Λουίς Σεπούλβεδα: «Οι άνθρωποι οφείλουν να μην εμπλέκονται σε σχέσεις που βασίζονται στην εξάρτηση ή την κυριαρχία...»

 Απόδοση: Γιάννης Καστανάρας

Ο Λούις Σεπούλβεδα (Luis Sepulveda Calfucura), ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους Λατινοαμερικάνους συγγραφείς υπέκυψε στον κορονοΐο στις 16 Απριλίου 2020. Ο Χιλιανός λογοτέχνης  και ακτιβιστής γεννήθηκε στις 4 Οκτωβρίου 1949. Σε νεαρή ηλικία στρατεύτηκε στο κομμουνιστικό και αργότερα στο σοσιαλιστικό κίνημα της χώρας του, συνεργάστηκε με την κυβέρνηση του Σαλβαδόρ Αλιέντε σε θέματα πολιτισμού (υπήρξε μέλος της σωματοφυλακής του Χιλιανού προέδρου),  συνελήφθη και φυλακίστηκε μετά το φασιστικό πραξικόπημα του Πινοσέτ, πέρασε στην παρανομία, συνελήφθη εκ νέου και καταδικάστηκε σε ισόβια, για να διαφύγει τελικά στην Ευρώπη όπου συνέχισε το συγγραφικό του έργο και τον αγώνα του εναντίον της δικτατορίας. Το «αυτοβιογραφικό» κείμενό του που ακολουθεί, είναι ουσιαστικά το περιεχόμενο μιας συνέντευξης που είχε παραχωρήσει στο επίσημο όργανο της UNICEF, της οποίας υπήρξε ενεργό μέλος. 

-  Στάθηκα αρκετά τυχερός να ζήσω φυσιολογικά παιδικά χρόνια σε μια οικογένεια με διάχυτο το πνεύμα της περιέργειας και αυτό μου έδωσε το κίνητρο για να ταξιδεύω. Από τα δεκατέσσερα και μετά, συνήθως περνούσα τις διακοπές μου γυρίζοντας με ένα σακίδιο τη Χιλή, η οποία από τον βορρά ως τον νότο έχει μήκος 5.000 χιλιόμετρα, αλλά και γειτονικές χώρες όπως το Περού, η Βολιβία, η Αργεντινή και η Ουρουγουάη.

- Αφού τελείωσα το γυμνάσιο στο Σαντιάγο σπούδασα θεατρική παραγωγή στο Εθνικό Πανεπιστήμιο. Το 1969 κέρδισα μια πενταετή υποτροφία για να συνεχίσω τις σπουδές μου στην υποκριτική στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, αλλά έπειτα από πέντε μήνες μου την ακύρωσαν λόγω «κακής διαγωγής», επειδή συναναστρεφόμουν με μερικούς αντιφρονούντες οι οποίοι, κατά τη γνώμη μου, παρήγαγαν την καλύτερη τέχνη στη Σοβιετική Ένωση. Αναγκάστηκα να επιστρέψω στη Χιλή.

- Έγινα συγγραφέας μέσα από το διάβασμα, ιδίως των μεγάλων συγγραφέων περιπέτειας όπως ο Ιούλιος Βερν, ο Τζακ Λόντον και ο Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον. Στο σπίτι διαβάζαμε πολύ. Ο παππούς μου ήταν Ισπανός αναρχικός και αγαπούσε τα βιβλία – είχε μια μικρή βιβλιοθήκη. Νομίζω ότι το κίνητρο για να γράψω μου το έδωσε ο Χιλιανός συγγραφέας Φρανσίσκο Κολοάνε. Το πρώτο μου βιβλίο εκδόθηκε το 1966 και ήταν μια συλλογή άθλιων νεανικών ποιημάτων που δεν θα ξαναεκδώσω ποτέ. Άρχισα να γράφω επειδή είχα αποκτήσει κάποια σχετική αίσθηση, χωρίς ωστόσο να θεωρώ τον εαυτό μου συγγραφέα. Και κάποια μέρα ένας φίλος συγκέντρωσε καμιά δεκαριά ιστορίες μου σε ένα βιβλίο, το Crónicas de Pedro Nadie, και το έστειλε στην Κούβα όπου το 1969 κέρδισε το Βραβείο Casa de las Americas. Αργότερα εκδόθηκε στην Κολομβία και την Αργεντινή και έτσι άρχισα να γίνομαι γνωστός σε όλη τη Λατινική Αμερική. Έγινα συγγραφέας αναγκαστικά, λόγω των περιστάσεων! Έγραφα επίσης για το θέατρο και το ραδιόφωνο, μια κατά τη γνώμη μου θαυμάσια εμπειρία για έναν συγγραφέα επειδή ήμουν αναγκασμένος να τηρώ τις προθεσμίες.

- Ενώ έγραφα ήμουν πολιτικά ενεργός, αρχικά σαν επικεφαλής του φοιτητικού κινήματος και στη συνέχεια στην κυβέρνηση του Σαλβαδόρ Αλιέντε, ιδίως σε θέματα πολιτισμού. Ενήργησα ως μεσολαβητής ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους μεγαλοεπιχειρηματίες, ενώ εργάστηκα στο υπουργείο Πολιτισμού. Ήμουν υπεύθυνος μιας σειράς φθηνών εκδόσεων έργων της κλασικής λογοτεχνίας για το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.

- Μετά το πραξικόπημα που ανέτρεψε τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση του Αλιέντε το 1973 με συνέλαβαν και με φυλάκισαν για δυόμιση χρόνια. Απελευθερώθηκα τελικά χάρη στις προσπάθειες του γερμανικού παραρτήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, αλλά παρέμεινα σε κατ’ οίκον περιορισμό. Κατάφερα να δραπετεύσω και σχεδόν για ένα χρόνο έζησα στην παρανομία. Με τη βοήθεια ενός φίλου που ήταν ο επικεφαλής της Alliance Française στο Βαλπαραΐσο κατάφερα να βρω δουλειά. Στήσαμε έναν θεατρικό θίασο που έγινε η πρώτη πολιτιστική εστία αντίστασης αλλά με συνέλαβαν ξανά και με καταδίκασαν σε ισόβια για προδοσία και ανατρεπτική δράση. Τελικά η ποινή μου μειώθηκε σε είκοσι οκτώ χρόνια χάρη στον συνήγορό μου.

- Και πάλι όμως παρενέβη το γερμανικό παράρτημα της Διεθνούς Αμνηστίας και η ποινή μου μετατράπηκε σε οκταετή εξορία. Έτσι, το 1977 αποφυλακίστηκα και μπήκα κατευθείαν στο αεροπλάνο για τη Σουηδία όπου θα δίδασκα ισπανική λογοτεχνία. Στον πρώτο σταθμό, στο Μπουένος Άιρες, κατάφερα να αποδράσω. Αυτή ήταν η αρχή μιας μακράς εξορίας.

- Στην αρχή πήγα στην Ουρουγουάη, αλλά πολλοί από τους φίλους μου ήταν νεκροί ή φυλακισμένοι αφού κι εκεί, όπως στην Αργεντινή, υπήρχε δικτατορία. Έτσι πήγα στη Βραζιλία, στο Σάο Πάολο, αλλά αναγκάστηκα να φύγω για την Παραγουάη, όπου επίσης δεν μπορούσα να μείνω εξαιτίας του καθεστώτος. Από εκεί έφυγα για τη Βολιβία, πέρασα στο Περού και τελικά εγκαταστάθηκα στον Ισημερινό, έπειτα από πρόσκληση του συγγραφέα, ποιητή και σπουδαίου φίλου μου Χόρχε Ενρίκε Άντουμ να παρακολουθήσω ένα συνέδριο Λατινοαμερικανών συγγραφέων. Στο Κίτο ήμουν διευθυντής του θεάτρου της Alliance Française και ίδρυσα έναν θίασο πριν πάρω μέρος σε μια αποστολή της UNESCO για να εκτιμηθούν οι συνέπειες του εποικισμού στους Ινδιάνους Σούαρ. Η αποστολή αυτή υπήρξε για μένα πολύ σημαντική. Για επτά μήνες έζησα μαζί με τους Σούαρ. Ήταν μια καθοριστική εμπειρία που άλλαξε όλη μου τη νοοτροπία. Ξαφνικά συνειδητοποίησα τι σήμαινε πραγματικά να είσαι Λατινοαμερικάνος, να ανήκεις σε μια πολυπολιτισμική, πολυγλωσσική ήπειρο με ενενήντα γλώσσες (χωρίς να υπολογίζουμε τα ισπανικά και τα πορτογαλικά), με τις δικές της αντιλήψεις για τον χρόνο και την ιστορία, με τις δικές της ιεροτελεστίες.  Συνειδητοποίησα επίσης ότι ο Μαρξισμός-Λενινισμός με τον οποίο είχαν μεγαλώσει δεν ήταν μια συνταγή που θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε μια ήπειρο με ένα πληθυσμός κυρίως αγροτικό, ο οποίος είναι στενά συνδεδεμένος με τη φύση, εξαρτάται από τη φύση και προστατεύεται από τη φύση. Συνεργάστηκα με οργανώσεις Ινδιάνων και σχεδίασα το πρώτο διδακτικό σχέδιο κατά του αναλφαβητισμού για την αγροτική ομοσπονδία της Ιμπαμπούρα στις Άνδεις.

- Έπειτα πήγα σε άλλη χώρα. Όλο αυτό το διάστημα πάντως συνέχισα να γράφω διηγήματα και είχα σχέδια για μεγαλύτερα έργα. Το 1979 εντάχθηκα στη διεθνή Ταξιαρχία «Σιμόν Μπολιβάρ» που πολεμούσε στη Νικαράγουα. Αμέσως μετά τη νίκη της επανάστασης άρχισα να εργάζομαι σαν δημοσιογράφος γράφοντας για διεθνείς σχέσεις αλλά τον επόμενο χρόνο αποφάσισα να αφήσω τη Νικαράγουα για την Ευρώπη.

- Επέλεξα να ζήσω στη Γερμανία και συγκεκριμένα στο Αμβούργο, επειδή στη φυλακή είχα μάθει γερμανικά λόγω του θαυμασμού μου για τη γερμανική λογοτεχνία, ιδίως των ρομαντικών όπως ο Νοβάλις και ο Χέλντερλιν, χωρίς τους οποίους είχα αδύνατο να κατανοήσεις τη σύγχρονη και ιδιαίτερα τη λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία. Επίσης, έχω μια έντονη συναισθηματική σχέση με το Αμβούργο: έχει δεσμούς με το Βαλπαραΐσο που πηγαίνουν πίσω, στην ηρωική εποχή της ναυσιπλοΐας. Επιπλέον, το Αμβούργο είναι το μέρος με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση μέσων ενημέρωσης στην Ευρώπη κι έτσι είχα την ευκαιρία να δουλέψω για τον τύπο και να γράψω για την τηλεόραση. Η δημοσιογραφία μου έδωσε την ευκαιρία να ταξιδεύω και να περνώ πολύ χρόνο στη Λατινική Αμερική και την Αφρική. Στο Αμβούργο ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με  την Greenpeace το 1982. Εντάχθηκα στον αγώνα τους για το περιβάλλον. Για πέντε χρόνια, μέχρι το 1987, ήμουν μέλος του πληρώματος σε ένα από τα πλοία της. Αργότερα λειτούργησα σαν συντονιστής ανάμεσα σε διάφορα παραρτήματα της οργάνωσης.

- Ποτέ δεν έπαψα να γράφω. Το πρώτο μου μυθιστόρημα, Ένας Γέρος που Διάβαζε Ιστορίες Αγάπης κυκλοφόρησε το 1989 και ακολούθησε το Ο Κόσμος του Τέλους του Κόσμου. Συνέχισα όμως να γράφω και για το θέατρο.

- Αισθάνομαι πολύ περισσότερο Λατινοαμερικάνος παρά αν ζούσα στη Λατινική Αμερική. Αλλά δεν νομίζω ότι είναι ανάγκη να έρθω στην Ευρώπη για να γράψω λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία. Μπορώ να γράψω οπουδήποτε στον κόσμο. Οφείλω να ομολογήσω ότι η απόσταση έχει το πλεονέκτημα να προσφέρει μια πανοραμική άποψη της ηπείρου και της πραγματικότητας της ζωής εκεί. Η πρόκληση σε αυτές τις περιστάσεις είναι να μένεις καλά ενημερωμένος ώστε να είσαι σε θέση να καταλαβαίνεις τις αλλαγές που συμβαίνουν και τους λόγους για αυτές τις αλλαγές. Αυτό το κάνω επιστρέφοντας κάθε χρόνο. Στην πατρίδα έχω ένα θαυμάσιο δίκτυο πληροφοριών χάρη στους φίλους μου που ζουν εκεί. Επομένως, ο χρόνος μου στην Ευρώπη είναι ένα μάλλον χαρούμενο και επίμονο τυχαίο συμβάν, το οποίο αναμφίβολα αφήνει πάνω μου το σημάδι του. Είμαι εμποτισμένος από την ευρωπαϊκή κουλτούρα.

- Η λογοτεχνία είναι μια και αδιαίρετη. Διαφορετικοί συγγραφείς ακολουθούν διαφορετικά μονοπάτια που όλα όμως οδηγούν στον ίδιο προορισμό. Η λογοτεχνία είναι μια μεγάλη αδελφότητα. Ο Ζαν-Μαρί Γκιστάβ Λε Κλεζιό, για παράδειγμα, είναι ένας Ευρωπαίος συγγραφέας αλλά περνάει μεγάλο μέρος από τον χρόνο του στο Μεξικό και η νοοτροπία του είναι τέτοια που τον θεωρούμε περισσότερο σαν έναν Λατινοαμερικάνο συγγραφέα. Η Λατινική Αμερική είναι μια ήπειρος αντιθέσεων και μεγάλων διαφορών, αλλά από κάποιες απόψεις είναι επίσης μια προέκταση της Ευρώπης, μια ήπειρος μεταναστών. Ο Μπόρχες αναφέρει εμάς τους Λατινοαμερικάνους του νότιου κώνου σαν Ευρωπαίους που γεννηθήκαμε στην εξορία. Ο τρόπος ζωής μας ακολουθεί ευρωπαϊκά πρότυπα. Είμαστε δημοκρατίες, πολεμήσαμε για την ανεξαρτησία και την πολιτική μας αυτοδιάθεση που έχουν σαν πρότυπο τη Γαλλική Επανάσταση, και οι μεγάλες ποιητικές προσωπικότητες της σύγχρονης λογοτεχνίας μας όπως ο Ρουμπέν Νταρίο ή ο Βισέντε Χουιντόμπρο, είναι αναμφισβήτητα ώριμοι Ευρωπαίοι.

- Γράφω μόνο και μόνο επειδή μου αρέσει το γράψιμο. Δεν θέλω να κάνω τίποτε άλλο. Παράτησα τη δημοσιογραφία για να αφοσιωθώ αποκλειστικά στη λογοτεχνία. Αυτό μπορεί να ακούγεται σαν απάντηση κάποιου που έχει υπάρξει προνομιούχος ή αναρχικός, αλλά κάνω αυτό που κάνω και βγάζω το ψωμί μου από αυτό. Δεν θεωρώ τα γράψιμο σαν κάποιο δώρο από τους θεούς, σαν ένα προνόμιο που παραχωρείται σε κάποια συγκεκριμένη κάστα. Είναι κι αυτό μια δουλειά! Γελάω όταν ακούω συγγραφείς που ισχυρίζονται ότι υποφέρουν γράφοντας. Αν υποφέρουν τόσο πολύ, τότε για ποιο λόγο γράφουν, δεν είναι ανάγκη να γίνονται μαζοχιστές.

- Είμαι πολύ πειθαρχημένος εργάτης και δεν θεωρώ τα βιβλία μου τελειωμένα αν δεν θα έχω κοιτάξει τουλάχιστον δέκα φορές από την αρχή ως το τέλος. Το μέγεθος και το στυλ εξαρτώνται από την ιστορία που θέλεις να αφηγηθείς. Σε μερικά μυθιστορήματα έχω κόψει πενήντα σελίδες επειδή έμπαιναν στη μέση, διέκοπταν τη ροή που ήθελα να τους δώσω.

- Το περιβάλλον και η πολιτική στράτευση πηγαίνουν χέρι χέρι. Η λογοτεχνία δεν μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα, αλλά μπορεί να αποκαλύψει μια πολύ σημαντική πλευρά της. Η εκ νέου ανακάλυψη της οικολογικής αξιοπρέπειας είναι σε μεγάλο βαθμό ένας πολιτικός αγώνας. Μερικοί σημερινοί συγγραφείς όπως ο Πάκο Τάιμπο ή ο Ρόλο Ντίεζ είναι πολιτικά στρατευμένοι όπως ήταν οι προηγούμενοι, αλλά προσεγγίζουν τα πολιτικά θέματα από την πλευρά της ιστορικής μνήμης με αναφορές στο τι έχει συμβεί και ότι δεν πρέπει να το ξεχνάμε ούτε να το επαναλαμβάνουμε. Η προσέγγισή τους είναι κριτική, όχι χωρίς πάθος αλλά πολύ αποστασιοποιημένη από την απρόθυμη μαχητικότητα.

- Αυτό που με ανησυχεί σαν συγγραφέα είναι ότι οι αναγνώστες μου πρέπει να καταλήγουν στα ίδια συμπεράσματα με τους χαρακτήρες μου, ότι πρέπει να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους τι συμβαίνει σε αυτούς και να σκεφτούν. Σέβομαι την ελευθερία των αναγνωστών και δεν έχω καμία επιθυμία να τους επιβάλλω οτιδήποτε. Ο μόνος μου στόχος είναι να τους δώσω τροφή για σκέψη και έτσι να τους βοηθήσω να ανακαλύψουν τους κανόνες του χειρισμού των σχέσεων με τους άλλους, τους κανόνες του σεβασμού προς τους άλλους, και με αυτόν τον τρόπο να οξύνω τη συνείδησή τους για τους άλλους, η οποία συμπτωματικά είναι μια παράδοση στη συγγραφή μυθιστορημάτων περιπέτειας.

- Δεν είμαι άνθρωπος της πόλης. Μου αρέσει να περνώ κάποιον καιρό σε πόλεις αλλά έχω ανάγκη να έρχομαι πρόσωπο με πρόσωπο με τα στοιχεία της φύσης, να αποδεικνύω στον εαυτό μου ότι μπορώ να επιβιώνω μόνος μου, βασιζόμενος στον εαυτό μου, να αποδεικνύω ότι ένα άτομο μπορεί να ζήσει χωρίς να εξαρτάται από το κράτος. Όχι όμως χωρίς άλλους ανθρώπους. Πάντα έχουμε ανάγκη από άλλους ανθρώπους. Οι άνθρωποι είναι κοινωνικά ζώα αλλά οφείλουν να μην εμπλέκονται σε σχέσεις που βασίζονται στην εξάρτηση ή την κυριαρχία. 

 

Μερικούς μήνες πριν τον θάνατό του, ο Luis Speulveda είχε μιλήσει στην ιταλική εφημερίδα Il Manifesto για τα γεγονότα που συγκλόνιζαν τη Χιλή με δυναμικές, αυτοοργανωμένες διαδηλώσεις και απεργίες φοιτητών, μαθητών και εργαζομένων και με μια άνευ προηγουμένου βίαιη αντίδραση της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης του Πινέρα. Μεταξύ άλλων ο εκλιπών συγγραφέας ανέφερε τα εξής: 

«Αισθάνθηκα μεγάλο, πολύ μεγάλο θυμό. Μια επιστροφή σε εποχές που πιστεύαμε ότι ήταν ξεπερασμένες. Αλλά αυτό τελικά δεν συμβαίνει, το φάντασμα του πονισετισμού συνεχίζει να ζει στη Χιλή, και ο πρόεδρος Σεμπαστιάν Πινέρα, ένα απολύτως άχρηστο άτομο, καταδεικνύει την ανοιχτά φασιστική του στάση. Στο βάθος υπάρχει ένα μέρος της κληρονομιάς του Pinochet. Και λίγο πιο πάνω υπάρχει μια φασιστική άκρα δεξιά στο στυλ του Μπολσονάρο, που εμφανίζεται όλο και περισσότερο σε κάθε χώρα της Λατινικής Αμερικής. Υπάρχει μια άνοδος της ακροδεξιάς, σε συνδυασμό με το εμπόριο των ναρκωτικών και τις σέχτες των ευαγγελιστών και των θρησκευτικών φονταμενταλιστών. Το τοπίο είναι άσχημο και χειροτερεύει. Το στρατιωτικό πραξικόπημα του '73 είχε μόνο έναν στόχο: να επιβάλει ένα οικονομικό σύστημα, το νεοφιλελεύθερο μοντέλο της οικονομίας. Αυτό επιβλήθηκε. Οι συνέπειες του νεοφιλελευθερισμού οδήγησαν σε μια κοινωνική έκρηξη που σιγόβραζε και η οποία αργά ή γρήγορα θα ξεσπούσε. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η κοινωνική έκρηξη δεν έχει έναν σαφώς καθορισμένο πολιτικό στόχο, είναι μια λαϊκή οργή που ξεπροβάλλει αυθόρμητα, αλλά χωρίς καμία πολιτική δύναμη που θα προτείνει μια εναλλακτική λύση. Είναι οργή για την οργή και αυτό είναι πολύ ανησυχητικό. Ό, τι έχει κατακτηθεί από τα χρόνια του πραξικοπήματος, ακόμη και οι στοιχειώδεις κατακτήσεις, βρίσκεται τώρα σε κίνδυνο. Πρόκειται για μια λαϊκή αντίδραση σε μια σειρά από απόλυτα μισητά μέτρα. Η Χιλή είναι μια χώρα με απίστευτες κοινωνικές ανισότητες. Ο ιδεολογικός θρίαμβος του νεοφιλελευθερισμού σήμαινε ότι πολλοί άνθρωποι αισθάνονται αναπόσπαστο μέρος της μεσαίας τάξης μόνο και μόνο επειδή έχουν μια πιστωτική κάρτα. Η αριστερά στη Χιλή βρίσκεται στη χειρότερη φάση της, δεν υπάρχει εναλλακτική και λαϊκή οργή, ο θυμός των λαϊκών τάξεων, εκδηλώνεται με αυτόν τον τρόπο. Αλλά η αντίδραση των κατασταλτικών μηχανισμών  μπορεί να μας οδηγήσει σε εξαιρετικά άσχημες καταστάσεις. Ο "εχθρός" είναι οι συνταξιούχοι που ζουν με ένα άθλιο επίδομα, οι μαθητές που ολοκληρώνουν τις σπουδές τους με τριάντα χρόνια σχολικών χρεών, οι εκπαιδευτικοί με το χαμηλότερο μισθό στη Λατινική Αμερική, οι νέοι χωρίς μέλλον, η εργατική τάξη χωρίς δικαιώματα ... Κάθε μέρα η αστυνομία μπαίνει στα σχολεία και τα γυμνάσια και τους χτυπάει βάναυσα. Και αυτή η αυθόρμητη έκρηξη, η οποία ξεκίνησε με μια εντελώς ειρηνική διαδήλωση ενάντια στο κόστος των εισιτηρίων του μετρό, ουδόλως δικαιολογεί τη βία του κράτους. Όταν το κράτος αρχίζει να ασκεί βία, προφανώς αντιμετωπίζει μια βίαιη απάντηση».


image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1