Συνέντευξη: Μιχάλης Πούγουνας
Οι ψυχεδελικοί επιστήμονες από το Λονδίνο επιστρέφουν στις 12 Φεβρουαρίου του 2021 με ένα νέο επτάιντσο σινγκλάκι που στην πρώτη του πλευρά έχει το «Paint Me A Dream», ενώ στην δεύτερη υπάρχει η διασκευή του «The Witch», ενός τραγουδιού που είχε κυκλοφορήσει ο Βρετανός Mark Fry το 1972. Ήρθα σε επαφή με τον ντράμερ της μπάντας Dave Mclean προκειμένου να συζητήσουμε για αυτά και άλλα στη ραδιοφωνική εκπομπή μου και σκέφτηκα ότι οι Chemistry Set έχουν αρκετούς φίλους στην Ελλάδα που θα χαιρόντουσαν μαθαίνοντας νέα τους και ότι αυτή η συνέντευξη μπορεί να δώσει την αφορμή σε κάποιους άλλους να τους ψάξουν και να τους ακούσουν.
Από όσο γνωρίζω, η μπάντα ξεκίνησε κάποια στιγμή στην δεκαετία του ’80. Μπορείς να μου πεις πώς ακριβώς συνέβη;
Ναι, έτσι είναι. Για την ακρίβεια, ξεκινήσαμε γύρω στο 1987. Προηγουμένως όλοι παίζαμε σε διαφορετικά συγκροτήματα. Στις αρχές των 80s υπήρχε μια σημαντική garage σκηνή στο Λονδίνο και τότε μαζευτήκαμε μερικοί φίλοι που γουστάραμε την ψυχεδέλεια. Αρχίσαμε να προβάρουμε στο Κένσινγκτον, σε ένα δωματιάκι που είχαμε, και εκεί δημιουργήσαμε κάτι μαγικό. Ήταν ωραίες εποχές εκείνες των αρχών-μέσων της δεκαετίας του ’80, με μια υγιή νεοψυχεδελική σκηνή που είχε εμφανιστεί δυναμικά σε Αμερική, Αυστραλία και Αγγλία. Δώσαμε πολλές συναυλίες. Ήταν υπέροχη εποχή για να τη ζει κάποιος.
Κυκλοφορείτε αυτό τον καιρό το επτάιντσο σινγκλ «Paint Me A Dream» από την εταιρεία Hypnotic Bridge του Λος Άντζελες. Ποιους καλλιτέχνες θα κατονόμαζες ως κύριες επιρροές σας;
Ναι, η Hypnotic Bridge είναι μια εξαιρετική εταιρεία. Γνωρίζω τον ιδιοκτήτη της εδώ και πολλά χρόνια και είναι φανατικός οπαδός της ψυχεδέλειας. Έχει δημιουργήσει αυτή την υπέροχη εταιρία, την οποία βάσισε στα πρότυπα της Deram Records των τελών της δεκαετίας του ’60, οπότε και αυτός κυκλοφορεί μόνο επτάιντσα σινγκλ, καθόλου άλμπουμ και όλα αποκλειστικά σε μορφή βινυλίου. Έχει μερικές πολύ καλές αμερικάνικες μπάντες στο ρόστερ της και θέλησε να συνεργαστεί και με κάποιες ευρωπαϊκές, οπότε… Απίστευτη εταιρία! Είμαι πολύ χαρούμενος που συνεργάζομαι μαζί τους.
Τώρα, σχετικά με τις επιρροές είναι πολλές, αλλά ας αναφέρω μερικές: H.P. Lovecraft, το συγκρότημα, όχι τον συγγραφέα. Ωραίος ο συγγραφέας, αλλά όσον αφορά στο συγκρότημα μπορεί να έχω μόνο ένα ή δύο άλμπουμ, αλλά αυτό που γουστάρω σε αυτούς είναι ότι ο ένας από τους τραγουδιστές τους είχε εκείνη την οπερετική φωνή με ένα είδος αντήχησης και δυναμικής που δεν ακούς σε κανένα άλλο ψυχεδελικό συγκρότημα εκείνης της εποχής. Είναι κάτι πολύ πρωτότυπο.
Άλλοι καλλιτέχνες που μας επηρέασαν… Μεγάλη μας επιρροή ήταν ο Syd Barrett και οι Pink Floyd του Syd Barrett, o Jimi Hendrix. Ο Paul, o κιθαρίστας μας, είναι ένας κιθαρίστας-φαινόμενο. Παίζει πολλά χρόνια, λατρεύει τον Jimi και αυτό σίγουρα μας έχει επηρεάσει. Λατρεύω τους Electric Prunes και τους 13th Floor Elevators, ενώ από αγγλικές ψυχεδελικές μπάντες θα αναφέρω τους Tomorrow και τους Kaleidoscope. Μου αρέσουν πάντως και συμφωνικές συνθέσεις, όπως του Ennio Morricone και του David Axelrod, ο οποίος έκανε την παραγωγή του άλμπουμ Mass In F Minor των Electric Prunes. Και κάποιο υλικό που είναι ορχηστρικές φανφάρες, μπορώ να πω. Αυτά είναι οι κυριότερες επιρροές μας.
Ποια είναι η σημερινή σύνθεση των Chemistry Set;
Τώρα είμαστε εγώ [David McLean] και ο κιθαρίστας/τραγουδιστής Paul Lake. Είμαστε μαζί από την αρχική σύνθεση του συγκροτήματος και στην ουσία βρισκόμαστε οι δυο μας στο στούντιο και παίζουμε όλα τα όργανα. Εγώ παίζω τύμπανα, κιθάρα και το mellotron farfisa, o Paul παίζει lead κιθάρα και μπάσο. Τραγουδάμε και οι δύο κι έτσι καλύτερα να είμαστε μόνο εμείς επειδή στο παρελθόν ήμασταν τέσσερα άτομα με τέσσερις διαφορετικές ιδέες και το πράγμα ήταν δύσκολο. Τώρα ξέρουμε ακριβώς τι θέλουμε. Στις συναυλίες, όταν βγαίνουμε στην Ευρώπη, έχουμε κάποιους φίλους από τη Βαρκελώνη που παίζουν μαζί μας στην σκηνή. Πριν το lockdown είχαμε παίξει σε ένα ψυχεδελικό φεστιβάλ στην Ουαλία με ακουστικές κιθάρες, πλήκτρα, σιτάρ και ταινίες με λούπες. Δεν ήταν ένα από τα συνηθισμένα unplugged τα οποία, για να πως την αλήθεια, βρίσκω αρκετά βαρετά, αλλά είχαμε προηχογραφημένες λούπες, delay κλπ., οπότε, ανάλογα με την εμφάνιση, είτε το κάνουμε μόνο οι δυο μας είτε έρχονται και μας βοηθούν οι φίλοι μας από την Βαρκελώνη.
Ξέρεις, σκεφτόμουν ότι στα 90s υπήρχε μια μεγάλη ψυχεδελική αναβίωση στην Βρετανία με μπάντες όπως οι Sun Dial, οι πρώιμοι Porcupine Tree, οι Kava Kava, οι Omnia Opera, αλλά εκείνη την εποχή οι Chemistry Set είχαν πλέον σταματήσει και αυτό κράτησε μέχρι το 2008. Τι συνέβη και τι σας έκανε να ξαναρχίσετε;
Ναι, νομίζω ότι πετύχαμε τη λάθος στιγμή για να διαλυθούμε. Ωραία, να σου πω λοιπόν τι συνέβη. Οι Chemistry Set δημιουργήθηκαν το 1987 και με εκείνη την σύνθεση συνεχίσαμε μέχρι το 1991. Ήταν η εποχή των ανεξάρτητων εταιριών και ήταν η καλύτερη εποχή που υπήρξε. Μας εκπροσωπούσαν εταιρίες στην Ισπανία, στην Αμερική, τραγούδια μας έμπαιναν σε πολλές συλλογές, σε flexi discs… Τα θυμάσαι αυτά; Που κυκλοφορούσαν με τα φανζίν… Αλλά δυστυχώς, όντας νέοι, θέλαμε πάντα να υπογράψουμε με μια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία. Ήταν πάντα ένα άπιαστο όνειρο αλλά, κοιτάζοντας σήμερα πίσω, το καλύτερο πράγμα που υπήρξε θεωρώ ότι ήταν οι ανεξάρτητες εταιρείες. Ήμασταν στην Imaginary Records, σε μια πολύ καλή με βάση στο Μάντσεστερ, η οποία τότε κυκλοφόρησε πολλά ψυχεδελικά. Η αρχική σύνθεση των Chemistry Set διαλύθηκε στα τέλη του 1991 και εγώ με τον Paul συνεχίσαμε φτιάχνοντας με έναν ακόμα φίλο μια μπάντα που λεγόταν The Set. Απλά αφαιρέσαμε την λέξη Chemistry και υπογράψαμε με την Polydor. Μια πραγματικά τεράστια δισκογραφική, αλλά να προσέχεις τι εύχεσαι, γιατί αυτό που συνέβη ήταν φρικτό. Ο A&R της εταιρίας ήθελε να γίνουμε κάτι ανάμεσα σε Small Faces και Blur, πράγμα που φυσικά δεν είχε καμία σχέση με εμάς κι έτσι είχαμε πολλές κόντρες μαζί του. Ηχογραφήσαμε ακόμα και ένα ολόκληρο άλμπουμ, το οποίο δεν κυκλοφόρησε. Βγάλαμε δύο σινγκλ, αλλά πραγματικά μας την έσπασε. Μας χάλασε πάρα πολύ που φύγαμε από εκεί που ήμασταν, στις ανεξάρτητες εταιρείες, και πήγαμε στον άλλο πόλο, στις πολυεθνικές. Για να λέμε την αλήθεια, είπαμε ότι… ως εδώ και αποφασίσαμε να χαλαρώσουμε. Εγώ πήγα στην Ινδία και εκεί αγόρασα ένα σιτάρ και έμαθα να παίζω. Έπαιξα σιτάρ σε δίσκους κάποιων φίλων… Και το 2008 βρέθηκε μια ανεξάρτητη δισκογραφική που ήθελε να κυκλοφορήσει ένα ακυκλοφόρητο άλμπουμ μας, του 1989, που είχε τίτλο Sounds Like Paintings. Ο Paul είχε όλα τα μάστερ, οπότε ήρθα σε επαφή μαζί του. Είχαμε χρόνια να μιλήσουμε και αρχίσαμε το mastering γι’ αυτή την κυκλοφορία, όταν ξαφνικά εκείνη την στιγμή σκεφτήκαμε, «Για μια στιγμή. Γιατί να κυκλοφορήσουμε παλιό υλικό;» Στο μεταξύ και οι δύο είχαμε γράψει πολλά τραγούδια και τότε αποφασίσαμε να πιάσουμε πάλι δουλειά. Έτσι ξεκίνησε η δεύτερη φάση, η οποία έχει εξελιχθεί καταπληκτικά και πολύ καλύτερα από την πρώτη.
Τι διαφορές βρήκατε όταν ξαναφτιαχτήκατε το 2008; Σίγουρα το διαδίκτυο έκανε μεγάλη διαφορά σε σύγκριση με την εποχή πριν διακόψετε.
Όταν επιστρέψαμε το 2008, συνέβη και κάτι άλλο. Ένας τύπος στην Σουηδία είχε στα χέρια του ακατέργαστο υλικό μας και το έβγαλε στο ίντερνετ ξεπερνώντας τις 5.000 downloads και τότε ήταν που ο κόσμος άρχισε να μιλάει για τους Chemistry Set. Μας ανέφεραν σε ψυχεδελικά φόρουμ, συνέβαιναν πράγματα στο ίντερνετ και, γενικά, οι άνθρωποι μας θυμόντουσαν με αγάπη. Γι’ αυτό σκέφτηκα ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή να ξαναρχίσουμε. Οπότε, ναι, το διαδίκτυο έκανε τρομερή διαφορά από την πρώτη φορά που υπήρχαμε σαν συγκρότημα. Τώρα μπορούσαμε να ψάξουμε και να βρούμε ανθρώπους που γνωρίζαμε από τα 80s. Ήταν ένας Αμερικάνος που μας βοήθησε με το myspace και διέδωσε ότι είχαμε επιστρέψει. Ήταν θαυμάσιο, επειδή έφερε κοντά μας κόσμο που μας ήξερε από πριν αλλά και καινούργιους φίλους. Αυτό είναι το καλύτερο που μας συνέβη: ένα νέο κοινό. Σήμερα το νέο κοινό μας, αυτοί που δεν μας ήξεραν πριν, είναι το 80% και αυτό μου αρέσει πάρα πολύ.
2013
Στη δεύτερη πλευρά του νέου σας σινγκλ υπάρχει μια διασκευή του «The Witch», ενός τραγουδιού που είχε κυκλοφορήσει ο Βρετανός ψυχεδελοφόλκ μουσικός Mark Fry το 1972. Υπάρχει κάποιος λόγος που επιλέξατε το συγκεκριμένο τραγούδι;
Πιστεύω ότι είναι ένα πολύ καλό τραγούδι και ο κυριότερος λόγος ήταν ότι δεν μοιάζει με τα τραγούδια που συνήθως συνθέτουμε εμείς, με τις ακουστικές κιθάρες μας. Το φέραμε έτσι ώστε ηχητικά να μην απέχει πολύ μακριά από τα δικά μας και τελικά κατάλαβα ότι το φέραμε αρκετά κοντά στις δικές μας συνθέσεις. Πριν μερικά χρόνια είχαμε διασκευάσει το «Love or Confusion» του Jimi Hendrix και το ξεγυμνώσαμε εντελώς, παίζοντάς το με ακουστικές κιθάρες με ανοιχτά ακόρντα, σιτάρ, τάμπλα και mellotron και δεν απείχε πολύ από τον ήχο μας. Οπότε, νιώσαμε άνετα να το κάνουμε. Έχουμε κάνει πολλές διασκευές και πάντα πρέπει να πειράζεις τα τραγούδια. Εξάλλου, για ποιο λόγο να διασκευάσεις ένα τραγούδι και να ακουστεί ακριβώς όπως το πρωτότυπο; Αν είναι να διαλέξω, θα προτιμήσω το αυθεντικό. Αυτό εδώ που κάναμε βασίζεται στο πρωτότυπο περίπου για τα πρώτα δυόμιση λεπτά και μετά αποκτά ένα ξέφρενο ύφος σαν να έχουν περάσει οι Red Krayola μέσα από stereo overdrive για να βρουν τον Frank Zappa ή τον Captain Beefheart. O Paul λατρεύει τους Red Krayola και χρόνια τώρα θέλαμε να κάνουμε κάτι σαν αυτούς, οπότε προσθέσαμε θορύβους και επιπλέον όργανα. Ο Paul έφτασε σε σημείο να πάρει ένα μισογεμάτο μπουκάλι ουίσκι στο δωματιάκι του μικροφώνου και άρχισε να το χτυπάει με τα δάκτυλά του, όπως έκαναν οι Red Krayola με μπουκάλια και με τους περίεργους θορύβους που δημιουργούσαν. Οπότε, αυτή τη διασκευή την απολαύσαμε πραγματικά.
Ο Marc Swordfish των Astralasia έκανε ένα δεκάλεπτο ρεμίξ στη διασκευή που είχατε κάνει στο τραγούδι των Moody Blues «Legend Of A Mind», με τίτλο «Timothy Leary Forever». Ποιανού ήταν η ιδέα και πως σας φάνηκε αυτή η εμπειρία;
Ο Marc έκανε το ρεμίξ στο «Legend Of A Mind». Όλα αυτά τα χρόνια έχουμε δουλέψει με πολλά άτομα που έκαναν ρεμίξ. Δεν είμαστε κολλημένοι σχετικά με την μουσική μας. Ισα ίσα που γουστάρουμε να δίνουμε τα master μας σε άλλους και ας τα κάνουν ό,τι θέλουν. Για την ακρίβεια, το 2012, ένας καλός μας φίλος που είναι DJ στην Βαρκελώνη, έφτιαξε ένα ολόκληρο άλμπουμ με ρεμιξαρισμένα τραγούδια μας. Δουλέψαμε με πολύ κόσμο. Κάποια τραγούδια μας τραγουδήθηκαν στα γαλλικά, κάποια στα ισπανικά. Εμείς απλά στείλαμε τα master και τους αφήσαμε να κάνουν ό,τι ήθελαν. Νομίζω ότι η μουσική έχει να κάνει με τη δημιουργία και με το να μοιράζεσαι πράγματα. Είναι φανταστικό όταν κάποιος ακούει την μουσική σου και μπορεί να την πειράξει και ο Marc είναι φαινόμενο. Έχει κάνει πάμπολλα ρεμίξ για εμάς και μάλιστα αυτή την εποχή κάνει ένα για το «The Witch», το οποίο είναι πολύ καλό και θα πρέπει να έχετε τον νου σας επειδή νομίζω ότι θα είναι bonus στην ψηφιακή κυκλοφορία του σινγκλ μας στο bandcamp.
Με ποιες μπάντες παίξατε ζωντανά πριν τον κορονοϊό;
Όπως είπα και νωρίτερα, στις πρώτες μας ημέρες κάναμε εκατοντάδες εμφανίσεις. Στο Λονδίνο παίζαμε 3-4 φορές την εβδομάδα. Παίζαμε στο Marquee, στο Borderline, στο Falcon, όπου στα τέλη των 80s μπορούσες να ανακαλύψεις πάρα πολλές ανεξάρτητες μπάντες. Παίξαμε στην Αμερική και στην Ευρώπη. Κάναμε πολλές εμφανίσεις με τον Robyn Hitchcock και τους Hawkwind, με τους οποίους βρεθήκαμε σε ένα καταπληκτικό φεστιβάλ. Παίξαμε με πολλές μπάντες. Τους γουστάρω και τους δύο. Ο Hitchcock έχει πολύ χιούμορ. Με τους Hawkwind παίξαμε στο Brixton Academy μπροστά σε ένα κοινό τριών χιλιάδων ανθρώπων. Πέρσι ήταν να παίξουμε με τους Bevis Frond, τους οποίους λατρεύω, αλλά δυστυχώς ακυρώθηκε. Ελπίζω να μπορέσουμε να επαναλάβουμε σύντομα τις περιοδείες και να παίξουμε στο φεστιβάλ με τους Bevis Frond και τον Nick Saloman.
Ναι, την τελευταία φορά που μίλησα με τον Nick ήταν, νομίζω, στην Αθήνα κάπου στα τέλη των 90s ή αρχές του 2000. Όμως… πού μπορεί να βρει κανείς το νέο σας σινγκλ;
Όποιος βρίσκεται στην Αμερική μπορεί να το παραγγείλει κατευθείαν από την Hypnotic Bridge. Aπλά, ας γκουγκλάρει το όνομα. Αν είναι στην Μεγάλη Βρετανία ας ψάξει στο HeyDay Mail Order, ενώ στην Ευρώπη τη διανομή έχει αναλάβει η ολλανδική Clear Spot. Σε αυτούς θα τα βρεις και θα κάνουμε και μια ψηφιακή κυκλοφορία επειδή αυτό θα βγει σε βινύλιο. Λατρεύω τη μυρωδιά του βινυλίου. Οπότε, αρχικά θα κυκλοφορήσει σε περιορισμένο αριθμό βινυλίων και μόλις διανεμηθούν αυτά θα κάνουμε μια ψηφιακή κυκλοφορία στο bandcamp με τα bonus ρεμίξ του «The Witch».
Έχετε κάποια πλάνα για το άμεσο μέλλον;
Ναι, θέλουμε να κάνουμε άλλο ένα άλμπουμ. Κατά την διάρκεια του lockdown δουλέψαμε με τον Paul πάνω σε νέο υλικό και φρέσκες ιδέες. Μας έκανε καλό, επειδή βρήκαμε τον χρόνο να τελειοποιήσουμε το σινγκλ «Pain Me A Dream»/«Witch». Δεν συνηθίζουμε να αφιερώνουμε τόσο χρόνο στα τραγούδια μας. Περνάμε πολλές ώρες στο στούντιο όπου συμβαίνουν όλα τα μαγικά πράγματα αλλά μόλις συλλάβουμε τη βασική ιδέα, τη δουλεύουμε για μερικές εβδομάδες. Με αυτά τα δύο ήταν πολύ καλό ότι είχαμε τόσο πολύ χρόνο στα χέρια μας, οπότε στο διάστημα αυτών των μηνών γράψαμε διάφορες εκδοχές τους. Πιστεύω πως ότι αργότερα μέσα στο χρόνο θα γράψουμε άλλα τρία-τέσσερα τραγούδια και κατόπιν θα τα συγκεντρώσουμε μαζί με άλλες ιδέες και θα κυκλοφορήσουμε ένα νέο άλμπουμ.
Σε ευχαριστώ πολύ, Dave. Εύχομαι καλή επιτυχία με το σινγκλ...
Θα ήθελα να στείλω καλές δονήσεις σε όλους. Ήταν για όλους μας ένας φρικτός χρόνος… Κοντεύουμε χρόνο τώρα… Οπότε, σας εύχομαι καλές δονήσεις. Η μουσική δίνει σε όλους μας αγάπη και χαρά αυτές τις ώρες. Χαρείτε τη μουσική σας και εύχομαι σε όλους ειρήνη και αγάπη. Και όταν τελειώσει το lockdown, χαρείτε, ευχαριστηθείτε και αγαπήστε την ζωή.
BLOG και ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ ΤΟΥ MIΧΑΛΗ ΠΟΥΓΟΥΝΑ:
https://tribe4mian.wordpress.com/
ΑΚΟΥΣΤΕ ΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΠΟΥΓΟΥΝΑ στο Blackout Radio Show...
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.