Γράφει ο Χρήστος Μήνος
Τη δεκαετία του 70, οι πρώτοι σπόροι του προοδευτικού ροκ άρχισαν να αναπτύσσονται και να αποδίδουν αλησμόνητους καρπούς. Στα κλασικά έργα της εποχής, πέρα από κάθε αμφιβολία, συγκαταλέγεται ο τέταρτος δίσκος των Βρετανών Jethro Tull: το θρυλικό Aqualung που κυκλοφόρησε στις 19 Μαρτίου 1971. Για πολλούς ο δίσκος είναι θεματικός και το κεντρικό ζήτημα που πραγματεύεται είναι η «η διάσταση του Θεού σε σχέση με την οργανωμένη θρησκεία» (από την κριτική του Rolling Stone). Για τον Ian Anderson όμως, αυτός είναι ένας παραπλανητικός σχολιασμός: η κριτική στη θρησκεία είναι σίγουρα ένα από θέματα που θίγεται στους στίχους, όχι όμως το μοναδικό.
Μουσικά ο δίσκος συγκεφαλαιώνει το folk υπόβαθρο της μπάντας και μαζί τις προοδευτικές της ανησυχίες. Σε αρκετές στιγμές ακούγεται σκληρός, με έντονα riff που εντάσσονται στο νεότευκτο heavy metal και δίπλα τους ακουστικές κιθάρες για την απαιτούμενη ατμόσφαιρα. Το φλάουτο του Ian Anderson είναι η συγκολλητική ουσία για τις συνθέσεις σχεδόν στο σύνολο τους.
Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας που δίνει το όνομα του στο τίτλο και η μορφή του αποτυπώνεται στο εξώφυλλο μας συστήνεται στο πρώτο και ομώνυμο κομμάτι και η διήγηση εκτυλίσσεται και ολοκληρώνεται στα δυο επόμενα τραγούδια.
Η σκληρή εισαγωγή του κομματιού συνοδεύει τους πρώτους στίχους που σκιαγραφούν με υποτιμητικό τόνο το ζητιάνο. Τα μελωδικά φωνητικά αρχίζουν να λειαίνουν τη κριτική και η φιγούρα του Aqualung αρχίζει να μας γίνεται συμπαθής. Απέναντι στην ανήκεστο ένδεια και το κρύο που τον περικυκλώνει, η μόνη σωτηρία του είναι η κατανόηση μας. Το πρώτο κλασσικό τραγούδι του δίσκου είναι γεγονός.
Οι μεθυστικές μελωδίες από το φλάουτο έρχονται με το «Cross-eyed Mary». Μέσα από τα μάτια του ήρωα βλέπουμε την αναβίωση της ιστορίας μιας σύγχρονης Μαρίας Μαγδαληνής. Όπως και στα Ευαγγέλια, η φιγούρα της παραμένει σεπτή και αυτοί που βρίσκονται στο κατηγορητήριο είναι όσοι με τα χρήματα μπορούν να την εκμεταλλευτούν Αυτό είναι ένα από τα πιο γνωστά κομμάτια του δίσκου διασκευασμένο και από τους Iron Maiden.
Το μικρό σε διάρκεια πικρό «Cheep Day Return» αποχαιρετά τον ήρωα μας στη θλιβερή του καθημερινότητα.
Στη συνέχεια το «Mother Goose» έρχεται με τους σουρεαλιστικούς τους στίχους για να αλλάξει θεαματικά την ατμόσφαιρα. Το «Wondering Aloud», με τα συμφωνικά του στοιχεία, αρχίζει σαν ένα τραγούδι αγάπης για να συμπυκνώσει ίσως το μήνυμα του δίσκου: η δοτικότητα είναι αυτό που πρέπει να χαρακτηρίζει τους ανθρώπους στα πλαίσια μιας κοινωνίας που προτάσσει το ατομικό συμφέρον.
Η δεύτερη πλευρά του δίσκου είναι αφιερωμένη στη σύγκρουση που σοβεί ανάμεσα στην υπόσχεσης αδελφοσύνης των ανθρώπων από το Θεό και της πραγματικότητας που βιώνουνε οι πιστοί του. Η ιστορία της Αγγλικής εκκλησίας, βουτηγμένη στο αίμα και στα ψέματα, αποκαλύπτεται στο καθηλωτικό «My God». Οι folk μελωδίες του συνυφαίνονται με ένα σκληρό, σχεδόν metal, riff για να ξεπηδήσει στη πορεία ένα ξέφρενο σόλο του Ian Anderson. Ένα απο τα καλύτερα του δίσκου.
Η φλογερή κριτική συνεχίζεται στο «Hymn 43 Slipstream», στα οποίο μαθαίνουμε πως η επίκληση στο όνομα του Ιησού είναι ένας εύκολος τρόπος πλουτισμού για τους επιτήδειους που εκμεταλλεύονται την ευπείθεια των πιστών.
To «Locomotive Βreath» διεκδικεί το χρίσμα του πιο διάσημου κομματιού του δίσκου. Πολυπαιγμένο σε ραδιόφωνα και ταινίες, η προβολή αφενός επιβραβεύει ένα σπουδαίο κομμάτι αφετέρου όμως ίσως συσκοτίζει την αξία των υπολοίπων τραγουδιών του δίσκου.
Στο καταληκτικό «Wind Up» το μανιφέστο προς την οργανωμένη θρησκεία ολοκληρώνεται με την απόρριψη της ως μέρος ενός αισχρού εποικοδομήματος που αποκρύπτει και διαιωνίζει τις αδικίες που πηγάζουν από τη βάση της.
Σύμφωνα με τις επικρίσεις η ματιά του Ian Anderson φαίνεται κάπως αναχρονιστική. Η υποχώρηση του θρησκευτικού αισθήματος είχε αρχίσει στη Δύση από τη δεκαετία του 70. Η εκκλησιαστική επιρροή συρρικνωνόταν σε ένα κόσμο που αγκάλιαζε την απόρριψη του Θεϊκού μηνύματος από όποια θρησκεία και αν εκπορεύεται.
Ο Ian Anderson -νομίζω- πως προσπαθεί να δει μέσα από την αφήγηση του δίσκου πηγές εκμετάλλευσης του ανθρώπου. Για αυτό το λόγο στέκεται με ένταση απέναντι σε ένα θεσμό που αν δημιουργήθηκε με σκοπό την προαγωγή της αγάπης αλλά εν τέλει κατάφερε τα αντίθετα αποτελέσματα. Εστιάζει στην αποτυχία της θρησκείας να δώσει βάλσαμο στα δεινά ενός άκαρδου κόσμο για αυτό και η κριτική του είναι γενικότερη και απευθύνεται προς πολλούς αποδέκτες.
Το Aqualung είναι μανιφέστο ενός ευαίσθητου ανθρώπου και το πεδίο που φανερώνει -με λαμπρότητα- το καλλιτεχνικό του ταλέντο.
Ο Χρήστος Μήνος είναι απόφοιτος νομικής. Συνεργάζεται με μουσικά σάιτ, με άρθρα του και κριτικές βιβλίων να έχουν φιλοξενηθεί στον ηλεκτρονικό Τύπο.