Γράφει ο David Byrne
Μεταφράζει ο Γιάννης Καστανάρας
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 χρησιμοποιώ το ποδήλατο ως βασικό μέσο μεταφοράς στη Νέα Υόρκη. Στην αρχή το δοκίμασα διστακτικά αλλά σύντομα κατάλαβα ότι μου ταίριαζε, ακόμα και σε μια πόλη όπως η Νέα Υόρκη. Αισθάνθηκα αναζωογονημένος και απελευθερωμένος. Είχα ένα παλιό τριών ταχυτήτων, κατάλοιπο της παιδικής μου ηλικίας στα προάστια της Βαλτιμόρης, που πραγματικά είναι ακριβώς ό,τι χρειάζεσαι για τη Νέα Υόρκη.
Η ζωή μου εκείνη την εποχή λίγο πολύ περιοριζόταν στο κέντρο του Μανχάταν, στο Ιστ Βίλατζ και στο Σόχο, αλλά και σύντομα συνειδητοποίησα ότι η ποδηλασία ήταν ένας εύκολος τρόπος για να κάνω μικροδουλειές στη διάρκεια της ημέρας ή να πηγαίνω το βράδυ με μεγάλη ευκολία σε κάποια κλαμπ, σε εγκαίνια εκθέσεων, ή σε νυχτερινά στέκια δίχως να ψάχνω ταξί ή τον πλησιέστερο σταθμό του μετρό. Ξέρω ότι ως επί το πλείστον οι κραιπάλες σε μπαρ δεν αρμόζουν σε ποδηλάτες, αλλά στη Νέα Υόρκη υπάρχουν τόσα πολλά πράγματα να δεις και να ακούσεις και το να πετάγεσαι από το ένα μέρος στο άλλο με ποδήλατο είναι μια απίστευτα γρήγορη και αποτελεσματική διαδικασία. Έτσι λοιπόν κόλλησα, παρά την αίσθηση της ξενερωσιάς και των κινδύνων, επειδή ελάχιστοι τότε χρησιμοποιούσαν ποδήλατο στην πόλη. Εκείνη την εποχή οι αυτοκινητιστές δεν ήθελαν να μοιράζονται το δρόμο με τους ποδηλάτες κι έτσι σου έκοβαν το δρόμο ή σε στρμώχναν πάνω σε παρκαρισμένα αυτοκίνητα πολύ περισσότερο από ό,τι σήμερα. Μεγαλώνοντας μπορεί να πίστευα ότι η ποδηλασία ήταν ένας βολικός τρόπος για να ασκούμαι, κάτι που αρχικά δεν είχα στο μυαλό μου. Μου αρκούσε να περιφέρομαι ελεύθερος στους βρόμικους δρόμους κι ας ήταν γεμάτοι λακκούβες.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ανακάλυψα τα σπαστά ποδήλατα και καθώς η δουλειά μου και η περιέργεια με πήγαιναν σε διάφορα μέρη του κόσμου, συνήθως έπαιρνα ένα μαζί μου. Η ίδια απελευθερωτική αίσθηση ελευθερίας που βίωνα ποδηλατώντας στη Νέα Υόρκη, επαναλαμβανόταν κάνοντας το ίδιο στις κυριότερες πόλεις του κόσμου. Ένιωθα πιο συνδεδεμένος με τη ζωή στους δρόμους απ’ ότι αν οδηγούσα αυτοκίνητο ή κυκλοφορούσα με τη συγκοινωνία: μπορούσα να σταματάω όπου ήθελα, συχνά έφτανα πιο γρήγορα από το αυτοκίνητο ή το ταξί από το ένα μέρος στο άλλο, και δεν χρειαζόταν να ακολουθώ προκαθορισμένη διαδρομή. Ένιωθα την ίδια απολαυστική αίσθηση σε κάθε πόλη, με τον αέρα και τη ζωή του δρόμου να βουίζουν γύρω μου. Για μένα ήταν κάτι εθιστικό.
Αυτή η άποψη – πιο γρήγορα από το περπάτημα, πιο αργά από ένα τρένο, λίγο πιο γρήγορα από έναν άνθρωπο – έγινε για μένα ένα δωμάτιο με πανοραμική θέα στον κόσμο, που διαρκεί εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια. Είναι ένα μεγάλο παράθυρο που βλέπει έξω, κυρίως σε ένα αστικό τοπίο. (Δεν συμμετέχω σε ποδηλατικούς αγώνες ούτε κάνω ποδήλατο για σπορ). Μέσα από αυτό το παράθυρο βλέπω στιγμιότυπα από τη σκέψη των συνανθρώπων μου όπως εκφράζεται στις πόλεις που ζουν. Για μένα οι πόλεις είναι φυσικές εκδηλώσεις των βαθύτερων πεποιθήσεών μας και ενίοτε ασυνείδητων σκέψεων, όχι τόσο ως μεμονωμένα άτομα, αλλά σαν τα κοινωνικά ζώα που είμαστε. Ένας γνωστικός επιστήμονας αρκεί να κοιτάξει αυτό που έχουμε φτιάξει – τις κυψέλες που έχουμε δημιουργήσει – για να καταλάβει τις σκέψεις μας και τι πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό, καθώς επίσης και πώς δομούμε αυτές τις σκέψεις και πεποιθήσεις. Βρίσκονται όλα εκεί, φόρα παρτίδα, εκεί στα ανοιχτά. Δεν χρειάζεσαι μαγνητική τομογραφία ή ανθρωπολόγους για να σου δείξουν τι συμβαίνει μέσα στο μυαλό του ανθρώπου. Οι εσωτερικές λειτουργίες του εκδηλώνονται σε τρεις διαστάσεις ολόγυρά μας. Οι αξίες και οι ελπίδες μας διαβάζονται με απίστευτη ευκολία. Βρίσκονται ακριβώς εκεί – στις βιτρίνες, στα μουσεία, στους ναούς και στα κτίρια με γραφεία, και όλες αυτές οι δομές άλλοτε αλληλοσυνδέονται και άλλοτε όχι. Λένε, με τη μοναδική οπτική γλώσσα τους: «Αυτό είναι που πιστεύουμε ότι έχει σημασία, έτσι ζούμε και έτσι παίζουμε. Καβαλώντας ένα ποδήλατο και διασχίζοντας όλα τα μέρη αυτά είναι σαν να ταξιδεύεις στα συλλογικά νευρωνικά μονοπάτια κάποιου αχανούς παγκόσμιου εγκεφάλου. Όπως στην ταινία Φανταστικό Ταξίδι, αλλά χωρίς τα φτηνά ειδικά εφέ. Μπορείς να νιώσεις τον συλλογικό εγκέφαλο – χαρούμενο, βίαιο, απατηλό και γενναιόδωρο – στη δουλειά και στο παιχνίδι. Άπειρες μεταβλητές σε οικεία θέματα επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά: θριαμβευτικές ή μελαγχολικές, ελπιδοφόρες ή παραιτημένες, οι παραλλαγές συνεχίζουν να ξεδιπλώνονται και να πολλαπλασιάζονται.
Ναι, στις περισσότερες από τις πόλεις εκείνες συνήθως ήμουν μόνο περαστικός. Και θα μπορούσε να πει κανείς ότι, ως εκ τούτου, αυτό που έβλεπα ήταν εξ ορισμού ρηχό, περιορισμένο και περιστασιακό. Αυτό ισχύει και πολλά που έχω γράψει για πόλεις μπορεί να θεωρηθούν ως ένα είδος αυτοεξέτασης, με την πόλη να λειτουργεί ως καθρέφτης. Πιστεύω όμως ότι ένας επισκέπτης που μένει για σύντομο διάστημα, μπορεί να παρατηρήσει τις λεπτομέρειες, κι όταν αυτές οι λεπτομέρειες αυτές γίνουν ορατές, τότε η ευρύτερη εικόνα και οι κρυμμένες σκοπιμότητες της πόλης αναδύονται σχεδόν από μόνες τους. Η οικονομία αποκαλύπτεται στις βιτρίνες των καταστημάτων και η ιστορία στα πλαίσια των θυρών. Παραδόξως, καθώς ο φακός του μικροσκοπίου δυναμώνει, η οπτική διευρύνεται. Όπως είναι φυσικό, οι διάφορες πόλεις έχουν το δικό τους μοναδικό πρόσωπο και οι τρόποι έκφρασης αυτού που αισθάνονται έχουν σημασία. Μερικές φορές, οι απορίες και οι σκέψεις κάποιου φαίνεται να προκαθορίζονται από κάθε αστικό τοπίο.
Όπως είναι φυσικό, κάποιες πόλεις είναι πιο φιλικές προς τους ποδηλάτες συγκριτικά με άλλες. Όχι μόνο γεωγραφικά ή λόγω του κλίματος, αν και αυτό παίζει τον ρόλο του, αλλά λόγω των διαφόρων ειδών συμπεριφοράς που ενθαρρύνονται και του τρόπου με τον οποίο είναι οργανωμένες ή όχι μερικές πόλεις. Παραδόξως, αυτές με τις λιγότερες ανέσεις είναι αυτές με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Η Ρώμη, για παράδειγμα, είναι ιδανική για ποδηλασία. Οι πόλεις της κεντρικής Ιταλίας φημίζονται για το μποτιλιάρισμά τους κι έτσι μπορεί κανείς να διασκεδάσει κάνοντας ποδήλατο. Αν μάλιστα αποφύγει τους διάσημους λόφους εκείνης της πόλης, μπορεί να θαυμάσει τη μια καταπληκτική θέα μετά την άλλη. Δεν είναι καθόλου μια πόλη φιλική προς τα ποδήλατα – η άποψη ο καθένας για τον εαυτό του δεν έχει ενθαρρύνει τη δημιουργία ποδηλατοδρόμων σ’ αυτές τις μεγαλουπόλεις – αλλά αν δεχτείς αυτό ως πραγματικότητα, τουλάχιστον πρόσκαιρα, και αν είσαι προσεκτικός, η εμπειρία είναι κάτι που συστήνω ανεπιφύλακτα. Οι άνθρωποι μπορεί να βρεθούν σε σύγχυση όταν ταξιδεύουν, μακριά από το οικείο φυσικό περιβάλλον τους, και κατά κάποιον τρόπο χάνουν μέρος από τις φυσικές τους επαφές. Μερικές φορές αυτό είναι καλό – μπορεί να ανοίξει το μυαλό, να προσφέρει μια νέα επίγνωση – συχνά όμως είναι και μια τραυματική εμπειρία. Μερικοί που δεν εξοικειώνονται με ένα μέρος αποσύρονται στον εαυτό τους μέσα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου ή σπαταλούν αφειδώς χρήματα σε μια προσπάθεια να ανακτήσουν κάποιον έλεγχο. Προσωπικά, διαπιστώνω ότι η φυσική αίσθηση ενός αυτόνομου μεταφορικού μέσου σε συνδυασμό με το αίσθημα αυτοελέγχου που είναι χαρακτηριστικό αυτής της δίτροχης κατάστασης, είναι τονωτική και ανακουφιστική έστω και πρόσκαιρα, και είναι αρκετή για να με κρατά συγκεντρωμένο για το υπόλοιπο της ημέρας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ: Bicycle Diaries του David Byrne (Penguin, 2010)
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.