Γράφει ο Αργύρης Αργυριάδης
Στην περιοχή Chamberí της Μαδρίτης υπάρχει ένας ανώνυμος, περιφραγμένος βοηθητικός δρόμος που οδηγεί σε μια εξίσου ανώνυμη ιδιωτική πλατεία. Σε σύγκριση με άλλες, πιο πολύχρωμες πλατείες στην πόλη, αυτή είναι εξίσου αξιόλογη επειδή κρύβει ένα μυστικό από το λυκόφως της δικτατορίας του Φράνκο. Με αφορμή την πανδημία και τα αποτρεπτικά μέτρα για την εξάπλωση του ιού στους δημόσιους χώρους, μου ήρθε στο νου μια ισπανική ταινία του 1972 με τίτλο Ο Τηλεφωνικός Θάλαμος (La Cabina, βραβείο Εmmy).
Πρόκειται για μια τηλεταινία μικρού μήκους του Antonio Mercero (1936–2018). Υπάρχουν ταινίες που τις βλέπεις και σε σημαδεύουν για πάντα με τον συμβολισμό τους, έτσι και με την συγκεκριμένη. Την είδα για πρώτη φορά πριν 35 περίπου χρόνια έφηβος ακόμα, σε μια μεταμεσονύκτια προβολή στην ΕΡΤ2 της κρατικής τηλεόρασης. Εκείνη την εποχή, την Παρασκευές ή το Σάββατο, το συγκεκριμένο κανάλι πρόβαλε διάφορες ταινίες θρίλερ ή τρόμου και πολλές φορές περιμέναμε με αγωνία να τις παρακολουθήσουμε.
Αυτό που είτε σε τραβούσε είτε σε απωθούσε σε αυτές τις ταινίες ήταν ο δυστοπικός κόσμος που ποτέ δεν έπαψε να υπάρχει ως φυσικό επακόλουθο της εξουσίας. Είτε θα όπλιζε την συνείδηση να αγωνιστείς ενάντια είτε, πολύ απλά, θα γύριζες την πλάτη πιστεύοντας ότι αυτά συμβαίνουν μόνο στον κινηματογράφο. Το χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης ταινίας είναι η απλότητα της αλλά και το τελικό σοκ που σου προκαλεί το τέλος της. Γι' αυτό και θεωρείται κλασική στο είδος της αν και λίγοι γνωρίζουν την ύπαρξη της.
Η διάρκεια της είναι 32 λεπτά και ξεκινάει με το φορτηγό μιας απροσδιόριστης εταιρείας που ξεφορτώνει έναν ολοκαίνουργιο κόκκινο τηλεφωνικό θάλαμο στη μέση της πλατείας μιας ισπανικής πόλης. Δεν γνωρίζουμε τίποτα ούτε για την πόλη, ούτε για την εταιρεία, ούτε για τους τέσσερις άνδρες που φορούν στολές και τοποθετούν τον τηλεφωνικό θάλαμο. Η όλη λήψη των αρχικών σκηνών γίνεται από ψηλά και αυτό πανοραμικό στοιχείο προσδίδει περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις στον θεατή.
Στην συνέχεια το πλάνο χαμηλώνει για να δείξει έναν ευκατάστατο κύριο (José Luis López Vázquez) με το παιδί του που σπεύδουν να προλάβουν το σχολικό λεωφορείο. Ο γιος κρατά μια μπάλα που πέφτει μέσα στον τηλεφωνικό θάλαμο, η πόρτα του οποίοι μετά την τοποθέτησή του παραμένει ανοιχτή περιμένοντας τα ανυποψίαστα θύματα. Το παιδί μπαίνει στο θάλαμο για να πιάσει το τόπι του και παρατηρεί, όπως και ο πατέρας του, ότι ο θάλαμος είναι καινούργιος. Ο θάλαμος, εκτός από την θέση που βρίσκεται σαν ένα γυαλιστερό καινούργιο αντικείμενο, αποτελεί πόλο έλξης κι έτσι, αφού ο πατέρας αφήνει τον γιο του στο σχολικό, αποφασίζει να τον χρησιμοποιήσει. Να θυμίσουμε ότι την εποχή εκείνη δεν υπήρχε κινητή τηλεφωνία και οι δημόσιοι τηλεφωνικοί θάλαμοι με κερματοδέκτη ήταν ένδειξη πολιτισμού. Στο σημείο αυτό να επισημάνω ότι μέχρι αυτό το σημείο οι διάλογοι είναι περιορισμένοι, με την αφωνία και την μουσική υπόκρουση να έχουν την τιμητική τους.
Το μακρινό πλάνο δείχνει την πόρτα του θαλάμου να κλείνει αργά και σιωπηλά και όταν πλέον γίνεται φανερό ότι η τηλεφωνική γραμμή δεν είναι συνδεδεμένη πουθενά, ο θεατής αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι κάτι συμβαίνει. Ο κεντρικός χαρακτήρας βρίσκεται εγκλωβισμένος μέσα στο θάλαμο και δεν μπορεί να βγει έξω. Πλήθος αρχίζει να περνά και να συνωστίζεται για να δει το παράξενο αυτό θέαμα που εμπεριέχει τον εγκιβωτισμό και ταυτόχρονα την αγοραφοβία. Η περιέργεια μετατρέπεται σε χλευασμό, ενώ διάφοροι πολίτες πασχίζουν να επικοινωνήσουν με τον έγκλειστο και προσπαθούν να τον βγάλουν έξω.
Στη συνέχεια αναλαμβάνουν να τον απελευθερώσουν οι αυτόκλητοι «ειδικοί»: Ένας μυώδης άνδρας επιστρατεύει την δύναμη του άσκοπα και χωρίς αποτέλεσμα και χλευάζεται από το κοινό που πλέον έχει πάψει να είναι απλώς ένα πλήθος και συμμετέχει στο συγκεκριμένο θέαμα. Κατόπιν αναλαμβάνει ένας τεχνικός με τα εργαλεία του που φορά φόρμα εργασίας μόνο και μόνο για να αποδειχτεί ότι οι τεχνικές γνώσεις του δεν επαρκούν και ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση ο εγκλεισμός είναι κάτι πολύ πιο σύνθετο. Εφόσον η προσπάθεια είτε μέσω της φυσικής δύναμης είτε μέσω των εργαλείων αποτυγχάνει, ακολουθεί μια απόπειρα επέμβασης της αστυνομίας που αρχικά, ως κατασταλτικός θεσμός, διατάζει τον εγκλωβισμένο να βγει έξω και αφού αποτυγχάνει να τον βγάλει παρά τις προσπάθειες της αποδομείται ως εξουσία. Η μόνη ίσως αναλαμπή ως εδώ είναι η προσπάθεια των πυροσβεστών που ίσως κατάφερναν να απεγκλωβίσουν το θύμα αν δεν σταματούσαν μυστηριωδώς μπροστά στην θέα των αγνώστων με τις στολές που εμφανίζονται μαζί με το φορτηγό και δίχως να πουν λέξη ξεμοντάρουν τον θάλαμο, τον σηκώνουν μαζί με το έμψυχο περιεχόμενο του και τον ξαναφορτώνουν στο φορτηγό.
Κανείς δεν ρωτάει τι και πως, αλλά όλοι χαιρετούν θαρρείς και το πρόβλημα έχει λυθεί με επιτυχία. Όμως η αγωνία τώρα αρχίζει. Για αρκετή ώρα ο θεατής παρακολουθεί τη μεταφορά του τηλεφωνικού θαλάμου στους δρόμους της πόλης με το θύμα να αισθάνεται έκπληξη, ντροπή και αγωνία καθώς είναι ανήμπορο να κάνει κάτι. Η αδυναμία στο απόγειο της και σε κοινή θέα, ο προορισμός άγνωστος. Η σκηνή που το φορτηγό σταματάει μπροστά σε ένα κοιμητήριο επιτρέποντας στον εγκλωβισμένο να παρακολουθήσει την εξόδιο ακολουθία και την ταφή, συμβολίζει την κοινωνική αποστασιοποίηση. Ο νεκρός μέσα στο διάφανο φέρετρο είναι απρόσιτος από τους συγγενείς πίσω από το τζάμι –στο σημείο αυτό θα μπορούσε να γίνει ένας παραλληλισμός με τους ασθενείς που σήμερα βρίσκονται απομονωμένοι σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας– μια υπενθύμιση ότι ο μόνος υπαρκτός ρεαλισμός είναι ο θάνατος.
Απομονωμένο μέσα στον θάλαμο το θύμα παρακολουθεί μερικά παιδιά να παίζουν αμέριμνα στην παιδική χαρά μιας πλατείας. Και το δράμα κορυφώνεται: δίπλα σταματάει ένα φορτηγό της ίδιας εταιρείας που μεταφέρει ένα παρόμοιο φορτίο, έναν άλλον άνδρα αγνώστων στοιχείων. Είναι μια πολύ δυνατή σκηνή – η προσπάθεια της βουβής επικοινωνίας μεταξύ τους με υπόκρουση ένα παιδικό τραγουδάκι. Στην συνέχεια το φορτηγό φεύγει και ο κάθε εγκλωβισμένος συνεχίζει τη μοναχική του πορεία προς τον άγνωστο προορισμό, μόνος και βουβός απέναντι στον έξω κόσμο. Όλοι κοιτάζουν με θαυμασμό και χαιρετούν τον παράξενο αυτόν ταξιδιώτη, ο οποίος περιφέρεται εντός του αστικού τοπίου σαν ένα μοναδικό θέαμα. Με αποκορύφωμα την ειρωνεία που υπάρχει στη σκηνή εκτός πόλης όταν οι ακροβάτες ενός τσίρκου διακόπτουν τα δύσκολα ακροβατικά τους για να παρακολουθήσουν αυτό το παράξενο θέαμα. Κάτι σαν τα τραγούδια των Tiger Lillies – τα φρικιά παίρνουν την εκδίκηση τους από τους καθωσπρέπει. Η εκστατική βουβαμάρα και η αποκοινωνιοποίηση, ο μοναχικός τρόμος στα μάτια του εγκλωβισμένου, είναι η συνειδητοποίηση της δυστοπίας, η οποία αντικατοπτρίζεται στα βαμμένα πρόσωπα των κλόουν και θυμίζει το καράβι μέσα στο μπουκάλι που κρατάει ένας νάνος. Αλήθεια, πόσες φορές δεν έχουμε αισθανθεί έτσι στην πρόσφατη περίοδο της καραντίνας – και όχι μόνο;
Η θύμηση του γιου και της οικογένειάς του που μάλλον δεν θα ξαναδεί, καθώς και εικόνα με την πόρτα του θαλάμου που κλείνει και ξανακλείνει διαρκώς, δημιουργεί ένα αίσθημα δυσφορίας στον θεατή. Ο ήχος ενός ελικοπτέρου επίσης δηλώνει ότι δεν υπάρχει η παραμικρή ελπίδα σωτηρίας, ούτε επίγειας ούτε εναέριας. Η περιπλάνηση στην εξοχή ακολουθεί την πορεία προς ένα χέρσο λατομείο, πριν το φορτηγό καταλήξει το φορτηγό μέσα σε αυτό. Μια σκοτεινή σήραγγα οδηγεί σε μια μυστική αποθήκη στην καρδιά του βουνού. Η χορωδιακή μουσική υπογραμμίζει υποβλητικά τη σκοτεινή απομόνωση και εντείνει την αγωνία, μόνο και μόνο για να αποκαλυφθεί τελικά ένας χώρος όπου συναρμολογούνται και άλλοι τηλεφωνικοί θάλαμοι από εργάτες παραγωγής που είναι προσηλωμένοι στο έργο τους, ενώ άλλα φορτηγά με άδειους θαλάμους αναχωρούν προς την επιφάνεια.
Ο επίλογος πλησιάζει μαζί με τον τελικό προορισμό. Εκεί αρχίζει το μαρτύριο της εναέριας μεταφοράς του θαλάμου προς το σημείο της απόθεσης. Το κούφιο βουνό μόνο κούφιο δεν είναι. Δεκάδες παρόμοιοι τηλεφωνικοί θάλαμοι βρίσκονται στοιβαγμένοι ο ένας πλάι στον άλλον με τα άψυχα κουφάρια καλοντυμένων ανδρών να κείτονται μέσα τους εγκαταλειμμένα στη λήθη. Η εναπόθεση του θαλάμου σε καμία περίπτωση δεν είναι η χαριστική βολή. Απεναντίας, το μαρτύριο παρατείνεται. Ο άνθρωπος που πριν από λίγες στιγμές ο «πρωταγωνιστής» μας είχε δει στο άλλο φορτηγό έχει αυτοκτονήσει χρησιμοποιώντας το καλώδιο του τηλεφώνου είναι ένα ανατριχιαστικό θέαμα, ενώ και εκείνος μοιάζει να ξεψυχάει μέσα στο στενόμακρο γυάλινο φέρετρο του. Με μια γρήγορη εναλλαγή πλάνου παρακολουθούμε έναν άλλο εργαζόμενο της εταιρείας να βιδώνει τη βάση ενός καινούργιου τηλεφωνικού θαλάμου –με την πόρτα να ανοίγει– που είναι έτοιμος να υποδεχθεί το νέο θύμα στη μέση ενός άδειου δημόσιου χώρου – μιας πλατείας.
Ο σκηνοθέτης Antonio Mercero το 2007
Η αξία αυτή της ταινίας έγκειται στο ότι αυτό που συμβαίνει επαφίεται στην υποκειμενική κρίση του θεατή. Η αγωνία και ο τρόμος, όπως εξελίσσονται στην ταινία, είναι αναίμακτα και χωρίς την παραμικρή βία. Ποιος βρίσκεται άραγε πίσω από όλα αυτά; Υπάρχει κάποιο μυστικό σχέδιο για τον έλεγχο του πληθυσμού από κάποια οργάνωση; Δεν το μαθαίνουμε ποτέ. Όπως δεν μαθαίνουμε γιατί τα θύματα είναι μόνο άνδρες μεσοαστοί μεγαλύτερης ηλικίας.
Η ταινία θεωρείται από πολλούς σαν μια κριτική στο φασιστικό καθεστώς του Φράνκο, ενώ κάποιοι άλλοι την εξετάζουν από μια πιο συνομωσιολογική πλευρά. Άλλοι, πάλι, θεωρούν ότι συμβολίζει την απουσία της ατομικής ελευθερίας σε έναν κόσμο υποταγμένο στα συμφέροντα των ανώνυμων εταιρειών. Οι εκδοχές είναι πολλαπλές και όπως δήλωσε το 2009 ο Mercero: «Όλοι μας έχουμε θαλάμους που πρέπει να τους ξεφορτωθούμε. Υπάρχουν θάλαμοι ηθικού τύπου, υπάρχουν θάλαμοι εκπαιδευτικού τύπου, υπάρχουν θάλαμοι ψυχικού τύπου. Οικονομικοί θάλαμοι που μας φυλακίζουν και πιστεύω ότι η ζωή είναι μια διαρκής αναζήτηση της ελευθερίας από αυτά τα "κουτιά". Καθένας, για να είναι ελεύθερος, αυθόρμητος και ευτυχισμένος, πρέπει να δει ποιος θάλαμος τον φυλακίζει και να προσπαθήσει να απελευθερωθεί. Αυτό είναι το πεπρωμένο μας».
Όπως και να έχει, ο στόχος είναι πάντα το μυαλό, όπως μας υπενθυμίζει η αξέχαστη Κατερίνα Γώγου...
ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ ΕΔΩ: https://vimeo.com/99467331
Αργύρης Αργυριάδης
Ο Αργύρης Αργυριάδης αφού πρώτα έζησε την συγκλονιστική εμπειρία της συναυλίας του Rory Gallagher στην Νέα Φιλαδέλφεια το 1981 έκτοτε, από μικρή ηλικία τρέχει στα στενά των Εξαρχείων, πιστός στην Ιδέα της ελευθερίας, παραμένει πάντα καταληψίας «τρελός και ευτυχισμένος», υπερασπιστής του Ιστορικού Μείζονος Αναρχισμού και μέλους του Ενός Δυνατού Συνδικάτου. Μισό αιώνα μετά την γέννηση του, έχει αφιερώσει τις σπουδές του στην ιατρική, την ψυχιατρική και την ψυχολογία στον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση. Όταν δεν διαβάζει επικίνδυνα βιβλία, δεν ακούει παράξενες μουσικές ή να γράφει ακατανόητες ιστορίες στο merlin's, συμμετέχει σε Αυτοργανωμένες Συλλογικότητες Υγείας,συνελεύσεις, πορείες και δράσεις διότι τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα.
Αργύρης Αργυριάδης
Ο Αργύρης Αργυριάδης αφού πρώτα έζησε την συγκλονιστική εμπειρία της συναυλίας του Rory Gallagher στην Νέα Φιλαδέλφεια το 1981 έκτοτε, από μικρή ηλικία τρέχει στα στενά των Εξαρχείων, πιστός στην Ιδέα της ελευθερίας, παραμένει πάντα καταληψίας «τρελός και ευτυχισμένος», υπερασπιστής του Ιστορικού Μείζονος Αναρχισμού και μέλους του Ενός Δυνατού Συνδικάτου. Μισό αιώνα μετά την γέννηση του, έχει αφιερώσει τις σπουδές του στην ιατρική, την ψυχιατρική και την ψυχολογία στον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση. Όταν δεν διαβάζει επικίνδυνα βιβλία, δεν ακούει παράξενες μουσικές ή να γράφει ακατανόητες ιστορίες στο merlin's, συμμετέχει σε Αυτοργανωμένες Συλλογικότητες Υγείας,συνελεύσεις, πορείες και δράσεις διότι τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα.
Αργύρης Αργυριάδης
Ο Αργύρης Αργυριάδης αφού πρώτα έζησε την συγκλονιστική εμπειρία της συναυλίας του Rory Gallagher στην Νέα Φιλαδέλφεια το 1981 έκτοτε, από μικρή ηλικία τρέχει στα στενά των Εξαρχείων, πιστός στην Ιδέα της ελευθερίας, παραμένει πάντα καταληψίας «τρελός και ευτυχισμένος», υπερασπιστής του Ιστορικού Μείζονος Αναρχισμού και μέλους του Ενός Δυνατού Συνδικάτου. Μισό αιώνα μετά την γέννηση του, έχει αφιερώσει τις σπουδές του στην ιατρική, την ψυχιατρική και την ψυχολογία στον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση. Όταν δεν διαβάζει επικίνδυνα βιβλία, δεν ακούει παράξενες μουσικές ή να γράφει ακατανόητες ιστορίες στο merlin's, συμμετέχει σε Αυτοργανωμένες Συλλογικότητες Υγείας,συνελεύσεις, πορείες και δράσεις διότι τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα.