Στα μικράτα μου, πριν υπάρξει ο Pete Seeger, πριν υπάρξει η Odetta, πριν υπάρξουν οι Kingston Trio... υπήρχε ο Harry Belafonte.
Καθόμουν μαζί με τη μητέρα μου και, κοιτάζοντας το εξώφυλλο ενός άλμπουμ, βλέπω τον ομορφότερο άνδρα που είχα δει στη ζωή μου και ακούω το Scarlet Ribbοns. Η φωνή ήταν κοφτή και ταυτόχρονα απαλή κι εγώ δεν ήθελα ν' ακούω τίποτε άλλο.
Τότε μόλις είχα κάνει στροφή από το γιουκαλίλι στην κιθάρα και το πρώτο που έκανα ήταν να απομνημονεύσω όλα τα τραγούδια του ρεπερτορίου του. Όταν τραγουδούσα, η φωνή μου ακόμα έτρεμε, αλλά βαθιά μέσα στο λαρύγγι μου κρυβόταν "η φωνάρα". Κάποια στιγμή βρέθηκα σε ένα ερασιτεχνικό στούντιο και αφού μου έδωσαν ένα ζευγάρι μεγάλα και άβολα ακουστικά, τραγούδησα αβέβαια μπροστά στο μεγάλο, απειλητικό μικρόφωνο. Από τα δώδεκα τραγούδια που ηχογράφησα, τα έξι ήταν το Belafonte.
Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι, δέκα χρόνια αργότερα, εκείνος ο άνδρας με την κοφτή/απαλή φωνή και μ' εκείνο το πρόσωπο με τη σκουρόχρωμη βελούδινη επιδερμίδα, θα βάδιζε πλάι πλάι με τον δόκτορα Μάρτιν Λούθερ Κινγκ κι εμένα στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα. Ή, ότι η δέσμευσή του στη μια βία και τα πολιτικά δικαιώματα ήταν ακλόνητη και ότι το κίνημα τον εμψύχωνε όπως κι εκείνος εμψύχωνε το κίνημα με την εύγλωττη φωνή του όταν τραγουδούσε όσο κι όταν μιλούσε.