γράφει η Φαίη Φραγκισκάτου
Οι θεωρητικοί της λογοτεχνίας λένε ότι ο Ρέιμοντ Κάρβερ κατάφερε να ανανεώσει την αμερικάνικη πεζογραφία των 80s. Δεν είμαι σίγουρη ότι θα δεχόταν τέτοιες ταμπέλες αν ζούσε ακόμη. Η ζωή του Κάρβερ κύλησε στο μεγαλύτερο μέρος της αθόρυβα, όσο αθόρυβα κυλάει η ζωή των φτωχών που αποκτούν οικογένεια πολύ νωρίς, δε μορφώνονται, έχουν πρόβλημα με το ποτό, και το μεροκάματο δεν τους φτάνει. Στις αρχές της δεκαετίας του 80 κερδίζει μια υποτροφία από την Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Γραμμάτων που του επιτρέπει να σταματήσει να εργάζεται προκειμένου να γράψει. Το 1983 είναι υποψήφιος για το βραβείο Πούλιτζερ με τη συλλογή διηγημάτων Καθεδρικός ναός. Πεθαίνει το καλοκαίρι του 1988. Παρ’ όλα αυτά, κατάφερε να αφήσει πίσω του ένα έργο που στο σύνολό του δημιουργεί ένα θετικό συναισθηματικό φορτίο στον αναγνώστη, μιλώντας του για ιστορίες ανθρώπων που προσπαθούν απλά να βγάλουν τη μέρα, καταβάλλοντας όμως έναν συνεπή και έντιμο αγώνα επιβίωσης. Συνεπή με τον εαυτό τους και συμβατό με τον μικρόκοσμο γύρω τους.
Μέχρι και σήμερα και παρά την αναγνωσιμότητα των συλλογών με τα διηγήματα του Κάρβερ, η ποίησή του δεν διαδόθηκε με την ίδια μαζικότητα. Αφοπλιστικά άμεσος όπως και η γραφή του, είχε πει σχετικά με τα ποιήματα που εξέδωσε «Για πολύ καιρό έγραφα ποιήματα επειδή δεν είχα χρόνο για να γράψω διηγήματα». Τα ποιήματα του Κάρβερ φριζάρουν μια εικόνα, μια στιγμή, έναν ήχο και αφηγούνται τη μοναδική του ιστορία που μπορεί να μην είναι πρωτότυπη και να μην έχει ηθικό δίδαγμα αλλά «…..περιγράφει και αποκαλύπτει τον κόσμο όπως τον συλλαμβάνει το μάτι του. Με τέτοια καθαρότητα που σχεδόν σου ραγίζει την καρδιά» (Washington Post). Με έναν τρόπο που, όπως έγραψε σ’ ένα ποίημα του “there isn't enough of anything as long as we live. But at intervals a sweetness appears and, given a chance prevails.” (Raymond Carver, Ultramarine: Poems). Το Κοράκι μου είναι ίσως το πιο αγαπημένο μου από τα ποιητικά στιγμιότυπα που άφησε πίσω του ο Κάρβερ. Τόσο αγαπημένο, που ίσως αξίζει τον κόπο να το διαβάσει ο αναγνώστης αυτών των γραμμών.
My Crow
A crow flew into the tree outside my window.
It was not Ted Hughes’s crow, or Galway’s crow.
Or Frost’s, Pasternak’s, or Lorca’s crow.
Or one of Homer’s crows, stuffed with gore,
after the battle. This was just a crow.
That never fit in anywhere in its life,
or did anything worth mentioning.
It sat there on the branch for a few minutes.
Then picked up and flew beautifully
out of my life.
Δεν ήταν το κοράκι του Τεντ Χιουζ ή το κοράκι του Γκάλγουεϊ.
Ή του Φροστ, του Παστερνάκ ή το κοράκι του Λόρκα.
Ή ένα απ’ τα κοράκια του Ομήρου, γεμάτα πηχτό αίμα,
μετά τη μάχη. Αυτό ήταν απλώς ένα κοράκι.
Που ποτέ δεν ταίριαξε πουθενά στη ζωή του
ή έκανε κάτι το αξιόλογο.
Κάθισε εκεί στο κλαδί για λίγα λεπτά.
Και μετά σηκώθηκε ξαφνικά και πέταξε όμορφα
μακριά από τη ζωή μου.
(τη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του στην οποία βρίσκεται το ποίημα My Crow μπορεί κανείς να την αναζητήσει στα αγγλικά: Raymond Carver - "All of us, The collected poems", The Harvill Press, London, 2003 ή στα ελληνικά: Raymond Carver – ‘’ΔΩΜΑΤΙΑ ΟΠΟΥ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΟΥΡΛΙΑΖΟΥΝ ΚΑΙ ΠΛΗΓΩΝΟΥΝ Ο ΕΝΑΣ ΤΟΝ ΑΛΛΟ’’ , εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2018)
Φαίη Φραγκισκάτου
Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
Φαίη Φραγκισκάτου
Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
Φαίη Φραγκισκάτου
Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.