Γράφει ο Μιχάλης Πούγουνας
Το The Blues Brothers είναι μια αμερικανική μουσική κωμωδία του 1980 που σκηνοθέτησε ο John Landis. Πρωταγωνιστούν ο John Belushi και ως Dan Aykroyd ως "Joliet" Jake και Elwood Blues, χαρακτήρες που ξεκίνησαν από το The Blues Brothers, ένα σκετς που οι δυο τους έπαιζαν στο Saturday Night Live του καναλιού NBC. Το σενάριο της ταινίας γράφτηκε από τον Aykroyd και τον Landis. Στην ταινία παίρνουν μέρος τραγουδώντας ή ερμηνεύοντας ως ηθοποιοί, οι rhythm’n’blues και soul καλλιτέχνες James Brown, Cab Calloway, Aretha Franklin, Ray Charles και John Lee Hooker. Η ταινία εξελίσσεται στο Σικάγο, όπου και γυρίστηκε. Εμφανίζονται ακόμα οι Carrie Fisher, Henry Gibson, Charles Napier και John Candy.
Η ταινία αφηγείται την ιστορία του Jake που βρίσκεται εκτός φυλακής με αναστολή και του αδελφού του, Elwood. Τα δυο αδέλφια πιστεύουν ότι βρίσκονται σε «μια αποστολή από τον Θεό» προκειμένου να σώσουν το καθολικό ορφανοτροφείο στο οποίο μεγάλωσαν. Για να γίνει αυτό όμως πρέπει να επανασυνδέσουν το rhythm & blues συγκρότημά τους και να διοργανώσουν μια συναυλία έτσι ώστε να μαζέψουν τα 5.000 δολάρια που απαιτούνται για να πληρώσουν τον φόρο ακίνητης περιουσίας του ορφανοτροφείου. Στην προσπάθειά τους αυτή γίνονται στόχος μιας «μυστηριώδους γυναίκας», μιας ομάδας νεοναζί, και ενός country western συγκροτήματος, ενώ η αστυνομία τους κυνηγά αδιάκοπα.
Το 1973, ο Dan Aykroyd, ένα μέλος του θιάσου Second City στο Τορόντο, συναντήθηκε με τον John Belushi, ένα μέλος του θιάσου Second City στο Σικάγο, και οι δυο τους συνδέθηκαν αμέσως. Ο Aykroyd επηρέασε τον Belushi με την αγάπη του για την μπλουζ μουσική και το 1975 βρέθηκαν μαζί στο cast του ολοκαίνουργιου τηλεοπτικού προγράμματος Saturday Night Live, ενώ αποφάσισαν να συνεργαστούν και στον τομέα της μουσικής δημιουργώντας ένα συγκρότημα που ονόμασαν The Blues Brothers. Ως Elwood και ως "Joliet" Jake, οι δύο ηθοποιοί άρχισαν να δίνουν μικρές συναυλίες γύρω από τη Νέα Υόρκη και ο τηλεοπτικός παραγωγός Lorne Michaels τους έδωσε την ευκαιρία να προθερμαίνουν το κοινό πριν αρχίσει η εκπομπή Saturday Night Live.
Αρχικά ο Michaels ήταν διστακτικός σχετικά με την εμφάνισή τους στη διάρκεια της ζωντανής εκπομπής, αλλά το 1976 ενέδωσε υπό την προϋπόθεση ότι θα ντύνονταν σαν μέλισσες. Η πραγματική ευκαιρία παρουσιάστηκε δυο χρόνια αργότερα όταν παρουσιαστής έγινε ο Steve Martin. Εκείνος τους προσέλαβε για να ανοίγουν τις stand up εμφανίσεις του και λίγο μετά υπέγραψαν συμφωνία για την εκπομπή. Λίγους μήνες αργότερα, όταν η αλλοπρόσαλλα ξεκαρδιστική ταινία Animal House (Τρελό Θηριοτροφείο) έκανε τον Belushi αστέρι, η ταινία Blues Brothers ήταν το προφανές επόμενο βήμα.
Το πράγμα ήταν απλό: "John Belushi + Dan Aykroyd = Blues Brothers." Όμως η ταινία “The Blues Brothers” έγινε εφιάλτης για την Universal Pictures καθώς βγήκε εντελώς εκτός προγραμματισμού και ξεπέρασε κατά πολύ τον προϋπολογισμό, με την τύχη της να εξαρτάται από την ποσότητα της κοκαΐνης που κατανάλωνε ο Belushi.
Είναι πολύ πιθανό το δίδυμο των Blues Brothers να βρισκόταν πράγματι "σε αποστολή από το Θεό", μιας και όλοι όσοι αναμείχθηκαν στην ταινία βγήκαν ζωντανοί από αυτήν. Εκτός από τη μουσική και την πλάκα που είχε το The Blues Brothers, πολλοί θα θυμούνται για καιρό το επικό κυνηγητό των αυτοκινήτων στους δρόμους και μέσα σε εμπορικά κέντρα, αλλά και το στοίβαγμα των περιπολικών που εκείνη την εποχή δημιούργησε παγκόσμιο ρεκόρ. Θεωρώντας ότι είναι μία από τις καλύτερες ταινίες του John Belushi, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι εκτός κάμερας οι Blues Brothers ήταν εξίσου τρελοί με αυτό που παρακολουθεί ο θεατής στην οθόνη.
Οι χαρακτήρες του Elwood και του Jake Blues είχαν δημιουργηθεί για την τηλεοπτική εκπομπή Saturday Night Live αλλά όταν οι δυο καλλιτέχνες κατάφεραν να εξασφαλίσουν δισκογραφικό συμβόλαιο, αποφάσισαν να γυρίσουν σε ταινία την ιστορία των χαρακτήρων τους. Ο γκουρού της κωμωδίας John Landis κλήθηκε να τη σκηνοθετήσει και μεγάλα αστέρια της μουσικής όπως ο Ray Charles και η Aretha Franklin υποδύθηκαν χαρακτήρες στην ταινία.
Παρ όλα αυτά, το πρόβλημα του Belushi με τα ναρκωτικά και οι πολυδάπανες και χωρίς ειδικά εφέ πραγματικές σκηνές, σχεδόν κατέστρεψαν στην ταινία. Μπορεί να παραμένει μια από τις πιο αγαπημένες ταινίες της δεκαετίας του 1980, να ενέπνευσε άλλη μια συνέχεια το 2000 και να έδωσε το έναυσμα για τη δημιουργία του σημαντικότατου κλαμπ House of Blues, αλλά για να γυριστεί το Blues Brothers συνέβησαν τρομακτικά πράγματα όπως το στοίβαγμα 103 αυτοκινήτων. Η ταινία γυρίστηκε σε διάστημα τρεισήμισι μηνών στο Σικάγο, τη γενέτειρα του Belushi.
Οι Belushi και Aykroyd συγκρότησαν μια θεότρελη ομάδα, φτάνοντας σε σημείο να κλέψουν δύο ναζιστικές στολές αξιωματικών των SS από το βεστιάριο και να βγουν για βόλτα στον αυτοκινητόδρομο με αυτοκίνητο. Ωστόσο, η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του Belushi που την τροφοδοτούσαν τα ναρκωτικά ήταν αυτό που κόντεψε να καταστρέψει τους Blues Brothers. Ήταν γνωστό ότι συχνά απομακρυνόταν από το σετ και κάποιο βράδυ που τα γυρίσματα γίνονταν σε μια φάρμα στο Ιλινόις, ο Belushi εξαφανίστηκε. Ο Aykroyd βγήκε να τον ψάξει και παρατήρησε ένα σπίτι εκεί κοντά που είχε φως. Όταν του άνοιξαν την πόρτα, του είπαν ότι ο Belushi είχε σκάσει μύτη στο σπίτι, είχε πραγματοποιήσει επιδρομή στο ψυγείο τους και στη συνέχεια είχε λιποθυμίσει στον καναπέ. Ο Aykroyd τον ξύπνησε και γύρισαν στην δουλειά σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.
Σύμφωνα με τον Aykroyd, στα νυχτερινά γυρίσματα της ταινίας υπήρχε "προϋπολογισμός για προμήθεια κοκαΐνης". Παρόλο που παραδέχθηκε ότι περιστασιακά συμμετείχε κι ο ίδιος, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ταινίας ήταν η συνήθεια του Belushi να κάνει κατάχρηση και όπως ήταν αναπόφευκτο αυτός και ο σκηνοθέτης John Landis θα κατέληγαν σε σύγκρουση σχετικά με το θέμα. Όταν κάποια στιγμή ο Landis μπήκε στο τροχόσπιτό του Belushi, ανακάλυψε στο τραπέζι ένα βουναλάκι κοκαΐνης που συναγωνίζονταν την ποσότητα στην ταινία Scarface (Ο Σημαδεμένος).
Ξέροντας ότι θα κόστιζε στον Belushi ένα κάρο χρήματα, ο Landis άδειασε την κόκα στην τουαλέτα και τράβηξε το καζανάκι. Όμως τη στιγμή που έβγαινε, ο ηθοποιός επέστρεψε και φρικάρισε. Μετά από ένα σύντομο καβγά ο Belushi ξέσπασε και τότε αγκαλιάστηκαν και έβαλαν τα κλάματα. Αυτό τα άλλαξε τα πάντα γύρω από την παραγωγή του Blues Brothers, αφού δεν γινόταν να σταματήσουν τα γυρίσματα για να αποτοξινωθεί ο Belushi ούτε μπορούσαν να τον αντικαταστήσουν. Ωστόσο, μετά από αυτό το συμβάν η κινηματογράφηση κύλησε πιο ομαλά.
Η προηγούμενη ταινία του Belushi, το 1941, ήταν τόσο μεγάλη αποτυχία που οι κριτικοί είχαν δώσει ειρωνικά στο Blues Brothers τον τίτλο “1942” προτού καν ολοκληρωθεί. Αυτό έδωσε στον σεναριογράφο του Saturday Night Live, Michael O’Donoghue, την ιδέα, να κάνει πλάκα μοιράζοντας διαφημιστικά που έγραφαν: “John Belushi: Γεννήθηκε το 1949, απεβίωσε το 1941”.
Ο Dan Aykroyd είχε συναντήσει την Carrie Fisher στο πλατό του Saturday Night Live το 1978, όταν είχε εμφανιστεί ως καλεσμένη στο σκετς Carrie Fisher/The Blues Brothers. Λίγα χρόνια αργότερα βρέθηκαν ξανά στα γυρίσματα του The Blues Brothers. Η Fisher υποδυόταν τον ρόλο της τρελαμένης φιλενάδας του Belushi, αλλά στην πραγματικότητα τα έφτιαξε με τον Aykroyd. Άρχισαν να βγαίνουν μαζί ενώ γυριζόταν η ταινία ακόμα και αργότερα ο Aykroyd της έσωσε την ζωή όταν κόντεψε να πνιγεί από ένα λαχανάκι Βρυξελλών. "Στην αρχή νόμιζε ότι γελούσα, αλλά μετά κατάλαβε ότι πέθαινα και έτσι εφάρμοσε την μέθοδο Heimlich. Περίπου δέκα λεπτά αργότερα μου ζήτησε να παντρευτούμε. Σκέφτηκα ότι θα ήταν καλύτερα να τον παντρευτώ γιατί τι θα γινόταν αν μου συνέβαινε να πνιγώ πάλι; " δήλωσε η Fisher. Έτσι αρραβωνιάστηκαν για ένα σύντομο διάστημα, μέχρι που αποφάσισε να επιστρέψει στον πρώην εραστή της, τον Paul Simon, τον οποίο και τελικά παντρεύτηκε.
Καθώς το πρόβλημα του Belushi με τα ναρκωτικά ήταν πλέον μεγάλο, ο ηθοποιός κατάλαβε ότι αν δεν έκανε κάτι για να το σταματήσει τελικά θα τον σκότωνε. Οι περισσότεροι από τους φίλους του προσπάθησαν να τον βοηθήσουν και ο Dan Aykroyd έσπασε κάποτε ένα ρολόι χειρός για να του δείξει μεταφορικά την πτωτική του πορεία. Ο John Landis είχε πει στην Carrie Fisher, "Για όνομα του θεού, αν τον δείτε να παίρνει ναρκωτικά, σταματήστε τον". Ο Belushi δεν ήθελε να πάει για αποτοξίνωση πριν τελειώσει η ταινία, καθώς μιας και υπήρχε αφθονία κοκαΐνης από αδιάφορους θαυμαστές, οι οποίοι λειτουργούσαν και ως προμηθευτές του.
«Καθένας από αυτούς τους ανθρώπους ήθελε να πει στους φίλους του, ‘Σνιφάρισα με τον Belushi’”, θυμόταν ο Smokey Wendell, τον οποίο είχε προσλάβει ο Belushi ως σωματοφύλακα που θα τον βοηθούσε να κρατηθεί μακριά από τα ναρκωτικά. Ο Wendell ήταν πρώην πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών και είχε βοηθήσει τον Joe Walsh των Eagles να μείνει καθαρός. Το να παρακολουθεί όμως τον Belushi σαν ένα γεράκι του έκανε ζημιά και τελικά παραιτήθηκε. Αν και προσελήφθη ξανά σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, ο Belushi πέθανε από υπερβολική δόση πριν ο Wendell προλάβει να επιστρέψει στη δουλειά.
Αντίθετα με τις περισσότερες μουσικές ταινίες στις οποίες οι τραγουδιστές τραγουδούν play-back, μερικοί από τους εκτελεστές στη συγκεκριμένη αισθάνονταν άβολα με αυτό και ζήτησαν να τραγουδήσουν κανονικά. Ένας από αυτούς ήταν ο James Brown, ο οποίος είπε ζωντανά το τραγούδι του, όπως και ο John Lee Hooker όταν έπαιξε στην οδό Maxwell μπροστά σε ένα μεγάλο κοινό. Στα γυρίσματα της αρχικής σκηνής, οι φύλακες των φυλακών άρχισαν να πυροβολούν το ελικόπτερο της παραγωγής, πιστεύοντας πως είχε σκοπό να κατασκοπεύσει την δομή του κτηρίου...
Το πρώτο μοντάζ της ταινίας ξεπέρασε τις δύο ώρες και έπρεπε να κοπεί όμως η τελική κόπια είχε άλλα προβλήματα που δεν της επέτρεπαν να προβληθεί ακόμα. Ο Ted Mann, ο ιδιοκτήτης μιας μεγάλης αλυσίδας κινηματογραφικών αιθουσών που κάλυπτε ολόκληρη τη χώρα, αρνήθηκε να προβάλλει την ταινία στις αίθουσές του όπου σύχναζαν αποκλειστικά πλούσιοι λευκοί θεατές: «Επειδή δεν θέλω κανέναν μαύρο στο Westwood», ισχυρίστηκε. Ο Mann δικαιολόγησε επίσης την απόφασή του λέγοντας ότι οι λευκοί δεν θα ήθελαν να δουν μια "μαύρη ταινία", “κυρίως λόγω των μουσικών καλλιτεχνών που έχετε – όχι μόνοn είναι μαύροι, αλλά είναι και ντεμοντέ”. Αν και οι περισσότερες χολιγουντιανές ταινίες υψηλού προϋπολογισμού προβάλλονται σε πρώτη προβολή συνήθως σε περίπου 1.400 αίθουσες, το Blues Brothers πρωτοβγήκε σε μόλις 600. Ευτυχώς όμως αποδείχτηκε επιτυχία.
Αν και ο Ackroyd δούλεψε για να ολοκληρώσει το σενάριο στις εγκαταστάσεις της Universal, ο ίδιος και ο Belushi ξόδεψαν πολύ χρόνο για να μαστουρώνουν και μερικές νύχτες δανείζονταν αυτοκίνητα του στούντιο για να πάνε να “την πιούν”.
Για τους παραγωγούς, μια ταινία των Blues Brothers σήμαινε σίγουρα κέρδη. Προσφάτως το Animal House είχε γνωρίσει μεγάλη επιτυχία και η συνεργασία ενός μεγάλου αστέρα όπως ο συγκεκριμένος σκηνοθέτης με ένα άλλο ανερχόμενο όνομα από το Saturday Night Live, έδιωξε κάθε αμφιβολία των παραγωγών, οι οποίοι έδωσαν το πράσινο φως. Δυστυχώς, ο Dan Aykroyd δεν είχε διαβάσει ούτε γράψει σενάριο ποτέ πριν στην ζωή του.
Το ολοκληρωμένο σενάριό παραδόθηκε κατόπιν ενός ανώνυμου τηλεφωνήματος στον παραγωγό Bob Weiss, με την προτροπή να βρίσκεται «σπίτι του απόψε». Ο Weiss παρέλαβε το σενάριο τυλιγμένο με το εξώφυλλο ενός τηλεφωνικού καταλόγου. Είχε τίτλο The Return of Blues Brothers, και το αποτελούσαν 324 σελίδες (200 φορές περισσότερο από το μέσο όρο) ή αλλιώς μια πεντάωρη ταινία.
Ο Belushi, πέρα από τον εθισμό του στην κοκαΐνη ήταν εθισμένος και σε πολλά άλλα, όπως η μεσκαλίνη, το LSD και οι αμφεταμίνες. Μάλιστα του είχαν δώσει το παρατσούκλι «Η μαύρη Τρύπα» επειδή στα γυρίσματα χρησιμοποίησε εκατοντάδες ζευγάρια μαύρων γυαλιών. Έκανε μια σκηνή αλλά έχανε τα γυαλιά πριν γυρίσει την επόμενη...
Στην σκηνή όπου ο Henry Gibson χλευάζει τους συγκεντρωμένους διαδηλωτές και ορκίζει τους άνδρες του στον Αδόλφο Χίτλερ, ο όρκος έχει παρθεί σχεδόν λέξη προς λέξη από το The California Reich (1975). Ο Gibson συστήνει τη ναζιστική του ομάδα ως το «Αμερικανικό Σοσιαλιστικό Λαϊκό Κόμμα των Λευκών» που το ακρωνύμιό του – ASWPP –, διαβάζεται “ass wipe” (κωλόχαρτο).
Σύμφωνα με κάποια ασφαλιστική εταιρεία αυτοκινήτων, τα ασφάλιστρα του Elwood θα κόστιζαν περίπου 300.000 δολάρια ετησίως εάν η επική σκηνή με τα τρακαρίσματα που υπάρχει στην ταινία είχε συμβεί στην πραγματικότητα. Μέχρι να ολοκληρωθεί η ταινία καταστρέφονται 103 αυτοκίνητα – παγκόσμιο ρεκόρ για την εποχή. Δεδομένου ότι τότε δεν είχαν ανακαλυφθεί τα CGI, χρησιμοποιήθηκαν δεκατρία διαφορετικά Bluesmobiles, με διαφορετικά μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν για άλματα, για γρήγορη οδήγηση ή για κοντινά πλάνα.Προσλήφθηκαν σαράντα οδηγοί κασκαντέρ καθώς και μερικοί πραγματικοί αστυνομικοί για να κυνηγήσουν τον Elwood και τον Jake, χρησιμοποιώντας περισσότερα από εξήντα αστυνομικά αυτοκίνητα. Επειδή η καταστροφή ήταν τόσο μεγάλη, η παραγωγή χρησιμοποίησε ακόμη και το δικό της συνεργείο για να επισκευάζει τα χαλασμένα οχήματα. Κάθε ανατροπή αυτοκινήτου έπρεπε να σχεδιαστεί προσεκτικά και να χρησιμοποιηθούν σωλήνες, ράβδοι, ράμπες και ένα ημιφορτηγό με διασπώμενες πλευρές για να επιτευχθούν τα ειδικά εφέ. Ο προϋπολογισμός της ταινίας ξεπεράστηκε κατά πολύ και υπήρξαν μόνο μικροτραυματισμοί. Αναμφίβολα, η απουσία CGI είναι αυτό που κάνει την ταινία τόσο καλή – οι συγκρούσεις φαίνονται αληθινές όσο παίρνει.
Το The Blues Brothers χαρακτηρίζεται από πολλές μανιώδεις καταστροφές και από ένα αυτοκινητοκυνηγητό μέσα σε ένα εμπορικό κέντρο γεμάτο κόσμο και αυτή είναι μια από τις πιο αξέχαστες σκηνές. Χρησιμοποιήθηκε το Dixie Square Mall στο Ιλινόις. Κάποτε ήταν ένα πραγματικό εμπορικό κέντρο που είχε μείνει κλειστό για περίπου ένα χρόνο εξαιτίας ενός εγκλήματος που είχε συμβεί στην περιοχή. Το κινηματογραφικό συνεργείο ουσιαστικά το ξανάστησε, μαζί με τις προσόψεις των καταστημάτων και τα πλήθη των καταναλωτών.
Αφού κατέστρεψε το κτίριο οδηγώντας αυτοκίνητα μέσα από αυτό, το κινηματογραφικό συνεργείο απλώς έφυγε. Κανείς δεν καθάρισε και δεν επισκεύασε τίποτα. Υποβλήθηκε μια μήνυση ύψους 87.000 δολαρίων σε βάρος της Universal, αλλά τελικά αποσύρθηκε και παρόλο που το κτήριο αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως σχολείο, εγκαταλείφθηκε τελείως το 1981. Χάρη σε διάφορες συμμορίες, βανδαλισμούς και κάποια εγκλήματα, το εμπορικό κέντρο κατεδαφίστηκε το 2012, πιθανώς με πιο επαγγελματικά μηχανήματα από απλά αστυνομικά αυτοκίνητα.
Ο δήμαρχος του Σικάγο χορήγησε με το ζόρι άδεια για τα γυρίσματα στην πόλη. Σύμφωνα με μια ιστορία, το συνεργείο πήρε συγκατάθεση μόνο όταν οι Belushi και Aykroyd προσφέρθηκαν να δωρίσουν 50.000 δολάρια σε τοπικές φιλανθρωπικές οργανώσεις. Έτσι το συνεργείο πήρε άδεια να εκτελεί επικίνδυνες ακροβατικές επιδείξεις που κανείς δεν θα επέτρεπε σήμερα στους δρόμους μιας μεγάλης πόλης.
Η καταδίωξη απαιτούσε μέση ταχύτητα 160 χιλιομέτρων την ώρα στους δρόμους του κέντρου της πόλης, συμπεριλαμβανομένης της λεωφόρου Lake Shore, διαμέσου των υποστηλωμάτων της γέφυρας του τραίνου που περνούσε από πάνω. Η αστυνομία απέκλεισε την περιοχή για να μην κινδυνεύσουν πολίτες, αλλά επειδή η έλλειψη πεζών στους δρόμους έκανε το σκηνικό να φαίνεται ψεύτικο, οι σκηνές ξαναγυρίστηκαν χρησιμοποιώντας κασκαντέρ που στέκονταν στα πεζοδρόμια. Το να κάνεις το 1980 μια ταινία με αυτόν τον τρόπο, ήταν κάτι τόσο πρωτόγνωρο ώστε πολλοί που παρακολούθησαν τα γυρίσματα αναστατώθηκαν σε βαθμό να επικοινωνήσουν με εφημερίδες παραπονούμενοι για τους τραγικά κακούς οδηγούς της πόλης!
Μια ταινία που δεν χωράει σε κάποιο συγκεκριμένο κινηματογραφικό στιλ και συμπεριλαμβάνει μια χούφτα από ζωντανούς θρύλους της μουσική θα έπρεπε να έχει και ένα μεγαλειώδες φινάλε. Το σχέδιο ήταν να γυριστεί στο Hollywood Palladium με εκατοντάδες κομπάρσους σε μια μουσική σκηνή που απαιτούσε από τον John Belushi και τον Dan Aykroyd να χορεύουν και να κάνουν πλάγιες τούμπες.
Όταν ξεκίνησαν τα γυρίσματα της σκηνής, οι παραγωγοί ήταν ανήσυχοι επειδή το κόστος είχε ήδη ξεπεράσει κατά πολύ τον προϋπολογισμό. Το αρχικό budget ήταν 17 εκατομμύρια δολάρια και ξεπεράστηκε κατά 10 εκατομμύρια. Τελικά όμως απέφερε κέρδη 115 εκατομμυρίων.
Στο μεταξύ ο Belushi που συμπεριφερόταν ριψοκίνδυνα ως συνήθως, δανείστηκε ένα σκέιτμπορντ από ένα παιδί που έτυχε να περνά με αποτέλεσμα να πέσει και να τραυματίσει το γόνατό του. Καθώς οι παραγωγοί ανυπομονούσαν να ολοκληρώσουν την ταινία, κάλεσαν τον επικεφαλής της Universal που ήρθε σε επαφή με κορυφαίο ορθοπεδικό του Λος Άντζελες, αναγκάζοντάς τον να αφήσει κατά μέρος τις διακοπές των Ευχαριστιών για να φροντίσει το Belushi. Έπειτα από μια ένεση και μερικούς επιδέσμους, ο Belushi ολοκλήρωσε τη σκηνή.
Στην 30ή επέτειο της ταινίας, η εφημερίδα του Βατικανού L'Osservatore Romano αποκάλεσε την ταινία ως «κλασική Καθολική», συνιστώντας στους Καθολικούς να την παρακολουθήσουν…
Το παραπάνω άρθρο δεν θα γραφόταν χωρίς τα κείμενα της Wikipedia, του IMDB και κυρίως το The Drug-Fueled Mayhem Behind The Scenes Of 'The Blues Brothers' Almost Destroyed The Movie της Erin McCann για το Ranker αλλά και το 15 Things You (Probably) Didn't Know About The Blues Brothers που δημοσίευσε το ShortList στις 5 Δεκεμβρίου του 2014.
Δείτε ντοκιμαντερ για το making off…
BLOG και ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ ΤΟΥ MIΧΑΛΗ ΠΟΥΓΟΥΝΑ:
https://tribe4mian.wordpress.com/
ΑΚΟΥΣΤΕ ΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΠΟΥΓΟΥΝΑ στο Blackout Radio Show...
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.