Bad Movies: "Στο Λάκκο με τα Φίδια" (digital album, περιορισμένα βινύλια)

Γράφει ο Αντώνης Ζήβας

Η rock and roll σκηνή της Θεσσαλονίκης ανέκαθεν ήταν μια διαφορετική και ενδιαφέρουσα κατάσταση σε σχέση με ότι συνέβαινε στις άλλες eλληνικές πόλεις. Στο πρώτο μισό της δεκαετίας του '80, όταν στις άλλες eλληνικές punk μπάντες οι τραγουδιστές τους “έφτυναν” τους στίχους μέσα από μια οργισμένη πρόζα, οι Θεσσαλονικιοί πάνκηδες τραγουδούσαν βάζοντας μελωδίες στις φωνές. Αυτό τότε μου είχε κάνει αρκετή εντύπωση. Παράδειγμα, η πρώτη ελληνική punk συλλογή Διατάραξη Κοινής Ησυχίας που κυκλοφόρησε το 1985, όπου η διαφορά των Γκρόβερ από τη συμπρωτεύουσα στα φωνητικά ήταν πολύ εμφανής σε σχέση, για παράδειγμα, με τους Αδιέξοδο ή τη Γενιά του Χάους.

Λίγο καιρό αργότερα κατάλαβα τι ακριβώς συνέβαινε και προς τα που οι θεσσαλονικιώτικες μπάντες είχαν τεντωμένα τα αυτιά τους - όταν άρχισα να ακούω αμερικάνικες punk και hardcore μπάντες, κυρίως της δυτικής ακτής.
Κι αν οι Τρύπες και τα Μωρά στη Φωτιά είχαν επενδύσει μουσικά σε πιο post punk μονοπάτια, και οι θρυλικοί Mushrooms στην αναβίωση του garage punk, οι Εκτός Ελέγχου, οι Γκούλαγκ, οι Ναυτία (ένα από τα καλύτερα hardcore σχήματα της χώρας), οι Πίσσα και Πούπουλα, για να αναφέρω μόνο μερικές μπάντες από τη πόλη, έφερναν έναν εντελώς διαφορετικό ήχο στα μουσικά πράγματα βασισμένο, όπως προανέφερα, στον αντίστοιχο ήχο συγκροτημάτων από τις ΗΠΑ όπως οι Black Flag, οι Fugazi, οι Χ, οι Alley Cats, οι Agnostic Front κλπ.
Για τη σκηνή της Θεσσαλονίκης έχουν γραφτεί πάρα πολλά και τα περισσότερα ανταποκρίνονται στην αλήθεια. Η πόλη είχε ανέκαθεν μια διαφορετική προσέγγιση στο rock and roll από την εποχή ακόμη των Olympians στην αγγλόφωνη περίοδό τους (η πιο σημαντική για μένα), ή ακόμη και των Μωβ, ενός από τα καλύτερα hard rock σχήματα που ξεκίνησαν το 1978.
Στη δεκαετία του '90, η Θεσσαλονίκη αποτέλεσε επίσης τη μήτρα και το σημείο αναφοράς για την εκτόξευση της ελληνικής rock σκηνής από τα μπαράκια και τα μικρά κλαμπ στους μεγάλους συναυλιακούς χώρους, αλλά και της επένδυσης των ελληνικών παραρτημάτων των πολυεθνικών δισκογραφικών εταιριών σε αυτό που ονομάστηκε “ελληνικό rock”.
Οι Bad Movies δεν εξαιρούνται από αυτόν τον άτυπο κανόνα της, ας πούμε, μουσικής πρωτοπορίας, παρόλο που σχηματίστηκαν το 2004.

Μια μπάντα που η αγάπη της για τη βρετανική punk rock σκηνή στα τέλη των '70s, τα ηλεκτρικά blues, τη folk και τη country μέσα από τις punk ταχύτητες όπως τα γνωρίσαμε κυρίως από τον ήχο των Social Distortion, έγινε το σήμα κατατεθέν της και χωρίς υπερβολές μπορώ να πω ότι επηρέασε με τη σειρά της νεότερες μπάντες που βγήκαν στο ίδιο ύφος.

Μετρώντας ήδη 16 χρόνια πορείας με αμέτρητες συναυλίες σε Ελλάδα κι εξωτερικό, το 2020 οι Bad Movies αποφασίζουν να μπουν στο στούντιο και να ηχογραφήσουν σε δική τους παραγωγή το τέταρτο στούντιο άλμπουμ τους με τίτλο Στο Λάκκο με τα Φίδια κάτω από την καθοδήγηση του μπασίστα τους, Μπέμπη. Όπως και στις προηγούμενες δισκογραφικές δουλειές τους, έτσι και στο νέο της άλμπουμ η μπάντα κινείται στο ύφος που την ανέδειξε, προσθέτοντας ωστόσο αρκετά post-rock στοιχεία, ενώ ένα ακόμη “δυνατό χαρτί” είναι οι στίχοι στους οποίους για άλλη μια φορά κυριαρχεί το συλλογικό συναίσθημα μέσα από μια punk rock στάση, με αναφορές στη κοινωνική αδικία, τη διαφορετικότητα, αλλά και στην προσωπικότητα του ατόμου.
Πρόκειται για ένα καταπληκτικό άλμπουμ που απαρτίζεται από εννέα κομμάτια-δυναμίτες, άρτιο τόσο ηχητικά, ενορχηστρωτικά, όσο και στιχουργικά, με κάθε κομμάτι και μια γροθιά στα μούτρα κάθε συντηρητικού μυαλού, μέσα από έναν άγριο ποιητικό λόγο βασισμένο τόσο σε αυτά που ζούμε σαν κοινωνία, όσο και σε προσωπικές καταστάσεις και εμπειρίες της μπάντας. Ενώ σε μουσικό επίπεδο και σε σύγκριση με τις προηγούμενες δουλειές των Bad Movies έχουμε πιο χαμηλές εντάσεις πάνω σε πιο post-rock μοτίβα με διάθεση για αυτοσχεδιασμό και πειραματισμό σε κάποια σημεία του δίσκου, δεν λείπουν οι διαχρονικές αναφορές στον punk ήχο που έχω περιγράψει πιο πάνω.


Τραγούδια τα οποία δουλεύτηκαν τη τελευταία πενταετία, κυρίως στα δυόμιση χρόνια της πανδημίας του covid φωτογραφίζουν όλη αυτή τη ζοφερή κατάσταση. Μια μπάντα που θέλει να σκέφτεται punk αλλά να παίζει rock. Έχοντας εγκαταλείψει τον αγγλικό στίχο της αρχικής της πορείας, τραγουδά στα ελληνικά και μέσα από προσωπικές εμπειρίες και καταστάσεις αφηγείται στο κοινό της ιστορίες βγαλμένες από... κακές ταινίες μιας Ελλάδας ριζωμένης στο βρώμικο παρελθόν της. Μιας Ελλάδας κοινωνικά φτωχής όσον αφορά τους πολλούς, μιας Ελλάδας πεταμένης στο λάκκο με τα φίδια. Μιας Ελλάδας βίαιης, αποπροσανατολισμένης, κρυφοφασιστικής και ρατσιστικής και μιας κοινωνίας τσακισμένης, κουρασμένης με βρόμικο μυαλό.
Προφανώς και δεν είναι τυχαίος ο τίτλος του δίσκου μιας και σε παγκόσμιο επίπεδο οι άνθρωποι από τα κάτω έχουν σχεδόν κυριολεκτικά πεταχθεί σε έναν Λάκκο με φίδια προσπαθώντας να επιβιώσουν από τη διαρκή και πολύμορφη επίθεση της κυριαρχίας των λίγων.
Προσωπικά ξεχωρίζω δύο τραγούδια στο δίσκο καθαρά για τη διαφορετικότητα τους σε σχέση με τα υπόλοιπα κομμάτια που ναι μεν είναι καταπληκτικά πλην όμως αναμενόμενα: το ένα είναι το “Λιγοστεύω” για τους στίχους του που πραγματικά ξεσκίζουν τον εσωτερικό κόσμο όποιου το ακούσει, δίνοντας βάρος στην αφήγηση μέσα από μια άγρια θλίψη, και το “Για Πάντα”, το οποίο στην ουσία είναι μια post-rock μελοποίηση αποσπασμάτων ενός υπέροχου ποιήματος-κειμένου του Τάσου Λειβαδίτη που τιτλοφορείται “Απογευματινό Τσάι”.
Με αυτό το κομμάτι οι Bad Movies συνεχίζουν την παράδοση που είχαν ξεκινήσει από τον προηγούμενο δίσκο τους Η Εποχή των Λύκων (2015) μελοποιώντας το ποίημα του Κωστή Παλαμά “Κακή Φωτιά”. Αυτό τελικά είναι που τους κάνει να διαφέρουν από τα τετριμμένα, επειδή είναι μια punk μπάντα που δεν φοβάται να καταπιαστεί με “δύσκολα” στιχουργικά θέματα και αναδεικνύει με τσαμπουκά τη σοβαρή πλευρά της punk σκηνής, η όποια δεν εμφορείται μόνο από αντικρατικά, αντιμπατσικά, και συγκρουσιακά εφηβικά συνθήματα, αλλά δείχνει και μια αντίληψη όσον αφορά τον όμορφο Λόγο που τσακίζει άσχημες καταστάσεις.
Ο δίσκος από την αρχή ως το τέλος δημιουργεί διαφορετικά συναισθήματα και όταν ένας δίσκος δεν κυλά απλά στα αυτιά μας αλλά μας κάνει να τον προσέξουμε για αυτά που πραγματεύεται, τότε είναι που κρίνεται επιτυχημένος σε όλα του. Πράγματι, εδώ έχουμε ένα από κάθε πλευρά ολοκληρωμένο και άρτιο άλμπουμ. Το Στο Λάκκο με τα Φίδια κατά την υποκειμενική μου γνώμη είναι ένας από τους καλύτερους δίσκους που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα το 2022 και, γενικότερα, ένας ακόμη σημαντικός δίσκος της ελληνικής underground σκηνής.

Οι Bad Movies αποτελούνται από τους: Geom – φωνή, στίχοι, Kimis – κιθάρα, Kostas – τύμπανα, Bebis – μπάσο, κιθάρα, φωνή. Συμμετέχουν επίσης οι: Alex Kiourntziadis - Βιολί στο “Τρύπα” και Achilleas Anastasopoulos - Τρομπέτα στο “Για Πάντα”. 

Η ηχοληψία του άλμπουμ έγινε από τους: Γιώργο Ταχτσίδη, Δημήτρη Μακρή (Horizon 63 Studio, Θεσσαλονίκη) και Κωνσταντίνο Μπαχλιτζανάκη (Vox rec - Broken Bell Studios, Βερολίνο). Τη μίξη του ήχου και τη παραγωγή έχει κάνει ο Δημήτρης Μακρής (Bebis), ενώ το mastering έκανε ο Theodoros Bournas στο Arkadikon Studio στη Θεσσαλονίκη. Τέλος, το artwork συνολικά του άλμπουμ έχει σχεδιάσει ο Kanellos Cob.

facebook

bandcamp

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ

Thee Holy Strangers – "Diary Of The Shadow"

Πεθαίνουν στο Τέλος: «Η τέχνη έχει τη δυνατότητα να διαμορφώνει γραμμές άμυνας ή εγρήγορσης, χωρίς αυτό να αντικατοπτρίζεται απαραίτητα στο περιεχόμενο ή τη μορφή της...»

Το «Anti-Hero» των Kemerov ξεβράζεται κατευθείαν από τον πάτο της Κόλασης...

"Ahead" από τους Dead Sidewalkers: τραγούδια που ανήκουν σε κάθε εποχή, στο χθες, στο σήμερα, στο αύριο...


image

Αντώνης Ζήβας

Ο Αντώνης Ζήβας είναι D.J. ραδιοφωνικός παραγωγός και record sellector εδώ και 28 έτη. Παράλληλα έχει υπάρξει μπασίστας σε διάφορες γνωστές-άγνωστες Punk και Alternative μπάντες από τη δεκαετία του '80 ως τις μέρες μας, ενώ ανήκει στο απροστάτευτο υπό εξαφάνιση είδος των δισκοπωλών. Γεννήθηκε στη Πάτρα, αλλά διάλεξε να ζήσει για πάρα πολλά χρόνια στη Κρήτη, όπου και απέκτησε τη Κρητική υπηκοότητα, την οποία διατηρεί ακόμη με πείσμα. Τα τελευταία χρόνια κατοικεί στη κοιλιά του τέρατος που ονόμασαν Αθήνα, περιφέροντας το σάρκιον του σε διάφορα Booth της Αθηναϊκής νύχτας και μία φορά την εβδομάδα τα μεσημέρια των Σαββάτων, ξαποστένει στο μικρόφωνο του metadeftero.gr, μέσα από την εκπομπή Reclaim The Music
 
 
 
image

Αντώνης Ζήβας

Ο Αντώνης Ζήβας είναι D.J. ραδιοφωνικός παραγωγός και record sellector εδώ και 28 έτη. Παράλληλα έχει υπάρξει μπασίστας σε διάφορες γνωστές-άγνωστες Punk και Alternative μπάντες από τη δεκαετία του '80 ως τις μέρες μας, ενώ ανήκει στο απροστάτευτο υπό εξαφάνιση είδος των δισκοπωλών. Γεννήθηκε στη Πάτρα, αλλά διάλεξε να ζήσει για πάρα πολλά χρόνια στη Κρήτη, όπου και απέκτησε τη Κρητική υπηκοότητα, την οποία διατηρεί ακόμη με πείσμα. Τα τελευταία χρόνια κατοικεί στη κοιλιά του τέρατος που ονόμασαν Αθήνα, περιφέροντας το σάρκιον του σε διάφορα Booth της Αθηναϊκής νύχτας και μία φορά την εβδομάδα τα μεσημέρια των Σαββάτων, ξαποστένει στο μικρόφωνο του metadeftero.gr, μέσα από την εκπομπή Reclaim The Music
 
 
 
image

Αντώνης Ζήβας

Ο Αντώνης Ζήβας είναι D.J. ραδιοφωνικός παραγωγός και record sellector εδώ και 28 έτη. Παράλληλα έχει υπάρξει μπασίστας σε διάφορες γνωστές-άγνωστες Punk και Alternative μπάντες από τη δεκαετία του '80 ως τις μέρες μας, ενώ ανήκει στο απροστάτευτο υπό εξαφάνιση είδος των δισκοπωλών. Γεννήθηκε στη Πάτρα, αλλά διάλεξε να ζήσει για πάρα πολλά χρόνια στη Κρήτη, όπου και απέκτησε τη Κρητική υπηκοότητα, την οποία διατηρεί ακόμη με πείσμα. Τα τελευταία χρόνια κατοικεί στη κοιλιά του τέρατος που ονόμασαν Αθήνα, περιφέροντας το σάρκιον του σε διάφορα Booth της Αθηναϊκής νύχτας και μία φορά την εβδομάδα τα μεσημέρια των Σαββάτων, ξαποστένει στο μικρόφωνο του metadeftero.gr, μέσα από την εκπομπή Reclaim The Music
 
 
 

 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1