Νίκος Τριανταφυλλίδης – Blane Reininger: Η αρχή μιας μεγάλης φιλίας 33 χρόνια πριν…

Γράφει ο Θανάσης Ζελιαναίος

Αυτές τις μέρες ολοκληρώνονται μετά από έξι χρόνια Τα Στέκια του Νίκου Τριανταφυλλίδη και το τελευταίο τους επεισόδιο δεν θα μπορούσε παρά να είναι αφιερωμένο στον απόντα πλέον δημιουργό τους. Και βέβαια, οι περισσότεροι θα ξέρουν ότι το όνομα του Blaine Reininger που υπογράφει το μουσικό θέμα των τίτλων, κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι μιας και είναι γνωστή η φιλία του Τριανταφυλλίδη με το βασικό μέλος και συνιδρυτή των Tuxedomoon. Τις ρίζες αυτής της φιλίας που χρονολογείται από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ‘80 θα θυμηθούμε εδώ.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Όπως είναι ευρέως γνωστό, η κομβική στιγμή στην ιστορία των Tuxedomoon είναι η περίοδος του Desire. Η ηχογράφηση αυτού του δεύτερου οριακού άλμπουμ τους γίνεται το φθινόπωρο του 1980 για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό έδαφος και πιο συγκεκριμένα στο Λονδίνο. Σύμφωνα με τα λεγόμενα των ίδιων, η ταυτόχρονη εκλογή του προέδρου Ρίγκαν πίσω στις ΗΠΑ, είναι εκείνο το γεγονός που τελικά θα τους κάνει να ρίξουν μια για πάντα μαύρη πέτρα στην πατρίδα τους. Μετά από μία μικρή περιπέτεια στο Ρότερνταμ, εγκαθίστανται οριστικά στο Βέλγιο ενώ ταυτόχρονα το Desire τους κάνει γνωστούς στην Ευρώπη και παραμένει μέχρι σήμερα, κατά γενική ομολογία, η καλλιτεχνική τους κορυφή. Ένα χρόνο αργότερα, ο Reininger ξεκινάει τις σόλο ηχογραφήσεις του ενώ το 1983 θα αποχωρήσει από το γκρουπ έπειτα από μία επεισοδιακή επίσκεψη στην Ιταλία όπου είχαν μεταβεί για να συνθέσουν και να παρουσιάσουν ζωντανά το άλμπουμ The Ghost Sonata.
Το Desire είναι αυτό που θα τους κάνει γνωστούς και στην Ελλάδα καθώς ο Πετρίδης και η PolyGram κόβουν και σε ελληνική κόπια αυτό το κλασικό πλέον άλμπουμ. Είναι τέτοια δε η αποδοχή τους εδώ, που ακόμα και οι σόλο δίσκοι του Reininger θα βρουν αμέσως ελληνική δισκογραφική στέγη στη Music Box.


Ο Τριανταφυλλίδης όλα αυτά τα παρακολουθεί φανατικά. Ίσως όχι από το 1981, μιας και τότε είναι μόνο 15 χρονών, πάντως σίγουρα λίγα χρόνια μετά. Το σίγουρο είναι στις αρχές του 1985, όταν ξεκινάει να αρθρογραφεί στον HXO όντας ήδη φοιτητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, η ενασχόλησή του με τους Tuxedomoon και τον Reininger είναι πλέον στενή. Όσο δε για τον κινηματογράφο, αυτός βρίσκεται ακόμα σε εμβρυακή και ερασιτεχνική μορφή μέσα στο μυαλό του. Σταχυολογούμε μερικά αποσπάσματα από τις δισκοκριτικές του Τριανταφυλλίδη είτε για τους Tuxedomoon, είτε για τον Reininger.

- Ένας βιολιστής είναι έτσι και αλλιώς εκτός της εποχής μας, όπως και ένας ποιητής. Είναι σαν το χαρτοπαίκτη του Ντοστογιέφσκι, μόνο που τα τραπουλόχαρτά του δεν αναγνωρίζονται εύκολα. Θυμίζει ξεχασμένους λιθογράφους με ιδιότροπες αμφιέσεις και ρετρό γιλέκα. Είναι σολίστ, υποχρεωτικά μυθικός και υπερβολικά μυστικός. Επιπλέον, αν ο βιολιστής είναι Ευρωπαίος, είναι δύο φορές τραγικός: οφείλει να τα βάλει με τη λήθη και τη φθορά, είναι υποχρεωμένος να μας υπενθυμίζει τη λειτουργία της μνήμης των αισθήσεων.
Ο Μπλέιν Ρέινινγκερ είναι πάνω απ' όλα βιολιστής καρδιών. Και αυτό σημαίνει πως μπορεί κάλλιστα να είναι ένας βιολιστής δίχως βιολί: ένας βιολιστής πιάνων ή ένας βιολιστής πνευστών. Στις σημερινές εποχές της μουσικοαπαγόρευσης ο Ρέινινγκερ είναι επίλεκτο στέλεχος της μαφίας, είναι ένας πειρατής: διακινεί μυθικές μποτίλιες ηχητικών θησαυρών, και τις έχει ασφαλισμένες με βουλοκέρι πρώτης κατηγορίας. Τα σπασμένα δάχτυλα μιλούν, χαϊδεύουν, γνέφουν και σκοτώνουν, και ο Ρέινινγκερ οφείλει να είναι υπερόπτης. Πρέπει να έχεις ψηλά το βλέμμα για να βλέπεις μέσα στη νύχτα πίσω από αυτή. Έτσι δικαιώνεται ο μουσικός περιπλανητής.
Ο Ρέινινγκερ πέρα από το ότι είναι κλειδοκράτορας της γνώσης, βρίσκεται σε ένα συνεχές γίγνεσθαι νυχτερινής έμπνευσης. Είναι μεγάλο πράγμα να ισορροπείς στο τρεμάμενο σχοινί της έμπνευσης, να καρπώνεσαι αδιάκοπα από αυτήν αντί να σε ρουφάει και να σε ξαποστέλνει στις απέραντες πεδιάδες της. Προσέξτε, μας προειδοποιεί και ο ίδιος μέσα από το βινύλιο: I’ve got a gun and I know how to use it. Αφήστε τον να σας κατακρεουργήσει με το δοξάρι του. Μπορεί να σας πάρει την ψυχή, μα θα σας δώσει το πιο μακροχρόνιο φιλί της ζωής. (BROKEN FINGERS, τεύχος Αυγούστου '85)

- Αυτό το μίνι άλμπουμ είναι ένας κατεξοχήν Ευρωπαϊκός δίσκος, γι' αυτό και είναι μοιραίος. Μόνο που η επίγνωση της μοίρας, η συνείδηση της φυγής, δεν έχει να κάνει με καμιά μιζέρια. Ίσως από μια στιγμή και μετά να έρθει η στιγμή για τη μεγάλη μονομαχία με το θάνατο, αλλά από πότε αυτός είναι μίζερος; Και μάλιστα όταν είναι έξω από τις διαθέσεις αυτών που κατατρέχει; Δίχως αμφιβολία ο Μπλέιν Ρέινινγκερ και ο Αλέν Γκουτιέ κατατρύχονται από την κατάρα του μοντέρνου κόσμου που τους θέλει να δικαιώνουν την ιδιότητα του καλλιτέχνη σαν μάρτυρα περιπλάνησης: «Δεν υπάρχει καμία διέξοδος για το ανθρώπινο είδος, μαχητές απλά σηκώστε τα χέρια!». Ένας επώδυνος τρόπος ζωής και έκφρασης όπου η μόνη ηδονή είναι η ίδια η έκφραση που τις πιο πολλές φορές αποτελεί καρπό του πόνου. Και η εικόνα, σαν καρτ ποστάλ που οι βουλές ενός ποιητή τη ζωντάνεψαν ώστε να πηγαινοέρχεται αγκαζέ με το τοπίο της σε σιδηροδρομικούς σταθμούς, μοτέλ ή παριζιάνικους δρόμους.
Αυτό το άλμπουμ δεν είναι μια σειρά από ήττες αλλά το καταφύγιο ζωντανών εμπνεύσεων που πραγματεύονται το θάνατο της ζωής και της εικόνας. Η παρουσία του περιπλανητή, η θέση του υποκειμένου δηλαδή, είναι κυρίαρχη. (PARIS ΕΝ AUTOMNE, τεύχος Νοεμβρίου '85)

- Σ' αυτούς τους καιρούς που πάμπολλοι διαλαλούν την καταστροφή της Τέχνης, οι Tuxedomoon έρχονται να τους διαψεύσουν κατευθείαν απ' την Ατλαντίδα, τη γη της ουτοπίας. Για μας τους ακροατές, αυτός ο τόπος είναι η απουσία, ο προορισμός. Γι'αυτούς, για τον Πίτερ Πρίνσιπλ και τον Στίβεν Μπράουν, είναι η μήτρα.
Μην προσπερνάτε αβασάνιστα τη σχέση Αμερικής και Ευρώπης και μην αγνοείτε τις διαστάσεις που έχει η επιλογή των Tuxedomoon: πρόκειται για μια πάλη που διαμορφώνει τη γλώσσα τους. Είναι περφεξιονιστές γιατί έχουν γνώση της μοναδικότητας του έργου τέχνης, έχουν συνείδηση της αισθητικής γι' αυτό και έχουν διαμορφώσει τους δικούς τους κώδικες. Αν κάτσεις και σκεφτείς πώς αυτοί κι οι Residents μετασχημάτισαν το ηχητικό παζλ του 20ού αιώνα, θα καταλάβεις πως ήταν απόλυτα φυσιολογικό να εδραιωθούν στις σφαίρες της διανόησης, μακριά απ' τους χολιγουντιανούς βρυκόλακες και τις ανδροφάγες γυναίκες τους, και μ' αυτόν τον τρόπο και να τους ακούμε σαν άγγελους του κακού, σαν δαίμονες των μηχανών.
Το σλόγκαν του άλμπουμ χρησιμοποιήθηκε επανειλημμένα απ' τους ιερείς της μαζικής βιομηχανικής κουλτούρας. Αυτά τα αποπαίδια του μοντέρνου κόσμου, οι εραστές της γηραιός ηπείρου, ετοίμασαν την απάντησή τους.
Πριν 20 περίπου χρόνια ένα τέκνο του Νίτσε βάφτισε στο Morrison Hotel την ανθρωπότητα Ship Of Fools. Τότε κοιτάγανε όλοι στο κατάστρωμα. Προσοχή, τα μάτια σας στο αμπάρι. Ανάμεσα στους ποντικούς, τον Νοσφεράτου και τους ατζαμήδες μαχαιροβγάλτες κρύβεται και η Αριάδνη και είναι μόλις είκοσι χρονών. Είναι κρίμα να πέσει κι αυτή στα χέρια του Τζον Γουέιν. (SHIP OF FOOLS, τεύχος Αυγούστου '86)

- Αυτό το λάιβ είναι μια οβίδα που σκάει πάνω στον ακροατή που για να γλιτώσει πρέπει να καταφύγει στους απαγορευμένους κόσμους του, ένα σοκ γι' αυτούς που δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να καταλάβουν τί έκρυβε ο Ευρωπαϊκός περφεξιονισμός των στούντιο δίσκων του, μια ιδανική ευκαιρία για τους άπιστους να καταλάβουν πως αυτός είναι ένας δικός μας διανοούμενος καθώς και μια πρώτης τάξης αφορμή για να εξαφανιστούν οι ανέμελοι μιαν ώρα αρχύτερα. Εδώ η αισθητική του «BROKEN FINGERS» ή του «NIGHT AIR» είναι το φόντο, κάτι σαν γεννήτρια αυτής της Μεφιστοφελικής ζωντανής εκτέλεσης που δεν σου επιτρέπει να πάρεις ανάσα. Εδώ οι συνθέσεις παίρνουν το βάπτισμα του πυρός μέσα από μια παθιασμένη, ατίθαση απόδοσή τους, όπως αρμόζει στο δημιουργό τους, αυτόν τον τζέντλεμαν της κόλασης που δεν δίστασε να ακολουθήσει το μαρς του Αρθούρου Ρεμπώ, την απαρίθμηση όλων των αισθήσεων. Μια μουσική απ' τα γεννοφάσκια της έντεχνη που ακολουθεί τη λάιβ τροχιά της και μεγαλουργεί, κραυγαλέα εξαίρεση στο μουσικό μας προσκήνιο, ακατέργαστη και συνάμα σφυρηλατημένη κατά τον τρόπο που μόνο ένας στεριανός κουρσάρος σαν τον Μπλέιν Ρέινινγκερ θα μπορούσε. Βλέπετε αυτός δεν είναι ένας γραφικός βιολιστής, ο οίκτος δεν έχει καμιά θέση εδώ ούτε και ο ψευτορομαντισμός ή η εγκράτεια.
Ο Ρέινινγκερ, άνθρωπος που ξέρει πολύ καλά τί κάνει και πώς να το κάνει, απ' τους τελευταίους μιας γενιάς καλλιτεχνών που δεν δίσταζαν να δοκιμάσουν οτιδήποτε τους άναβε φυτιλιές σε μυαλό και ψυχή, μ'αυτό το άλμπουμ μας δίνει τη χαριστική βολή. Και δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο το γεγονός πως ανάμεσα στα όργανα που μεταμορφώνει παραθέτει και τις προσωποποιήσεις του Κάπταιν Μπίφχαρτ. Ο Ρέινινγκερ, κακό σπυρί στις μουτσούνες όλων των καθωσπρέπει μουσικών διανοούμενων, ένα σπυρί γιομάτο νέκταρ.
Άλλοι έχουν φλέβες, ο Μπλέιν έχει χορδές και δεν είναι διατεθειμένος να τις κόψει, αυτός δεν στερείται οράματος και, πριν απ' όλα, συνείδησης. Τό 'γράψε και ο ποιητής, ο Μποντλέρ: «Απ' το αίμα εμείς που χάνουμε, σφρίγος και αλκή αυξαίνει και χλοίζει!» (LIVE IN BRUSSELS 02/1986, τεύχος Σεπτεμβρίου '86)

- Ο Ρέινινγκερ χώνεται ως την μούρη σ' αυτόν τον ηλεκτρονικό συρφετό ήχων έχοντας τις ευλογίες των Kraftwerk και των Devo και γράφει μερικά απ' τα πλέον ιδανικά σχόλια των καιρών μας. Λουξ ψυχώσεις και σύνθι ίλιγγοι, η κόλαση που κρύβεται πίσω απ’ τα πρεζάκια της δύναμης και της ανεμελιάς υπό την διεύθυνση ενός βιολιστή με το δοξάρι του πότε φονικό ξίφος και πότε τον αυτόχειρα σπαθί. Κυνικός και ευαίσθητος όσο ποτέ άλλοτε ώστε ν' αναρωτιέσαι πως αντέχει τις οξυμένες του αισθήσεις, σκαρώνει στα πλήκτρα των συνθετητών μερικές ιδανικές ηλεκτρονικές προβοκάτσιες που αποκαλύπτουν ένα δημιουργό έρμαιο μα συνάμα και άρχοντα των χρόνων του.
Ο Ρέινινγκερ, μόνιμος φυγάς και θανάσιμα πληγωμένος απ' τους σταυροφόρους της Eurodisco, δεν είναι θεωρητικός μουσικολόγος ούτε και κανένας στυλίστας της «πρωτοπορίας» που γράφει μουσική μονάχα με το κεφάλι για να την ακούν κάποια άλλα «κεφάλια». Σ' ό,τι αφορά το “Byzantium” πρέπει να τ’ ανακαλύψουμε εμείς οι ίδιοι, αν και κάτι τέτοια άλμπουμ είναι τα τρομερά μας φυλαχτά στα οποία θα καταφύγουμε την ώρα της κρίσης. Καλή σας ακρόαση. (BYZANTIUM, τεύχος Αυγούστου '87)

Η επόμενη σημαντική στιγμή τόσο για το θέμα μας όσο και για την ιστορία των Tuxedomoon, έρχεται το 1987. Ο Reininger αποφασίζει να επιστρέψει στο συγκρότημα και με την ευκαιρία της συμπλήρωσης των 10 χρόνων τους αποφασίζουν να κάνουν μία ευρωπαϊκή περιοδεία. Πρώτος σταθμός η Αθήνα στις 16 Δεκέμβρη εκείνης της χρονιάς με μία συναυλία στο Παλλάς. Η Ελλάδα, ήδη έτοιμη, ανοίγει τις πόρτες της σε αυτούς τους παράξενους Αμερικανούς που πλέον είχαν γίνει Ευρωπαίοι. Στη συναυλία φυσικά παρευρίσκεται και ο Τριανταφυλλίδης, τόσο σαν ένθερμος φίλος της μουσικής τους όσο και σαν αρθρογράφος. Στις αρχές του ‘88 και σε δύο συνεχόμενα τεύχη του ΗΧΟΥ (178 και 179) θα παρουσιάσει ένα κείμενο και μία συνέντευξη με τον Reininger.

Γράφει λοιπόν ο Τριανταφυλλίδης:

Δεν έχω να πω πολλά σε αυτούς που είχαν την τύχη να δουν και να ακούσουν τον Μπλέιν Ρέινινγκερ «ζωντανό». Αν περιφρονούν την έκστασή μου τότε δεν θα μπορέσουμε να συνεννοηθούμε ποτέ μας. Ίσως έτσι να είναι καλύτερα για όλους μας. Ούτε πάλι έχω να γράψω τίποτε σε όσους δεν ήταν εκείνο το βράδυ στο Παλλάς. Ίσως γιατί είναι τόσα πολλά αυτά που αντιπροσωπεύει, αυτά που είναι ο Μπλέιν Ρέινινγκερ, που απαιτούν μια άλλη γλώσσα. Ακούω από τώρα τους ψίθυρους της γοργόνας μου, «Πρέπει να προσγειωθείς!». Πρέπει να προλογίσω μια συζήτηση με αυτόν που έφερε το πάθος στα αμφιθέατρα της μουσικής διανόησης, υπενθυμίζοντάς μας τα χρώματα των φωνηέντων, αυτά που ανακάλυψε ο Αρθούρος Ρεμπό. Γιατί η τέχνη μας αποσπά από τις ασφαλιστικές δικλείδες του ορθολογισμού που έχει στοιχειώσει τις πρωτοπορίες. Το να γράφεις μουσική είναι σαν να κάνεις εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς. Οι γιατροί κρατούν νυστέρι μα ο Ρέινινγκερ τα καταφέρνει με το δοξάρι του.
Ο Μπλέιν Ρέινινγκερ μεταμορφώνεται συνεχώς. Όχι μονάχα στο πέρασμα του χρόνου αλλά και στη διάρκεια ενός κοντσέρτου. Εγώ δεν άκουσα ένα πράγμα μα δεκάδες που έχουν όλα τις ίδιες ρίζες: την καρδιά και τις αισθήσεις. Αυτός δεν καυχιέται τον ηθοποιό στο πάλκο του μεταμοντέρνου όπως κάνει ο Στίβεν Μπράουν. Δεν δανείζεται προσωπεία και μάσκες, ούτε και υποκρίνεται διάφορους ρόλους. Αν υποδύεται κάποιον αυτός είναι το μέλος των Tuxedomoon.
Ήταν φως φανάρι πως όλοι τους δεν είχαν να μοιραστούν παρά τη μοναξιά τους, ο καθένας τους ήταν αλλού. Είδα ένα βιολιστή να κόβει τις φλέβες του και να ραντίζει το κοινό με το τσιγγάνικο αίμα του. Παρέδωσε το δοξάρι σε ένα θορυβοποιό που έψαχνε τα νήματα της εσωτερικής τάξης αυτού που οι πολίτες ονόμασαν χάος. Ευλόγησε έναν «νέο» αρλεκίνο που οργίαζε σε ένα πνευματικό σόου ηλεκτρονικών. Από τις ιλιγγιώδεις ταχύτητες του γκαράζ στην ανατολίτικη πανδαισία και από το διονυσιακό όργιο των συνθετητών στις ρομαντικές ελεγείες των σταυρωμένων. Ο Ρέινινγκερ δεν τσαλαβουτάει εδώ και εκεί εν ονόματι του πειράματος. Είναι όλα αυτά, δηλαδή το εξής ένα: ένας αθεράπευτος ρομαντικός που πιστεύει στην τέχνη του τόσο όσο για να παίρνει φωτιά και να επουλώνει τα εγκαύματά του με το ίδιο το μοιραίο του χάρισμα.
Ο Ρέινινγκερ επιστρέφει στη μουσική το χαμένο της μυστήριο. Ο ίδιος είναι ένας σούφι. Σουφισμός είναι το σύστημα των μυστικοπαθών ασκητών της Ανατολής όπου και ο δόκιμος πρέπει να υποστεί διάφορα στάδια καθαρμού προκειμένου να εισέλθει στη ζωή της φιλοσοφικής ή της θεοσοφικής απόλαυσης. Μετάνοια, αποχή, στέρηση, παραίτηση, εκμηδένιση, υπομονή προηγούνται της αποκάλυψης της οποίας οι δρόμοι είναι τόσοι όσες και οι ψυχές των ανθρώπων. Ίσως να είναι παρακινδυνευμένο να παραφράσουμε αυτούς τους όρους σε αξίες της τέχνης. Μπορεί να φτάνει τα όρια της αυθαιρεσίας αν πούμε ότι η αποκάλυψη είναι η μουσική ομορφιά, πως τα στάδια του καθαρμού είναι οι δοκιμασίες που υπόκειται ο καλλιτέχνης προκειμένου να βρει τη μούσα του. Όμως αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι με τον Ρέινινγκερ η μουσική φεύγει από τη μέγγενη του εγκεφάλου και επιστρέφει σαν τελετή όπου η νόηση δεν εξοστρακίζεται αλλά μεταμορφώνεται. Σε τι; Υπάρχουν τα τραγούδια που απαντούν.
Ακόμα τον βλέπω να με κοιτάει στα μάτια και να συζητά με ειλικρίνεια μην κρύβοντας τίποτα πέρα από αυτά που έπρεπε να κρύψει, όλα όσα δεν μπορούν να ειπωθούν παρά μονάχα με τη μουσική. Η αίσθηση της εσωτερικής τάξης που σου μεταδίδει δεν έχει να κάνει με τη συστολή ή την επανάπαυση, αλλά με το ολοκαύτωμα. Συχνά δεν ήξερε τι να κάνει τα χέρια του και τα δάχτυλά του δεν μπορούσαν να ηρεμήσουν. Αυτά ησυχάζουν σαν πιάσουν το βιολί. Ταπεινός όταν έπρεπε, δεν τολμάει να πει πως είναι ποιητής, περήφανος όταν χρειαζόταν, ο Ρέινινγκερ είναι ένας από τους τελευταίους που δεν θέλουν να καταλάβουν την εποχή μας, που δεν θέλουν να έχουν σχέση με την εποχή μας.
Αν ο Ρέινινγκερ ζούσε στην εποχή που προτιμά, το 1890 στο Παρίσι, θα ήταν ένας ιερέας της ομορφιάς που θα έκαιγε τα άμφιό του μόνο και μόνο για να λάμπει το πρόσωπό της. Σήμερα, τρία στενά πριν από την οδό του 2000, η χαρισματική του ευαισθησία του κλείνει δωμάτια στο ξενοδοχείο της κόλασης. Απαριθμεί τα συμπτώματα του πυρετού του ξιφομαχώντας με το δοξάρι του κόντρα σε αυτούς που μας θέλουν να μην υπομένουμε τα συναισθήματά μας, να μην αντέχουμε τις αισθήσεις μας και να μην σκάβουμε, έστω και με τα νύχια αν χρειαστεί, την ψυχή μας. Είναι ο πρώτος που μου είπε πως ο καλλιτέχνης δεν είναι ελεύθερος γιατί είναι έγκλειστος της τέχνης του.
Ελπίζω να νιώσετε και εσείς το αίσθημα της πλήρωσης που με κατέκλυσε κατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης. Δεν εννοώ το ότι συμφωνώ με όλα όσα λέει γιατί δεν θέλω να συμφωνώ με όλα όσα πρεσβεύει κάποιος! Αγαπώ τις διαφορές μας τόσο πολύ όσο και τις αντιφάσεις του γιατί τα πράγματα μπορούν να νοηθούν μονάχα στα άκρα τους και εκ του αντίθετού τους. Αυτό είναι η ισορροπία σε τρεμάμενο σχοινί, το να πειθαρχείς στη μουσική και να γράφεις τραγούδια τη στιγμή που σε τσουρουφλίζει η ομορφιά ή η έλλειψή της. Αν δε νιώθετε όπως εμείς, αφήστε μας να σας δανείσουμε λίγα από τα συναισθήματά μας. Εμείς εδώ θα είμαστε.

Η φιλία τους ξεκινάει εδώ και δεν θα σταματήσει ποτέ. Αμέσως ο Τριανταφυλλίδης κλείνει μία συναυλία για τον Reininger, σόλο αυτή τη φορά, η οποία θα πραγματοποιηθεί στο Ρόδον το Μάιο της ίδιας χρονιάς. Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Ο Τριανταφυλλίδης σπουδάζει στο Λονδίνο κινηματογράφο την περίοδο ‘90-’93 και ο Reininger θα παίξει στις περισσότερες ταινίες του, αρχής γενομένης από το Dogs Licking My Heart του 1993. Μικρό χρονικό άλμα δέκα χρόνια μετά τη γνωριμία τους: ο Τριανταφυλλίδης ετοιμάζει το Μαύρο Γάλα. Όσο για τον Reininger η ζωή έχει γίνει πλέον αφόρητη στις Βρυξέλλες. Η μουσική του θεωρείται ντεμοντέ, τα οικονομικά του δεν πάνε καλά και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τα προβλήματα υγείας της γυναίκας του εντείνονται όλο και περισσότερο. Αποφασίζουν οι δυο τους να κάνουν ένα ταξίδι στην Ελλάδα αν και όπως μάλλον γνωρίζουν πολύ καλά και οι δύο, θα είναι το τελευταίο που τους βρίσκει μαζί. Η Janet θα μπει αμέσως στο νοσοκομείο και αφήσει την τελευταία της πνοή σε ελληνικό έδαφος το 1998. Ο Reininger θα εγκατασταθεί για πάντα εδώ ξεκινώντας μία καινούργια ζωή και μία καινούργια καριέρα με τη βοήθεια του Νίκου. Ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του Τριανταφυλλίδη φέρει τη μουσική υπογραφή του Blaine. Και ένα μεγάλο μέρος της ζωής του Blaine φέρει την υπογραφή του Νίκου. Έτσι γίνεται με τους αληθινούς φίλους. Δίνουν ο ένας στον άλλον το πιο μακροχρόνιο φιλί της ζωής.


image

Θανάσης Ζελιαναίος

Γεννήθηκα το 1973 και μέχρι τώρα παραμένω αθεράπευτα ερασιτέχνης σε όλα εκείνα τα πράγματα που κάνουν τη ζωή να έχει νόημα. Κινούμενος ανάμεσα στη μουσική και το σινεμά έχω το παράξενο χούι να βαριέμαι εύκολα, να αλλάζω ενδιαφέροντα αλλά πάντα να παραμένω εραστής των δυο παραπάνω τρόπων έκφρασης σε όλες τις μορφές της. Που και που γράφω και καμιά αράδα για όλα αυτά.
 
 
 
image

Θανάσης Ζελιαναίος

Γεννήθηκα το 1973 και μέχρι τώρα παραμένω αθεράπευτα ερασιτέχνης σε όλα εκείνα τα πράγματα που κάνουν τη ζωή να έχει νόημα. Κινούμενος ανάμεσα στη μουσική και το σινεμά έχω το παράξενο χούι να βαριέμαι εύκολα, να αλλάζω ενδιαφέροντα αλλά πάντα να παραμένω εραστής των δυο παραπάνω τρόπων έκφρασης σε όλες τις μορφές της. Που και που γράφω και καμιά αράδα για όλα αυτά.
 
 
 
image

Θανάσης Ζελιαναίος

Γεννήθηκα το 1973 και μέχρι τώρα παραμένω αθεράπευτα ερασιτέχνης σε όλα εκείνα τα πράγματα που κάνουν τη ζωή να έχει νόημα. Κινούμενος ανάμεσα στη μουσική και το σινεμά έχω το παράξενο χούι να βαριέμαι εύκολα, να αλλάζω ενδιαφέροντα αλλά πάντα να παραμένω εραστής των δυο παραπάνω τρόπων έκφρασης σε όλες τις μορφές της. Που και που γράφω και καμιά αράδα για όλα αυτά.
 
 
 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1