχαμε διασκευάσει τότε, όπως των Lyres και των Cheepskates.
Θα επανεκδώσουμε τα άλμπουμ Lysergic Emanation και Leave Your Mind at Home. Στο Leave Your Mind at Home κάναμε νέο, στερεοφωνικό μάστερινγκ –ήταν γραμμένο μονοφωνικά– οπότε πρόκειται βασικά για νέο δίσκο. Και δουλεύω και ένα σόλο δίσκο με δεκατρία καινούργια κομμάτια που έγραψα σε garage στυλ. Έχω ήδη ηχογραφήσει τα πέντε. Οπότε θα λέγαμε ότι θα βγει σε κάνα χρόνο.
Έχουμε βέβαια περιοδείες. Το Φλεβάρη στην Ισπανία, 6-7 συναυλίες. Λέμε να ξανάρθουμε στην Ελλάδα τον Μάρτη για τέσσερις συναυλίες σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Λάρισα, και ίσως στην Κρήτη.


Πραγματικά, πολυάσχολοι κι ενεργοί σε μια εποχή καταστροφής. Βλέπεις την κρίση και τους πόλεμους στη Μέση Ανατολή, στην Ουκρανία κλπ. Υπάρχει περιθώριο για rock and roll σε μια τέτοια περίοδο;

Κατά την άποψή μου, το χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ. Χρειαζόμαστε κάτι για να ανυψώσει το πνεύμα μας. Ο πλανήτης είναι σε χάος. Οι ισχυροί έχουν στο πρόγραμμά τους την υποδούλωση όλου του κόσμου. Παλεύουν σκληρά να το πραγματοποιήσουν. Αλλά ο κόσμος έχει αρχίσει να ξυπνάει. Θα είναι πολύ ενδιαφέρουσα η επόμενη διετία. Δεν θέλω να εκφράζομαι τόσο πολύ πολιτικά. Πολλοί μπορεί να διαφωνούν με τις απόψεις μου, οπότε τις κρατάω για τον εαυτό μου. Βάζω όμως πολλά πράγματα στα τραγούδια μου. Μπορεί σε πολύ κόσμο να μην αρέσουν αυτά που έχω να πω. Αλλά άμα τα βάλω σε ένα πιασιάρικο τραγούδι, θα πουν «ωπ, ωραίο τραγουδάκι». Θα τα ακούσει μια, δυο, τρεις, πέντε φορές. Κι όταν προσέξει τους στίχους, θα πια είναι αργά. Θα έχει ψηθεί με το κομμάτι.

 

Πες μερικά κομμάτια για παράδειγμα.

Μμμ για να δούμε... To Preaching to the Perverted είναι πολιτικός δίσκος. Tα «Launching Sanity's Dice», «Between the Lines», «Invisible». Στο Salt for Zombies είναι το «Τhis Sinister Urge» που βασικά μιλάει για τα fake news και πως καταστρέφουν τα μυαλά του κόσμου. Έγραφα πολιτικά κομμάτια από την εφηβεία μου. To «It Came In The Mail» μιλάει για το χαρτί της επιστράτευση για το Βιετνάμ για να χάσεις το κεφάλι σου. Πάντα είχαμε τέτοια θέματα ανακατεμένα με άλλα που θέλαμε να μιλήσουμε.

 

Το rock and roll ανέκαθεν ήταν το ιδανικό σάουντρακ όταν ξεσηκωνόταν ο κόσμος…

Το ίδιο πιστεύω κι εγώ. Μακάρι να ερχόταν ακόμα περισσότερος κόσμος σε επαφή με το rock and roll. Σε αυτή την εποχή είναι πολύ δύσκολο πλέον για έναν μέσο άνθρωπο να έχει πρόσβαση στο rock and roll. Δεν μαθαίνει καν γι’ αυτό. Περισσότερο εκτίθεται σε rap, techno και σκατένια pop μουσική.


Αυτό ισχύει και για την Ευρώπη και για τις ΗΠΑ;

Ειδικά στις ΗΠΑ. Είναι ένας ακόμα λόγος που ήρθα στην Ευρώπη. Η σκηνή στην Αμερική είναι νέκρα. Δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον για rock and roll. Ξεχάστε το. Ποιος θα φανταζόταν ότι η rap θα κράταγε 43 χρόνια κι ακόμα θα συνέχιζε. Δεν μπορώ να καταλάβω πως τα κατάφερε. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω το ένα τραγούδι από το άλλο. Καταλαβαίνω γιατί οι δισκογραφικές την σπρώχνουν. Είναι πολύ φτηνό γι’ αυτές. Το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να πάνε στο γκέτο και να βρουν έναν ράπερ σε μια γωνιά. Του υπόσχονται λίγη δόξα, λίγη λευκή σάρκα και λίγα ντραγκς, τον βάζουν σε ένα στούντιο που τους ανήκει, βγάζουν ένα δίσκο που μοσχοπουλάει και στο τέλος του λένε «Ω, δε παίρνεις δεκάρα, μας χρωστάς όλα αυτά που κόστισε η παραγωγή». Και μετά πάνε βρίσκουν τον επόμενο και κάνουν τα ίδια. Αυτό γίνεται 43 χρόνια. Σε διαλέγουμε, σε εκμεταλλευόμαστε, σε ξεφορτωνόμαστε, σε αντικαθιστούμε.
Και βλέπεις τους τύπους να χοροπηδάνε στη σκηνή με τα φαρδιά ρούχα, τα μαύρα γυαλιά, τις χρυσές αλυσίδες, τις τύπισσες από κάτω να γουστάρουν... πραγματικά δεν το πιάνω. Δεν έχει τίποτα σέξι. Λένε ένα «motherfucker» είκοσι φορές σε κάθε κομμάτι, άλλες τόσες το «whore» και το «bitch» και υποτίθεται ότι είμαστε σε μια εποχή γυναικείας ενδυνάμωσης. Η rap είναι πιο δημοφιλής από ποτέ. Τι σου λέει αυτό;
Το rock είναι νεκρό. We are kicking a dead horse. Βασικά, αυτός θα μπορούσε να είναι ωραίος τίτλος για ένα επόμενο άλμπουμ. Αλλά στην τελική αυτό ξέρω να κάνω. Ή μάλλον, για να είμαι ειλικρινής, θα μπορούσα να ραπάρω. Ο καθένας θα μπορούσε να ραπάρει αν έχει μια στοιχειώδη αίσθηση του ρυθμού. Δεν χρειάζεται κανένα ιδιαίτερο ταλέντο.


Χώσε μας ένα freestyle, αν είναι όπως τα λες...

Τι, αλήθεια το λες; Το χω... [πράγματι, ακολουθεί ενάμιση λεπτό με τον Ρούντι να ραπάρει κι εμάς να κοπανιόμαστε]
Τι λέει, περνάτε καλά;


Περνάμε γαμάτα. Όταν προετοιμαζόμασταν για αυτή τη συνέντευξη, συζητούσαμε μεταξύ μας τι ρωτάς κάποιον με την ιστορία του Rudi Protrudi. Ο Γιάννης από το Merlin’s και ο Άλεξ από τους Last Drive μας συνέστησαν... να σε αφήσουμε να μας πεις ιστορίες.

Xε χε, ναι. Με τους Last Drive έχουμε παίξει και μαζί. Ήμασταν στο ίδιο label. Και είχαμε παίξει στο φεστιβάλ Psychomania στη Γερμανία το 1987.


Ορίστε μια ιστορία που σίγουρα θέλουμε να ακούσουμε...

Ήταν νομίζω ένα φεστιβάλ που μεταδιδόταν τηλεοπτικά αν θυμάμαι καλά. Υπάρχει και στο YouTube. Νομίζω δεν ήταν και η καλύτερή μας εμφάνιση. Είχε πάρα πολύ φως λόγω της βιντεοσκόπησης. Ήμασταν συνηθισμένοι να παίζουμε στα σκοτεινά για το τρελό, εξαγριωμένο κοινό μας και μου φαίνεται ότι το φως το ξενέρωσε. Βέβαια, κοιτώντας τώρα το βίντεο θα έλεγα ότι είχε γίνει χαμός. Το κοινό με τράβηξε κάτω, με σήκωσε στα χέρια και τέτοια, αλλά τότε θυμάμαι μου είχαμε φανεί ψιλοχάλια.
Η αλήθεια είναι είχαμε πραγματικά άγριο κοινό. Κορίτσια να ανεβαίνουν στη σκηνή, να βγάζουν τα ρούχα τους, κάποιες φορές μας επιτίθονταν. Στην Ιταλία θυμάμαι τύπους που πηδούσαν στη σκηνή κι έγλυφαν τον ιδρώτα από τα κορμιά μας όσο παίζαμε. Ήταν πραγματικά κάργα παλαβή φάση. Αλλά τα γουστάραμε πολύ αυτά τα σκηνικά.

 

Και μια φωτό απ' τα παλιά...


Πες μας το πιο τρελό σκηνικό που έχει γίνει σε λάιβ. Το πρώτο που σου έρχεται στο μυαλό.

Παίζαμε σε ένα φεστιβάλ στο Βέλγιο στο τέλος των 80s. Η σκηνή που παίζαμε ήταν αρκετά μεγάλη, είχε γύρω στα 7 χιλιάδες άτομα. Μία από τις μπάντες που θα έπαιζαν ήταν οι Mentors, μια psychobilly μπάντα, που ήταν προγραμματισμένο να ανέβουν στη σκηνή το απόγευμα.
Μόλις είχαμε φτάσει, ήμασταν σε μια σκηνή, είχαμε πολλά ξύδια μαζί μας, θέλαμε να παραπατάμε όταν έρθει η ώρα να παίξουμε και σχεδιάζαμε να τα σπάσουμε γενικά. Έρχονται τότε από τη διοργάνωση και μας λένε ότι οι Mentors δεν ήρθαν οπότε έπρεπε να ανέβουμε να παίξουμε. Δεν προλάβαμε να πιούμε καν, που τότε δεν υπήρχε περίπτωση να μην είμαστε μεθυσμένοι μέχρι να ανέβουμε στη σκηνή, και συνεχίζαμε να πίνουμε κι όσο παίζαμε. Ήμασταν πολύ... επιθετική μπάντα.
Ανεβαίνουμε λοιπόν στη σκηνή και στην πρώτη γραμμή μπροστά ήταν επτά σκινάδες που είχαν έρθει για τους Mentors. Και ήταν πράγματι πολύ εχθρικοί. Μας πετούσαν ξύδια, μας γιουχάριζαν, μας έβριζαν, μας έκαναν κωλοδάχτυλα, μας έφτυναν, μας πετούσαν μπουκάλια, αναμμένα τσιγάρα. Η σκηνή ήταν αρκετά ψηλή. Παίζαμε ένα ινστρουμένταλ και ήμουν πίσω από τον ντράμερ. Και από εκεί που στεκόμουν βλέπω τον μπασίστα μας να πηδάει στο κοινό και λέω «ω ρε φίλε θα πλακωθούμε...» Δεν μπορούσα να τον αφήσω να πλακώνεται μόνος του, οπότε τρέχω, πηδάω κι εγώ από τη σκηνή και σκάω με τις μπότες μου πάνω στη μούρη του ψηλότερου από αυτούς. Μιλάμε, έσκασα από ύψος τριών μέτρων οπότε μάλλον του σένιαρα τη μούρη για μια ζωή.
Προφανώς, στη συνέχεια έπεσα κάτω οπότε άρχισαν να με κλωτσάνε και οι επτά. Ήταν ο τραγουδιστής μιας άλλης μπάντας, των Urban Dance Squad, που πήδηξε στο κοινό και με τράβηξε.
Πιθανότατα μου έσωσε τη ζωή. Αυτό ίσως ήταν από τα πιο τρελά σκηνικά που μας έχει τύχει, αν όχι το πιο τρελό.
Αλλά έπαιζαν κι άλλα τρελά, από άλλη άποψη. Όπως σου είπα, με κορίτσια να πηδάνε στη σκηνή να γδύνονται και τέτοια. Στο ντοκιμαντέρ ίσως υπάρχει τέτοιο υλικό.
Είχαμε παίξει τριπάροντας όλη η μπάντα με LSD μερικές φορές, και ήταν αναπάντεχα καλά. Έβλεπα, θυμάμαι, τα δάκτυλά μου κι έλεγα «Κοίτα να δεις που ένα χέρι παίζει την κιθάρα μου». Δεν συνειδητοποιούσα ότι ήταν το δικό μου. Φαίνεται ότι τα δάχτυλα είχαν κρατήσει το κομμάτι στη μνήμη τους. Το κοινό μου φαινόταν σαν κύματα στον ωκεανό που πηγαιονοέρχονταν. Η μουσική ακουγόταν καταπληκτικά. Πλάκα είχε. Με την μπάντα που κάναμε το Braindrops έπαιζαν πολύ αυτά. Όλοι στη μπάντα τριπάρανε. Και με τη μπάντα του Lysergic Emanations το κάναμε, αλλά για λίγο. Σοβαρευτήκαμε γρήγορα.


Στις 24 Νοεμβρίου λοιπόν θα τα πούμε ξανά στο Κύτταρο. Τι να περιμένουμε αυτή τη φορά;

Καταρχάς, προσθέσαμε έναν κιθαρίστα στη μπάντα, οπότε θα παίξουμε υλικό που άλλες φορές δεν μπορούσαμε. Να είναι σίγουροι οι φαν ότι θα εκπληρώσουμε τις προσδοκίες τους. Θέλουμε να παίξουμε τουλάχιστον ένα κομμάτι από κάθε άλμπουμ. Παλιά αγαπημένα κομμάτια, νέο υλικό κι έχουμε και μερικές εκπλήξεις... Πάντα προσπαθούμε να κάνουμε και κάτι αναπάντεχο στα σόου μας. Και συγκεκριμένα σε αυτό το λάιβ θα ακούσετε κάποια αναπάντεχα. Κι από κει και πέρα ξέρεις... κορίτσια να πηδάνε πάνω στη σκηνή και τέτοια [γέλια].

 

Ας ελπίσουμε ότι δεν θα έχει επιθετικούς σκινάδες.

Αν έχει να είναι σίγουροι ότι θα δουν το παπούτσι μου στη μούρη τους [γέλια]

 

ΔΙΑBΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ 

Fuzztones: Μερικά ενδιαφέροντα tips για τον κύριο Protrudi και τη θρυλική μπάντα του...

Fuzztones και... σία στο Gagarin, Σάββατο 28/10/2017 (φωτό: Τηλέμαχος Παπαδόπουλος)

Question Mark and The Mysterians: το «96 Tears» και άλλες ιστορίες

Τhe Sound Explosion: "Iατρικώς πιστοποιημένοι κάφροι..." 

Dead Moon (Toody & Fred): Facts on Facts

THE FRANTIC FIVE: Sound the call and we’re there!

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙΣΤΕ:

Οι Fuzztones live στο Gagarin205 (The Videos)


image

Στέλιος Μιχ.

Δημοσιογραφος και ακτιβιστης
 
 
 
image

Στέλιος Μιχ.

Δημοσιογραφος και ακτιβιστης
 
 
 
image

Στέλιος Μιχ.

Δημοσιογραφος και ακτιβιστης