Ο ήχος του Ντένβερ ακολούθησε πιστά τις τύχες της λεγόμενης gothic americana και αποτελεί "υποσύνολό" της. Συγκρότησε τα βασικά του χαρακτηριστικά στο πρώτο μισό των 90s, ενηλικιώθηκε στο δεύτερο μισό και στα 00s και με όπλο τις βαθιές ρίζες του στην αμερικανική παράδοση αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για πλήθος Ευρωπαίων καλλιτεχνών, όπου συνεχίζει να εδραιώνεται και να ακούγεται. Όταν οι βασικοί συντελεστές αυτής της σκηνής γεννούσαν εκείνη την εποχή αυτό το τόσο εμπνευσμένο και άκρως αμερικάνικο μουσικό ιδίωμα, δεν θα πίστευαν ότι δυο δεκαετίες αργότερα τα πνευματικά τους παιδιά θα εξαπλώνονταν από την καταθλιπτική και σκοτεινή Σκανδιναβία ως την ηλιόλουστη Ελλάδα, με συχνά αξιοπρόσεκτα αποτελέσματα. Και ειδικά εμείς οι Έλληνες που τόσο την αγαπάμε, αξίζει να ρίξουμε μια ματιά σε αυτή την παρέα από την πρωτεύουσα του Colorado και στα δημιουργήματά της.
Slim Cessna
Αν και πιστεύω ότι γενικά πρέπει να είμαστε φειδωλοί με όρους όπως «σκηνή» ή «ήχος» και πως όλα αυτά αποτελούν συχνά είτε κόλπα της μουσικής βιομηχανίας είτε συμβατικούς όρους μόνο και μόνο για να συνεννοούνται οι μουσικόφιλοι, στην περίπτωση του λεγόμενου Denver Sound νομίζω ότι δεν θα πρέπει να έχουμε καμιά επιφύλαξη. Άλλωστε, πώς θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε μια ομάδα από καμιά τριανταριά μουσικούς όλους κι όλους, που σχεδόν ο ένας συμβάλλει στα live και στις ηχογραφήσεις του άλλου σε σημείο να αποτελούν μια παρέα και όλα αυτά κάτω από διάφορα σχήματα, άλλοτε μόνιμα και άλλοτε περιστασιακά; Όλοι αυτοί οι μουσικοί που δραστηριοποιούνται στο Denver έχουν κοινές μουσικές αναφορές και επιρροές που πατούν πάνω στην μουσική παράδοση της Αμερικής, με θέματα τα οποία αποτελούν σήμα κατατεθέν του τόπου τους μιας και πριν από 150 χρόνια το Denver δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια πόλη των ορυχείων χρυσού της περιοχής. Και ο πυρετός του χρυσού είναι αυτός που πάντα τροφοδοτούσε την κουλτούρα της Αμερικής με πλήθος από ιστορίες που ενίοτε οδηγούσαν στην ανθρώπινη καταστροφή με τις δυο βασικές μορφές της: το έγκλημα από την κοινωνική σκοπιά και την αμαρτία από την ηθική. Και με τα απαραίτητα εργαλεία πάντα παρόντα. Περίστροφο, αλκοόλ, φυλακή, τρέλα, γυναίκες...
Η μουσική που συνοδεύει τους στίχους είναι επίσης βαθιά αμερικάνικη αλλά όχι μόνο. Η θεατρική μουσική της Ευρώπης έτσι όπως απαντάται στα καμπαρέ, στην τσιγγάνικη μουσική παράδοση, στη μουσική της ανατολικής Ευρώπης αλλά και το σύγχρονο dark wave των 80s ,κάνουν το τελικό αποτέλεσμα να ξεφεύγει αρκετά από την παραδοσιακή αμερικανική country. Από δισκογραφικής άποψης, δυο είναι τα βασικά labels που στέγασαν τον ήχο του Denver. Η καλιφορνέζικη Alternative Tentacles του Jello Biafra και η τοπική Smooch.
- Denver Gentlemen
Η μήτρα που φαίνεται να γέννησε σχεδόν τα πάντα στον ήχο του Denver ήταν οι Denver Gentlemen που δημιουργήθηκαν από τον Jeffrey-Paul Norlander και τον David Eugene Edwards στα τέλη της δεκαετίας του '80. Οι δυο τους έπαιζαν μαζί σε κάποια βραχύβια σχήματα στο δεύτερο μισό της δεκαετίας, αλλά εδώ οι μουσικές τους αναζητήσεις σχηματοποιούνται στον ήχο που μας ενδιαφέρει. Σύντομα το σχήμα επεκτάθηκε με την προσθήκη κι άλλων ντόπιων μουσικών, οι σημαντικότεροι από τους οποίους ήταν ο Slim Cessna και ο Jean-Yves Tola στα ντραμς. Αν και το συγκρότημα έχει έντονη παρουσία στην τοπική σκηνή, δεν ηχογράφησε ποτέ κάτι επίσημο. Έπαιζαν όμως ένα ασυνήθιστο για την εποχή μείγμα από country και folk, αλλά πάντρευαν τον ήχο τους με cabaret, jazz και άλλες ευρωπαϊκές επιρροές με μπόλικη θεατρικότητα αλλά και αυτοσχεδιασμό. Τουλάχιστον αυτό μαρτυράει το Introducing Denver Gentlemen που ήρθε στο φως αρχικά το 2001 σε περιορισμένη έκδοση και αργότερα κυκλοφόρησε από την Smooch. Ήταν μια σχεδόν live ηχογράφηση, η οποία χρονολογείται γύρω στο 1995, πράγμα που σημαίνει ότι ο μόνος βασικός συντελεστής ήταν ο Norlander μιας και οι Edwards και Cessna είχαν ήδη αποχωρήσει για να σχηματίσουν τα δικά τους γκρουπ.
- David Eugene Edwards
Αφήνοντας τους Denver Gentlemen ο David Eugene Edwards μαζί με τον Tola θα σχηματίσουν τους 16 Horsepower. Με τη υπερδεκαετή πορεία τους η οποία αριθμεί τέσσερα στούντιο άλμπουμ, οι 16HP στέκονται στην κορυφή του ήχου του Denver και δε χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Κι αν σε κάποιους αρέσει η μεταφυσική, οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι ο μέγας Jeffrey Lee Pierce πέθανε τη χρονιά που οι 16HP κυκλοφόρησαν το πρώτο τους άλμπουμ. Το ντεμπούτο τους Sackcloth 'n' Ashes του 1996 με όρους δημοτικότητας είναι για την gothic americana ότι το Nevermind για το grunge. Το είδος προϋπήρχε, αλλά εδώ εξαπλώνεται στους πάντες. Κατά τα άλλα, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι στο δεύτερο άλμπουμ τους Low Estate του 1997 (μάλλον το καλύτερό τους μαζί με το Sackcloth 'n' Ashes) εμφανίζεται περιστασιακά ο συνιδρυτής των Denver Gentlemen, Jeffrey-Paul Norlander. Αυτή φαίνεται να είναι και η μοναδική παρουσία του στα μουσικά πράγματα από την εποχή των DG αφού στη συνέχεια χάνονται τα ίχνη του.
Στις αρχές των 00s, κι ενώ οι 16HP βρίσκονται στα τελευταία τους, ο Edwards θα περάσει στο επόμενο κεφάλαιο με τους Wovenhand, ένα σχήμα με το οποίο δημιουργεί μέχρι σήμερα. Τόσο μουσικά όσο και θεματολογικά οι Wovenhand δεν απομακρύνονται και πολύ από τους 16HP. Κινούνται σε κάπως πιο σκοτεινά ηχητικά μονοπάτια, περιορίζοντας κάπως τον folk ήχο των 16HP. Ωστόσο, η ουσία των gospel και της θρησκευτικής προσήλωσης του Edwards είναι παρούσα και εδώ, αλλά με μια πιο περιπετειώδη και σκοτεινή εκδοχή ως προς την ηχητική ατμόσφαιρα.
Wovenhand
- Slim Cessna
Η άλλη σημαντική μορφή των Denver Gentlemen είναι ο Slim Cessna ο οποίος την ίδια περίπου εποχή με τον Edwards και μετά την αποχώρησή του από τους DG δημιουργεί του Slim Cessna's Auto Club. Πρόκειται για ένα εμβληματικό συγκρότημα για την σκηνή του Denver, το δεύτερο σημαντικότερο μετά τους 16HP. Στα έξι άλμπουμ της δισκογραφίας τους (η οποία συμπληρώνεται με πλήθος από EPs, live, συλλογές από ακυκλοφόρητα κ,.λ.π.) εξελίσσονται από το συνηθισμένο country-punk ήχο του πρώτου ομώνυμου δίσκου τους, σε πιο αντιπροσωπευτικές για τον ήχο του Denver δημιουργίες, τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά. Με πολυάριθμη σύνθεση, η οποία αλλάζει συνεχώς αλλά και με πλήθος συνεργασιών δεν μένουν ποτέ στάσιμοι και πάντα δημιουργούν ενδιαφέρουσες δουλειές. Βασικοί άξονες της μπάντας είναι ο Cessna και ο Jay Munly, έναν καλλιτέχνη που θα συναντήσουμε αμέσως μετά.
Το δεύτερο άλμπουμ τους κυκλοφόρησε το 2000 με τίτλο Always Say Please and Thank You και, κατά τη γνώμη μου, είναι από τα καλύτερά τους μαζί με το Cipher του 2008. Το εκπληκτικό "Cheyenne" μέσα από το Always Say Please… είναι ενδεικτικό. Μια βροχερή νύχτα ο κυνηγημένος ήρωας οδηγεί μόνος του, έχοντας προηγουμένως δολοφονήσει τη φίλη του: «Οδηγώ βόρεια προς το Σαϊέν με την κόλαση στα χέρια μου. Δε σταματάω να ψελλίζω ″Θεέ μου″, αλλά στο κάτω-κάτω ένας άνθρωπος είμαι. Ω, Cindy-Ann, ω, Cindy-Ann».
Πέρσι οι SCAC κυκλοφόρησαν το έκτο άλμπουμ τους The Commandments According To SCAC με θεματολογία ολοφάνερη, ενώ οι πολυάριθμες ηχογραφήσεις τους θα οδηγήσουν στην ανάγκη της δημιουργίας ενός ξεχωριστού label, της SCACUNINCORPORATED Records.
- Jay Munly
Ο Jay Munly είναι βασικό μέλος των Slim Cessna’s Auto Club από το 200, η τρίτη σημαντική μορφή της σκηνής. Αυτή η τρομακτική, ξερακιανή φιγούρα, με τα μάτια χωμένα στις κόγχες και με ένα παρουσιαστικό που θα ορκιζόταν κανείς ότι δεν ανήκει στον κόσμο τούτο, μολονότι δεν βρέθηκε απ’την αρχή στην τοπική σκηνή του Denver (όντας γεννημένος στον Καναδά), έχει συμβάλει σε αυτή τα μέγιστα. Οι τρεις πρώτοι σόλο δίσκοι του που κυκλοφόρησαν στο δεύτερο μισό των 90s παρουσιάζουν ένα σχεδόν ακουστικό lo-fi country rock, το οποίο θυμίζει ανέμπνευστους Violent Femmes και δεν εντυπωσιάζει. Η ολοκληρωτική μεταμόρφωσή του όμως ήρθε με το τέταρτο άλμπουμ του Jimmy Carter Syndrome του 2002 και αυτό σηματοδοτεί την είσοδό του στον ήχο του Denver παράλληλα με την συνεργασία του με τον Slim Cessna.
Jay Munly
Έπειτα από αυτά τα LP δημιουργεί με διάφορα περιστασιακά συγκροτήματα, με πιο σημαντική στιγμή το Munly & The Lee Lewis Harlots του 2004, αλλά και μια ακόμα συνεργασία με τον Cessna κάτω από το όνομα Denver Broncos UK.
- Και οι υπόλοιποι...
♠ Από τις υπόλοιπες μπάντες που συγκροτούν τον ήχο του Denver σε πιο στενά ή πιο χαλαρά πλαίσια, ευρύτερα γνωστοί είναι οι DeVoTchka. Όχι τόσο κοντά στη λεγόμενη gothic americana, μάλλον κινούνται περισσότερο προς τη μουσική των mariachi αλλά με προσθήκες κυρίως από την ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Τα άλμπουμ How It Ends του 2004 και A Mad & Faithful Telling του 2008 είναι τα καλύτερά τους.
♠ Οι αρκετά ενδιαφέροντες Tarantella με το ένα και μοναδικό τους άλμπουμ Esqueletos του 2005, είναι ένα ντουέτο που αποτελούν η τραγουδίστρια Kal Cahoone και ένα μέλος των Slim Cessna's Auto Club. Η Cahoone, γέννημα θρέμμα του Denver, αφού ταξίδεψε και μάζεψε εμπειρίες επέστρεψε στη γενέτειρά της για να τις συνοψίσει στην εκπληκτική φωνή της. Λατινική Αμερική, jazz, flamenco, όλα υπάρχουν μέσα σε μια όμορφη μελαγχολική ατμόσφαιρα. Επίσης, η Kal τραγουδάει στους πολύ καλούς Lilium που αν και αποτελούν μπάντα του Jean-Yves Tola των 16HP δεν εντάσσονται στον ήχο του Denver.
♠ Ένα μέλος των 16HP και ένα των SCAC έφτιαξαν τους βραχύβιους Kalamath Brothers που έβγαλαν ένα και μοναδικό ομώνυμο άλμπουμ το 2001. Πιο country rock και όχι τόσο σκοτεινοί όσο τα κατεξοχήν γκρουπ της σκηνής.
♠ Τέλος, στα όρια του ήχου του Denver θα μπορούσαμε να τοποθετήσουμε και τους Czars. Περισσότερο αγγλικός και ποπ ο ήχος τους, ωστόσο σε αρκετές στιγμές ενσωματώνουν και το μελαγχολικό country ιδίωμα και με σχετικά πλούσια δισκογραφία στα δέκα περίπου χρόνια της ύπαρξής τους.
Και επειδή τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, μπορείτε να ακούσετε την παρακάτω ωριαία playlist με όλους τους παραπάνω καλλιτέχνες στις πιο χαρακτηριστικές τους στιγμές. https://www.mixcloud.com/thanasiszelianeos/denver-sound/
Θανάσης Ζελιαναίος
Γεννήθηκα το 1973 και μέχρι τώρα παραμένω αθεράπευτα ερασιτέχνης σε όλα εκείνα τα πράγματα που κάνουν τη ζωή να έχει νόημα. Κινούμενος ανάμεσα στη μουσική και το σινεμά έχω το παράξενο χούι να βαριέμαι εύκολα, να αλλάζω ενδιαφέροντα αλλά πάντα να παραμένω εραστής των δυο παραπάνω τρόπων έκφρασης σε όλες τις μορφές της. Που και που γράφω και καμιά αράδα για όλα αυτά.
Θανάσης Ζελιαναίος
Γεννήθηκα το 1973 και μέχρι τώρα παραμένω αθεράπευτα ερασιτέχνης σε όλα εκείνα τα πράγματα που κάνουν τη ζωή να έχει νόημα. Κινούμενος ανάμεσα στη μουσική και το σινεμά έχω το παράξενο χούι να βαριέμαι εύκολα, να αλλάζω ενδιαφέροντα αλλά πάντα να παραμένω εραστής των δυο παραπάνω τρόπων έκφρασης σε όλες τις μορφές της. Που και που γράφω και καμιά αράδα για όλα αυτά.
Θανάσης Ζελιαναίος
Γεννήθηκα το 1973 και μέχρι τώρα παραμένω αθεράπευτα ερασιτέχνης σε όλα εκείνα τα πράγματα που κάνουν τη ζωή να έχει νόημα. Κινούμενος ανάμεσα στη μουσική και το σινεμά έχω το παράξενο χούι να βαριέμαι εύκολα, να αλλάζω ενδιαφέροντα αλλά πάντα να παραμένω εραστής των δυο παραπάνω τρόπων έκφρασης σε όλες τις μορφές της. Που και που γράφω και καμιά αράδα για όλα αυτά.