Γράφει ο Μιχάλης Τζάνογλος
Κατά καιρούς πολλοί μας έχουν ρωτήσει αν βαφτίσαμε το φανζίν μας «Merlin’s Music Box» από το live άλμπουμ των γκαραζοψυχεδελικών ηρώων Seeds μες τον παραπλανητικό τίτλο Raw & Alive: The Seeds in Concert at Merlin’s Music Box. Η απάντηση είναι Όχι. Όταν βάζαμε μπροστά το Merlin’s στα τέλη του 1989, αγνοούσαμε την ύπαρξη του εν λόγω δίσκου και την πληροφορηθήκαμε εντελώς τυχαία κάμποσο καιρό αργότερα, σκαλίζοντας τους δίσκους σε κάποιο δισκάδικο μεταχειρισμένων στο Μοναστηράκι. Ωστόσο, αφού έγινε ό,τι έγινε και όπως έγινε, αξίζει να ρίξουμε μια ματιά στο άλμπουμ που εν δυνάμει θα μπορούσε να δώσει το όνομά του στο πάλαι ποτέ έντυπο και νυν ηλεκτρονικό περιοδικό μας.
Το συγκρότημα
Όλα ξεκίνησαν το 1965, όταν ο κύριος Sky Saxon, πρώην Little Richie Marsh ή Richard Elvern Marsh, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, και μετέπειτα Sky Sunlight Saxon, μετακόμισε από το Σολτ Λέικ Σίτι της καταθλιπτικής Γιούτα κάπου στο Λος Άντζελες και συνάντησε τους κιθαρίστες Jan Savage και Jeremy Levine, τον κημπορντίστα Daryl Hooper και τον ντράμερ Rick Andridge. Και, ω του θαύματος, αποφάσισαν να στήσουν μία μπάντα με το όνομα The Seeds. Το συγκρότημα βρήκε δουλειά στο κλαμπ Bido Lito και άρχισε να γίνεται γνωστό σε τοπικό επίπεδο παίζοντας ένα δυναμικό garage punk.
Πολύ γρήγορα, οι Seeds μπήκαν στο στούντιο για να ηχογραφήσουν ένα demo και αφού το περιέφεραν από εταιρεία σε εταιρεία, κατάφεραν τελικά να κλείσουν συμβόλαιο με την GNP Crescendo Records. Στο μεταξύ, ο Jeremy Levine είχε αποχωρήσει από το συγκρότημα και οι υπόλοιποι συνέχισαν σαν κουαρτέτο. Αν και πολλές στους δίσκους αναφερόταν ότι ο Saxon έπαιζε μπάσο, στην πραγματικότητα χρησιμοποιούσαν keyboard bass (όπως θα έκαναν οι Doors λίγο αργότερα).
Την πρώτη τους περίοδο, δηλαδή μέχρι το 1972, όταν διαλύθηκαν για πρώτη φορά, οι Seeds κυκλοφόρησαν πέντε άλμπουμ, τα οποία σήμερα χαρακτηρίζονται εξαιρετικά και ιδιαιτέρως επιδραστικά. Η αρχή έγινε με το The Seeds (Απρίλιος 1966) που γνώρισε σχετική επιτυχία ανεβαίνοντας στο # 132 του Billboard «Top LPs & Tapes». Μέσα στην ίδια χρονιά και συγκεκριμένα τον Οκτώβριο, κυκλοφόρησαν το δεύτερο άλμπουμ τους με τίτλο A Web of Sound, το οποίο παρά τις καλές κριτικές, πέρασε μάλλον απαρατήρητο σε εθνικό επίπεδο. Ακολούθησε το Future (1967), που έφτασε στο #87 του καταλόγου επιτυχιών του Billboard και με το οποίο η μπάντα στράφηκε σε πιο ψυχεδελικούς ήχους, χωρίς ωστόσο να εγκαταλείψει την garage punk δυναμική της. Το τέταρτο άλμπουμ, A Full Spoon of Seedy Blues, κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 1967 και εδώ η μπάντα εμφανίζεται σαν Sky Saxon Blues Band καθώς, όπως μαρτυράει ο τίτλος του, το ύφος ήταν blues. Από εμπορικής πλευράς, το άλμπουμ ήταν μια παταγώδης αποτυχία προκαλώντας σύγχυση στους φίλους της μπάντας , οι οποίοι μπορούσαν να κατανοήσουν ούτε να δεχτούν εύκολα μια τέτοια ριζική αλλαγή.
Αυτό προβλημάτισε τον Sky Saxon και την παρέα του και έτσι τον ταραγμένο Μάιο του 1968 κυκλοφόρησαν το «ζωντανό» Raw & Alive: The Seeds in Concert at Merlin's Music Box σε μία προσπάθεια να επιστρέψουν στο ψυχεδελικό garage punk και να μεταφέρουν στα αυλάκια του βινυλίου την ωμή ζωντάνια της σκηνικής τους παρουσίας.
Η ηχογράφηση και η κυκλοφορία του άλμπουμ έχει πίσω της μια ενδιαφέρουσα ιστορία…
Το άλμπουμ
Στις 20 Φεβρουαρίου 1968 οι Seeds μπήκαν στο στούντιο και, παρουσία κοινού, άρχισαν να παίζουν και να ηχογραφούν παλιό και νέο υλικό με σκοπό να κυκλοφορήσουν έναν live δίσκο. Η πρόθεσή τους ήταν να χαράξουν στο βινύλιο τη μοναδική ατμόσφαιρα των ζωντανών εμφανίσεών τους στα κλαμπάκια της Καλιφόρνια, ειδικά της garage και ψυχεδελικής εποχής τους, σε μια προσπάθεια να κερδίσουν ξανά το κοινό που είχαν χάσει με τους πειραματισμούς τους στα blues. Η ηχογράφηση διήρκεσε πολλές ώρες αλλά το τελικό αποτέλεσμα δεν ενθουσίασε τον Sky Saxon επειδή, παρά τη παρουσία του κοινού, απείχε πολύ από αυτό που είχε στο μυαλό του.
Προσπαθώντας να βρει μια λύση, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το εξής «κόλπο» (ή «τεχνική», όπως θα λέγαμε πιο κομψά): Θα ηχογραφούσαν μεν το άλμπουμ παίζοντας ζωντανά στο στούντιο, αλλά χωρίς την παρουσία κοινού και θα πρόσθεταν αργότερα τα σφυρίγματα, τα χειροκροτήματα και τους αλαλαγμούς. Με αυτό τον τρόπο θα ηχογραφούσαν κάθε κομμάτι όσες φορές ήθελαν και στη συνέχεια θα έκαναν τη μίξη κατά το δοκούν. Η «τεχνική» αυτή είχε ήδη χρησιμοποιηθεί από άλλες μπάντες, αν και δεν ήταν πολύ συνηθισμένη. Η ηχογράφηση, λοιπόν, πραγματοποιήθηκε στις 9 Απριλίου 1968 και διήρκεσε αμέτρητες ώρες, με πολλά από τα κομμάτια να εκτελούνται ακόμα και είκοσι φορές. Στο τέλος προστέθηκαν η αναγγελία της μπάντας, τα χειροκροτήματα και οι υπόλοιποι ήχοι από το κοινό: ο «live» δίσκος ήταν έτοιμος.
Από τα ένδεκα κομμάτια του δίσκου, τα περισσότερα ήταν καινούργια. Τα μόνα που είχαν κυκλοφορήσει παλιότερα ήταν τα «Mr. Farmer», «No Escape», «Up in Her Room» και, βέβαια, τα «Can’t Seem to Make You Mine» και «Pushin’ Too Hard».
Ο δίσκος κυκλοφόρησε ένα μήνα αργότερα αλλά ούτε αυτός γνώρισε επιτυχία, ούτε και το «Satisfy You», το σινγκλ που κυκλοφόρησε για να «σπρώξει» το άλμπουμ. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους για την πρώτη περίοδο των Seeds, αφού δεν κατάφεραν να ηχογραφήσουν άλλο άλμπουμ (παρά μόνο το επίσης αποτυχημένο single «Fallin' Off the Edge of My Mind» το 1969). Οι αλλαγές μελών δεν βοήθησαν και τελικά διαλύθηκαν το 1972.
Το 1968 τα μέλη των Seeds ήταν οι Sky Saxon (φωνή, φυσαρμόνικα), Jan Savage - κιθάρα, gong και φωνητικά, Harvey Sharpe – μπάσο, Daryl Hooper – πιάνο και πλήκτρα και Rick Andridge – τύμπανα και φωνητικά.
Η επανακυκλοφορία του άλμπουμ στη δεκαετία του ’80 είχε τελείως διαφορετική τύχη από την πρώτη κυκλοφορία του ’68. Στην Ευρώπη κυκλοφόρησε στη Γερμανία το 1981 και στην Ελλάδα το 1985 (από τη Music Box). Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, δεν θα μπορούσε να είναι πιο πετυχημένη η χρονική στιγμή της κυκλοφορίας. Το rock κοινό έχοντας κουραστεί από τους «new wave» ήχους είχε στραφεί στις παλιότερες δεκαετίες ψάχνοντας και βρίσκοντας πολύ συχνά διαμάντια που ήταν άγνωστα μέχρι τότε.
Για πολλά χρόνια, όλοι πίστευαν ότι το Raw & Alive, ήταν ένα live άλμπουμ με εξαιρετικές και πρωτοποριακές τεχνικές ηχογράφησης. Μόνο όταν άρχισαν να εμφανίζονται εκδόσεις των κομματιών χωρίς τους ήχους του κοινού, άρχισε να γίνεται αντιληπτό τι ακριβώς είχε «παιχτεί».
Τα τραγούδια της Πρώτης Πλευράς
«Mr. Farmer»
Ένα τραγούδι αφιερωμένο στους καλλιεργητές μαριχουάνας και ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια του Sky Saxon και των Seeds. Ηχογραφήθηκε στις 14 Ιουνίου του 1966 ζωντανά στο στούντιο, με το συγκρότημα να παίζει το κομμάτι ένδεκα φορές και τον Sky Saxon να τραγουδάει μόνο σε μία. Αργότερα πρόσθεσε νέα φωνητικά και κρουστά και το τραγούδι πρωτοκυκλοφόρησε σαν σινγκλ το 1966 σε δύο διαφορετικές εκδόσεις. Μία που είχε σαν b-side το τραγούδι «Up In Her Room» (σε έκδοση μικρότερης διάρκειας) και μία με b-side to «No Escape». Επίσης περιλήφθηκε στο πρώτο άλμπουμ του συγκροτήματος με τίτλο A Web of Sound (1966).
«No Escape»
Το «No Escape» περιλαμβανόταν στο πρώτο άλμπουμ The Seeds που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1966 και σαν συνθέτης αναφερόταν ο κιθαρίστας της μπάντας, Jan Savage. Η ηχογράφησή του έγινε στο Χόλυγουντ στις 20 Ιουλίου 1965 και ήταν μόλις η δεύτερη φορά που το συγκρότημα έμπαινε σε στούντιο. Η πρώτη κυκλοφορία του κομματιού έγινε τον Σεπτέμβριο του 1965 στη Γαλλία και όχι στις ΗΠΑ και ήταν ένα από τα τέσσερα κομμάτια ενός EP που κυκλοφόρησε η εταιρεία Disques Vogue.
«Satisfy You»
Ένα από τα κομμάτια που πρωτοεμφανίστηκαν στο Raw & Alive και το οποίο ήταν η δεύτερη σύνθεση του Jan Savage που συσμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ. Λίγο αργότερα κυκλοφόρησε και σε σινγκλ με εξώφυλλο τυπωμένο σε πλαστική σακούλα αλλά χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία (αν και σήμερα χαρακτηρίζεται σημαντικό συλλεκτικό κομμάτι).
«Night Time Girl»
Σύνθεση του Sky Saxon, αφιερωμένη σε μια γειτόνισσά του που τον επισκεπτόταν κάποια βράδια. Κανείς δεν ξέρει αν αυτές οι επισκέψεις ήταν αληθινές ή αν υπήρχαν μόνο στη φαντασία του. Είναι ένα από τα κομμάτια που είχαν ηχογραφηθεί λίγες μέρες νωρίτερα (2 Απριλίου ’68) και επρόκειτο να συμπεριληφθεί σε ένα άλμπουμ που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Aντ’ αυτού, μπήκε στο Raw & Alive. Πολλά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 2005, o Sky Saxon διαφοροποίησε λίγο τους στίχους, πρόσθεσε ηλεκτρονικά μπιτ και το συμπεριέλαβε σαν «Day Time Girl» στο άλμπουμ Transparency.
«Up in Her Room»
To «Up in Her Room», αυτή τη φορά μια σύνθεση του οργανίστα των Seeds, Daryl Hooper, ήταν το τραγούδι πού έκλεινε την πρώτη πλευρά του δίσκου. Η πρώτη εμφάνισή του ήταν στο δεύτερο άλμπουμ του συγκροτήματος, A Web of Sound, και ήταν ένα από τα μεγαλύτερα (αν όχι το μεγαλύτερο) σε διάρκεια κομμάτι που ηχογράφησαν ποτέ οι Seeds, καταλαμβάνοντας σχεδόν ολόκληρη τη δεύτερη πλευρά του άλμπουμ. Η εκτέλεσή του στο Raw & Alive ήταν 5 λεπτά μικρότερη από την αρχική. Μία αρκετά μικρότερη σε διάρκεια έκδοση του κομματιού είχε ήδη κυκλοφορήσει σαν b-side του «Mr. Farmer» το 1966.
Τα τραγούδια της Δεύτερης Πλευράς
«Gypsy Plays His Drums»
Η δεύτερη πλευρά άνοιγε με το «Gypsy Plays His Drums», ένα άλλο κομμάτι του οργανίστα Daryl Hooper. Το κομμάτι ηχογραφήθηκε ζωντανά στο στούντιο στις 20 Φεβρουαρίου 1968 και η πρόθεση του συγκροτήματος ήταν να το συμπεριλάβει στο live άλμπουμ που δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Ήταν ένα από τα κομμάτια που δεν ηχογραφήθηκε ξανά τον Απρίλιο του ’68 ίσως επειδή δεν υπήρχε η πρόθεση να μπει στο Raw & Alive ή ίσως επειδή θεωρούσαν ικανοποιητική την ηχογράφηση που είχαν ήδη στα χέρια τους.
«Can’t Seem to Make You Mine»
Η πρώτη γνωριμία των Seeds με το κοινό ήταν το «Can’t Seem to Make You Mine». Όπως προαναφέρθηκε, πήγαιναν από εταιρεία σε εταιρία με ένα demo στα χέρια προσπαθώντας να πείσουν κάποιον να το ακούσει και να το κυκλοφορήσει, παίρνοντας τη κλασική απάντηση «θα σας ειδοποιήσουμε». Όταν χτύπησαν την πόρτα της Crescendo όμως, τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Το κομμάτι κυκλοφόρησε σαν σινγκλ τον Αύγουστο του 1965 με b-side το «Daisy Mae». Με το μαστούρικα αργό τέμπο του ήταν (και είναι ακόμα) μία εμβληματική στιγμή στην ιστορία όχι μόνο του συγκροτήματος αλλά και σε αυτή του garage ψυχεδελικού ήχου γενικότερα. Κατάφερε να φτάσει στο #41 των charts του Billboard και το 1998 να συμπεριληφθεί στη συλλογή Nuggets: Original Artyfacts from the First Psychedelic Era, 1965–1968 Volume 2. Η ηχογράφησή του έγινε την 21η Απριλίου 1965, την πρώτη φορά που πάτησαν το πόδι τους σε στούντιο, μόλις τέσσερις μήνες μετά τη δημιουργία της μπάντας.
«Mumble and Bumble»
Και αυτό είναι ένα από τα κομμάτια που εμφανίστηκαν πρώτη φορά στο Raw & Alive και ήταν το πρώτο που έπαιξαν στο session της 9ης Απριλίου 1968.
«Forest Outside Your Door»
Σκοτεινός ψυχεδελικός ήχος, σκοτεινοί ψυχεδελικοί στίχοι και ένα μελωδικός Sky Saxon διαμόρφωσαν ένα πολύ ιδιαίτερο κομμάτι, που στην ουσία ήταν μετεξέλιξη (όχι διασκευή) ενός κάπως παλιότερου με τίτλο «Flyin’ With Love».
«900 Million People Daily (All Making Love)»
Άλλο ένα κομμάτι που παρουσιάστηκε με πολλές και διαφορετικές διάρκειες. Η αρχική ιδέα προήλθε από τη διασκευή που είχαν κάνει το 1967 στο jazz μουσικό θέμα «The Navy Swings» της ραδιοφωνικής εκπομπής Your Navy Presents, του ραδιοφωνικού παραγωγού Dick Clark, όταν συνεργάστηκαν μαζί του για την ηχογράφηση, ενός υπερ-σπάνιου LP, το οποίο διανεμήθηκε μόνο από το Ναυτικό των ΗΠΑ και δεν έφτασε ποτέ στις προθήκες των δισκοπωλείων. Η μετεξέλιξη του κομματιού κράτησε κάποιους μήνες και η εμφάνισή του σαν «900 Million People Daily (All Making Love)» έγινε στα τέλη της χρονιάς εκείνης. Στην αρχική του έκδοση η διάρκεια ήταν περίπου δέκα λεπτά, αλλά η έκδοση που μπήκε τελικά στο Raw & Alive ήταν πεντάλεπτη. Ωστόσο, δεν ήταν η μικρότερη αφού κουτσουρεύτηκε ακόμα περισσότερο (περίπου τέσσερα λεπτά) για να χωρέσει στο b-side του σινγκλ «Satisfy You» (1968).
«Pushin’ Too Hard»
Το «Pushin’ Too Hard» ή «(You’re) Pushin’ Too Hard», όπως αρχικά ήταν ο τίτλος, ήταν μία σύνθεση του Saxon και την είχε γράψει ένα πρωί ενώ περίμενε την κοπέλα του να γυρίσει από τον μανάβη καθισμένος στο αυτοκίνητο. Αυτή ήταν μία από τις σημαντικότερες «αναμονές» του Saxon, αφού το κομμάτι έγινε η μεγαλύτερη επιτυχία των Seeds. Ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά το φθινόπωρο του 1965 και τον Νοέμβριο κυκλοφόρησε σε σινγκλ χωρίς μεγάλη επιτυχία. Παρά τη μικρή αποδοχή του, συμπεριλήφθηκε στο πρώτο άλμπουμ των Seeds και τον Οκτώβριο του 1966 κυκλοφόρησε πάλι σε σινγκλ (με διαφορετικό b-side). Αυτή τη φορά, τον Φεβρουάριο της επόμενης χρονιάς, κατάφερε να βρεθεί στο #36 του καταλόγου επιτυχιών του Billboard, προς μεγάλη απογοήτευση κάποιων συντηρητικών ραδιοφωνικών κύκλων που θεωρούσαν ότι αναφερόταν σε εμπόρους ναρκωτικών. Η επιτυχία του ήταν τόσο μεγάλη που το 1968 οι Seeds εμφανίστηκαν σε ένα επεισόδιο της δημοφιλούς τηλεοπτικής σειράς The Mothers-In-Law και το έπαιξαν (σαν The Warts). Το κομμάτι συμπειλήφθηκε στη διπλή συλλογή Nuggets: Original Artyfacts from the First Psychedelic Era, 1965–1968 που κυκλοφόρησε το 1972 και πολλά χρόνια αργότερα, το 1994, το Rock and Roll Hall of Fame, το συμπεριέλαβε στη λίστα με τα 500 τραγούδια που διαμόρφωσαν το Rock n Roll.
Η έκδοση του Raw & Alive, ηχογραφήθηκε ζωντανά στο στούντιο στις 20 Φεβρουαρίου 1968, όπως το «Gypsy Plays His Drums».
Η «καθαρή» έκδοση
Το 2014 η εταιρεία Big Beat, κυκλοφόρησε ένα διπλό CD. Το πρώτο περιείχε σχεδόν όλο το Raw & Alive όπως είχε αρχικά ηχογραφηθεί, δηλαδή πριν προστεθούν οι ήχοι του κοινού και στη συνέχεια ολόκληρο το άλμπουμ όπως είχε κυκλοφορήσει το 1968. Από την «καθαρή» αυτή έκδοση έμεινε εκτός το «900 Million People Daily (All Making Love)» γιατί η δεκάλεπτη «καθαρή» έκδοσή του είχε συμπεριληφθεί σαν bonus στην επανέκδοση του άλμπουμ Future.
Το δεύτερο CD περιείχε τη ζωντανή ηχογράφηση των Seeds στο στούντιο στις 20 Φεβρουαρίου 1968.
Υπήρχε όντως το Merlin’s Music Box;
Ναι. Πραγματικά υπήρξε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, ένα μαγαζί στο Λος Άντζελες που ονομαζόταν το Μουσικό Κουτί του Μέρλιν, αλλά οι Seeds πιθανότατα δεν έπαιξαν ποτέ εκεί. Το Merlin's ήταν μάλλον ένα ήσυχο folk club όπου δεν ακούγονταν punk ψυχεδελικοί και ωμοί ήχοι σαν αυτούς του Sky Saxon και των Seeds. Το όνομα όμως έδενε πολύ ωραία με τον τίτλο του άλμπουμ.
Ο θρύλος λέει ότι πότε πότε εκεί έβαζε μουσική ο «Humble» Harve Miller, ο άνθρωπος που προλογίζει τον δίσκο. Ο «Humble» Harve Miller ήταν μία θρυλική φυσιογνωμία στους μουσικούς κύκλους του Λος Άντζελες. Έγινε γνωστός σαν DJ του τοπικού ραδιοφωνικού σταθμού KHJ-AM (930) «Boss Radio» που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση της rock μουσικής στη περιοχή, αλλά και σαν δολοφόνος, όταν το 1971 καταδικάστηκε επειδή πυροβόλησε και σκότωσε τη γυναίκα του.
Διαβάστε και δείτε επίσης
Sky Saxon & Ηχογλυκαιμία: Ένα ανέκδοτο secret gig video από το 2005...