Γράφει ο Παναγιώτης Ξηρουχάκης
Είναι η χρονιά του 1991 και η Γιουγκοσλαβία φλέγεται. Το πολυεθνικό κομμουνιστικό κράτος που δημιουργήθηκε μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου διαλύεται. Οι περισσότερες δημοκρατίες του (με πρώτη τη Σλοβενία) κήρυξαν ανεξαρτησία από τη Γιουγκοσλαβία. Αρχικά, ο Γιουγκοσλαβικός Λαϊκός Στρατός (JNA), προσπάθησε να διατηρήσει την ενότητα ολόκληρης της χώρας αλλά απέτυχε. Επίσης από τον JNA αποχώρησαν οι Σλοβένοι, οι Κροάτες, οι Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου, οι Βόσνιοι και οι Βόρειοι Μακεδόνες. Ό,τι απέμεινε, δηλαδή ο σερβικός στρατός, προσπάθησε στη συνέχεια να αποσπάσει από την Κροατία και τη Βοσνία εδάφη στα οποία κατοικούσαν πληθυσμοί σέρβικης καταγωγής. Οι συγκρούσεις επεκτάθηκαν στο Κόσοβο αλλά και στη Μακεδονία. Το παγκόσμιο σοκ από την πρωτοφανή γενικευμένη σφαγή στο κέντρο της «πολιτισμένης» Ευρώπης ήταν τεράστιο. Η σύγκρουση έληξε τελικά το 2001 με 140.000 νεκρούς.
Τζάκι Μπάνι Άρκλοβ
Η διεθνοποίηση της κρίσης έκανε γνωστό (έστω και επιφανειακά) τον πολιτισμό της Γιουγκοσλαβίας, καθώς τότε έγινε μόδα παγκοσμίως η γιουγκοσλαβική τέχνη. Καλλιτέχνες όπως ο Μπρέγκοβιτς και ο Κουστουρίτσα έγιναν διεθνείς αστέρες, μαζί με αρκετούς άλλους . Ήταν μια πολιτισμική παράπλευρη συνέπεια του πολέμου. H Γιουγκοσλαβία δεν ήταν τμήμα του ανατολικού μπλοκ και αν κομουνιστικό κράτος είχε ακολουθήσει πολιτική ανεξάρτητη από την ΕΣΣΔ. Η επίδραση της ροκ κουλτούρας αλλά και της υποκουλτούρας (πανκ, industrial, new wave, κλπ) ήταν μεγαλύτερη εκεί από οπουδήποτε αλλού στο ανατολικό μπλοκ όπου αντιμετωπιζόταν γενικά με καχυποψία σαν καπιταλιστικό προϊόν και σαν μέσο πολιτισμικής ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας. Αντίθετα, τα γιουγκοσλαβικά ΜΜΕ στήριξαν και προώθησαν το ροκ.
Το ροκ υποστηρίχθηκε σχετικά από τις κομμουνιστικές αρχές ενώ και οι στίχοι που επέκριναν την κομμουνιστική ηγεσία ήταν συχνά ανεκτοί. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για τα γκρουπ του πανκ, του new wave αλλά και του βιομηχανικού ήχου. Για παράδειγμα, συχνά οι αρχές διοργάνωναν συναυλίες και φεστιβάλ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα κινήματα του φουτουρισμού, του ντανταϊσμού, του σουρεαλισμού κλπ, ενώ στην Ελλάδα ήταν σχετικά άγνωστα στο ευρύ κοινό, εκεί ήταν βασικό συστατικό της πολιτισμικής κληρονομιάς του κομμουνιστικού κράτους. Αυτές οι πολιτισμικές γνώσεις των νέων, συνδυάστηκαν με τη δυτική ροκ και underground κουλτούρα, ενώ από κάποια γκρουπ προστέθηκαν παραδοσιακά στοιχεία (όπως π.χ. ορθόδοξη μουσική) στην εκρηκτική μίξη αυτού που τελικά ονομάστηκε με το γενικό όρο yugorock και που πριν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας αποτελούσε την πιο δημοφιλή μουσική όλου του ανατολικού μπλοκ. Ιδιαίτερη επιρροή ασκούσε και ο γιουγκοσλαβικός κινηματογράφος, ο οποίος επίσης είχε απορροφήσει στοιχεία του δυτικού.
Επιστρέφοντας στην πολεμική σύγκρουση, τελικά οι Σέρβοι ηττήθηκαν στην Κροατία ενώ ο πόλεμος στη Βοσνία έληξε «ισόπαλα» (με διχοτόμηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης σε Ομοσπονδία Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και Σερβικής Δημοκρατίας) με παρέμβαση των ΗΠΑ και όταν οι έως τότε εχθροί Βόσνιοι μουσουλμάνοι και Κροάτες συμμάχησαν ενάντια στους Σερβοβόσνιους. Από την πλευρά των Σέρβων, το βάρος της σύγκρουσης επωμίστηκαν κυρίως οι Σερβοβόσνιοι και οι Σερβοκροάτες. Μετά την ήττα στην Κροατία, περίπου 300.000 Σερβοκροάτες κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη Σερβία. Τόσο οι Σέρβοι όσο και οι Κροάτες κατηγορήθηκαν για εγκλήματα πολέμου. Στη διάρκεια των συγκρούσεων στο Κόσοβο, το 1999 το ΝΑΤΟ είχε βομβαρδίσει τη Σερβία.
Ο Αρκάν (αριστερά) επιθεωρεί εθνικιστική μονάδα από τους Τίγρεις του
Έχω διαβάσει αρκετές μελέτες για τον ρόλο διάφορων ομάδων (και γι’ αυτό στο παρόν άρθρο δε θα επεκταθούμε σε αυτές) στον πόλεμο, όπως οι χούλιγκαν και οι ξένοι εθελοντές. Θα λέγαμε ότι για τα δεδομένα της μέχρις τότε καταγεγραμμένης στρατιωτικής ιστορίας, αυτοί ήταν περίεργοι «μαχητές». Η πρώτη περίπτωση έχει την τιμητική της στην ελληνική βιβλιογραφία και αφορά ειδικά εκείνους που στελέχωσαν τις «Τίγρεις του Αρκάν», μια εθνικιστική οργάνωση που τα μέλη της προέρχονταν κυρίως από Σέρβους χούλιγκαν. Η δεύτερη κατηγορία αφορά μια διεθνοποίηση της σύγκρουσης, καθώς Ρώσοι και Έλληνες εθνικιστές, για παράδειγμα, πολέμησαν στο πλευρό των Σέρβων, Άραβες μουσουλμάνοι (και μέλη της Αλ Κάιντα) στο πλευρό των Βόσνιων, νεοναζί Ευρωπαίοι στο πλευρό των Κροατών κλπ. Μάλιστα, κάτι που δεν είναι γνωστό είναι η περίπτωση ενός μαύρου (!) νεοναζί από τη Σουηδία που πολέμησε στο πλευρό των Κροατών και καταδικάστηκε.
Μιλάμε για τον Τζάκι Μπάνι Άρκλοβ ο οποίος, παρότι η μάνα του ήταν Λιβεριανή και εκείνος όχι και τόσο «λευκός», πολέμησε με ιδιαίτερο φανατισμό και συμμετείχε σε βασανιστήρια που πραγματοποιήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Βοσνία. Από τα παραπάνω καταλαβαίνουμε τι είδους άνθρωποι συναθροίζονταν εκεί και γιατί η ανθρωποσφαγή πήρε τόσο μεγάλη έκταση.
Tέλος, ακροδεξιοί με γιουγκοσλαβικής καταγωγής τη πολέμησαν με όλες τις πλευρές, κυρίως σε παραστρατιωτικές οργανώσεις. Τέτοια περίπτωση είναι οι Croatian Defence Forces (CDF) που θεωρούσαν ότι ήταν συνεχιστές των ακροδεξιών Ουστάσι, της κροατικής φασιστικής οργάνωσης που είχε συνεργαστεί με τον Χίτλερ. Όπως ήταν φυσικό, οι «Τίγρεις του Αρκάν» είχαν ως πρότυπο την ακροδεξιά οργάνωση των Τσέτνικ, των Σέρνων φιλοβασιλικών και εθνικιστών που έδρασαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όλοι οι παραπάνω διέπραξαν αρκετά εγκλήματα πολέμου.
Τι έκαναν όμως οι καλλιτέχνες στον πόλεμο. Ποιος ήταν ο ρόλος τους; Αυτό είναι ένα θέμα που πιστεύω ότι αξίζει περαιτέρω διερεύνησης.
ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΟΣ
Οι περισσότεροι ροκ καλλιτέχνες στράφηκαν ενάντια στον πόλεμο και τον εθνικισμό και συχνά απαγορεύτηκαν από τα κυρίαρχα μέσα (όπως οι Rimtutituki ένα «σούπερ γκρούπ» που είχαν δημιουργήσει μέλη γνωστών σέρβικων ροκ συγκροτημάτων σαν αντιπολεμικό project). Στη Σερβία, πολλοί πάνκηδες που έμειναν πιστοί στις πεποιθήσεις τους ξυλοκοπήθηκαν από Σέρβους φασίστες. Πολλοί αρνήθηκαν να υπηρετήσουν, ενώ άλλοι λιποτάκτησαν. Αναφέρω ενδεικτικά τον Σέρβο ποιητή και πανκ μουσικό, τον ντανταιστή Μπάντα Ντάντα, ο οποίος προήλθε από την πανκ σκηνή του Νοβι Σαντ και που προκειμένου να μην πολεμήσει έφυγε και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του στην Ουγγαρία (απεβίωσε το 2004).
Γενικά, υπάρχει μία τάση που παρουσιάζει συνολικά τους Σέρβους σαν εθνικιστές και πολεμοκάπηλους, αλλά όπως διαπιστώσαμε αυτό δεν έχει σχέση με την αλήθεια. Τα ίδια περίπου έγιναν στη Σλοβενία και την Κροατία. Παντού υπήρχαν φωνές πολιτικές και πολιτισμικές ενάντια στους πολεμοκάπηλους «πατριώτες».
Ένα άλλο αντιπολεμικό παράδειγμα είναι η συλλογή The Best of Rock za Hrvatsku (Rock for Croatia), ενώ το 1994 οι πρωτοπόροι του industrial Laibach κυκλοφόρησαν ένα αντιπολεμικό άλμπουμ με διασκευές ξένων αντιπολεμικών τραγουδιών με τον προφανώς ειρωνικό τίτλο «ΝΑΤΟ».
To ροκ συνέχισε να υπάρχει και στο πολιορκημένο Σεράγεβο (στα υπόγεια βέβαια), όπου για να εμψυχώσει το δύστυχο κόσμο (στη διάρκεια της πολιορκίας περίπου 13.000 κάτοικοι σκοτώθηκαν από τις σερβοβοσνιακές δυνάμεις) εμφανίστηκε και ο τραγουδιστής των Iron Maiden, Bruce Dickinson).
Ωστόσο, η πικρή αλήθεια είναι ότι δεν ήταν λίγοι εκείνοι που στράφηκαν στον εθνικισμό. Πολέμησαν πολιτισμικά μέσω της τέχνης τους εχθρούς τους, αλλά μερικοί πολέμησαν κυριολεκτικά. Ακόμα και πάνκηδες - κυρίως στην Κροατία. Κάποιοι έδωσαν συναυλίες για να εμψυχώσουν τον κροατικό στρατό, όμως άλλοι πήραν τα όπλα. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Σάταν Πανόνσκι ένας πανκ ποιητής, δηλωμένος ομοφιλόφυλλος και αντιμιλιταριστής που το 1992 πέθανε στον πόλεμο έχοντας μεταμορφωθεί σε Κροάτη εθνικιστή. Ήταν μία φυσιογνωμία που έμοιαζε με τον θρυλικό Αμερικανό GG Allen. Όπως ο τελευταίος, στη διάρκεια των live του ο Σάταν έσπαγε μπουκάλια στο κεφάλι του. Πρόσφατα κυκλοφόρησε στην Ελλάδα ένα κόμικ για τη ζωή του με τίτλο Satan Panonski (Ο Σατανάς της Πανωνίας) από τις εκδόσεις Θείο Τραγί.
Σάταν Πανόνσκι
Οι Mizar αποτελούν ένα καλά κρυμμένο μυστικό για το κοινό της Ελλάδας. Ενώ άλλοι έγιναν πολύ γνωστοί (Μπρέγκοβιτς και Laibach), οι συγκεκριμένοι είναι παντελώς άγνωστοι, αν και στη Γιουγκοσλαβία ήταν πολύ δημοφιλείς. Ο λόγος; Μα φυσικά επειδή κατάγονταν από τη Βόρεια Μακεδονία και υπήρξαν θιασώτες της αυτονόμησης της δημοκρατίας τους, ενώ έχουν γράψει και ένα τραγούδι για τις διώξεις των ομοεθνών τους από το ελληνικό κράτος στη διάρκεια του ελληνικού εμφυλίου. Κάποιοι, βέβαια, μπορεί να του θεωρήσουν εθνικιστές. Όπως και να έχει, το 1980 κυκλοφόρησαν μερικούς από τους καλύτερους gothic δίσκους διεθνώς (συνδυάζοντας με ανεπανάληπτο τρόπο gothic, post punk και ορθόδοξη χριστιανική μουσική). Κάποια μέλη τους δημιούργησαν τους Αnastasia και έγραψαν το soundtrack της ταινίας Before the Rain, η οποία κέρδισε πήρε Όσκαρ το 1994 και η μπάντα έγινε παγκοσμίως γνωστή. Όπως όμως προείπα, οι Mizar στην Ελλάδα έφαγαν μάλλον απαγορευτικό για τους προφανείς λόγους.
Οι Riblja Čorba αποτελούν το δημοφιλέστερο σέρβικο γκρουπ με μακρά καριέρα που ξεκινά από τα χρόνια της Γιουγκοσλαβίας. Με τη διάλυση της χώρας, ο τραγουδιστής Μπόρα Ντόρντεβιτς έγινε ενεργός υποστηρικτής του σερβικού εθνικισμού. Με την μπάντα Knin Minđušari έγραψε το ειρωνικό τραγούδι «Σύντροφέ μου από το Ζάγκρεμπ», ως απάντηση στο φιλειρηνικό τραγούδι του Κροάτη Γιούρα Στούμπλιτς «Σύντροφέ μου από το Βελιγράδι». Αν και Σέρβος εθνικιστής, τελικά στράφηκε ενάντια στον Μιλόσεβιτς και ορισμένα τραγούδια του έγιναν ύμνοι στις διαδηλώσεις εναντίον του τελευταίου. Πάντως, ενδεικτικό του μίσους εκείνων των καιρών είναι ότι στις 22 Δεκεμβρίου 1997 η μπάντα προσπάθησε να δώσει συναυλία στη Λιουμπλιάνα, αλλά οι σλοβενικές αρχές αρνήθηκαν να εκδώσουν βίζα στα μέλη της μπάντας εξαιτίας των πολιτικών δηλώσεων του Djorđević. Περιττό να πούμε ότι οι Riblja Čorba έχασαν τους οπαδούς τους στις άλλες δημοκρατίες της Γιουγκοσλαβίας, αλλά παραμένουν πολύ δημοφιλείς στη Σερβία.
Μπόρα Ντόρντεβιτς
Ο Κουστουρίτσα αποτελεί μία άλλη περίπτωση. Ξεκίνησε από το βοσνιακό underground του θρυλικού κινήματος του Νέου Πρωτογονισμού.To όνομα προήλθε σαν σάτιρα για το κίνημα του Νεορομαντισμού και της Νέας Σλοβενικής Τέχνης (NSK) που είχε δημιουργηθεί το 1984 από τους Σλοβένους Laibach και κάποιες άλλες πολιτικοπολιτισμικές σλοβενικές ομάδες. Στον πολιτισμό «Kunst» των Σλοβένων, οι Βόσνιοι αντέτασσαν ειρωνικά τη βαρβαρότητα, καθώς οι πρώτοι (και στο σημείο αυτό δεν εννοώ το κίνημα NSK, αλλά μιλάω για γενικές εθνικές προκαταλήψεις) γενικά αντιμετώπιζαν τους τελευταίους σαν πρωτόγονους. Ο Μπρέγκοβιτς ξεκίνησε την καριέρα του από το συγκρότημα Bijelo Dugme που ανήκε στον Νέο Πρωτογονισμό. Ίσως εξαιτίας αυτού του παρελθόντος, ο Κουστουρίτσα επέμενε ότι δεν ήταν Σερβοβόσνιος αλλά Γιουγκοσλάβος. Όμως, η αλήθεια για τον μεγάλο αυτόν σκηνοθέτη είναι ότι πάντα έκλεινε το μάτι του στη Σερβία. Το Underground, η εν γένει αντιπολεμική ταινία του που χρηματοδοτήθηκε από τη σέρβικη τηλεόραση, περιλαμβάνει φιλοσερβική προπαγάνδα, την οποία ο σκηνοθέτης αποδίδει με έξυπνο τρόπο.
H αλήθεια είναι ότι όσον αφορά τον σερβοβοσνιακό πόλεμο και παρά τους αντιπολεμικούς τόνους της ταινίας, οι Σερβοβόσνιοι και οι Βόσνιοι μουσουλμάνοι παρουσιάζονται εξίσου επιθετικοί, ενώ στην πραγματικότητα η σέρβικη πλευρά ήταν πολύ πιο επιθετική. Γενικά, το Underground έχει επικριθεί ως προπαγάνδα υπέρ των Σερβοβόσνιων στον πόλεμο της Βοσνίας. Ο ίδιος ο Κουστουρίτσα πάντως δεν αποδέχεται αυτήν την κριτική.
Ο Πράλιακ τη στιγμή που αυτοκτονεί ενώπιον του Δικαστηρίου της Χάγης καταπίνοντας δηλητήριο
«Ο Σλόμπονταν Πράλιακ δεν είναι εγκληματίας πολέμου, απορρίπτω με περιφρόνηση την ετυμηγορία σας». Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια του καταδικασμένου για εγκλήματα πολέμου Κροάτη της Βοσνίας στην αίθουσα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου της Χάγης. Είναι 29 Νοεμβρίου του 2017. Αμέσως μετά, ο Πράλιακ έβγαλε από την τσέπη του ένα φιαλίδιο με δηλητήριο και το κατάπιε σε ζωντανή σύνδεση σοκάροντας τους πάντες. Είχε προηγηθεί η ανακοίνωση της ετυμηγορίας που επιβεβαίωνε την καταδίκη του σε 20ετή κάθειρξη για εγκλήματα πολέμου και για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, τα οποία είχε διαπράξει στη διάρκεια της κροατομουσουλμανικής σύγκρουσης (1993-1994), στο πλαίσιο του πολέμου στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (1992-1995).Ο Πράλιακ υπήρξε στο παρελθόν σκηνοθέτης και με το ξέσπασμα του πολέμου υπηρέτησε σε μια μονάδα στελεχωμένη από καλλιτέχνες. Καταδικάστηκε επειδή είχε διατάξει τον βομβαρδισμό μιας μουσουλμανικής ιστορικής γέφυρας.
Τα χρόνια του πολέμου πολλά ξένα συγκροτήματα έπαιξαν στη Γιουγκοσλαβία. Περιττό να πούμε ότι ελληνικά συγκροτήματα έπαιζαν στη Σερβία και όχι πάντα για αντιπολεμικούς λόγους, αλλά για να δείξουν την αλληλεγγύη τους απέναντι στους Σέρβους. Περιττό να περιγράψω τη φρενίτιδά της ελληνοσερβικής φιλίας που κυρίευσε τόσο τη δεξιά όσο και την αριστερά στη χώρα μας. Βέβαια, μετά τις αποκαλύψεις για τα φριχτά εγκλήματα της σερβικής πλευράς όπως, για παράδειγμα, των Σερβοβόσνιων στη Σρεμπρένιτσα, πολλοί προσπαθούν να ξεχάσουν εκείνη τη φιλία. Στα χρόνια του σερβοκροατικού πολέμου, οι Βρετανοί Death in June (έχουν κατηγορηθεί σαν φιλοφασίστες αν και οι ίδιοι το αρνούνται) εμφανίστηκαν στην Κροατία. Τέλος, εκτός από τον Dickinson στη Βοσνία εμφανίστηκε και η Joan Baez.
Ο Leonard Cohen ψυχαγωγεί Ισραηλινούς στρατιώτες παρουσία του σφαγέα των Αράβων Αριέλ Σαρόν κατά τον Πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Ο Πόλεμος της Γιουγκοσλαβίας ήταν ένα περίεργος πόλεμος όσο αφορά την εργαλειοποίηση της «άγριας νεολαίας». Υπήρξε κινητοποίηση της άγριας νεολαίας κυρίως με τη στρατολόγηση οπαδών ποδοσφαιρικών ομάδων. Μη ξεχνάμε ότι της έκρηξης του πολέμου προηγήθηκαν συγκρούσεις Σέρβων και Κροατών οπαδών με πολλούς τραυματίες. Στις 13 Μαΐου 1990, ο Ζέλικο Ραζνάτοβιτς (ο γνωστός Αρκάν, ένας πρώην γκάνγκστερ με διεθνή καριέρα που δολοφονήθηκε το 2000 ) πήγε ως αρχηγός των «Delije», των οργανωμένων οπαδών του Ερυθρού Αστέρα, με 1.500 από αυτούς στο γήπεδο Μαξιμίρ του Ζάγκρεμπ. Τα επεισόδια μεταξύ των Σέρβων και των φανατικών της αντίπαλης πλευράς αποτέλεσαν πρόγευση για όσα έμελλε να συμβούν στα πεδία των μαχών. Στη συνέχεια, χούλιγκαν στελέχωσαν εθνικιστικές παραστρατιωτικές ομάδες – για παράδειγμα, αρκετοί «Delije» μεταπήδησαν στους «Τίγρεις του Αρκάν». Βέβαια, ο τελευταίος είχε ήδη δημιουργήσει την παραστρατιωτική ομάδα «Σερβική Φρουρά Εθελοντών» (από κάποιους οπαδούς του Ερυθρού Αστέρα ), η οποία τον Οκτώβριο του 1990 και πριν τα επεισόδια στο Ζάγκρεμπ είχε γίνει γνωστή σαν «Τίγρεις του Αρκάν» Η Ντάντα Βουγιασίνοβιτς (1964-1994), μια Σέρβα δημοσιογράφος που ήταν ενάντια στον πόλεμο, είχε τα κότσια να γράψει ένα άρθρο για τον Αρκάν και το παρελθόν του σαν γκάνγκστερ. Το 1994 βρέθηκε νεκρή και μολονότι οι αρχές αναφέρθηκαν σε αυτοκτονία, δεν έπεισαν κανέναν. Δεν ήταν η μόνη. Και άλλοι δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν τα χρόνια του πολέμου.
Η δολοφονημένη δημοσιογράφος ΝτάνταΒουγιασίνοβιτς
Η σχέση ποδοσφαίρου και εθνικισμού είναι καλά τεκμηριωμένη στη διεθνή βιβλιογραφία. Ενδεικτικά αναφέρω τον «πόλεμο του ποδοσφαίρου» μεταξύ Εκουαδόρ και Ονδούρας (1969) που ξεκίνησε από συγκρούσεις στα γήπεδα. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι το ποδόσφαιρο είναι μόνο η αφορμή, οι αιτίες είναι πάντα βαθύτερες.
Επιστρέφοντας στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, εκτός από τη γηπεδική υπήρξε και καλλιτεχνική κινητοποίηση από καλλιτέχνες που ξέχασαν εύκολα τα «διεθνιστικά» ιδεώδη της Γιουγκοσλαβίας και προσπάθησαν να προσηλυτίσουν σε εθνικιστικά μονοπάτια την «άγρια νεολαία». Βέβαια, προπαγάνδα υπάρχει από τα αρχαία χρόνια, αλλά για πρώτη φορά το ροκ, μια μουσική συνδεδεμένη ως επί το πλείστον με αντιπολεμικά ιδεώδη, χρησιμοποιήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 τόσο έντονα σαν προπαγανδιστικός μηχανισμός. Ως γνωστό, στις ΗΠΑ πολλοί ροκ αστέρες είχαν υποστηρίξει την επίθεση των ΗΠΑ στο Ιρακ (Πόλεμος του Κόλπου). Στη Γιουγκοσλαβία οι περισσότεροι ροκάδες αντιστάθηκαν στον πόλεμο με τις πολύ σημαντικές παραπάνω εξαιρέσεις. Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι σημαντικός σε περιόδους πολέμου για να προπαγανδίζει με άσματα τα εθνικά ιδεώδη και να κάνει πλύση εγκεφάλου.
Έτσι, ο πολύ κόσμος δεν γνωρίζει ότι ο Leonard Cohen που χαρακτηρίζεται ανθρωπιστής και διεθνιστής κατατάχθηκε εθελοντικά για τον πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ ψυχαγωγώντας για τους Ισραηλινούς στρατιώτες και τον Αριέλ Σαρόν στη διάρκεια των συγκρούσεων με τους Άραβες (για ευνόητους λόγους, η σελίδα του στη Wikipedia προσπερνά σχετικά ανώδυνα και συνοπτικά αυτή την περίοδο). Στον Πόλεμο των Φόκλαντ, επίσης κάποιοι Βρετανοί ρόκερ τάχθηκαν υπέρ του πολέμου. Αυτά πάντως ήταν περιορισμένα φαινόμενα.
Στη Γιουγκοσλαβία, η στράτευση κάποιων φιλοπόλεμων ρόκερ μπορεί να είχε αποτέλεσμα. Άλλο να λέει σε έναν νέο να πάει να πολεμήσει ένας Σέρβος παπάς και άλλο ένας αναγνωρισμένος ρόκερ όπως ο Ντόρντεβιτς, ο οποίος στη συνείδηση της νεολαίας ήταν ταυτισμένος με το περιθώριο και την αλητεία. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πλειοψηφία των μουσικών της ροκ αντιστάθηκε και μάλιστα με συνέπειες για αυτή την επιλογή. Όταν ο Κουστουρίτσα έπαιρνε χρήματα για να γυρίσει ταινία, οι αρχές απαγόρευσαν στο αντιπολεμικό συγκρότημα Rimtutituki να δώσει συναυλία και τότε η μπάντα χρησιμοποίησε ένα φορτηγό σαν σκηνή και περιφερόταν παίζοντας ζωντανά στους δρόμους του Βελιγραδίου.
Οι Rimtutituki και το φορτηγό τους
Ήταν το εθνικιστικό μίσος που συμπαρέσυρε τους υπόλοιπους ροκερ και τους ήρωες του underground ή μήπως συνέβαλε και η προπαγάνδα, της οποίας ίσως και οι ίδιοι ήταν θύματα; Το ενδιαφέρον είναι ότι στην προσπάθεια τους να δημιουργήσουν ανεξάρτητα αστικά κράτη, οι διάφοροι κομματικοί μηχανισμοί των δημοκρατιών της Γιουγκοσλαβίας χρησιμοποίησαν την αστική υποκουλτούρα, η οποία γεννήθηκε στο δυτικό πολιτισμό αλλά ευδοκίμησε και σε αυτή τη χώρα, όπως προείπαμε. Και έχει ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο οι κομουνιστικοί κομματικοί προπαγανδιστικοί μηχανισμοί που βρίσκονταν τότε στην εξουσία της κάθε δημοκρατίας, ενεργοποίησαν αυτόν τον κόσμο την κατάλληλη στιγμή για να συμπληρώσουν τις δυνάμεις τους στη μεταξύ τους πάλη (στη διάρκεια του Γιουγκοσλαβικού εμφυλίου αυτό έγινε πιο έντονα στον Σερβοκροατικό πόλεμο αλλά όχι μόνο σε αυτόν).
Ο Σέρβος εθνικιστής εγκληματίας πολέμου Αρκάν
Στην πραγματικότητα, ο πόλεμος μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας το 2014 έχει πολλές ομοιότητες. Και εκεί δεν κηρύχθηκε επίσημα πόλεμος. Και εκεί οι αντιμαχόμενοι βασίστηκαν αρκετά σε εθελοντική ή μισθοφορική στράτευση. Χούλιγκαν και ακροδεξιοί από τις δυο πλευρές βοήθησαν στο ξέσπασμα των συγκρούσεων, ενώ στη διάρκεια του πολέμου πολέμησαν πλάι στις επίσημες στρατιωτικές δυνάμεις. Διάφοροι καλλιτέχνες εκατέρωθεν επιδίδονταν σε πατριωτικά κρεσέντα, ενώ όποιοι στρέφονταν ενάντια στο μιλιταρισμό υφίσταντο ξυλοδαρμούς. Το συμπέρασμα είναι ότι από εδώ και πέρα, όπου ευδοκιμούν αυτές οι κουλτούρες, θα γίνονται προσπάθειες εργαλειοποίησής τους, με απώτερους γεωπολιτικούς στόχους (π.χ. προσέλκυση και στράτευση νέων, πολιτισμική «δικαίωση» και επικράτηση μέσω προπαγάνδας, πρόκληση επεισοδίων και εξεγέρσεων με πολιτική σκοπιμότητα που όμως δεν τα χρεώνεται κάποια επίσημη αρχή κλπ). Αυτό δεν μπορεί να συμβεί βέβαια σε θρησκευτικά κράτη, όπου αυτές οι κουλτούρες είναι απαγορευμένες (π.χ. Λιβύη, Ιράν κλπ) και η γεωπολιτισμική μάχη εκεί έχει περισσότερο θρησκευτικό πρόσημο.
Τι συνέβη όμως με την κληρονομιά της Γιουγκοσλαβικής τέχνης; Αν εξαιρέσουμε τον Εμίρ Κουστουρίτσα αλλά και τους Laibach που γνωρίζουν διεθνώς μεγάλη εμπορική επιτυχία, στις χώρες που διαδέχθηκαν τη Γιουγκοσλαβία η σημερινή πραγματικότητα είναι μάλλον καταθλιπτική, όχι τόσο σε ποσοτική παραγωγή, όσο σε ποιοτική. Γιατί αυτό το περίεργο και αντιφατικό είδος τέχνης που συνδύαζε το underground, την κρατική υποστήριξη και την πολυπολιτισμική συγχώνευση και ονομάστηκε Yugorock δεν πρόκειται να επαναληφθεί ξανά.
* Aυτό το άρθρο αφιερώνεται σε αυτούς που αντιστάθηκαν στον πόλεμο. Στους απλούς πολίτες, νέους και γέρους, γυναίκες και άντρες, οπαδούς και καλλιτέχνες που είπαν το δικό τους μεγάλο όχι παρά τις συνέπειες που είχαν.
ΠΗΓΕΣ
http://devedesete.net/rimtutituki-3/
https://en.wikipedia.org/wiki/New_wave_music_in_Yugoslavia
https://www.timesofisrael.com/leonard-cohen-my-father-and-me/
https://www.efsyn.gr/nisides/kare-kare/226679_o-antimilitaristis-poy-pethane-polemontas
https://trialinternational.org/latest-post/jackie-arklov/
https://balkaninsight.com/2016/07/20/serbian-anti-war-reporter-s-death-remains-a-mystery-07-19-2016/
https://www.nytimes.com/1997/01/17/world/rock-singer-s-raucous-role-serbia-s-jeer-leader.html
«Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΗΣ ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΑΣ. ΟΙ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΑΝ ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ 1991-2001, ΚΑΪΜΑΚΟΥΔΗΣ ΝΙΚΟΣ
«Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΤΟΥ ΣΑΡΑΓΕΒΟ», 1992-1996, Εκδότης ΚΑΜΙΟΝΕΤΑ