Cliff Burton: "Η σκηνή ήταν για την πάρτη μου, αλώνιζα, τίναζα τη μαλλούρα μου πέρα δώθε και ξεσάλωνα..." (ή, αφηγήσεις από το Υπερπέραν)

Γράφει ο Γιάννης Καστανάρας

Τελικά, ρε σεις, πρέπει να κοιμόμουν πολύ βαθιά. Η αλήθεια είναι ότι μετά τη συναυλία στη Στοκχόλμη το γλέντησα για τα καλά, αλλά και πάλι… Ούτε που πήρα είδηση τη συνέβη, δεν ξέρω καν αν πρόλαβα να ξυπνήσω από το τράκο. Η πλάκα είναι ότι είχαμε ρίξει κλήρο με τον Kirk για να δούμε ποιος θα κοιμηθεί στην κουκέτα του ολέθρου. Χα, χα… Φορές φορές αναρωτιέμαι που θα ήμουν αν δεν είχα αντικαταστήσει τον Ron McGovney στην μπάντα. Αν δεν είχα παρατήσει τους Trauma…

Σύμφωνα με όσα λένε και γράφουν, ο δρόμος ήταν ορεινός, κάπου κοντά σε μια πόλη που λέγεται Ντόραρπ ή κάτι τέτοιο, κρύο και παγετός, 27 του Σεπτέμβρη. Φεύγαμε από Στοκχόλμη και τραβούσαμε κατά Δανία μεριά για το επόμενο γκιγκ. Το βαν, λέει, γλίστρησε και ξέφυγε από την πορεία του – να αποκοιμήθηκε άραγε ο οδηγός μας; Αυτό πάντως ισχυρίστηκε ο James. Και ότι ήταν μεθυσμένος. Ωστόσο, κανείς δεν ξέρει με σιγουριά πώς συνέβη στ’ αλήθεια το «μοιραίο». Ποιος ξέρει… Πρέπει, πάντως, να βγήκα ο μισός από το παράθυρο όταν έσπασε το τζάμι και αμέσως μετά το όχημα αναποδογύρισε και με πλάκωσε ενώ κοιμόμουν του καλού καιρού. Ή, μπορεί να πετάχτηκα από το παράθυρο και να με πλάκωσε όλος αυτός ο όγκος. Who gives a fuck, εξάλλου; Πέθανα ακαριαία.

Δηλαδή, σκατά. Πάνω που είχαμε τον τρίτο δίσκο, πάνω που ξανοιγόμασταν στον κόσμο, λίγο πριν κατακτήσουμε την υφήλιο, πάνω που άναβε το γλέντι. Ας είναι, όμως. Δεν πειράζει. Φτάνει που οι άλλοι τρεις τα κατάφεραν. Κυρίευσαν τον κόσμο και το έκαναν με τη μαγκιά τους. Η αλήθεια είναι πως τους ζηλεύω. Με την καλή έννοια, μη φαντάζεστε κάτι άλλο. Έγιναν το μεγαλύτερο συγκρότημα στον κόσμο κι ό,τι κι αν λένε διάφοροι κακεντρεχείς ότι ξεπουλήθηκαν και τα λοιπά, ας πάνε αυτοί να μαζέψουν τόσο κόσμο και να πουλήσουν τόσους δίσκους.

Παρένθεση: δεν ξέρω, ρε σεις, αν το ξέρετε, αλλά εγώ βρήκα τον τίτλο του Kill ‘em All. Οι άλλοι θέλανε κάτι του τύπου Metal Up Your Ass και τέτοιες μαλακίες μ’ εξώφυλλο ένα μαχαίρι που να εξέχει από μια χέστρα. Τι να πει κανείς… Οι διανομείς πίστευαν ότι έτσι θα έμενε στα ράφια και τότε εγώ είπα, «Ας τους σκοτώσουμε όλους!» Τη συνέχεια την ξέρετε.

Εντάξει, το ξέρω, γκαντεμιά, θα πείτε. Μπορεί να ήταν ο Kirk. Αλλά τελικά ήμουν εγώ. Τώρα πάντως δεν μου κακοφαίνεται, δεν περνάω κι άσχημα στον Άλλο Κόσμο. Ξέρετε, τώρα. Πλούτωνας, Περσεφόνη, Τζίζας Κράιστ, διάφοροι Βελζεβούληδες, κάμποσοι Βούδες, οι Τζίμηδες, η Τζάνις, ο Τζέρι, ο Σιντ, σχεδόν όλοι οι Ramones και δε συμμαζεύεται – ένα πάρτι του σκοτωμού. Δίχως μέρα, δίχως νύχτα. Η σάρα ή μάρα και το κακό συναπάντημα. Πολύ γέλιο, πολύ «χόρτο»…

Και μιας και μιλάμε για «χόρτο» - χόρτο, μωρέ, χωρίς εισαγωγικά και παπαριές. Χόρτο, λοιπόν. Μου άρεσε το χορταράκι, με βόηθαγε στη μουσική, ένωνε την κλασική παιδεία μου (χο, χο) με τους Jethro Tull και δεν πάει να μου τα έκανε τσουρέκια ο Lars με τους Maiden, εντάξει, πολύ καλοί κι αυτοί, αλλά οι Jethro στα… ουράνια. Κι ας είχα τατουάζ των Misfits, όπως ο μισός κόσμος. Μ’ αρέσαν κι οι Discharge, ακόμα μ’ αρέσουν. Κι οι Police, κι αυτοί μ’ αρέσαν, τους έβαζα στο κασετόφωνο του βαν και τρέλαινα όλα τα μέταλλα!

Τι έλεγα; Χμ… Μάλιστα, για το χόρτο. Δεν ξέρω για σας, αλλά για μένα ήταν σαν το οξυγόνο. Με τίποτα δεν θα με έλεγες «καμένο», κάποιος διάβαζα τις προάλλες έλεγε ότι είτε έπινα είτε όχι, ποτέ δεν φαινόμουν φτιαγμένος. Δηλαδή, τζάμπα τα λεφτά, αν και τελευταία όπου πήγαινα με κερνούσαν οι φαν. Θυμάμαι μια φορά στο Λονδίνο, το ’84 ήταν, ήμουν με τον Scott (από τους Anthrax, ντε!) και μας βούτηξαν οι μπάτσοι σ’ ένα σταθμό του μετρό και μας πήγαν στο τμήμα με την υποψία ότι είχαμε πάνω μας ναρκωτικά. Είχα ένα σιρόπι για το κρύωμα είχα που τους εντυπωσίασε και βάλθηκαν να μου το πιουν όλο. Μας κράτησαν για έξι ώρες, τον Ian δηλαδή, γιατί εμένα με συνόδευσαν ως εκεί που μέναμε για να ψάξουν τον χώρο. Χέστηκα από την τρομάρα μου, τα χέρια μου έτρεμαν καθώς ξεκλείδωνα, είχα, βλέπετε φυλαγμένη κάμποση φούντα. Σκεφτόμουν τη φάση Εξπρές του Μεσονυχτίου, έστω και σε αγγλική βερσιόν, αλλά οι θεοί του metal εκείνη τη μέρα τουλάχιστον με αγαπούσαν και οι τσαίοι δεν βρήκαν τίποτα. Κι έτσι μας αμόλησαν.

Ναι, ναι, ρε σεις, ήμουν χίπης σε μια metal μπάντα, το παραδέχομαι και τιμή μου και καμάρι μου. Μου άρεσαν τα παντελόνια καμπάνα – μου έλεγαν να φοράω σωλήνες κι εγώ τους έδειχνα το δάχτυλο, τραβάτε να γαμηθείτε, ποζεράδες. Και το μπουφάν το τζινάκι, μια χαρά ήτανε. Το φορούσαν και οι άλλοι αλλά μετά αποφάσισαν να το παίξουν μαυρίλα και σκοτεινιά και κακία στο βλέμμα. Αν ζούσα θα είχαν γίνει χοντροί τσαμπουκάδες για το ίματζ! Φορούσα τα ρούχα που φορούσαν όλοι οι ήρωές μου και σ’ όποιον αρέσαμε. Εκτός μόδας, my ass!

Αλλά σαν μπασίστας γαμούσα κι έδερνα. Εδώ πέρα να δείτε πώς μ’ έχουν. Στα ώπα ώπα. Ακόμα και ο Jaco –και μη ρωτάτε ποιος Jaco– μ’ έχει στα ώπα ώπα κι όλο με παινεύει κι όποτε συναντιόμαστε εδώ, στον Άλλο Κόσμο, με αγκαλιάζει και μου λέει, «ρε συ, πώς μεγάλωσες εσύ;» Και κάθε φορά επαναλαμβάνει την ίδια ατάκα. Και σκάμε στα γέλια. Γαμώ τα παιδιά.

Τι έλεγα; Όλο παρασύρομαι. Μάλιστα… Σαν μπασίστας, που λέτε, γαμούσα κι έδερνα. Η σκηνή ήταν για την πάρτη μου, αλώνιζα, τίναζα τη μαλλούρα μου πέρα δώθε και ξεσάλωνα κι είχα κι εγώ τις στιγμές της δόξας μου. Σάρωνα την ταστιέρα της Rickenbacker 4001 κι όταν χτυπούσα με μανία τις χορδές ήταν θαρρείς και σκότωνα κουνούπια, το ένα μετά το άλλο. Και το δεξί μου χέρι πήγαινε σαν ανεμόμυλος πάνω στο μπάσο. Κι έγραφα και μουσική – η κλασική παιδεία που λέγαμε, μπορούσα να μιλάω για ώρες για Μπαχ, Τσαϊκόφσκι, Μπετόβεν και, φυσικά, για Jethro Tull… Κινητήρια δύναμη των Metallica, έγραψαν για μένα, με ισχυρή παρουσία, έντονη προσωπικότητα, ένας ολοκληρωμένος μουσικός, η μηχανή πίσω από τους James και Kirk, μοναδικός παρτενέρ του Lars. Ο Jimi Hendrix του μπάσου, διάβασα κάπου. Ωραία λόγια! Βέβαια, δεν ήταν τυχαίο. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ή, όλα είναι τυχαία. Όχι, ρε σεις, να το παινευτώ, αλλά ένα εξαωράκι εξάσκηση την ημέρα το είχα για πλάκα. Ακόμα κι όταν αρχίσαμε να πιάνουμε λιγάκι την καλή. Ήμουν ο μόνος από τα παιδιά που μπορούσα να γράψω νότες σε πεντάγραμμο, ξέρετε, αυτό το τετραδιάκι με το κλειδί του σολ στην αρχή. Κι ήμουν σωστός στο μέτρημα…

Κι ήμουν μόνο εικοσιπέντε χρονών. Δεν πρόλαβα τα κονομήσω χοντρά, αλλά δεν βαριέσαι. Όλα τυχερά είναι. Μου φτάνει που τώρα είμαι αραχτός περιαυτολογώντας ενώ δεν θα έπρεπε – στην ουσία είμαι σεμνό και ντροπαλό παιδί. Ρωτήστε και τους γέρους μου. Εξάλλου τα λένε άλλοι. Και στο κάτω κάτω, το μόνο σίγουρο στη ζωή είναι ότι θα πεθάνουμε. Όλοι. Ό,τι και να γίνει, άλλος αργά, άλλος γρήγορα, όλοι θα πεθάνουμε. Αλλά, γαμώ το κέρατό μου, γαμώ, ήταν ανάγκη εμένα να μου συμβεί τόσο γρήγορα;


image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1