Συνέντευξη στη Φαίη Φραγκισκάτου
Πρωτοπόροι στην Ελλάδα της μίξης της παραδοσιακής μουσικής με την ψυχεδέλεια, το πανκ και την electronica, η Κρίστη Στασινοπούλου και ο Στάθης Καλυβιώτης γυρνούν εδώ και χρόνια τον κόσμο με την μουσική τους, παίζοντας σε μουσικά φεστιβάλ σε όλες τις άκρες του πλανήτη, σε θρυλικά live music clubs και συναυλιακούς χώρους της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Οι 6 δίσκοι τους, σε μουσική του Στάθη και στίχους της Κρίστης έχουν πάρει τις καλύτερες κριτικές και διακρίσεις από τον διεθνή μουσικό τύπο και από τους πιο έγκυρους ραδιοφωνικούς παραγωγούς των μουσικών ραδιοφώνων του κόσμου, ενώ κομμάτια τους συμπεριλαμβάνονται σε πάρα πολλά άλμπουμ-συλλογές ανάμεσα σε κομμάτια των πιο σημαντικών ονομάτων της world music σκηνής. Το μουσικό ταξίδι του ηλεκτρονικο-ακουστικού ντουέτου, που εδώ και είκοσι περίπου χρόνια μπλέκει δημιουργικά την μουσική τεχνολογία του 21 αιώνα με τις πιο αρχαίες, «σαμανικές» μουσικές παραδόσεις και με την ποιητική παράδοση του ελληνικού στίχου, συνεχίζεται.
Πρόσφατα είχαμε τη χαρά στο Merlin's να κάνουμε μια κουβέντα μαζί τους για τον βιωματικό χαρακτήρα της μουσικής και τη διάδοσή της .
Πριν λίγα χρόνια το θρυλικό fRoots φιλοξένησε ένα αφιέρωμα για το άλμπουμ σας ''Greekadelia''. Αυτό που σήμερα ονομάζουμε φολκ μουσική πιστεύετε ότι μπορεί να μπει σε πλαίσιο;
-
ΣΤΑΘΗΣ: Το fRoots μας έχει τιμήσει με πολύ καλές κριτικές, συνεντεύξεις και εξώφυλλα, όχι μόνο για το ''Greekadelia'', που περιείχε διασκευές παραδοσιακών τραγουδιών, αλλά και για τα προηγούμενά μας, «Τα Μυστικά των Βράχων», το «Ταξιδοσκόπιο», κλπ, και για το τελευταίο μας, το «Νυν», δίσκους που περιέχουν δικά μας τραγούδια. Ο Ιαν Αντερσον, εκδότης του περιοδικού, ήταν εκείνος που επινόησε και πρώτο-χρησιμοποίησε τον όρο greekadelic σε μια κριτική του για έναν από τους δίσκους μας αυτούς, θέλοντας να περιγράψει το γενικό άκουσμα με μία λέξη. Κι έτσι αποτύπωσε σε αυτόν τον όρο τις επιρροές μας από ψυχεδέλεια, αλλά και από την ελληνική, και όχι μόνο, φολκ μουσική. Μια μουσική που μας αρέσει, την ακούμε, την μελετάμε και χρησιμοποιούμε στοιχεία της στη μουσική μας εδώ και πολλά χρόνια.
ΚΡΙΣΤΗ: Φολκ ονομάζουμε γενικά την τοπική μουσική του κάθε λαού που πηγάζει μέσα από την λαϊκή μουσική του παράδοση και εξελίσσεται στον χρόνο. Σταθερό και αναλλοίωτο πλαίσιο σε αυτή την εξέλιξη δεν μπορεί να υπάρχει, αφού η μουσική πάει παρέα με τα βιώματα των ανθρώπων, την καθημερινότητα και κυρίως το ηχητικό τοπίο γύρω μας, πράγματα δηλαδή που συνεχώς αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου.
Το περιβάλλον της σκηνής που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε underground στην Αθήνα (από το οποίο προέρχεστε), παραμένει ανοιχτό στην πρωτότυπη μουσική δημιουργία ή λίγο-πολύ έχει κλείσει τον κύκλο του;
-
ΚΡΙΣΤΗ: Γενικά στην τέχνη οι έννοιες του underground και του mainstream είναι θολές και εναλλασσόμενες. Το χτεσινό underground γίνεται σημερινό mainstream και πάει λέγοντας, το παρακολουθώ να συμβαίνει εδώ και δεκαετίες. Συχνά βέβαια κολλάμε από συναισθηματισμό σε μουσικές φόρμες και ήχο που πρώτο-έσκασε ως underground και συνεχίζουμε να το αισθανόμαστε ως τέτοιο για πάντα. Δεν πα να το ακούς πια σε όλα τα ραδιοφωνικά playlists, σε διαφημιστικά σποτς, ακόμα και σε κομματικές συγκεντρώσεις, ακόμα και στα σούπερ μάρκετ, όμως underground συνεχίζει να ονομάζεται κι ας μην είναι πια. Underground για μένα σημαίνει, να παίζεις για πενήντα, για εκατό το πολύ άτομα και να νιώθεις απολύτως εντάξει, που παίζεις για το δικό σου και μόνο, πιστό και αφοσιωμένο κοινό. Όταν αυτό το στάδιο περάσει και αρχίσεις να γεμίζεις στάδια, να αμείβεσαι αδρά, να πηγαίνεις αναγκαστικά με τους νόμους της μουσικής αγοράς κλπ, δεν είσαι πια underground, είσαι ένα ακόμα μέρος του μουσικού κατεστημένου. Και όχι ότι το θεωρώ κακό αυτό. Ο καθένας είναι ελεύθερος να ακούει ή να παράγει, ότι μουσική θέλει, και δεν μου αρέσει η πόλωση, κι ακόμα περισσότερο, δεν μού αρέσει η πόλωση στη μουσική και στην τέχνη γενικότερα.
ΣΤΑΘΗΣ : Κάποιοι που γνωρίζω απο την σκηνή είναι ανοιχτοί στην πρωτότυπη μουσική δημιουργία, αλλά οι περισσότεροι και ιδιαίτερα το ακροατήριο, θα έλεγα πως όχι, δεν είναι. Η αλήθεια είναι ότι μού λείπουν μουσικές πρωτάκουστες, μουσικές που με κάνουν να νοιώσω πάρα πολύ έντονα συναισθήματα, σαν να αλλάζει ξαφνικά ο κόσμος. Τα τελευταία χρόνια νοιώθω τέτοια έντονα συναισθήματα ακούγοντας παραδοσιακές μουσικές. Το ότι μου συμβαίνει ιδιαίτερα σπάνια αυτό με καινούργια σχήματα και μουσικές, δεν έχω καταλήξει αν οφείλεται στο ότι μεγάλωσα και έχω περισσότερα ακούσματα και μεγαλύτερες απαιτήσεις ή αν φταίει το ότι πρόλαβα μοναδικές, ενδιαφέρουσες και πλούσιες μουσικά εποχές.
Τον περασμένο χρόνο δόθηκε δημοσιότητα στην μουσική της Ηπείρου μέσα από τη κυκλοφορία στα ελληνικά του βιβλίου του Christopher King ''Lament from Epirus''. Η σχέση παράδοσης και πρωτότυπης μουσικής έκφρασης μπορεί να διαμεσολαβηθεί και με αυτόν τον τρόπο η παραδοσιακή ελληνική μουσική να διαδοθεί μέσα από αναλυτικά σχήματα;
ΚΡΙΣΤΗ: Εδώ έχουμε ένα ενδιαφέρον παράδειγμα ενός πράγματος που συχνά συμβαίνει και όχι μόνο εδώ στην Ελλάδα. Εμείς οι ίδιοι, είτε από άγνοια είτε από κόμπλεξ, δεν δίνουμε σημασία σε ένα εκπληκτικής γοητείας μουσικό είδος, έναν θησαυρό που μπορεί και να ακούγεται εδώ πλάι μας, στη συγκεκριμένη περίπτωση στα χωριά και στα πανηγύρια της Ηπείρου. Αλλά μόλις το ξετρυπώσει και ασχοληθεί με αυτό το είδος και το ονοματίσει «θησαυρό» ένας Αμερικάνος, τότε αλλάζουμε γνώμη, ψηνόμαστε και ενθουσιαζόμαστε κι εμείς.
ΣΤΑΘΗΣ: Κάτι αντίστοιχο βέβαια συνέβη και με τα μπλουζ. Και οι Αμερικάνοι τα έμαθαν παιγμένα από λευκούς Βρετανούς στα 60s. Υπάρχουν και πολλά άλλα τέτοια παραδείγματα, που δείχνουν άλλη μια κοινή πανανθρώπινη συμπεριφορά και αντιμετώπιση.
Θα μας πείτε δυο λόγια για την αρχή του κοινού μουσικού σας ταξιδιού στα τέλη της δεκαετίας του 90 και για τον τρόπο που εξελίχθηκε;
ΚΡΙΣΤΗ: Το κοινό μουσικό μας ταξίδι ξεκίνησε το 1989, όταν πρωτογνωριστήκαμε με τον Στάθη και μαζί με τους Βαγγέλη Βέκιο και Κωστή Αναγνωστόπουλο φτιάξαμε τους «Σελάνα». Ήταν μια μπάντα με δωρικό, ηλεκτρικό, γκαράζ ήχο, με ελληνικό στίχο και με κομμάτια πάνω σε κλίμακες και ρυθμούς παραδοσιακούς, παιγμένα όμως με τα δικά μας όργανα, αισθητική και ιδεολογία. Τότε ήταν, όπως είπα και πάρα πάνω, που παίζαμε το πολύ για πενήντα, εκατό, άντε διακόσιους ανθρώπους. Στο Αν στα Εξάρχεια, σε ανοιχτές αυτοσχέδιες συναυλίες στον λόφο του Στρέφη, στο Ρόδον, στο θρυλικό Ροκ φεστιβάλ της Μυκόνου κλπ. Ο Παύλος Σιδηρόπουλος, μας πήρε κατόπιν και παίζαμε suport στις συναυλίες του. Οι πειραματισμοί μας εκείνης της εποχής, πάνω σε έναν δικό μας εθνοπάνκ ήχο, που να πατάει στην παραδοσιακή μουσική, έχουν γίνει πλέον σήμερα mainstream. Ακούμε διάφορες σημερινές μπάντες πολύ καλών προθέσεων, με ωραίο ήχο και γούστο και λέμε κοίτα, παίζουν όπως εμείς τότε, και αισθανόμαστε χαρά και μαζί και κάποια υπερηφάνεια για όλο αυτό.
Όταν οι «Σελάνα» διαλύθηκαν, μείναμε με τον Στάθη οι δυο μας. Φτιάξαμε άλλες μπάντες, γράψαμε καινούργια τραγούδια, παίζαμε όπου μπορούσαμε στα μικρά κλαμπ της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, στο Αν, στο Μύλο κλπ. Με πολλές δυσκολίες και αντιρρήσεις των τότε δισκογραφικών εταιριών και των διαφόρων παραγόντων της ελληνικής σκηνής, που μας πρότειναν κάθε τόσο να κάνουμε διάφορες σαχλαμάρες, βγάλαμε τελικά τον πρώτο μας κοινό δίσκο, στην μικρή ανεξάρτητη εταιρία ΘΕΣΙΣ, την μόνη που μας ήθελε έτσι όπως ήμασταν. Εντελώς ερήμην μας ο δίσκος, άρεσε στο εξωτερικό και άρχισαν οι προσκλήσεις από τα διεθνή μουσικά φεστιβάλ, τα κλαμπ και τους συναυλιακούς χώρους του κόσμου. Έτσι… από underground στη χώρα μας, μπήκαμε κι εμείς στο Billboard, στα ευρωπαϊκά και τα Αμερικάνικα ραδιοφωνικά charts και της παγκόσμιας world music σκηνής. Έκτοτε, είτε με την εκάστοτε μπάντα μας, που είναι πάνω κάτω τα ίδια άτομα εδώ και είκοσι χρόνια, είτε με ξένους φίλους μουσικούς, είτε και μόνοι μας ως ηλεκτρονικό-ακουστικό ντουέτο γυρίσαμε και γυρνάμε τον κόσμο με τη μουσική μας.
Αυτόν τον χειμώνα θα έχουμε τη χαρά να σας ακούσουμε ζωντανά κάπου;
ΚΡΙΣΤΗ: Ετοιμάζουμε να παρουσιάσουμε και κάτι διαφορετικό από τις συνηθισμένες μας συναυλίες. Βραδιές διήγησης μαζί με μουσική. Εδώ και χρόνια το σκέφτομαι, καθώς μαζεύονται όλο και πιο πολλά γραπτά μου, ανέκδοτα για την ώρα. Από τα αυτοβιογραφικά «Ημερολόγια On The Road», τις θεματικές σειρές «Στα Μονοπάτια των Κυκλάδων», «Ινδοσκόπιο», «Παρατηρώντας τα Ζώα» κλπ, μέχρι παραμύθια επιστημονικής φαντασίας, κείμενα για τη φύση, κλπ. Δεν ξέρω ακόμα ποια απ’ τα κείμενα αυτά να διαλέξω και με ποιες από τις πάμπολλες μουσικές ιδέες, μουσικά θέματα και ανέκδοτα τραγούδια να τα μπλέξουμε… σε μια τέτοιου είδους παρουσίαση. Κι επίσης υπάρχει και ένα τεράστιο, δικό μας, οπτικό υλικό, μαζεμένο από μακρινές άκρες του κόσμου, από άγονα τοπία του Αιγαίου, από φινιστρίνια αεροπορικών θέσεων, από τις οτοστράτες της Ευρώπης, το οποίο σκεφτόμαστε επίσης να χρησιμοποιήσουμε.
ΣΤΑΘΗΣ: Κάτι τέτοιο, το δοκιμάσαμε ήδη το προηγούμενο καλοκαίρι στην Αυστρία, όπου συνοδέψαμε μουσικά τον Αυστριακό συγγραφέα Μικαέλ Κέλμάϊερ σε δικές του βραδιές ανάγνωσης. Ήταν τόσο μεγάλη η γκάμα των μουσικών ειδών, των ηχοχρωμάτων και των τραγουδιών που είχαμε την ευκαιρία να παίξουμε σε κείνες τις παραστάσεις, ανάλογα με την ατμόσφαιρα της κάθε στιγμής της διήγησης, που νιώσαμε μια μεγάλη και πολύ ωραία μουσική ελευθερία. Γι’ αυτό και θέλουμε να πειραματιστούμε πάλι πάνω σε κάτι τέτοιο, αυτή τη φορά με δικά μας κείμενα.
Φαίη Φραγκισκάτου
Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
Φαίη Φραγκισκάτου
Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
Φαίη Φραγκισκάτου
Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.