Γράφει ο Γιώργος Αθανασόπουλος
Οι Γιαννιώτες Dirty Saints αποφάσισαν να επιστρέψουν στη δισκογραφία ύστερα από είκοσι και πλέον χρόνια σιωπής. Ξεκινάμε από τη χιουμοριστική πλευρά του πράγματος: κάνοντας πλάκα με την πάρτη τους αρχικά, ονοματίζουν το νέο τους δίσκο με το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τότε που είχαμε να μάθουμε και να ακούσουμε νέα τους, από τον προηγούμενο αιώνα δηλαδή. ‘Όταν,σε καιρούς δύσκολους για μπάντες εκτός μητροπολιτικής εμβέλειας, κατάφερναν με το πρώτο τους επτάιντσο ep, το "Hi!" στην ιστορική Fifth Dimension Records- να περάσουν τα ελλαδικά σύνορα και να αποθεωθούν σχεδόν από το βρετανικό N.M.E. το ημερολόγιο έδειχνε 1990. Και δύο χρόνια αργότερα,με το album τους “Elf” στο ίδιο label,ξέφυγαν θριαμβευτικά από την "support your local scene" κοινότητα. Κι ύστερα… βολόδερναν για καμιά πενταετία με δύο συμμετοχές όλες κι όλες σε αντίστοιχες συλλογές (Double Shot και Toxic Babies In A Rock'n'Roll Land), μέχρι που διαλύθηκαν έχοντας πάντως προλάβει να προσθέσουν επάξια το όνομά τους στο garage revival λεύκωμα.
Ας έλθουμε όμως στην τωρινή επιστροφή της μπάντας στο σύμπαν του rock'n'roll, κάτι που από όσα διαβάζουμε στο δελτίο τύπου δεν ήταν και το ευκολότερο πράγμα για να υλοποιηθεί καθώς η απόσταση Αγγλία-Ελλάδα που χωρίζει τα ιδρυτικά μέλη δε βολεύει όσο να πεις σε ηχογραφήσεις νέου υλικού αλλά τελικά δε στάθηκε εμπόδιο στο να δουλευτούν τα οκτώ τραγούδια που συνιστούν το Aeon. Μια πρώτη πετυχημένη απόπειρα επανασύνδεσης της μπάντας είχε προηγηθεί το 2013 και μάλλον εκεί μπήκαν οι βάσεις για το δίσκο που μας παρουσιάζουν διαθέτοντάς τον αρχικά ψηφιακά κι ελεύθερα.
Οι Dirty Saints του 2019, θέλοντας να κάνουν ένα γενέθλιο δώρο στους ίδιους και τους οπαδούς τους δείχνουν να έχουν τελείως διαφορετική οπτική και αισθητική από αυτή που μας συστήθηκαν όταν ήταν πιτσιρικάδες. Αυτό από μόνο του μοιάζει σαν ξόρκι στην όποια νοσταλγία του γκαραζοψυχεδελικού ύφους που μας είχαν ομολογουμένως καλομάθει και σαφώς δεν είναι απαραίτητα κακό. Είναι απλώς διαφορετικό το ηχόχρωμά τους. Αυτοί οι Dirty Saints παίζουν hard rock με την ψυχή τους, έχουν γεμάτο ήχο, καλή παραγωγή, blues αναφορές και πάθος που μάλλον θα πολλαπλασιάζεται στα live τους. Από το εναρκτήριο ενθουσιώδες και «γηπεδικό» "The Saints Are Back In Town" ως το i-feel-good φινάλε του δίσκου με το "Normal", το γκρουπ φλερτάρει με τη μπαρουτοκαπνισμένη κιθαριστική seventies ροκ μυθολογία κρατώντας χαλαρούς ρυθμούς και ανεβάζοντας ελάχιστα στροφές ("C Your Eyez", ”Moody”). Την καλοπαιγμένη επανεκτέλεση του "Back Door Man" των Doors... εεεεε… του Willie Dixon, μάλλον σαν χρόνιο απωθημένο να δισκογραφηθεί τη θεωρώ παρά σαν οτιδήποτε άλλο γιατί στο παρελθόν είχαν επαναπροσεγγίσει δημιουργικά κομμάτια όπως το "Be Bop ALula" και το "Love Has No Time" (άντε ξανά νοσταλγία μάστορα).
Εν κατακλείδι, ένα τίμιο, μεστό, καλοφτιαγμένο ροκ άλμπουμ που δίχως να διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας στέκεται μια χαρά σε ένα χαλαρό road trip, αλλά στοιχηματίζω πως μπορεί να λάβει επικές διαστάσεις σε μία ζωντανή παρουσίαση. Οι Dirty Saints ήρθαν ξανά στις ζωές μας κι ας ευχηθούμε να μείνουν alive and kickin’ και σε αυτό τον αιώνα...
Κώστας Γραμμενιάτης (φωνή/κιθάρα), Φάνης Ζαΐμης (μπάσο), Μπάμπης Οικονόμου (πλήκτρα), Σταύρος Μπίλης (τύμπανα), Μιχάλης Μπουγάς (κιθάρα)