Γράφει ο Γιάννης Καστανάρας
Η Κατερίνα μπορούσε να γίνει περιστέρι και γεράκι μαζί. Χμ... Το πρώτο σπανίως. Μπορούσε ν α σου μιλάει με τον καλύτερο τρόπο αλλά όταν σε άρχιζε στο βρισίδι σε έβριζε ακατάσχετα, κοιτώντας σε στα μάτια μ' εκείνο το βλέμμα που πετούσε σπίθες. Σε κάρφωνε μ' αυτό και σου πάγωνε κάθε επιχείρημα. Ψυγείο, που λέμε. Η Κατερίνα δεν ήταν το τρελούτσικο κορίτσι που οι περισσότεροι θυμούνται από τις ελληνικές κωμωδίες. Δεν ξέρω πώς ήταν μικρή, εγώ είχα την τύχη να τη γνωρίσω καθώς μπαινόβγαινε σχεδόν καθημερινά εκεί, στο βιβλιοπωλείο του Γαρμπή, τότε που νέος ακόμα προσπαθούσα να ρουφήξω γεύσεις ελευθερίας. Η Κατερίνα είχε χιλιάδες τρόπους να σε βγάζει από τα ρούχα σου, αλλά είχε εκείνο το σκοτεινό ταλέντο που από όποια πλευρά κι αν το παρατηρούσες έχανες την μπάλα...
Ήταν εκείνες τις βραδιές, στο σπίτι του Τάσιου, τέρμα Τρίτης Σεπτεμβρίου, με την αφίσα "Οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη" να κρέμεται αψήφιστα στον ατέλειωτο τοίχο του απέραντου και γεμάτου βιβλία καθιστικού, τότε που κάναμε σκέψεις να "ομαδοποιήσουμε" τον ατομικισμό μας, να βρούμε την ιερή φόρμουλα που θα έκανε τον "χώρο" ένα ενιαίο πράγμα, αφήνοντας κατά μέρος τον εγωισμό μας - ματαιότης ματαιοτήτων, δηλαδή. Η Κατερίνα θα έλεγε μια φράση και τότε τα έπαιρνε όλα ο γέρο-διάβολος. Η Κατερίνα είχε τσαγανό, έναν τσαμπουκά που όσο μπόι της έλειπε τότε περισσότερο ξεπρόβαλε αχνιστός μέσα από το στόμα της. Η Κατερίνα, όταν μιλούσε, σπανίως έλεγε όμορφα λόγια, ποτέ δεν έσταζε μέλι ο λόγος της, ο δικός της καταιγισμός από κουβέντες ήταν ακριβώς το αντίθετο, ήξερε να γίνεται σκύλα ξεστομίζοντας ένα κάρο βρισιές κι αν εσύ το ανεχόσουν τότε μπορεί να σου άνοιγε την ψυχή της για να κοιτάξεις βαθιά μέσα της και να εκμεταλλευτείς κάθε πιθαμή της. Εκείνο τον καιρό, η Κατερίνα δεν ανεχόταν τις μαλακίες και τους μαλάκες και η αλήθεια είναι πως την τριγύριζαν κάμποσοι. Έτσι συμβαίνει συνήθως με τους ποιητές. Η Κατερίνα ήταν θαρρείς και ποτέ δεν είχε παίξει εκείνους τους ρόλους στο σινεμά. Ήταν σκληρή, το χαμόγελό της αμυδρό, το γέλιο της συγκρατημένο, σαν να φοβόταν πως αν αφεθεί στη χαρά θα έχανε ένα μεγάλο κομμάτι από αυτά που πίστευε. Την έβλεπες μικρόσωμη, αλλά όταν άνοιγε το στόμα μπορούσε να σε καταβροχθίσει, να σε κάνει μια χαψιά. Στο σύντομο διάστημα που τη γνώρισα, ποτέ δεν κατάλαβα την τσίτα της. Ή, μήπως όχι;
Και μετά, η Κατερίνα άρχισε να χάνεται μέχρι που εξαφανίστηκε. Την πετύχαινα κάπου κάπου στο δρόμο, μου μιλούσε με το ζόρι, σαν να μην είχαμε συναντηθεί ποτέ, κι ήταν εκείνο το απλανές βλέμμα που δεν ήθελες να σε κοιτάζει. Και μετά σήκωσα το τηλέφωνο και κάποιος, δεν θυμάμαι ποιος, μου είπε, "Έμαθες για την Κατερίνα;" Κι έμαθα. Κι από τότε η ποίηση του μικρόκοσμού μας δεν είναι ποτέ η ίδια...
Σόνια
Έγειρε το χλωμό κεφάλι της μ’ ένα λυγμό
κι αποκοιμήθηκε
για πάντα
Πάνω της ο ουρανός ορεινός
άγονο τοπίο-σκοτεινός-
πέτρες μόνο και βράχια κι ούτε βροχή….
Νύφη εσύ με πασαλειμμένο το στόμα σου κόκκινο
τούλια χέρια λιωμένα δαντελωτά
προσφέρανε ικετευτικά
ένα ματσάκι κρινάκια
Γύρω στο χώμα οι φίλες σου
θλιμμένες και βαμμένες υπερβολικά
σουρσίματα αλλόκοτα κάνανε
σαν για να τις προσέξουνε
και παίξουν σε κάποια ταινία
Να αυτό το δαχτυλίδι ποίημα παιδικό
Λόγος Τιμής
αυτή την ώρα που οι Μελλοντικοί
το πέταγμα των αετών μαθαίνουν
αυτή την ώρα που το κούτελό σου
δείχνει εκείνο που δε φαίνεται
την ίδια πάντα ώρα
που οι ΚΟΚΚΙΝΕΣ ΦΑΛΤΣΕΤΕΣ
τους Διαφορετικούς σκοτώνουν…
Εμένα οι φίλοι μου
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μετς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών
φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν ερήμους
διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
επαγγελματίες επαναστάτες
παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια Βικτώρια Κουκάκι Γκύζη.
Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια
τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων δανεικά φουστάνια
σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση
το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή.
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλύψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου.
Καμιά Φορά
Καμιά φορά ανοίγει η πόρτα σίγα σιγά και μπαίνεις.
Φοράς άσπρο κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια.
Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου 72 φράγκα και φεύγεις.
Έχω μείνει στη θέση που μ' άφησες για να με ξαναβρείς.
Όμως πρέπει νά 'χει περάσει πολύς καιρός
γιατί τα νύχια μου μακρύνανε κι οι φίλοι με φοβούνται.
Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες έχω χάσει την φαντασία μου
κι όταν ακούω "Κατερίνα" τρομάζω.
Νομίζω πως πρέπει να καταδώσω κάποιον.
Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον που λέγανε πως είσαι συ.
Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες, γιατί γράψανε πως σου ρίξανε στα πόδια.
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο Στόχος, το νου σου ε;
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.