Γράφει ο Χρήστος Κορναράκης
Ο Παιδί Τραύμα δεν πέθανε, δεν λήστεψε κανέναν, δεν έκανε κάποια επανάσταση με τη στενή έννοια. Έκανε κάτι πιο ύπουλα ισχυρό: δημιούργησε ένα μέρος. Ένα μέρος εδώ, για σένα. Ένας δίσκος που δεν σου ζητά απλώς να τον ακούσεις, αλλά να του κάνεις χώρο - όπως ακριβώς κάνεις χώρο για μια δεύτερη ζωή.
Η γυναίκα που φεύγει πάντα μένει
Υπάρχουν κάποιες ιστορίες που δεν ξεχνιούνται, όσο κι αν το επιχειρούμε. Ιστορίες που κατοικούν στο ενδιάμεσο του πραγματικού και του φανταστικού, εκεί που ζουν τα όνειρα ανθρώπων που δεν γνωρίσαμε ποτέ.
Η Ντιάνα είναι μια τέτοια ιστορία. Γεννημένη το 1990 στην Αθήνα, πριν δέκα χρόνια εξαφανίστηκε, αφήνοντας πίσω της μόνο ένα σημείωμα: «Δε θέλω να με βρει κανένας. Θέλω να ζήσω μια Δεύτερη Ζωή». Σήμερα ζει σε ένα μικρό χωριό της Παταγονίας, στέλνοντας σποραδικά σημάδια ζωής: μια βιενουά σοκολάτα, λίγες καρτ ποστάλ, φωτογραφίες που αφήνουν πίσω τους το ίχνος ενός προσώπου που αποφάσισε να σβήσει την παλιά της ζωή.
Με αφορμή τη Ντιάνα, ο Τάσος Καρτέρης -ο άνθρωπος πίσω από την καλλιτεχνική ταυτότητα Παιδί Τραύμα- δεν φτιάχνει απλώς έναν ακόμη δίσκο. Δημιουργεί ένα πλήρες, συνεκτικό αισθητικό σύμπαν. Ένα «έργο ζωής», όπως ο ίδιος το έχει αποκαλέσει.
Η Δεύτερη Ζωή δεν είναι ένας ακόμη δίσκος ελληνικής indie pop με υπαρξιακούς στίχους - εκείνα τα ωραία τραγούδια που αγαπάμε για λίγο και μετά τα αφήνουμε πίσω μας. Είναι ένας δίσκος - διαδρομή: σε παίρνει από το χέρι, σε ξεναγεί σε ένα μικρό χωριό που ταυτόχρονα υπάρχει και δεν υπάρχει, και σε αναγκάζει να ζυγίσεις το βάρος της δικής σου πρώτης ζωής.

Νάρκισσος στη λίμνη της Παταγονίας
Από τις πρώτες λέξεις του «Κανένα» αντιλαμβάνεσαι ότι εδώ κάτι έχει μετατοπιστεί. Ο Καρτέρης δεν κρύβεται πλέον πίσω από υπαινικτικές εικόνες ή ποιητικές αφαιρέσεις. Δεν γράφει απλώς «έξω μυρίζει νεραντζιά». Μπαίνει στο κέντρο της σκηνής και μιλάει άμεσα, σχεδόν ωμά, για τον εαυτό του.
Η παραβολή με τον Οδυσσέα που αποκαλύπτει το όνομά του στο νησί του Πολύφημου δεν είναι τυχαία: το όνομα λειτουργεί και ως απελευθέρωση και ως παγίδα. Ο ίδιος ο Καρτέρης έχει αναφέρει πως, γράφοντας το κομμάτι, άρχισε να διαβάζει την ιστορία του Οδυσσέα «με φροϊδική ματιά» - ως μια στιγμή αποκάλυψης της ταυτότητας, που δεν σου επιτρέπει πλέον να κρυφτείς.
Στο ομώνυμο κομμάτι «Δεύτερη Ζωή», ο κεντρικός στίχος – «Λες πως είναι ήδη η κατάλληλη στιγμή, απ' αυτό το σπίτι πια να φύγουμε» – ακούγεται σαν ερωτική υπόσχεση. Κι όμως, δεν είναι τραγούδι για μια «άλλη αγάπη». Είναι τραγούδι για τη δυνατότητα να πάρεις πίσω τη ζωή σου. Για την απόφαση να κλείσεις την πόρτα πίσω σου.
«Τα Μάγουλά Σου» και «Ο Δράκουλας» δεν είναι τραγούδια - εξομολογήσεις για εραστές. Είναι τραγούδια που κατοικούν στο λεπτό όριο ανάμεσα στην τρυφερότητα και τη δημιουργία εχθρών.
Το κόκκινο των μάγουλων γίνεται ένδειξη ζωής, η φιγούρα του Δράκουλα δεν τρομάζει - προσκαλεί. Η μυθολογία διαχειρίζεται εδώ με μια σχεδόν κλινική ακρίβεια: φαντασμαγορίες που όμως πατούν γερά πάνω στην προσωπική εμπειρία.
Η Δήμητρα Γαλάνη και η παρουσία των άλλων
Στο «Ένα Μέρος Για Μένα», ο Παιδί Τραύμα κάνει αυτό που είναι πιο δύσκολο: παραχωρεί χώρο. Δεν προσκαλεί απλώς μια «μεγάλη φωνή» για ένα cameo. Η Δήμητρα Γαλάνη έρχεται εδώ σαν ένα ακόμη θραύσμα του ίδιου πόνου, όχι σαν εξωτερικό στολίδι.
«Δε μιλώ σε κανένα και ζητώ απεγνωσμένα
Ένα μέρος εδώ, ένα μέρος για μένα».
Ο τρόπος που κουμπώνει η φωνή της Γαλάνη μέσα στο σύμπαν της «Δεύτερης Ζωής» μοιάζει σχεδόν αυτονόητος, σαν να ήταν πάντα εκεί. Το τραγούδι γίνεται ένας κοινός τόπος: ένας χώρος που ανοίγει για όσους δεν χωρούσαν πουθενά αλλού.
Η τελευταία απόσταση
«Το Κορίτσι Που Θα Παντρευτώ» είναι ίσως το πιο εκτεθειμένο, ευάλωτο κομμάτι του δίσκου. Αυτό που περιμένεις, σχεδόν απαιτείς, από έναν καλλιτέχνη μετά από τόση ενδοσκόπηση: ένα τραγούδι-προσευχή.
Κι όμως, εδώ δεν υπάρχει ρομαντισμός που να δηλητηριάζει την πραγματικότητα. Υπάρχει μόνο η αναγνώρισή της:
«κάτι νικάει τον πόνο, κλαίω στη σκέψη και μόνο
πως θα σε χάσω, δεν θα γεράσω, θα σταματήσω το χρόνο».
Αυτή είναι η δική του πρόταση για τη συγχώρεση - όχι του άλλου, αλλά του εαυτού: ξεκινά όταν μπορείς να ακούσεις τη δική σου ιστορία αφηγούμενη από κάποιον άλλον και να πεις: «είναι εντάξει». Όλα αυτά ανήκουν σε μια πρώτη ζωή που δεν πειράζει να άφησα πίσω.
Το βάρος του σπιτιού και η λευκή απαγγελία
Το «Πρωινό», ένα από τα κομμάτια-πλαίσιο του δίσκου, υπόσχεται:
«Φίλα με στα μάτια / κοίτα με στα χείλη / ξέρεις όπως πάντα / ξέρεις τι θα γίνει».
Κι όμως, αυτή η υπόσχεση δεν ολοκληρώνεται ποτέ. Ο γνώστης, ο σταθερός άνθρωπος που «ξέρει τι θα γίνει», δεν εμφανίζεται. Μένει σαν μια φωνή off, σαν ένας αφηγητής που αρνείται να ενσαρκωθεί.
Το «Έξοδος», που κλείνει τον δίσκο, είναι ίσως το πιο λυπητερό κομμάτι εδώ. Εκεί που πολλοί καλλιτέχνες θα επέλεγαν ένα κρεσέντο θριάμβου, ο Παιδί Τραύμα προσφέρει μόνο την αποδοχή του αναπόφευκτου:
«Μες στο σπίτι εκείνο μέναμε καιρό / κι ήθελες να γίνω μέγας και τρανός / μια κουβέρτα μου 'δωσες βαμβακερή / μόνο που ήτανε βαριά κι ασήκωτη».
Δεν υπάρχει εκδίκηση. Υπάρχει μόνο η ήσυχη παραδοχή πως όσα μας δίνουν οι άνθρωποι που αγαπάμε για να επιβιώσουμε, κουβαλούν - σχεδόν πάντα - το βάρος των δικών τους ονείρων. Κι αυτό το βάρος δεν είναι πάντα δικό μας να το σηκώσουμε.

Η ενορχήστρωση
Μουσικά, ο δίσκος διακρίνεται από μια μεθοδικότητα που τον διαφοροποιεί από τις προηγούμενες δουλειές του Παιδί Τραύμα. Ο Aki Rei, στην παραγωγή και την ηχοληψία, μοιάζει να καταλαβαίνει ακριβώς τι συμβαίνει «από την άλλη πλευρά του μικροφώνου». Δεν προσθέτει απλώς μια ακόμη στιβάδα στον ήχο: χτίζει σκηνικό.
Η ενορχήστρωση – με κουαρτέτα εγχόρδων, πολλαπλές κιθάρες και λεπτοδουλεμένα ηλεκτρονικά στοιχεία – δεν κραυγάζει για προσοχή. Δεν προσπαθεί να επιβληθεί πάνω στις λέξεις. Αντίθετα, ανοίγει χώρο ώστε οι στίχοι να ανθίσουν και να κάτσουν σιγά-σιγά μέσα σου.
Το «Κανένας» είναι βαρύ, εσωστρεφές, φτιαγμένο για εκείνους που ακούν τραγούδια όπως οι άλλοι διαβάζουν ποίηση. Στίχοι όπως «Εγώ κι οι φίλοι χαθήκαμε στη δίνη / το τελευταίο μίλι θα πρέπει να το κάνω εγώ, εγώ, εγώ» δεν εξυπηρετούν κάποια μουσική τάση. Δεν προσπαθούν να γίνουν playlist-friendly. Δείχνουν έναν καλλιτέχνη που έχει μάθει να τολμά: να γράφει για τον εαυτό του χωρίς να φοβάται το ίδιο του το πρόσωπο.
Επίλογος
Τι σημαίνει να γράφεις τραγούδια γύρω από ένα τόσο συγκεκριμένο, αλλά ταυτόχρονα ανοιχτό concept; Ο Καρτέρης έχει ήδη δώσει την απάντηση, άμεσα ή έμμεσα: δεν ξεκινάς από το concept. Ξεκινάς από τα τραγούδια.
Ξεκινάς από ένα κορίτσι που είδες χρόνια πριν σε ένα μαγαζί στην Πάτρα. Από μια παραλία. Από μια ιστορία που άκουσες και για κάποιο λόγο δεν μπόρεσες να ξεχάσεις. Το concept έρχεται αργότερα. Όταν έρχεται, μοιάζει όχι με επινόηση, αλλά με ανακάλυψη: κάτι που ήταν ήδη εκεί, απλώς περίμενε να το δεις.
Η Δεύτερη Ζωή του Παιδί Τραύμα, που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2025 ψηφιακά και σε βινύλιο από τη Fine! Records, είναι ένας δίσκος που απαιτεί χρόνο. Δεν είναι άκουσμα «του δρόμου» ή υπόκρουση για multitasking. Είναι δίσκος που σε αναγκάζει να δημιουργήσεις χώρο. Να του δώσεις μια δική του γωνία στη ζωή σου – μια μικρή, ιδιωτική δεύτερη ζωή, μέσα σε αυτό το τόσο περιορισμένο κομμάτι του κόσμου που καταλαβαίνεις.
Ο προηγούμενος ολοκληρωμένος δίσκος, το «Μέινστριμ» (2025), έμοιαζε σαν μια μεγάλη ερώτηση γύρω από τη μοναχικότητα. Ένας καθρέφτης χωρίς απαντήσεις. Στη «Δεύτερη Ζωή», οι ερωτήσεις δεν πολλαπλασιάζονται. Αντίθετα, μοιάζει σαν να έχουμε μια ιστορία που ολοκληρώνεται – ή, αν το προτιμάτε, που επιτέλους ξαναρχίζει.
Ως σύνολο, η «Δεύτερη Ζωή» είναι από εκείνους τους δίσκους που δεν επιδιώκουν να σε κερδίσουν με το πρώτο άκουσμα. Σε περιμένουν στη γωνία, επιμένοντας να τους πιστέψεις. Με στιχουργική συνέπεια, έξυπνη αλλά ποτέ επιδεικτική παραγωγή και ένα concept που στέκεται ακέραιο από την αρχή ως το τέλος, ο Παιδί Τραύμα παραδίδει ίσως την πιο ώριμη δουλειά της μέχρι τώρα διαδρομής του.
Ο Παιδί Τραύμα δεν πέθανε, δεν λήστεψε κανέναν, δεν έκανε κάποια επανάσταση με τη στενή έννοια. Έκανε κάτι πιο ύπουλα ισχυρό: δημιούργησε ένα μέρος. Ένα μέρος εδώ, για σένα. Ένας δίσκος που δεν σου ζητά απλώς να τον ακούσεις, αλλά να του κάνεις χώρο - όπως ακριβώς κάνεις χώρο για μια δεύτερη ζωή.
Χρήστος Κορναράκης
Ο Χρήστος Κορναράκης γεννήθηκε μια ζεστή μέρα του Ιούλη στην Αθήνα. Παράλληλα με τις σπουδές του (υποκριτική, μάρκετιγκ και επικοινωνία) και όντας συλλέκτης δίσκων από τα παιδικά του χρόνια, αρθρογράφησε επί μία δεκαετία στο blog fromthebasement.com και στην μετέπειτα εξέλιξη του, το ypogeio.gr. Η ένταξη του στην ομάδα του Merlin’sMusic Box αποτελεί φυσική εξέλιξη.
Χρήστος Κορναράκης
Ο Χρήστος Κορναράκης γεννήθηκε μια ζεστή μέρα του Ιούλη στην Αθήνα. Παράλληλα με τις σπουδές του (υποκριτική, μάρκετιγκ και επικοινωνία) και όντας συλλέκτης δίσκων από τα παιδικά του χρόνια, αρθρογράφησε επί μία δεκαετία στο blog fromthebasement.com και στην μετέπειτα εξέλιξη του, το ypogeio.gr. Η ένταξη του στην ομάδα του Merlin’sMusic Box αποτελεί φυσική εξέλιξη.
Χρήστος Κορναράκης
Ο Χρήστος Κορναράκης γεννήθηκε μια ζεστή μέρα του Ιούλη στην Αθήνα. Παράλληλα με τις σπουδές του (υποκριτική, μάρκετιγκ και επικοινωνία) και όντας συλλέκτης δίσκων από τα παιδικά του χρόνια, αρθρογράφησε επί μία δεκαετία στο blog fromthebasement.com και στην μετέπειτα εξέλιξη του, το ypogeio.gr. Η ένταξη του στην ομάδα του Merlin’sMusic Box αποτελεί φυσική εξέλιξη.