Γράφει ο Μιχάλης Τζάνογλος
Ήταν γύρω στις αρχές των ‘70s όταν ο Emory Douglas, Υπουργός Πολιτισμού των Μαύρων Πανθήρων, άκουσε τυχαία έναν νεαρό μέλος του κόμματος, με πολύ όμορφη φωνή, να τραγουδάει. Αφού τελείωσε ο νεαρός το τραγούδι, τον πλησιάζει ο Douglas και τον ρωτάει αν ενδιαφέρεται να συμμετέχει σε ένα συγκρότημα που σκέφτεται να φτιάξει με άλλα μέλη του κόμματος. Ο νεαρός James Mott ή Saturu Ned, όπως ήταν το επαναστατικό του όνομα, δέχεται και κάπως έτσι βρίσκεται να συμμετέχει στους Lumpen, το επίσημο συγκρότημα του κόμματος των μαύρων Πανθήρων.
Τα μέλη των Lumpen ήταν απλά μέλη του κόμματος και δεν κατείχαν καμία θέση στην ιεραρχία. Συμμετείχαν στις καθημερινές δραστηριότητες μοιράζοντας φαγητό, συγκεντρώνοντας χρήματα για το κόμμα, μοιράζοντας εφημερίδες, περιφρουρώντας συγκεντρώσεις, παρακολουθώντας σεμινάρια κ.α. Η αρχική πρόθεση του Douglas ήταν να δημιουργήσει ένα φωνητικό τρίο, που να γυρίζει στις γειτονιές και να προπαγανδίζει με τη μουσική τους σκοπούς του κόμματος. Σύμφωνα με τον επιτελάρχη των Πανθήρων, David Hilliard, το όνομα είναι μια απευθείας αναφορά στον Μαρξ και το «λούμπεν προλεταριάτο». Απεναντίας, ο Mott αναφέρει ότι το πήραν από το The Wretched of the Earth, [στα ελληνικά Tης Γης οι Κολασμένοι, Κάλβος, 1982] το αντιιμπεριαλιστικό βιβλίο του Frantz Fanon από το 1961.
Αρχικά το τρίο το αποτελούσαν οι William (Bill) Calhoun, Clark (Santa Rita) Bailey και Michael Torrance, τρείς συμφοιτητές και φίλοι από το Σαν Χοσέ.
Έπειτα από μία εμφάνισή τους την άνοιξη του 1970 στο Fillmore Park, oι Douglas και Hilliard σκέφτηκαν να διευρύνουν το τρίο και κάπου εκεί το συγκρότημα συμπληρώνει ο James (Ned) Mott. Πολλοί μουσικοί προσφέρονται να βοηθήσουν κι έτσι ο Calhoun αναλαμβάνει να μετασχηματίσει το φωνητικό συγκρότημα σε μία πλήρη rhythm & blues μπάντα. Οι μουσικοί που συμμετείχαν δεν ήταν αποκλειστικά μέλη των Πανθήρων και ανάμεσά τους υπήρχαν και κάποιοι ευαισθητοποιημένοι λευκοί. Οι μουσικοί αυτοί ονομάστηκαν Freedom Messengers (Αγγελιοφόροι της Ελευθερίας). Το κόμμα χρηματοδότησε την αγορά οργάνων και ηχητικού εξοπλισμού τελευταίας τεχνολογίας και ανέλαβε όλα τα έξοδα. Οι πρώτες πρόβες έγιναν στα κεντρικά αρχηγεία των Πανθήρων στο δυτικό Όκλαντ και στο Σαν Φρανσίσκο.
Οι πρώτες τους εμφανίσεις με τη νέα μορφή πραγματοποιήθηκαν το καλοκαίρι του 1970 σε διάφορες εκδηλώσεις που διοργάνωσε το κόμμα. Το ρεπερτόριο αποτελείτο από δημοφιλή κομμάτια στα οποία είχαν οι στίχοι παραλλαχθεί, δίνοντας ένα επαναστατικό νόημα. Για παράδειγμα, το "Ol' Man River" του Tom Robeson το έκαναν "Ol' Pig Nixon".
Τον Αύγουστο του 1970, οι Lumpen μπήκαν στο στούντιο Tiki στο Σαν Χοσέ και ηχογράφησαν δυο συνθέσεις του Bill Calhoun. Τα κομμάτια ήταν το “Free Bobby Now” με θέμα τη σύλληψη και τη δίκη του Bobby Seale, ιδρυτικού στελέχους των Πανθήρων του και το “(Won’t Be) No More”. Παρόλο που αρχικά δεν είχαν ην πρόθεση να τα κυκλοφορήσουν, όταν η ηγεσία τα άκουσε αποφάσισε να τα συμπεριλάβουν σε ένα 45άρι.
Το φθινόπωρο της ίδια χρονιάς δίνουν συναυλίες σε πολλές πόλεις του Κόλπου του Σαν Φρανσίσκο, ηχογραφούν ένα live άλμπουμ και τον Νοέμβριο περιοδεύουν στην Ανατολική Ακτή και στην ενδοχώρα των ΗΠΑ. Βοστώνη, Μασαχουσέτη, Κονέκτικατ, Νέα Υόρκη, Φιλαδέλφεια, Ουάσιγκτον, Ουισκόνσιν και Μινεάπολη είναι μερικές από τις πόλεις που επισκέφτηκαν. Πολύ συχνά οι τοπικές αρχές έδιναν εντολή στην αστυνομία να εμποδίσει τις συναυλίες και σε αρκετές περιπτώσεις σημειώθηκαν επεισόδια.
Στο New Haven, έξω από το Κονέκτικατ, εμφανίστηκαν για να συμπαρασταθούν στον Bobby Seale που περίμενε να δικαστεί με την κατηγορία του φόνου. Στη συναυλία το κοινό αποτελούσαν κυρίως μπάτσοι που βρίσκονταν εκεί για να αποτρέψουν την προσέλευση κόσμου. Παρόλη τη τρομοκρατία, η μπάντα άρχισε να παίζει και από τη γειτονική φυλακή ακούστηκαν οι φυλακισμένοι να τραγουδούν μαζί τους. Κατάφεραν να παίξουν μόλις δύο κομμάτια και η συναυλία διακόπηκε.
Τον Δεκέμβριο επέστρεψαν στη Καλιφόρνια και συνέχισαν τις εμφανίσεις άλλοτε σαν support σε άλλους γνωστούς καλλιτέχνες και άλλοτε σαν headliners. Μερικά από τα ονόματα που εμφανίστηκαν μαζί είναι η Carla Thomas, οι Persuasions, η επίσης μουσικός και αργότερα ηγέτης των Πανθήρων, Elaine Brown, αλλά και rock συγκροτήματα όπως οι Grateful Dead και οι Santana. Την άνοιξη του 1971 οργανώθηκε μια συναυλία έξω από τις φυλακές του San Quentin μαζί με τον Curtis Mayfield και τον Muhammad Ali ωε εκδήλωση συμπαράστασης στους φυλακισμένους Πάνθηρες. Μόλις όμως άρχισαν να παίζουν το τέταρτο κομμάτι του set τους, οι μπάτσοι, έκοψαν τα μικρόφωνα και σταμάτησαν με απειλές τη συναυλία.
Από το ραδιόφωνο ήταν κομμένοι και όσες προσπάθειες έγιναν για να προωθηθεί η live ηχογράφηση έπεσαν στο κενό. Τελικά το άλμπουμ αυτό δεν κυκλοφόρησε ούτε πρόκειται να κυκλοφορήσει αφού έχουν τα master tapes χαθεί. Υπάρχουν μόνο κάποια κομμάτια που διασώθηκαν σε promo κασέτες.
Πέρα όμως από τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν με τις αρχές, αντιμετώπιζαν και προβλήματα με τους ίδιους τους Πάνθηρες που πολύ συχνά συμπεριφέρονταν ρατσιστικά απέναντι στα λευκά μέλη της μπάντας. Αυτό ήταν ανέκαθεν ένα σημείο διένεξης των Lumpen με τους υπόλοιπους Πάνθηρες.
Τα μέλη των Lumpen ήταν στρατιώτες του κόμματος και σε καμία περίπτωση δεν έβλεπαν τον εαυτό τους σαν rock stars. Σε όλη τη περίοδο που η μπάντα ήταν ενεργή συνέχισαν να συμμετέχουν στις καθημερινές δραστηριότητες των Πανθήρων. Άλλωστε η μπάντα δεν είχε ποτέ σκοπό το κέρδος και τη καταξίωση στη μουσική βιομηχανία, αλλά την προπαγάνδιση των αρχών του κόμματος. Το συγκρότημα πρακτικά διαλύθηκε το 1972, όταν η ηγεσία του κόμματος άρχισε να αναθέτει άλλες αρμοδιότητες και να μεταθέτει σε άλλες περιοχές τα κομματικά μέλη της μπάντας.
Κλείνοντας αυτή τη σύντομη αναφορά στους Lumpen αξίζει να αναφερθεί ότι ο Michael Torrance συνέχισε την ενασχόλησή του με τη μουσική και συμμετείχε στα φωνητικά της μπάντας του Marvin Gaye, ενώ αργότερα εργάστηκε για την Motown. Ο William Calhoun, ο Clark Bailey και ο James Mott συνέχισαν να είναι ενεργά μέλη της μαύρης κοινότητας, ενώ κάποιοι από τους μουσικούς που συνόδευαν τους Lumpen συνέχισαν την καριέρα τους μαζί με την Chaka Khan και τους Rufus.
Διαβάστε
Party Music: The Inside Story of the Black Panthers' Band and How Black Power Transformed Soul Music του Rickey Vincent, εκδόσεις Lawrence Hill Books, 2013