Γράφει ο Aργύρης Αργυριάδης
Αναμφίβολα τα blues και τα ρεμπέτικα αποτελούν την μουσική ανασαιμιά όλων αυτών που δεν χωράνε μέσα στον καθωσπρέπει και ευυπόληπτο κόσμο. Δυο διαφορετικές μα συνάμα παρόμοιες κουλτούρες, όχι μόνο μουσικές αλλά και πολιτισμικές. Ίσως αυτό να ήταν και το εσωτερικό κάλεσμα για να ασχοληθεί και να συνδυάσει αυτά τα δυο είδη ο Στέλιος, ο δευτερότοκος γιος του Μάρκου Βαμβακάρη, ο οποίος έφυγε από την ζωή στις 17 Ιουνίου 2019.
Αξιόλογος και σεμνός μουσικός στα 72 χρόνια που έζησε, αντί να σταθεί και να εξαργυρώσει απλά το βαρύ του επώνυμο, αποφάσισε να ψαχτεί περίεργα και εκκεντρικά, σύμφωνα με την κυρίαρχη αντίληψη της εποχής του.
Σε συνέχεια της δουλειάς του τόσο στο ρεμπέτικο, όσο και στο ελληνόφωνο λαϊκό τραγούδι, ο Στέλιος Βαμβακάρης πρωτοπορεί ψάχνοντας να βρει τα κοινά στοιχεία των αμερικανικών blues και να τα συνδέσει με το μπουζούκι, ένα κατεξοχήν όργανο που έφεραν μαζί τους οι μεταναστευτικές ορδές των Ελλήνων, οι οποίοι ζητούσαν μια θέση στο αμερικανικό όνειρο, όπως και οι μαύροι του διαχωρισμένου φυλετικά νότου των ΗΠΑ.
Μάρκος και Στέλιος, το μήλο κάτω απ' τη μηλιά...
Στη διαδρομή του αυτή άρχισε να χρησιμοποιεί διαφορετικές τεχνικές παιξίματος στο τρίχορδο μπουζούκι του, φτάνοντας σε σημείο να το κουρδίσει διαφορετικά και να αναπτύξει ένα στυλ που αργότερα θα ονομαζόταν «καραντουζένια» - ένα μείγμα πειραιώτικου ρεμπέτικου και Delta Blues.
Κορυφαία στιγμή αυτού του ιδιαίτερου, δύσκολου και συχνά δυσνόητου στυλ για πολλούς, ήταν η συνεργασία του με τον Louisiana Red και η ηχογράφηση του κλασικού, κατ εμέ, άλμπουμ Το Blues Συναντά το Ρεμπέτικο το 1988. Ένας δίσκο που περιέχει στην αρχική του έκδοση οκτώ blues τραγούδια με μπουζούκι και μπαγλαμά ή 9 στη μεταγενέστερη έκδοση της «Ελευθεροτυπίας».
Ο δίσκος αυτός είναι μια πραγματική γροθιά στο στομάχι που ξενίζει όλους τους ορθόδοξους και από τις δυο πλευρές. Το βαρύ delta παίξιμο της κιθάρας και η ερμηνεία του Louisiana με το μεστό παίξιμο του Στέλιου, όχι μόνον δένουν αρμονικά, αλλά εκπληρώνουν τον στόχο τους στο ακέραιο.
Με τον Louisian Red, Αθήνα, Κύτταρο, Μάρτιος 2008
Το συγκεκριμένο άλμπουμ έχει για μένα και μια ακόμα ιδιαίτερη σημασία, καθώς εμπεριέχει στο εξώφυλλο του ένα ιδιότυπο «parental advice», προτρέποντας τους γονείς να προστατέψουν την αμερικανική νεολαία, από το άκουσμα της νέγρικής μουσικής. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω ένα σχόλιο για την έννοια «νέγρος» στις ΗΠΑ. Η έννοια αυτή δεν αναφέρεται με την στενή της έννοια μόνο στους Αφροαμερικανούς, αλλά επεκτείνεται σε όλους όσους δεν ανήκουν στην κατηγορία των Λευκών Αγγλοσαξόνων Προτεσταντών (WASP). Νέγρους αποκαλούσαν τους μελαχρινούς Έλληνες, Ιταλούς και λοιπούς μετανάστες, Ευρωπαίους ή μη, και συχνά τους απέκλειαν από εργατικά συνδικάτα των λευκών όπως το Κογκρέσο Βιομηχανικών Οργανώσεων (CIO), τους αποκαλούσαν βρομιάρηδες κ.ο.κ. Όσον αφορά τον Lousiana Red, ο οποίος μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο επειδή η μητέρα του πέθανε από πνευμονία και ο πατέρας του λιντσαρίστηκε από μέλη της Κου Κλουξ Κλαν. Προσωπικά έμαθα για πρώτη φορά για τον Louisiana Red ακούγοντας τη διασκευή ενός τραγουδιού του από τον Rory Gallagher, του «Ride On Red, Ride On, από το άλμπουμ Jinx του 1982. Είναι γνωστό ότι ανάλογη ρατσιστική συμπεριφορά αντιμετώπιζαν οι ρεμπέτες και τα τραγούδια τους στην Ελλάδα από την κατεστημένη και ευυπόληπτη αστική τάξη.
Επιστρέφοντας στον Στέλιο Βαμβακάρη, η εμπλοκή του με τα blues δεν σταματάει εδώ. Το 1994 ηχογράφησε τον δίσκο Ρομαντικοί Παραβάτες – Φαντασία στην Εξουσία και το 2008 το Σ’ Ένα μπαρ του Μισισίπι Ένας Ναύτης απ’ τη Σύρα.
Το ιδιαίτερο ύφος του και η καλλιτεχνική αξία του έργου του αναγνωρίστηκαν από την διεθνή blues κοινότητα, με την συμμετοχή του σε συναυλίες με τον TajMahal, αλλά και τον John Lee Hooker. O κυρ Στέλιος μπορεί να έφυγε από κοντά μας αλλά τα blues κάπου στον Μισισίπι θα συνεχίζουν να παίζουν παραγγελιές για τον ναύτη από την Σύρα και ο μπαγλαμάς θα λέει Ζήτω η Ελευθερία! Ίσως γιατί αυτές οι απουσίες είναι που μας θυμίζουν πάντα πόσο απέχουμε από αυτήν.
Αργύρης Αργυριάδης