Κράτησαν μόνο για ένα χρόνο. Δεν μπήκαν ποτέ σε στούντιο παρά μόνο κατάφεραν με το ζόρι να γράψουν καμιά δεκαριά τραγούδια σε μια σοφίτα για ένα demo που είναι ο καλύτερος πανκ δίσκος που ΔΕΝ ηχογραφήθηκε ποτέ. Στις λιγότερες από καμιά δεκαριά φορές που έπαιξαν ζωντανά, μόνο δυο φορές μάζεψαν κάμποσο κόσμο κι αυτό επειδή κάποιος είχε τη φαεινή ιδέα να τους βάλει support στους UFO και τους Iron Butterfly όταν είχαν έρθει να παίξουν στην περιοχή τους. Κι όμως μέσα σ’αυτόν τον ένα χρόνο έγραψαν μερικά από τα πιο κλασσικά κομμάτια του αμερικάνικου πανκ των 70ς και απ’τις στάχτες τους ξεπήδησαν δυο απ’τα πιο σημαντικά γκρουπ του είδους. Παράξενο; Ίσως. Αλλά το πανκ έτσι οφείλει να είναι. Ταχύκαυστο, αυτοκαταστροφικό και θνησιγενές. Φίλες και φίλοι στις επόμενες γραμμές οι Rocket from the Tombs απ’το Cleveland του Ohio!
Στο πρώτο μισό των 70ς στις ΗΠΑ, κάτι καινούργιο αρχίζει να γεννιέται στο σκληρό ροκ. Η παρακαταθήκη των Stooges, των MC5 και των Velvets, αν και μονίμως υπόγεια, δείχνει έτοιμη να πάρει σχήμα και μορφή. Ο Lenny Kaye με τα Nuggets της Elektra ανασύρει απ’την αφάνεια των 60ς τα πρώτα garage διαμάντια από μια σκηνή που, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ποτέ δεν κατάφερε να ξεπεράσει τα στενά όρια του underground όσο αυτό συντελούταν, αλλά ανέδυε όσο τίποτα άλλο την εφηβική ορμή που είναι συνυφασμένη με την ουσία του rock’n’roll. Την ίδια στιγμή, το αμερικάνικο hard rock με σπουδαιότερη σχολή αυτή του Michigan (Amboy Dukes, Mitch Ryder, Frijid Pink, Grand Funk) δείχνει να αποτίει φόρο τιμής περισσότερο στον ήχο των Blue Cheer, των Cream και των Black Sabbath παρά στις κλασικίζουσες και θεατρικές αναφορές των Βρετανών συναδέλφων τους. Σε συνδυασμό με την ποίηση των beatniks, αυτές πάνω-κάτω είναι οι πηγές απ’ όπου θα αντλήσουν το υλικό τους μια σειρά από ονόματα, τα οποία θα συγκροτήσουν την πρώτη φουρνιά του αμερικανικού πανκ.
Κι αν στις μητροπόλεις του είδους (Νέα Υόρκη, Βοστόνη, Δυτική Ακτή) τα πράγματα τρέχουν με αξιοθαύμαστη ταχύτητα, στο Cleveland του Ohio το καινούργιο αργεί να γεννηθεί. Εκεί, μια χούφτα από μπάντες που πρεσβεύουν αυτόν τον καινούργιο ήχο δεν καταφέρνουν ούτε χώρους για live να βρουν, πόσο μάλλον να αποτυπώσουν τις μουσικές τους ανησυχίες στο βινύλιο. Κάπου εκεί στα τέλη του 1973, δυο φανζινάδες, ο David Thomas και ο Kim Zonneville θα συγκροτήσουν την πρώιμη μορφή των Rocket from the Tombs (το όνομα εμπνευσμένο από ένα ερασιτεχνικό φιλμάκι του Thomas) που μέχρι και το καλοκαίρι του 1974 θα προσπαθήσουν ανεπιτυχώς να βρουν τη μουσική του ταυτότητα. Το φθινόπωρο του ’74 όμως, η έλευση ενός νέου μέλους θα επηρεάσει καθοριστικά την εξέλιξη του group. Ο Peter Laughner, ένας μουσικός με σημαντική συνεισφορά στην τοπική underground ροκ σκηνή μέσα από διάφορες μπάντες σε όλη τη διάρκεια του πρώτου μισού των 70ς, αλλά και αρθρογράφος στο καταλυτικό μουσικό περιοδικό CREEM, είναι αυτός που θα διαμορφώσει την ουσιαστική προσωπικότητα των RFTT και θα γίνει ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης τους. Το μουσικό του background πατούσε τόσο στο αμερικάνικο τραγούδι διαμαρτυρίας των προηγούμενων δεκαετιών, όσο και στην ηχητική αναρχία των Velvets - και όλα αυτά μέσα από μια νιχιλιστική ματιά, το καινούργιο στοιχείο που μπολιάζει το νεόφερτο πανκ ρεύμα. Δυστυχώς, η μέχρι εκείνη τη στιγμή πορεία του ελάχιστα έχει φτάσει στα αυτιά μας, κυρίως μέσα από μια φτωχή και κακοηχογραφημένη δισκογραφία, η οποία έχει επιβιώσει, με αποτέλεσμα ο Laughner να μην έχει βρει τη θέση που του αξίζει στον underground χώρο της εποχής. Η ουσία είναι ότι στα τέλη του 1974 και έπειτα από κάποιες ανακατατάξεις (με σημαντικότερη την αποχώρηση του συνιδρυτή Zonneville) το γκρουπ αποκτά την κλασσική του σύνθεση. Τα τρία νέα μέλη που θα προστεθούν στα άλλα δυο ήταν ο κιθαρίστας Gene O'Connor, ο ντράμερ Johnny Madansky (αμφότεροι από κάποια γκρουπάκια), αλλά και ο μπασίστας Craig Bell από τους Mirrors (το σημαντικότερο νέο τοπικό συγκρότημα εκείνη τη στιγμή).
Με αυτή τη σύνθεση και με δανεικό εξοπλισμό θα ηχογραφήσουν σε μια σοφίτα τον Φεβρουάριο του ’75 το μοναδικό τους demo με σκοπό την μετάδοσή του απ’τον τοπικό ραδιοσταθμό WMMS που προσπαθούσε να προβάλει κάποια καινούργια γκρουπ του Cleveland. Όντως το demo μεταδόθηκε λίγες μέρες μετά και, με το πέρασμα των χρόνων, η ηχογράφησή του κατευθείαν από το ραδιόφωνο (με ό,τι αυτό συνεπάγεται αυτό για την ποιότητα του ήχου) αποτέλεσε το υλικό για κάποια bootlegs που είναι ό,τι αποτυπώθηκε από αυτούς σε βινύλιο. Το 2002 όμως ήρθε η ενδεδειγμένη λύση. Η πρώτη νόμιμη μορφή αυτών των ηχογραφήσεων, και μάλιστα από τα master tapes και όχι από ραδιοφωνικές ηχογραφήσεις όπως μέχρι τότε, κάνει την εμφάνισή της με την ετικέτα Smog Veil και με τίτλο The Day the Earth Met the Rocket from the Tombs σε διπλό βινύλιο και μονό CD. Το πρώτο μισό της συλλογής προέρχεται από αυτά τα demos ενώ εμπλουτίζεται με υλικό από δυο μεταγενέστερα live τους: τον Μάιο και τον Ιούλιο του 1975. Τα 19 τραγούδια αποδεικνύουν ότι έχουμε να κάνουμε με μια από τις μεγαλύτερες αδικίες στην underground αμερικάνικη σκηνή εκείνης της περιόδου. Αν αυτό το υλικό είχε δουλευτεί καλύτερα σε κανονικό στούντιο, θα είχαμε έναν απ’τους καλύτερους πανκ δίσκους των 70ς. Οι RFTT πατάνε σε όλα αυτά που προαναφέραμε με μια απίστευτη δύναμη και επιθετικότητα που κανένας δεν είχε δείξει τότε. Το πανκ των μετέπειτα ετών αλλά και το σκληρό ροκ του Ντιτρόιτ, οι MC5 και οι Stooges, συναντώνται εδώ σε μια πρωτόγνωρη συνύπαρξη που δε θα συναντήσει κανείς πουθενά εκείνα τα χρόνια.
Εδώ συναντάμε την πρώτη μορφή κάποιων τραγουδιών που στη συνέχεια θα αποδειχτούν κλασσικά για το είδος, όπως θα διασκευαστούν από τις δυο μπάντες που θα δημιουργηθούν μετά τη διάσπαση των RFTT. Αλλά και κάποια ακόμα. Το "So Cold " θυμίζει τις καλύτερες στιγμές του πρώιμου Alice Cooper της εποχής του Killer. Τα "What Love Is" και "Never Gonna Kill Myself Again" αποτελούν εξαιρετικά δείγματα proto-punk στα καλύτερά του. Το "Muckraker" θα μπορούσε να είναι ένα βρώμικο πανκ outtake από το Beggars Banquet των Rolling Stones. Και οι απαραίτητες διασκευές σε Stooges και Velvet Underground. Σκοπίμως αφήνω το "Ain't It Fun" για το τέλος. Αυτό το ασύλληπτο αριστούργημα, σε αυτή την πρωτόλεια μορφή του, είναι κατά τη γνώμη μου ένα απ’τα πέντε καλύτερα αμερικάνικα πανκ τραγούδια της εποχής. Στα έξι λεπτά που διαρκεί (ασυνήθιστα μεγάλη διάρκεια για τραγούδι του είδους) περικλείει όλη την ουσία του πανκ. Κατ’ αρχήν νομίζω ότι δεν έχει ξεκαθαριστεί ποιος παίζει τελικά αυτή την απίστευτη lead κιθάρα σ’ ένα μείγμα οργής, μηδενισμού και μπλουζ παράπονου. Ο Laughner ή ο O'Connor? Το σίγουρο πάντως είναι ότι ο Laughner το έγραψε και το τραγουδάει. Ερμηνεία και στίχος στην κορυφή! Όχι μόνο η πιο προσωπική του (αλλά και προφητική, όπως δυστυχώς θα αποδειχτεί) παρακαταθήκη αυτής της αδικημένης μορφής αλλά και ο ύμνος του γκρουπ.
Η μεγάλη ευκαιρία θα χαθεί όμως για τους RFTT αμέσως μετά την ηχογράφηση του demo. Ο Laughner θα προσεγγίσει τον Lester Bangs που τον γνώριζε από την κοινή τους αρθρογραφία στο CREEM για κάτι παραπάνω. Τίποτα όμως δε θα γίνει και κανένα label δε θα εμφανιστεί. Ο λόγος; Άγνωστος. Στο μεταξύ, ο Wayne Strick θα αντικαταστήσει τον Madansky στα ντραμς. Και σαν να μην έφτανε αυτό κατά την άνοιξη θα μπουν οι ρίζες του τέλους τους. Αιτία φαίνεται να ήταν οι ασύμβατοι χαρακτήρες τους αλλά και ο Stiv Bators που είχε αρχίσει να προσεγγίζει την μπάντα. Κάποιοι τον ήθελαν, κάποιοι όχι. Τον Ιούλιο του 1975 θα κανονιστεί (μέσω του Laughner) να παίξουν support στους Television που θα έρχονταν στο Cleveland. Θα είναι το τελευταίο τους live. Και ένα μήνα αργότερα, σε ένα τελευταίο event, ο Stiv Bators θα ανέβει να αναλάβει τα φωνητικά. Η μπάντα διαλύεται εκεί, επιτόπου, πάνω στη σκηνή.
Ο Thomas και ο Laughner θα φτιάξουν τους Pere Ubu, τα δυο πρώτα singles των οποίων, το "30 Seconds Over Tokyo" και το κλασσικό πλέον "Final Solution" αλλά και το "Life Life Stinks" από το πρώτο τους άλμπουμ, προέρχονται από τις μέρες των RFTT. Ο Laughner δε θα μείνει για πολύ. Μετά τα πρώτα τους σινγκλ θα αποχωρήσει και θα δοκιμάσει κάτι καινούργιο. Δε θα προλάβει όμως. Τον Ιούνιο του ’77 θα πεθάνει από παγκρεατίτιδα (ως συνέπεια του αλκοόλ και των ναρκωτικών) σε ηλικία 24 ετών.
Ο Gene O'Connor με το παρατσούκλι Cheetah Chrome και ο John Madansky με το παρατσούκλι Johnny Blitz θα σχηματίσουν μαζί με τον Stiv Bators τους Dead Boys. Και, ναι, σωστά το μαντέψατε. Ο ύμνος τους "Sonic Reducer", γραμμένος από τον David Thomas και τον Cheetah Chrome, είναι κομμάτι των RFTT. Αλλά και το "Down In Flames" απ’το πρώτο τους άλμπουμ. Και το "Ain't It Fun" το ηχογράφησαν ξανά για το δεύτερο άλμπουμ τους, αλλά όταν ο δημιουργός και απόλυτος εκφραστής του απουσιάζει και κάθε προσπάθεια είναι καταδικασμένη. Όπως φυσικά και των Guns ‘n’ Roses, οι οποίοι το διασκεύασαν στο Spaghetti Incident.
Τα χρόνια θα περάσουν και όλοι τους θα ακολουθήσουν τη δική τους, αυτόνομη πορεία. Οι Dead Boys θα αντέξουν για δυο άλμπουμ (και έναν ακόμα εκρηκτικό live δίσκο) αλλά θα γράψουν ιστορία στο αμερικάνικο πανκ. Ο Thomas, πολύ πιο παραγωγικός κυρίως μέσα από τους Pere Ubu, θα δημιουργήσει τη δικιά του εκλεκτική και ενδιαφέρουσα μουσική, μακριά από το πανκ που, τουλάχιστον σαν όρο, δηλώνει ότι τον μισεί. Και όταν τον ρωτάνε αν οι RFTT ήταν πανκ, μάλλον απαντάει με τον καλύτερο τρόπο: «Τι πάει να πει πανκ? Η μουσική μας ήταν η πιο υγιής αντίδραση στην εξέλιξη του αμερικάνικου ροκ μέσα στο μουσικό τέλμα εκείνης της εποχής».
Τίποτα όμως δεν είχε τελειώσει. Το 2002 και με την ευκαιρία του The Day the Earth Met the Rocket from the Tombs, επανασυνδέονται για μια σειρά από live. Ο Steve Mehlman, ντράμερ των Pere Ubu, αντικαθιστά τον Madansky και για τη θέση του απόντος πλέον Laughner βρίσκεται η καλύτερη δυνατή λύση: ο Richard Lloyd των Television. Ο Stiv Bators δεν είναι πια εδώ για να τους την ξαναχαλάσει. Είχε πεθάνει το 1990 σε ηλικία 40 ετών παραδόξως όχι από ναρκωτικά, αλλά παρασυρμένος από ένα ταξί ενώ βρισκόταν στο Παρίσι. Η μπάντα όχι μόνο τα πάει καλά, αλλά αποφασίζει να ηχογραφήσει εκ νέου το παλιό υλικό. Και το αποτέλεσμα θα είναι ανέλπιστα καλό. Ένα ολοκαίνουργο άλμπουμ με νέες εκτελέσεις παλιών κομματιών των RFTT και με τίτλο Rocket Redux κυκλοφορεί το 2004 και πάλι μέσω της Smog Veil. Και ανάμεσά τους, μια νέα εκπληκτική εκτέλεση του "Ain't It Fun" με τον Thomas αυτή τη φορά στα φωνητικά. Η η πορεία τους συνεχίστηκε με άλλα δυο άλμπουμ με νέο, αυτή τη φορά υλικό. Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία...
Ain't it fun when you're always on the run
Ain't it fun when your friends despise what you've become
Ain't it fun when you get so high
Well...that you just can't come
Ain't it fun when you know that you're gonna die young