Γράφει ο Γιάννης Καστανάρας
Δεν ξέρω πόσοι από σας έχετε υπόψη σας ή θυμόσαστε το γερμανικό περιοδικό Pop που κυκλοφορούσε στη δεκαετία του ΄70 (ίσως και αργότερα); Όταν ήμουν νεόκοπος ροκάς, λοιπόν, το αγόραζα από ένα «εμποράκι» γωνία Χαριλάου Τρικούπη και Αλεξάνδρας που έφερνε «Ξένο Τύπο», μεταξύ άλλων. Μολονότι δεν καταλάβαινα γρι γερμανικά (μην απορείτε με τον παρελθοντολογικό χρόνο, ούτε τώρα καταλαβαίνω), το αγόραζα όποτε το πετύχαινα (ήταν εβδομαδιαίο, αν δεν απατώμαι) μόνο και μόνο για να χαζεύω τις φωτογραφίες και με τα ψωροαγγλικούλια μου (εντάξει, εδώ τα καταφέρνω κάπως καλύτερα) προσπαθούσα να βγάλω κάποιο νόημα από τις λεζάντες των φωτογραφιών που ήταν άφθονες και ως επί το πλείστον έγχρωμες.
Το βασικό όμως ατού για να ξοδεύω το χαρτζιλίκι μου στο ακαταλαβίστικο Pop, ήταν η τεράστια αφίσα που συνόδευε κάθε τεύχος. Την αφαιρούσα με μεγάλη προσοχή ανάμεσα από τις κεντρικές σελίδες του περιοδικού, την ξεδίπλωνα με τον ίδιο ευλαβικό τρόπο, και την άπλωνα στο πάτωμα για να τη χαζέψω. Και από τεύχος σε τεύχος παρέλαυναν όλοι οι πρώτοι μου rock ήρωες: Jethro Tull, Deep Purple, Black Sabbath, Bowie, T-Rex, Slade (το glam-rock ήταν στα πολύ πάνω του τότε) και λοιποί, ενώ σχεδόν ασυνείδητα απέφευγα να επενδύω σε τεύχη όπου σύμφωνα με το εξώφυλλο η αφίσα περιλάμβανε συγκροτήματα του τύπου Bay City Rollers και Showaddywaddy, τα οποία βρωμοκοπούσαν ξενέρωτη pop-ίλα από χιλιόμετρα. Εγώ, βλέπετε, ήμουν σκληρός μαδερφάκερ από τότε…
Από όλες αυτές τις αφίσες, πολλές από τις οποίες κοσμούσαν το εφηβικό μου δωμάτιο, ήταν μια των Emerson Lake & Palmer. Εντάξει, καταλαβαίνω ότι πολλοί σκληροπυρηνικοί ροκάδες και πάνκηδες θα σκάσουν χαμόγελο διαβάζοντας το όνομα, αλλά ουδέποτε υπήρξα από εκείνους που μιλούσαν για «δεινόσαυρους» ή για «three chord wonders» και άλλα συναφή. Ανέκαθεν πίστευα ότι η μουσική είναι ζήτημα «υποκειμενικού ωτός», ότι το γούστο είναι επίσης υποκειμενικό και ότι οι μουσικοκριτικοί και εν γένει οι κριτικοί είναι για… Τέλος πάντων, ας μην ξεφεύγω από το θέμα.
Ο φωτογράφος που είχε απαθανατίσει το συγκρότημα για την εν λόγω αφίσα ήταν στημένος σε κάποιον εξώστη της αίθουσας όπου εκείνο το βράδυ οι ELP παρουσίαζαν τις progressive-ιές τους, φωτογραφίζοντας από ψηλά. Και όπως θυμάμαι, η σκηνή εκείνη ήταν τεράστια επειδή έπρεπε να χωράει όλον τον ηχητικό εξοπλισμό των τριών Λονδρέζων μουσικών που εκείνη την εποχή βρίσκονταν στο αποκορύφωμα της καριέρας τους (εμπορικής και δημιουργικής), έχοντας κυκλοφορήσει μια σειρά εξαιρετικών στούντιο άλμπουμ του είδους, καθώς και το τριπλό live Welcome Back My Friends To The Show That Never Ends - Ladies And Gentlemen. Την περίοδο δε που εγώ «διάβαζα» το Pop, πρέπει να είχαν κυκλοφορήσει τον δεύτερο και τελευταίο «τόμο» του Works. Θα ακολουθούσε το Love Beach και η μπάντα θα διέλυε με κάποιες σύντομες αναλαμπές στα nineties.
Η εικόνα των τριών ιερών τεράτων του κλασικίζοντος prog στην αφίσα ήταν άκρως εντυπωσιακή για έναν εκκολαπτόμενο φαν και η παράταξη των τριών μουσικών είχε ως εξής: Στα αριστερά της σκηνής, ο Keith Emerson (ex-Nice) έμοιαζε χαμένος μέσα σε ένα δάσος από κάθε λογής πληκτροειδή ογκώδη «αντικείμενα» που ήταν τοποθετημένα γύρω του, από ένα grand piano μέχρι διάφορα σύνθια και κλαβιέ, τα οποία στα μάτια μου φάνταζαν σαν θάλαμος πλοήγησης εξωγήινου διαστημόπλοιου. (Έπρεπε, βέβαια, να παρακολουθήσω τους Tangerine Dream στο θέατρο του Λυκαβηττού μερικά χρόνια αργότερα για να καταλάβω τι σημαίνει «εξωγήινο διαστημόπλοιο»). Στο μέσον της φωτογραφίας, ο Carl Palmer (ex-Atomic Rooster), ένας από τους σπουδαιότερους ντράμερ στην ιστορία της μουσικής και ο μοναδικός εν ζωή από το συγκρότημα (ο Emerson αυτοπυροβολήθηκε τον Μάρτιο του 2016 και ο Lake άφησε τα εγκόσμια χτυπημένος από καρκίνο τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς), καθόταν πίσω από τα ντραμς – ένα σύνολο από καμιά εικοσαριά κρουστά διαφόρων ειδών και μεγέθους, έχοντας πίσω του ένα τεράστιο γκονγκ (ίσως και ένα δυο μικρότερα) μαζί με διάφορα καμπανάκια («Μα πώς στον κόρακα τα παίζει όλα αυτά», πρέπει να μονολογούσα χαζεύοντας με ανοιχτό το στόμα). Δεξιά τους, ο Greg Lake (ex-King Crimson), ο μπασίστας και επίσημος τραγουδιστής των ELP όπου παρίστατο ανάγκη, έμοιαζε σαν φτωχός συγγενής των άλλων δυο έτσι όπως ήταν καθισμένος σε ένα ψηλό σκαμνί μπροστά από το μικρόφωνο, κρατώντας το μπάσο του (ή μήπως ήταν ακουστική κιθάρα;) Δεν θυμάμαι να υπήρχαν ενισχυτές, ίσως επειδή ο φωτισμός εστιαζόταν στους τρεις μουσικούς και η υπόλοιπη σκηνή ήταν θεοσκότεινη.
Το μοναδικό βινύλιο των Emerson Lake & Palmer που έχω σήμερα στην κατοχή μου είναι η αμερικανική έκδοση του Brain Salad Surgery (1973), αυτή με το πασίγνωστο πλέον εξώφυλλο που «ανοίγει» για να αποκαλύψει όλο το ανατριχιαστικό μεγαλείο του H.R. Giger (1940-2014), του μεγάλου Ελβετού καλλιτέχνη που εκτός από το θρυλικό τέρας της σειράς ταινιών Alien, είχε φιλοτεχνήσει αρκετά εξώφυλλα δίσκων για καλλιτέχνες όπως οι Celtic Frost, η Deborah Harry, ο Danzig, οι Dead Kennedys κ.α.
Πριν από κάμποσα χρόνια παρακολούθησα στο youtube την παρθενική εμφάνισή των ELP που είχε πραγματοποιηθεί στο φεστιβάλ της Νήσου Wight το 1970, ανάμεσα σε καλλιτέχνες όπως οι Jethro Tull, o Jimi Hendrix, oι Doors, ο Leonard Cohen, και οι Who. H εμφάνισή τους ήταν καταιγιστική (με τον Emerson να ταλαιπωρεί το όργανο πάνω στη σκηνή φορώντας ένα πλατύγυρο καπέλο), και είμαι βέβαιος πως οι περισσότεροι από τις (συν πλην) 600.000 θεατές (ρεκόρ Guiness προσέλευσης για την εποχή) που βρέθηκαν εκείνο το βράδυ στο βρετανικό νησί, θα κατάλαβαν ότι η μονίμως κυοφορούσα βρετανική μουσική σκηνή παρουσίαζε ένα καινούργιο είδος που σύντομα θα εκτοξευόταν στο διεθνές μουσικό στερέωμα με ονόματα όπως οι Genesis και οι Yes, ακολουθώντας το μονοπάτι που είχαν ήδη χαράξει οι King Crimson.
Δεν θα έλεγα ότι οι ELP επηρέασαν σημαντικά την τότε ακροαστική μου κατεύθυνση –για αυτό είχαν ήδη φροντίσει άλλοι– αλλά κάθε φορά που ακούω το Brain Salad Surgery αισθάνομαι σαν να γυρίζω σε εκείνη τη μακρινή εποχή και σκέφτομαι ότι «δύσκολοι» δίσκοι όπως αυτός άνοιξαν τα αυτιά μου για να απορροφώ διαφορετικά μουσικά είδη (την jazz την αφήνω για τα βαθιά γεράματα, αν προλάβω...) και για να ακούω με την ίδια ευκολία και χωρίς παρωπίδες καλλιτέχνες όπως ο Frank Zappa, οι Clash, οι Pink Floyd οι Tool, οι Genesis, οι Kyuss, οι Social Distortion, ο Βοwie, οι Funkadelic, ο James Brown, και γενικά ό,τι μου φέρνουν οι πελαργοί του ήχου και ταιριάζει στα γούστα μου. Για κάποιους αυτό μπορεί να φαίνεται ως «τρικυμία εν τω ωτί», αλλά για μένα είναι η ουσία όλης μου της ζωής…
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.