Ursula Kroeber Le Guin: Ο Μεταμοντέρνος Αναρχισμός στο Έργο της

 του Lewis Call, Πολυτεχνείο San Luis Obispo (Προσαρμογή: Γιάννης Καστανάρας)


"Αν θέλεις εγκληματίες, φτιάξε νόμους, αν θέλεις κλέφτες, φτιάξε ιδιοκτήτες". 

Είναι αρκετά εύκολο να εντοπίσει κανείς αναρχικά θέματα στην επιστημονική φαντασία της Ursula K. Le Guin. Η συχνή κριτική της στην κρατική εξουσία σε συνδυασμό με την απόρριψη του καπιταλισμού και την προφανή γοητεία που της ασκούν τα εναλλακτικά συστήματα της πολιτικής οικονομίας, αρκούν για να την τοποθετήσουν στους κόλπους της αναρχικής παράδοσης. Η ίδια, συχνά έχει ασπαστεί κατηγορηματικά αυτή την παράδοση. Μεταξύ άλλων, η Le Guin προπαγανδίζει τις αναρχικές ιδέες. Σε μεγάλο βαθμό, η πολιτική φιλοσοφία του αναρχισμού είναι πνευματικό προϊόν του δεκάτου ενάτου αιώνα και διατυπώθηκε στην Αγγλία από τον Ουίλιαμ Γκόντουιν, στη Γαλλία από τον Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν και στη Ρωσία από τον Πιότρ Κροπότκιν και τον Μιχαήλ Μπακούνιν. Εντούτοις, αυτή η σημαντικότατη πνευματική παράδοση ως επί το πλείστον παραμένει αόρατη για τους ανθρώπους των αρχών του εικοστού πρώτου αιώνα. Περιγράφοντας τις αναρχικές ιδέες με ένα τρόπο που είναι πιστός στην αναρχική παράδοση και ταυτόχρονα προσβάσιμη στον απλό σημερινό αναγνώστη, η Le Guin παρέχει μια εξαιρετικά πολύτιμη υπηρεσία. Διασώζει τον αναρχισμό από το πολιτιστικό γκέτο στο οποίο έχει υποχωρήσει. Εισάγει το όραμα του αναρχισμού σε ένα κοινό αναγνωστών της επιστημονικής φαντασίας, οι οποίοι ίσως να μην έπιαναν ποτέ στα χέρια τους κάποιο βιβλίο του Κροπότκιν. Η Le Guin ωθεί τον αναρχισμό (έστω και ανεπαίσθητα) στο κυρίαρχο ρεύμα της διανόησης.

Ωστόσο η Le Guin, όπως πολλοί οι αναρχικές ιδέες των οποίων αναπτύχθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του '60 και στις αρχές της δεκαετίας του '70, φαίνεται επίσης να αναγνωρίζει ότι αυτό δεν είναι αρκετό. Όπως ο κλασικός μαρξισμός, ο σύγχρονος αναρχισμός αναπτύχθηκε μέσα στο συγκεκριμένο πολιτικό, οικονομικό και πνευματικό περιβάλλον του δεκάτου ενάτου αιώνα. Στο πλαίσιο αυτό, ήταν φυσικό οι αναρχικοί να εστιάσουν τις δυνάμεις της κριτικής τους στις δυο πηγές της καταπιεστικής εξουσίας στην εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης: το κεφάλαιο και το κράτος. Όμως, στα τέλη του εικοστού αιώνα, αυτός ο παραδοσιακός αναρχισμός είχε καταντήσει απαρχαιωμένος σε επικίνδυνο βαθμό. Στη διάρκεια της δεκαετίας του '60, πολιτικοί ακτιβιστές σε ολόκληρο το δυτικό κόσμο  πρόσθεσαν την εθνική εξουσία και την εξουσία του φύλου στον κατάλογο των αναρχικών ενδιαφερόντων. Στον πνευματικό κόσμο, ο Μισέλ Φουκό ταυτοποίησε και άσκησε κριτική στην εξουσία της πειθαρχίας που εμφανίζεται σε σχολεία, νοσοκομεία, στρατόπεδα, ψυχιατρικές κλινικές και οικογένειες. Ο Ζαν Μποντριγιάρ διατύπωσε μια ριζοσπαστική συμβολική κριτική τους σημειολογικού συστήματος που κυριαρχεί στο σύγχρονο κόσμο. Στο μεταξύ, ο Γκι Ντεμπόρ και άλλοι υποστήριξαν ότι οι πολίτες στα τέλη του εικοστού αιώνα ζούσαν σε ένα κόσμο όπου κυριαρχούσαν τα μαζικά μέσα του θεάματος, έναν κόσμο όπου ο καταναλωτισμός επηρεάζει κάθε πλευρά της ζωής των ανθρώπων, ένα κόσμο όπου οι παραδοσιακές μορφές πολιτικής δράσης έχουν τεμαχιστεί σε επικίνδυνο βαθμό. Σε ένα τέτοιο κόσμο, η αναρχική κριτική δεν μπορεί να παραμένει εγκλωβισμένη μέσα στο σύγχρονο, βιομηχανικό τρόπο σκέψης. Ο αναρχισμός πρέπει να αποκτήσει μεγαλύτερη ευελιξία και προσαρμοστικότητα. Με άλλα λόγια, πρέπει να γίνει μεταμοντέρνος.

"Μιλάω για θεούς ενώ είμαι άθεη. Ταυτόχρονα όμως είμαι καλλιτέχνης και επομένως λέω ψέματα. Μην πιστεύετε τίποτε απ' όσα λέω. Λέω την αλήθεια".

Η Le Guin ονειρεύεται ουτοπικούς κόσμους και φεγγάρια, απαλλαγμένα από τις ανισότητες του καπιταλισμού και τις αδικίες της κρατικής εξουσίας (όπως ο Κροπότκιν πριν από αυτήν). Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η Le Guin αναπτύσσει νέες μορφές αναρχικής σκέψης, μορφές που είναι απολύτως αναγκαίες στις μετα-βιομηχανικές κοινωνίες. Το βασικό θεμέλιο για αυτό το νέο μεταμοντέρνο αναρχισμό βρίσκεται στα τρία έξοχα μυθιστορήματα που έγραψε σε διάστημα πέντε ετών, ανάμεσα στο 1969 και το 1974. Τα γραπτά της Ursula Le Guin δείχνουν μια βαθιά γνώση και ένα βαθύ σεβασμό προς την κλασική αναρχική παράδοση. Επομένως, δεν είναι άξιο απορίας ότι οι κριτικοί της επικεντρώνονται κυρίως στους τρόπους με τους οποίους το έργο της βασίζεται πάνω σε αυτή την παράδοση. Τα μυθιστορήματα της Le Guin στα τέλη της δεκαετίας του '60 και στις αρχές της δεκαετίας του '70 προτείνουν αναρχικές δυνατότητες που εκτείνονται μακράν και πέραν των οριζόντων του μοντέρνου. Στα μυθιστορήματα αυτά,  πειραματίζεται με την ανδρόγυνη φύση, ανατρέπει ορθολογικές οντολογίες, διατυπώνει αναρχικές γλώσσες και προτείνει μια ριζική φιλοσοφία του χρόνου. Η περίοδος αυτή -η οποία σηματοδοτεί το αποκορύφωμα τόσο των ριζικών κοινωνικών κινημάτων της δεκαετίας του ΄60 όσο και τα μεταστρουκτουραλιστικά και μεταμοντέρνα κινήματα στον κόσμο της διανόησης- αντιπροσωπεύει μια σημαντική ιστορική στιγμή ζωτικής σημασίας για την αναρχική παράδοση. Είναι η στιγμή που ο αναρχισμός κάνει τη "μεταμοντέρνα στροφή" του. Και η Le Guin υπήρξε συντελεστικός παράγοντας για αυτόν τον αξιοσημείωτο μετασχηματισμό στην αναρχική σκέψη. Στο Αριστερό Χέρι του Σκότους (1969), ανατρέπει την παραδοσιακή δυαδική έννοια της ταυτότητας του φύλου για να προάγει την αναρχία του φύλου. Στο The Lathe Of Heaven (Ο Ουράνιος Τόρνος, 1971) αφηγείται την ιστορία ενός ψυχιατρικού ασθενή, τα όνειρα του οποίου κυριολεκτικά επανασχεδιάζουν τον κόσμο, δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο το ενδεχόμενο μιας οντολογικής αναρχίας. Και στο αριστούργημά της Ο Αναρχικός των Δυο Κόσμων (1974), η Le Guin κάνει δυο σημαντικές συνεισφορές στη φιλοσοφία του μεταμοντέρνου αναρχισμού. Δημιουργεί μια φανταστική αναρχική γλώσσα, την Pravic, η οποία υπογραμμίζει τη σημασία της γλωσσολογίας για κάθε σύγχρονη αναρχική ιδέα. Επίσης, αναπτύσσει μια εξίσου ριζοσπαστική έννοια του χρόνου, δημιουργώντας το ενδεχόμενο μιας χρονοσοφικής αναρχίας. Η ύπαρξη μιας καθαρά αναρχικής κοινωνίας στο φεγγάρι του Ανάρες, οδήγησε πολλούς κριτικούς του Αναρχικού των Δυο Κόσμων να ασχοληθούν μόνο με τα παραδοσιακά αναρχικά θέματα του συγκεκριμένου μυθιστορήματος. Εντούτοις, η αληθινά ριζοσπαστική κληρονομιά αυτού του βιβλίου και των άλλων σημαντικών έργων της Le Guin στα τέλη της δεκαετίας του '60 και στις αρχές της δεκαετίας του '70, είναι ότι υπερβαίνουν τα όρια της συμβατικής αναρχικής σκέψης για να δημιουργήσουν νέες μορφές αναρχισμού, οι οποίες σχετίζονται εξ ολοκλήρου με τη ζωή στις μεταμοντέρνες συνθήκες. Η Le Guin εκσυγχρονίζει τη συμβατική αναρχική ιδέα και βάζει τον αναρχισμό σε θέση κίνησης για την τρίτη χιλιετία.

"Δεν μπορείς να αγοράσεις την επανάσταση. Δεν μπορείς να φτιάξεις την επανάσταση. Μπορείς μόνο να γίνεις η επανάσταση. Ή βρίσκεται στο πνεύμα σου ή δε βρίσκεται πουθενά".

Τόσο ως προς τη δομή όσο και ως προς το περιεχόμενο, Το Αριστερό Χέρι του Σκότους είναι ένα μεταμοντέρνο αριστούργημα. Το μυθιστόρημα είναι πειραματικό και κατακερματισμένο σε αμείλικτο βαθμό. Στερείται αφηγηματικού κέντρου. Εναλλάσσεται ανάμεσα σε δυο εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις: εκείνη του Έστραβεν, ενός Γκεθενιανού και εκείνη του Τζένλι Άι, ενός διπλωμάτη που επισκέπτεται τον πλανήτη Γκέθεν ως εκπρόσωπος του διαστρικού Έκουμεν (από το "Οικουμενικός"), την ομοσπονδία όλων των πλανητών που ιδρύθηκε από το λαό των Χάιν, ο οποίος εδώ και χιλιάδες χρόνια έχει αποικίσει διάφορους κόσμους (ανάμεσά τους και την Terra-Γη). Μολονότι τέτοιες διακυμάνσεις απόψεων ενδέχεται να προκαλέσουν μερικά ενδιαφέροντα γνωστικά αποτελέσματα στο αναγνωστικό κοινό, θα μπορούσε να πει κανείς ότι το ριζοσπαστικό δυναμικό τους είναι περιορισμένο. Ένα μυθιστόρημα, το οποίο εξαρτάται από τη δυαδική εναλλαγή ανάμεσα σε δυο απόψεις, εύκολα θα μπορούσε να πέσει θύμα της σκέψης που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη νοοτροπία γενικότερα και τη διαλεκτική μορφή της ειδικότερα. Έτσι, η Le Guin πρέπει να πάει πιο μακριά. Οι δυο απόψεις του μυθιστορήματος συμπληρώνονται από ένα πλήθος άλλων αφηγηματικών μορφών. Μερικά κεφάλαια έχουν αποσπαστεί από φανταστικές γραφειοκρατικές εκθέσεις που κυκλοφορούν ανάμεσα στους αξιωματούχους του Έκουμεν. Άλλα αντλούνται από τους μύθους, τους θρύλους και τα ποιήματα του Γκέθεν. Το γνωστικό αποτέλεσμα αυτής της ριζοσπαστικής αφηγηματικής στρατηγικής αποπροσανατολίζει, αποσταθεροποιεί, αλλά ταυτόχρονα ικανοποιεί σε αξιόλογο βαθμό. Το μυθιστόρημα της Le Guin αρνείται τις διευκολύνσεις της δυαδικής σκέψης και την κλειστή, ομαλή αφήγηση. Το Αριστερό Χέρι, επομένως, είναι ένα αυτο-αποδομημένο κείμενο που δεν μπορεί να φτάσει σε κανένα απόλυτο τελεολογικό προορισμό.

"Tί είναι ο αναρχικός; Κάποιος ο οποίος, επιλέγοντας, αναλαμβάνει την ευθύνη της επιλογής του".

Η σημαντικότερη συμβολή του μυθιστορήματος αυτού στον μεταμοντέρνο αναρχισμό βρίσκεται στη φιλοσοφία περί φύλου. Οι κάτοικοι του Γκέθεν είναι άνθρωποι, αλλά δεν έχουν το δυαδικό σύστημα του φύλου, το οποίο χαρακτηρίζει τις περισσότερες ανθρώπινες κοινωνίες. Οι Γκεθενιανοί περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους σε ανδρόγυνη κατάσταση, δεν είναι ούτε άνδρες ούτε γυναίκες. Εντούτοις, κατά περιόδους μπαίνουν σε ενεργή κατάσταση αναπαραγωγής που είναι γνωστή ως κέμερ. Ενώ βρίσκεται σε κέμερ, το σώμα τους αποκτά είτε αρσενικά είτε θηλυκά χαρακτηριστικά. Ως εκ τούτου, στον Γκέθεν η ταυτότητα του φύλου είναι προσωρινή και αυθαίρετη. Με πολλούς τρόπους, το φύλο των Γκεθενιανών ανταποκρίνεται στις μεταμοντέρνες θεωρίες περί φύλου που έχουν αναπτυχθεί από μεταμοντέρνες φεμινίστριες όπως η Judith Butler και η Donna Haraway. Για τους Γκεθενιανούς όπως και για αυτές, το φύλο δεν είναι μια απόλυτη κατηγορία, αλλά μάλλον κάτι που πρέπει να θεωρείται ως ευέλικτο και ρευστό.

Η Le Guin χρησιμοποιεί τον χαρακτήρα του Τζένλι Άι για να περιγράψει πώς φαίνεται το γκεθενιανό σύστημα των φύλων σε έναν ξένο παρατηρητή. Λόγω της μονίμως αρσενικής φύσης του από άλλον πλανήτη, ο Τζένλι Άι δεν μπορεί να γίνει ποτέ κομμάτι του μοναδικού γκεθενιανού συστήματος της διαρκούς αλλαγής φυλετικής ταυτότητας. Ωστόσο, εκτιμά τη σημασία του. Μιλά με θαυμασμό για τους τρόπους που το φύλο λειτουργεί στον Γκέθεν, καθώς δεν υπάρχει απολύτως καμία σεξουαλική καταπίεση. Η αποχή από το σεξ είναι απολύτως προαιρετική και η απόλαυση απολύτως αποδεκτή. Ο φόβος και το άγχος για το σεξ είναι εξαιρετικά σπάνια. Ο Άλι αφήνει κατά μέρος τις προκαταλήψεις του για την κοινωνία των δυο φύλων και αναγνωρίζει τα σπουδαία οφέλη που έχει να προσφέρει η ανδρόγυνη κοινωνία του Γκέθεν. Περιγράφει ένα κόσμο χωρίς καταπίεση, θυμίζοντας την ερωτική ουτοπία του Μαρκούζε.

"Είμαστε ηφαίστεια. Όταν εμείς, οι γυναίκες, προσφέρουμε την εμπειρία μας ως τη δική μας αλήθεια, ως την ανθρώπινη αλήθεια, όλοι οι χάρτες αλλάζουν. Νέα βουνά σχηματίζονται".

Η έλλειψη καταπίεσης, ωστόσο, δεν είναι το μοναδικό αξιόλογο χαρακτηριστικό της γκεθενιανής κοινωνίας. Ο Ονγκ Τοτ Όπονγκ, ένα μέλος της πρώτης ομάδας από το Έκουμεν που επισκέφθηκε τον Γκέθεν, επισήμανε ότι στον πλανήτη "Δεν υπάρχει σεξ χωρίς συναίνεση, ούτε βιασμοί". Όπως στα περισσότερα ζώα, η συνουσία γίνεται μόνο κατόπιν αμοιβαίας πρόσκλησης και συναίνεσης. Ειδάλλως, είναι αδύνατη. Επομένως, οι σεξουαλικές πρακτικές των Γκεθενιανών θα μπορούσαν να περιγραφούν φεμινιστικές όσο και αναρχικές. Εξάλλου, η έννοια της συναίνεσης είναι μια σημαντική θεωρητική θέση και των δυο παραδόσεων. Οι φεμινίστριες χρησιμοποιούν τη συναίνεση για να καθορίζουν με σαφήνεια τα όρια γύρω από τις σεξουαλικές πρακτικές. Οι αναρχικοί χρησιμοποιούν τη συναίνεση γενικότερα, προκειμένου να διαχωρίσουν τις ηθικές πολιτικές πρακτικές από την ανήθικες. Η έννοια της συναίνεσης σαφώς και είναι πολύ σημαντική για το λαό του Γκέθεν - στην ουσία εφαρμόζει εμπράκτως τον αναρχοφεμινισμό.

Οι Γκεθενιανοί εμφανίζονται ως αναρχοπασιφιστές. Ο Ονγκ Τοτ Όπονγκ επισημαίνει ότι οι Γκεθενιανοί "δεν έχουν ακόμα αυτό που κάποιος θα αποκαλούσε πόλεμο". Σπανίως σκοτώνονται κατά δεκάδες ή εικοσάδες και ποτέ κατά εκατοντάδες ή χιλιάδες. Γιατί, άραγε;" Ίσως οι ιδιαιτερότητες της γκεθενιανής φυλετικής ταυτότητας να κάνει τον πόλεμο περιττό, ενδεχομένως και αδύνατο. Εδώ διαφαίνεται ένα φροϊδικό στοιχείο. Μπορεί κανείς να αντιληφθεί τον πόλεμο ως μια καταστροφική εξιδανίκευση των βασικών ενστικτωδών παρορμήσεων. Από ιστορικής πλευράς, ο πόλεμος στον κόσμο μας είναι κυρίως μια αρσενική επιχείρηση που διεξάγεται από στρατούς ανδρών, οι οποίοι συχνά επιχειρούν κάτω από συνθήκες σεξουαλικής καταπίεσης. Από την άλλη πλευρά, οι Γκεθενιανοί στερούνται της καταπίεσης που μπορεί να γίνει ένας  ψυχολογικός πρόδρομος του πολέμου. Και παρόλο που κάθε Γκεθενιανός μπορεί να γίνει προσωρινά αρσενικός, αυτή η φυλετική ταυτότητα δεν θα διαρκέσει αρκετό διάστημα ώστε να επιτρέψει κάποια μεγάλη στρατιωτική δράση. Ακριβώς επειδή οι αρχές και οι πρακτικές του ανδρικού φύλου δεν μπορούν να κυριαρχήσουν στη γκεθενιακή κουλτούρα όπως έχουν κυριαρχήσει στη δική μας, στον Γκέθεν υπάρχει πολύ περισσότερος χώρος για τη διατύπωση μιας εναλλακτικής θηλυκής αρχής. Σε ένα σημαντικό σχόλιό της πάνω στο Αριστερό Χέρι με τίτλο "Είναι αναγκαίο το φύλο;" (1987), η Le Guin προσδιορίζει αυτή τη γυναικεία αρχή ως θεμελιωδώς αναρχική. "Η 'γυναικεία αρχή' από ιστορικής πλευράς έχει υπάρξει αναρχική. Δηλαδή, από ιστορικής πλευράς, η αναρχία έχει θηλυκό προσδιορισμό. Η επικράτεια που έχει καταμεριστεί στις γυναίκες -για παράδειγμα, 'η οικογένεια'- είναι το πεδίο της τάξης χωρίς καταναγκασμό. Αυτό είναι που έχουν πετύχει οι Γκεθενιανοί: μια σωστά διατυπωμένη, ειρηνική κοινωνία, την οποία έχουν οργανώσει χωρίς να καταφεύγουν στο στρατιωτικό καταναγκασμό. 

"Συγγραφέας είναι κάποιος που ενδιαφέρεται για τη σημασία των λέξεων, για το τι λένε, πώς το λένε. Οι συγγραφείς γνωρίζουν ότι οι λέξεις είναι ο δρόμος τους προς την αλήθεια και την ελευθερία κι έτσι τις χρησιμοποιούν με φροντίδα, με περίσκεψη, με φόβο, με αγάπη. Η χρήση των λέξεων δυναμώνει την ψυχή τους. Οι παραμυθάδες και οι ποιητές αναλώνουν τη ζωή τους μαθαίνοντας την τέχνη της σωστής χρήσης των λέξεων. Και οι λέξεις τους κάνουν την ψυχή των αναγνωστών τους πιο δυνατή, πιο φωτεινή, πιο βαθιά".

H επόμενη σημαντική συμβολή της Le Guin στον μεταμοντέρνο αναρχισμό ήταν τοThe Lathe of Heaven, το οποίο εκδόθηκε το 1971. Εδώ, ο ταοϊσμος της Le Guin,  ήδη προφανής στο Αριστερό Χέρι, διατυπώνεται στην πλήρη του έκφραση. Το Lathe περιγράφει μια αντιπαράθεση ανάμεσα στη δυτική επιστημονική ιδεολογία, σύμφωνα με την οποία η γνώση και η λογική μπορεί να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να διαμορφώσουν τον κόσμο προς όφελος της ανθρωπότητας, και μια εντελώς διαφορετική ταοϊστική προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία η προσπάθεια της διαμόρφωσης του κόσμου μέσω της ανθρώπινης θέλησης είναι μάταιη και ενδεχομένως καταστροφική τόσο για τον κόσμο όσο και για τους ανθρώπους εκείνους που θα τον διαπλάσουν. Η σύνδεση ανάμεσα στον ταοϊσμό και τον αναρχισμό είναι εδραιωμένη πάνω σε γερές βάσεις και έχει επισημανθεί από συγγραφείς που ασχολούνται και με τις δυο αυτές παραδόσεις. Εντούτοις, ελάχιστοι σχολιαστές έχουν αναγνωρίσει την ισχυρή σύνδεση ανάμεσα στην απολαυστική προ-μοντέρνα φιλοσοφία του ταοϊσμού και την κριτική θεωρία των τελών του εικοστού αιώνα. Επιμένοντας ότι η ανθρώπινη λογική δεν θα πετύχει ποτέ στις επιδιώξεις της για κυριαρχία, ο ταοϊσμος παρέχει μια δυναμική κριτική της μορφής του ορθολογισμού η οποία, για παράδειγμα, υπήρξε τόσο σημαντική για τη Σχολή της Φρανκφούρτης. Ο Μαρκούζε την αποκάλεσε λογική της κυριαρχίας. Αυτό που κυβερνά τη Δύση είναι ο ελεγχόμενος ορθολογισμός. Στη θέση του, η Le Guin προσφέρει τις αυθόρμητες χαρές της δημιουργίας του κόσμου. Το Lathe μας διδάσκει ότι αν πραγματικά θέλουμε να κάνουμε τον κόσμο μας καλύτερο, πρέπει να εγκαταλείψουμε κάθε αξίωση για ορθολογικό έλεγχο. Πρέπει να απαρνηθούμε όλους τους διαχωρισμούς ανάμεσα στον εαυτό μας και τον υπόλοιπο κόσμο. Μόνο όταν αναγνωρίσουμε τον εαυτό μας ως αναπόσπαστο κομμάτι του κόσμου, μπορούμε να ονειρευτούμε τα όνειρα που θα τον αλλάξουν.

Πρωταγωνιστής του Lathe είναι ο Τζορτζ Ορ, ένας άνθρωπος τα όνειρα του οποίου κυριολεκτικά επανασχεδιάζουν τον κόσμο. Τα όνειρά του αναθεωρούν ριζικά την πραγματικότητα και αντιπροσωπεύουν μια ενδιαφέρουσα νέα αναρχική προοπτική. Επειδή αλλάζουν τα πάντα, κάνουν πολύ περισσότερα από το να μεταβάλλουν απλώς ένα πολιτικό ή οικονομικό σύστημα. Μεταβάλλουν τη δομή του σύμπαντος και έτσι δημιουργούν μια οντολογική αναρχία. Όταν η ιεραρχική σκέψη αμφισβητείται στο πεδίο της πολιτικής ή της οικονομίας, τείνει να υποχωρεί στο επίπεδο της οντολογίας: εδώ, τουλάχιστον, πρέπει να υπάρχουν πάντα σταθερές δομές, νόμος και τάξη. Ωστόσο, τα όνειρα του Ορ αμφισβητούν την τελική διέξοδο της εξουσιαστικής σκέψης. Τα όνειρά του σημαίνουν ότι τίποτε δεν είναι μόνιμο και ότι όλα είναι προσωρινά. Από την πλευρά της εξουσίας μια τέτοια θέση είναι απαράδεκτη. Κι έτσι, το ιεραρχικό σύστημα προσπαθεί να ανακαταλάβει τα όνειρα του Ορ, να τα τιθασσεύσει και να τα χρησιμοποιήσει για τους δικούς τoυ σκοπούς. Αυτό γίνεται με τη βοήθεια του δρ. Χάμπερ, που είναι ο ψυχίατρος του Ορ. Ο Χάμπερ είναι το πρότυπο ενός επιστήμονα: μεθοδικός, πειθαρχημένος, ορθολογιστής και προοδευτικός με έναν καθαρά τεχνοκρατικό τρόπο. Είναι πεπεισμένος ότι αν ο Ορ ονειρεύεται υπό την καθοδήγησή του, όλα τα δεινά του κόσμου θα εξαφανιστούν. Όμως ο Ορ αναγνωρίζει πόσο μάταια είναι η προσπάθεια του Χάμπερ. Αν το όνειρα μας δίνουν πρόσβαση στη βαθύτερη δομή του ίδιου του κόσμου, αυτό δηλώνει ότι η δομή αυτή ουδέποτε θα γίνεται δεκτή από τη λογική επειδή ο κόσμος των ονείρων είναι ένας κόσμος όπου η λογική δεν έχει καμία θέση. Ασφαλώς, ο Χάμπερ προσπαθεί να αντικρούσει αυτό το φροϊδικό επιχείρημα. Δικαιολογημένα φοβάται τον Φρόιντ επειδή ο Φρόιντ ήταν ένας από τους ελάχιστους ψυχιάτρους που διαπίστωσαν το μεγάλο τίμημα πίσω από την προσπάθεια των Δυτικών να κυριαρχήσουν στη γη μέσω της επιστήμης. Ο Χάμπερ είναι ένα διαφορετικό είδος ψυχαναλυτή που πιστεύει ακλόνητα ότι η επιστήμη μπορεί να θεραπεύσει τον κόσμο. Αδυνατεί να καταλάβει τον ταοϊστή Ορ. Και αυτό του προκαλεί εκνευρισμό. Αν μη τι άλλο, ο Ορ είναι ερμηνευτικά ένοχος. Η προσπάθεια του Χάμπερ να εκβιάσει την κατάσταση -να περιορίσει τον κόσμο μέσα σε ένα αυστηρά ορθολογικό πλαίσιο- είναι χαρακτηριστικό της Δυτικής σκέψης, τουλάχιστον από τον Ντεκάρ και, ενδεχομένως, από τον Πλάτωνα. Απέναντι σε αυτό, ο Ορ επικαλείται την ταοϊστική αρχή του wu wei, της "αδρανούς δράσης". Αρνείται να εξαναγκάσει τον κόσμο να ακολουθήσει ένα δρόμο σχεδιασμένο από την ανθρώπινη λογική. Κατ' αυτό τον τρόπο λειτουργεί ως ένας σωστός ταοϊστής αλλά και σαν ένας σωστός μεταμοντέρνος αναρχικός.

"Η ελευθερία είναι ένα βαρύ φορτίο, ένα μεγάλο και παράξενο φορτίο για να το σηκώσει το πνεύμα. Δεν είναι εύκολο. Δεν είναι κάτι που χαρίζεται, είναι μια επιλογή και η επιλογή αυτή μπορεί να είναι πολύ δύσκολη. Ο δρόμος ανηφορίζει προς το φως, αλλά ο φορτωμένος ταξιδιώτης μπορεί να μην φτάσει ποτέ στο τέλος του".

O Ορ αρνείται επίμονα την παρήγορη αλλά περιοριστική δυαδική λογική που χαρακτηρίζει το σύγχρονο Δυτικό τρόπο σκέψης. Αυτό, ασφαλώς, απογοητεύει τον Χάμπερ, το θεωρεί κακό και από την πλευρά του έτσι είναι. Ο Ορ είναι η ζωντανή ενσάρκωση της αποδόμησης. Δεν μπορεί να έχει καμία τελεολογία. Ποτέ δεν μπορεί να φτάσει σε μια καταληκτική θέση. Το κείμενο συνεχώς υπογραμμίζει ότι βρίσκεται πάντα στη μέση και επειδή ο Ορ είναι ο κόμβος διαμέσου του οποίου πρέπει να διοχετεύεται όλη η πραγματικότητα, ο ίδιος δεν μπορεί να υποταχθεί σε κανένα συγκεκριμένο διάλογο, σε καμία τελική ερμηνεία. Ως εκ τούτου, η οντολογική αναρχία του είναι μεταμοντέρνα ως προς τον προσανατολισμό της. Επομένως, είναι ειρωνικό ότι ο Ορ, ένας αρνητής της ορθολογιστικής προσπάθειας για έλεγχο του κόσμου, στην πραγματικότητα είναι το μοναδικό πρόσωπο του μυθιστορήματος που δεν έχει καμία εξουσία πάνω σε αυτόν τον κόσμο. Και αυτό ακριβώς επειδή αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ένα δομικό, οργανικό κομμάτι του σύμπαντος, παρά ως ένα αυτόνομο καρτεσιανό αντικείμενο που αντιμάχεται το περιβάλλον του. Ο Ορ μπορεί να αλλάξει τον κόσμο επειδή εκείνος είναι ο κόσμος και από αυτή την άποψη αυτό που κάνει δεν είναι διαφορετικό από τις πράξεις οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου, ζώου, φυτού ή ορυκτού. "Τα πάντα ονειρεύονται. Το παιχνίδι της μορφής, της ύπαρξης, είναι το ονείρεμα της ουσίας. Τα βράχια ονειρεύονται και η γη αλλάζει".

Αυτό είναι το ριζοσπαστικό μήνυμα του Lathe. Το σύγχρονο μοντέλο επαναστατικής αλλαγής προϋποθέτει την ύπαρξη και την αποτελεσματικότητα λογικών, ανεξάρτητων ανθρώπων με πολιτική δράση. Όμως, το Lathe υποστηρίζει ότι για την αλλαγή δεν πρέπει να προσβλέπουμε σε προοδευτικούς τεχνοκράτες ή σε επαναστατικές πρωτοπορίες της εργατικής τάξης. Απεναντίας, πρέπει να γίνουμε εμείς η αλλαγή που θέλουμε για τον κόσμο, όπως πρότεινε ο Γκάντι. Το Lathe δημιουργεί το ενδεχόμενο ενός αναρχισμού που θα είναι βαθιά πνευματικός, πολύ προσωπικός και ταυτόχρονα σε απόλυτη δέσμευση με τον κόσμο. Όπως έγραψε η Le Guin το 1973: "Ο ταοϊστικός κόσμος βρίσκεται σε τάξη, δεν είναι χαοτικός. Όμως η τάξη του δεν είναι εκείνη που επιβάλλεται από τον άνθρωπο ή από κάποια ανθρώπινη θεότητα. Οι αληθινοί νόμοι -ηθικοί, αισθητικοί και, οπωσδήποτε, επιστημονικοί- δεν επιβάλλονται από πάνω από κάποια εξουσία, αλλά ενυπάρχουν σε πράγματα που πρόκειται να βρεθούν - να ανακαλυφθούν".

"Ζω σε έναν εφιάλτη από τον οποίο κάπου κάπου ξυπνάω στον ύπνο μου". 

Τόσο ο αναρχισμός, όσο και ο ταοϊσμός προτείνουν ένα μοντέλο κοινωνικής και οντολογικής τάξης, το οποίο είναι αμοιβαία συναινετικό και ηθικό, με νόμους που δεν δημιουργούνται από πολιτικές ελίτ αλλά πηγάζουν μέσω της άμεσης αλληλεπίδρασης ανάμεσα στο άτομο και τον κόσμο. Επειδή ο αναρχισμός αυτός εμπεριέχει την υψίστης σημασίας θέση ότι η Δυτική αντίληψη για την κυριαρχία της γης μέσω της επιστημονικής ή τεχνολογικής λογικής είναι ηθικά και επιστημονικά χρεοκοπημένη, μπορεί επίσης να περιγραφεί ως μεταμοντέρνος. 

Ωστόσο, η πιο ισχυρή και πιο άμεση δήλωση του αναρχικού οράματος της Le Guin εμφανίζεται στο μυθιστόρημά της Ο Αναρχικός των Δυο Κόσμων. Το συγκεκριμένο βιβλίο περιγράφει μια ολοκληρωτική κοινωνία που βρίσκεται σε ένα κόσμο γνωστό ως Γιούρας και μια αναρχική κοινωνία που βρίσκεται στο Ανάρες, το φεγγάρι του Γούρας. Σίγουρα, η Le Guin έχει να προσφέρει πολλά στους σύγχρονους αναρχικούς. Πέρα από το φύλο της, η Όντο, η ιδρύτρια του Ανάρες, μοιάζει να έχει σχεδόν κοινά στοιχεία με τον Πιοτρ Κροπότκιν, τον αναρχικό φιλόσοφο του δεκάτου ενάτου αιώνα. Οι Οντονιανοί "δεν έχουν νόμους πέρα από τη μοναδική αρχή της αλληλοβοήθειας μεταξύ των ατόμων", όπως αναφέρεται ρητά στο βιβλίο. Αλληλοβοήθεια ήταν ο τίτλος ενός από τα σημαντικότερα έργα του Κροπότκιν και η ιδέα αυτή υπήρξε θεμελιώδες στοιχείο της αναρχικής του φιλοσοφίας. Η Le Guin μάλιστα μπαίνει στον κόπο να αναπλάσει τις φιλοσοφικές συζητήσεις μέσα από τις οποίες αναπτύχθηκαν οι απόψεις του Κροπότκιν περί αλληλοβοήθειας, ιδίως οι θεωρίες σχετικά με την εξέλιξη (βλ. Κροπότκιν, Εξέλιξη και Περιβάλλον). Οι "Γιουράστι" ενστερνίζονται το είδος του υπεραπλουστευμένου δαρβινισμού που ανέκαθεν προκαλούσε την επικριτική οργή του Κροπότκιν. Για αυτούς, "Ο νόμος της ύπαρξης είναι αγώνας — ανταγωνισμός — εξάλειψη του ασθενέστερου — ένας αμείλικτος πόλεμος για επιβίωση".  Όμως ο Σεβέκ, ο κάτοικος του Ανάρες και πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος της Le Guin, έχει μια πολύ διαφορετική άποψη: "Οι ισχυρότεροι, στην ύπαρξη κάθε κοινωνικού είδους, είναι οι κοινωνικότεροι όλων. Δηλαδή, είναι οι πλέον ηθικοί". Αυτό θυμίζει σε εντυπωσιακό βαθμό την ανατρεπτική ανάγνωση του δαρβινισμού όπως την εξηγεί ο Κροπότκιν στην Ηθική. Στο συγκεκριμένο έργο του, ο Ρώσος αναρχικός υποστηρίζει ότι "ο Δαρβίνος εξήγησε την καταγωγή της έννοιας του ηθικού καθήκοντος στον άνθρωπο μέσω της υπεροχής του αισθήματος της κοινωνικής ευαισθησίας υπεράνω του προσωπικού εγωισμού". Επομένως, προς αγαλλίαση των σύγχρονων αναρχικών, Ο Αναρχικός των Δυο Κόσμων παρέχει μια ξεκάθαρη, συνοπτική και προσβάσιμη περιγραφή των κύριων θεωρητικών χαρακτηριστικών του κλασικού αναρχισμού.

"Αδιαφορώ για το τι θα συμβεί μετά. Έχω δει δράκους καβάλα στον πρωινό άνεμο". 

 Αν Ο Αναρχικός των Δυο Κόσμων αποτελεί μια σημαντική συμβολή στη θεωρία και την πρακτική του αναρχισμού, τότε πρέπει να προσφέρει περισσότερα από μια εκλαϊκευμένη εκδοχή της ριζοσπαστικής φιλοσοφίας του δεκάτου ενάτου αιώνα. Και πράγματι το κάνει. Αν μη τι άλλο, το μυθιστόρημα της Le Guin προσφέρει μια αξιόλογη μορφή γλωσσολογικής αναρχίας. Με βάση τη μεταμοντέρνα αντίληψη ότι η γλώσσα είναι το ισοδύναμο της εξουσίας, η Le Guin φαντάζεται πώς θα μπορούσε να μοιάζει μια πραγματικά αναρχική γλώσσα. Το αποτέλεσμα είναι η Pravic, η γλώσσα του Ανάρες. Η Pravic είναι μια θεμελιωδώς εξισωτική γλώσσα και αυτό ισχύει μέχρι το βαθύτερο επίπεδο δομής και γραμματικής. Η Pavic αποφεύγει τα κτητικά επίθετα: H χρήση της σπάνιας μορφής κτητικών επιθέτων στην Pravic ήταν κυρίως εμφατική. Τα μικρά παιδιά μπορεί να έλεγαν"η μητέρα μου", πολύ σύντομα όμως μάθαιναν να λένε "η μητέρα". Με τον ίδιο τρόπο, στην Pravic δεν υπάρχει τρόπος να μιλάς για την ιδιοκτησία. Όταν οι κάτοικοι του Ανάρες (Αναρέστι) θέλουν να αναφερθούν στην "ιδιοκτήτρια τάξη", πρέπει να χρησιμοποιήσουν τη γλώσσα των Γιούρας για να το κάνουν, επειδή στην Pravic δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος. Αυτό σημαίνει ότι ιδέες που αφορούν τη συσσώρευση ιδιωτικού πλούτου ή ταξικούς διαχωρισμούς, οι οποίοι βασίζονται σε τέτοιου είδους συσσώρευση, είναι κυριολεκτικά αδιανόητες στην Pravic. Οι συνέπειες είναι βαθιές. Οι Αναρέστι δεν μπορούν να γίνουν καπιταλιστές επειδή αγνοούν το λεξιλόγιο του καπιταλισμού.

Η ιδέα ότι η "εργασία" είναι προϊόν εκμετάλλευσης και αποξένωσης που γίνεται λόγω αναγκαιότητας και αντισταθμίζεται μόνο από τον ελεύθερο χρόνο, είναι θεμελιώδης στον καπιταλιστικό τρόπο κοινωνικής οργάνωσης. Από την άλλη πλευρά, η Pravic χρησιμοποιεί την ίδια λέξη για την "εργασία" και το "παιχνίδι". Για να αποδοθεί δε η έννοια την αγγαρείας, χρησιμοποιείται μια διαφορετική λέξη, το κατ' εξοχήν περιγραφικό kleggich. Το επιχείρημα είναι σαφές: Στον Ανάρες, η σημαντική και δημιουργική εργασία είναι ίδια και απαράλλακτη με το παιχνίδι. Μια τέτοια εργασία δεν πρέπει να καταχωρείται μέσα στο αλλοτριωμένο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς.

Η γλώσσα πρέπει να μπορεί να εκφράζει όχι μόνο λογικές έννοιες αλλά και συναισθήματα, ακόμα και εκείνα που μπορεί να θεωρούνται ανεπιθύμητα από την πλευρά της κοινωνικής συμπεριφοράς. Όταν ο Σεβέκ θέλει να βρίσει, πρέπει να μιλήσει στη γλώσσα των Γιουράστι. Η Pravic δεν ευνοεί καθόλου το βρίσιμο. Δύσκολα μπορείς να βρίσεις τη στιγμή που το σεξ δε θεωρείται κάτι βρόμικο και η βλαστήμια είναι ανύπαρκτη. Η Pravic είναι μια καθαρή και δίκαιη γλώσσα. Ενθαρρύνει την εξισωτική σκέψη και λειτουργεί ενάντια στην εδραίωση οποιασδήποτε ιεραρχίας. παρόλα αυτά, παραμένει ξερή και στείρα. Αυτό μας επαναφέρει στο μήνυμα του μεταμοντέρνου αναρχισμού: ο κόσμος δεν μπορεί να σωθεί μέσω της διατύπωσης μιας ορθολογικής επαναστατικής φιλοσοφίας, έστω κι αν η φιλοσοφία αυτή περιέχει αξιοθαύμαστα στοιχεία.

"Αν η επιστημονική φαντασία είναι η μυθολογία της σύγχρονης τεχνολογίας, τότε ο μύθος είναι τραγικός".

Ευτυχώς, Ο Αναρχικός των Δυο Κόσμων περιέχει όντως ένα στοιχείο που είναι πράγματι επαναστατικό με τη μεταμοντέρνα έννοια και αυτό είναι η Γενική Θεωρία της Συγχρονικότητας. Ο Σεβέκ είναι ένας θεωρητικός φυσικός. Ο όρος που χρησιμοποιεί για το πεδίο της μελέτης του είναι η χρονοσοφία. Αυτό μας δίνει ένα σημαντικό στοιχείο ως προς τη φύση και τη σημασία των θεωριών του. Ο Σεβέκ εργάζεται πάνω στη φιλοσοφία του χρόνου και στο κείμενο η Le Guin ξεκαθαρίζει ότι η φιλοσοφία αυτή έχει ριζικές πολιτικές επιπτώσεις. Ο Όγιε, ο Γιουράστι φυσικός, παρατηρεί ότι τόσο ο πολιτικός όσο και ο φυσικός ασχολούνται με τα πράγματα όπως είναι, με αληθινές δυνάμεις, με τους βασικούς νόμους της φυσικής και της πολιτικής. Ο Σεβέκ, φυσικά, απορρίπτει τη στατική διατύπωση του Όγιε, ωστόσο αποδέχεται τη βασική ιδέα του ότι υπάρχει μια πολιτική της φυσικής και μια φυσική της πολιτικής. Ασφαλώς, για έναν αναρχικό όπως ο Σεβέκ, η πολιτική και η ηθική στην ουσία συμπίπτουν. Ως εκ τούτου, παραδέχεται ότι "η χρονοσοφία εμπεριέχει την ηθική. Επειδή για εμάς, η έννοια του χρόνου εμπεριέχει την ικανότητά μας να διαχωρίζουμε την αιτία από το αποτέλεσμα, τη μέθοδο από το σκοπό". Συνεπώς, η προσπάθεια του Σεβέκ να διατυπώσει μια Γενική Θεωρία της Συγχρονικότητας είναι ταυτόχρονα μια προσπάθεια να δημιουργήσει μια βιώσιμη και ζωντανή ηθική θεωρία.

Ο αντικειμενικός σκοπός του Σεβέκ είναι να ενώσει δυο προφανώς αντικρουόμενα πεδία της φυσικής, γνωστά ως Αλληλουχία και Συγχρονισμός. Η διαδοχή ασχολείται με τη γραμμική έννοια του χρόνου, η οποία υπήρξε η κυρίαρχη αντίληψη της ιστορίας στη Δύση. Ο συγχρονισμός παραδέχεται και υπερθεματίζει τη μη γραμμική, περιλαμβάνοντας ιδιαίτερα εκείνες τις φιλοσοφίες που θεωρούν το χρόνο ως κυκλικό ή περιοδικά επαναλαμβανόμενο. Ο Σεβέκ περιγράφει τις δυο έννοιες του χρόνου: υπάρχει το βέλος, το ποτάμι που τρέχει, χωρίς τα οποία δεν υπάρχει ούτε αλλαγή, ούτε πρόοδος, ούτε κατεύθυνση, ούτε δημιουργία. Και υπάρχει και ο κύκλος, χωρίς τον οποίο υπάρχει το χάος, η άσκοπη διαδοχή των στιγμών, ένας κόσμος δίχως ρολόγια, εποχές ή υποσχέσεις. Η επίκληση του Σεβέκ περί υποσχέσεων έχει ενδιαφέρον επειδή θυμίζει τον ορισμό του Νίτσε για το άνθρωπο ως ένα ζώο με το δικαίωμα να δίνει υποσχέσεις. Ο Σεβέκ μάλιστα κάνει σαφές το νιτσεϊκό στοιχείο του σκεπτικού του και ομολογεί ότι το έργο που επιδιώκει στις φυσικές επιστήμες είναι παράλληλο με εκείνο που ανέλαβε ο Νίτσε στη φιλοσοφία. Στο Τάδε Έφη Ζαρατούστρα, ο Νίτσε περιέγραψε το όραμά του για την αιώνια επιστροφή που θα συνταράξει τον κόσμο: "Όλα φεύγουν και όλα επιστρέφουν. Αιώνια κυλά ο τροχός της ύπαρξης. Όλα πεθαίνουν κι όλα ανθίζουν ξανά. Αιώνια κυλά ο χρόνος της ύπαρξης". Στον Ζαρατούστρα, ο Νίτσε ονειρεύτηκε ένα ον, το οποίο όχι μόνο θα μπορούσε να αποδεχτεί την τρομακτική σκέψη της αέναης επανάληψης, αλλά θα μπορούσε να την ενστερνιστεί, να την αγαπήσει, να την εξυμνήσει. Αποκάλεσε αυτό το ον Υπεράνθρωπο.

Ως ένα μεγάλο βαθμό, ο Σεβέκ της Le Guin ολοκληρώνει την ιδέα που είχε υπογραμμιστεί στο Ζαρατούστρα. Ο Σεβέκ ασπάζεται την αρχή της αέναης επιστροφής που είναι ενσωματωμένη στη θεωρία του Συγχρονισμού. Συν τοις άλλοις, είναι ικανός να συνεχίζει να σκέφτεται το χρόνο σε γραμμικούς ή διαδοχικούς χρόνους. Μπορεί να το κάνει μόνο επειδή, όπως έχει υποστηρίξει ο Χάιντεγκερ, "ο Υπεράνθρωπος είναι η σαφώς ηθελημένη άρνηση της προηγούμενης ουσίας του ανθρώπου. Μέσα στη μεταφυσική, ο άνθρωπος βιώνεται ως το έλλογο ζώο". Ο Σεβέκ είναι ένας επιστήμονας αλλά δεν είναι ορθολογιστής. Μια καθαρά ορθολογική επιστήμη δεν θα μπορούσε να παράγει τη συγχρονιστική θεωρία του. Για να φτάσει σε αυτή τη θεωρία, ο Σεβέκ πρέπει να αφήσει πολλά πίσω του. Πρέπει να εγκαταλείψει τον περιοριστικό ορθολογισμό του και μαζί με αυτόν τον ανθρωπισμό, ο οποίος κυριαρχούσε στην ιστορία της Δυτικής διανόησης μέχρι την εμφάνιση του Νίτσε. Με λίγα λόγια, για να πετύχει τους στόχους του στη φυσική, ο Σεβέκ πρέπει να στραφεί στο μεταμοντέρνο. Επομένως, Ο Αναρχικός των Δυο Κόσμων είναι εξίσου προϊόν του αναρχισμού και του νιτσεϊκού μεταμοντερνισμού". Ως Οντονιανός, ο Σεβέκ έχει ήδη δεχτεί τις βασικές αρχές του μοντέρνου αναρχισμού. Όταν κινείται πέρα από τον ορθολογισμό και τον ανθρωπισμό για να συλλάβει μια ριζικά νέα έννοια του χρόνου, προάγει τον αναρχισμό ένα βήμα παραπέρα. Ασπαζόμενος την κυκλική έννοια του χρόνου, αμφισβητεί το σύνολο της κυρίαρχης πνευματικής ευρωπαϊκής παράδοσης. Ως εκ τούτου, οι στοχασμοί του Σεβέκ κινούνται μέσα σε μια σαφώς αναρχική φόρμα. Ακριβέστερα, αποδεχόμενος το Συγχρονισμό καθώς και την Αλληλουχία, ο Σεβέκ γίνεται ένας μεταμοντέρνος αναρχικός.

"Άλλο πράγμα να διαβάζεις για δράκους κι άλλο να τους συναντάς".

Οι απόψεις του Σεβέκ για το χρόνο πρέπει να παραμείνουν αβέβαιες, προσωρινές, εκκρεμείς – με λίγα λόγια, μεταμοντέρνες. Πρέπει να εγκαταλείψει την ψευδή σιγουριά της λογικής. Κάνοντας αυτό, οι ανταμοιβές του είναι ουσιώδεις. Το σημαντικό πρακτικό όφελος της θεωρίας του Σεβέκ είναι ότι θα επιτρέψει τη δημιουργία του ansible, μιας συσκευής που θα επιτρέπει την άμεση διαστρική επικοινωνία. Με αυτό τον τρόπο, η θεωρία του δημιουργεί την ευκαιρία για ένα πραγματικά μεταμοντέρνο ενδεχόμενο. Στην πραγματικότητα, αυτό είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό ενδεχόμενο: Γιατί το σύμπαν που δημιούργησε ο Σεβέκ, είναι το σύμπαν του Έκουμεν του Τζένλι Άι: μια κοινότητα κόσμων ενωμένων με έναν ριζικά εξισωτικό, αντι-ιεραρχικό τρόπο μέσω του ansible. Ως εκ τούτου,το συμπέρασμα του Αναρχικού των Δυο Κόσμων οδηγεί πίσω, στο Αριστερό Χέρι του Σκότους. Αυτή είναι μια όμορφη δήλωση του χρονικού κύκλου και μια ισχυρή δομική διαβεβαίωση των αναρχικών δυνατοτήτων που αναδύονται όταν ενστερνιζόμαστε τις αντικρουόμενες απόψεις του διαδοχικού και του ταυτόχρονου χρόνου.

Όπως εξάλλου είπε και η ίδια η Le Guin: "Ο Οντονιανισμός είναι αναρχισμός. Όχι η φάση του κουβαλάω στην τσέπη μου μια βόμβα -αυτό είναι τρομοκρατία, όπως κι αν θέλει να αποκαλείται- ούτε ο κοινωνικο-δαρβινικός οικονομικός "αναρχοφιλελευθερισμός" της άκρας δεξιάς, αλλά ο αναρχισμός όπως σκιαγραφήθηκε στην πρώιμη ταοϊστική σκέψη και αναπτύχθηκε από τον Σέλεϊ και τον Κροπότκιν, την Γκόλντμαν και τον Γκούντμαν. Πρωταρχικός στόχος του αναρχισμού είναι το αυταρχικό κράτος (καπιταλιστικό ή σοσιαλιστικό) και πρωταρχικό ηθικό-πρακτικό αντικείμενό του είναι η συνεργασία (αλληλεγγύη, αλληλοβοήθεια). Αυτή είναι η πιο ιδεαλιστική και, για μένα, η πιο ενδιαφέρουσα από όλες τις πολιτικές θεωρίες. Το να την ενσωματώσω σε ένα μυθιστόρημα, κάτι που δεν είχε ξανασυμβεί, υπήρξε για μένα ένα χρονοβόρο και επίπονο έργο που με απορρόφησε ολοκληρωτικά για πολλούς μήνες. Όταν πια τελείωσε, ένιωσα χαμένη, εξόριστη, ένας  εκτοπισμένος άνθρωπος. Ως εκ τούτου, αισθάνθηκα μεγάλη ευγνωμοσύνη όταν η Όντο βγήκε από τις σκιές, διέσχισε τον κόλπο της Πιθανότητας και θέλησε να γραφτεί μια ιστορία όχι για τον κόσμο που έφτιαξε, αλλά για τον εαυτό της".

O Αναρχικός των Δυο Κόσμων απέσπασε σε πολύ μεγάλο βαθμό την προσοχή των κριτικών μετά την εμφάνισή του το 1974, αλλά η κριτική αποδοχή του έργου της Le Guin παρέμεινε ορθόδοξη σε αξιοσημείωτο βαθμό στη διάρκεια των δεκαετιών του 1970 και του 1980. Οι κριτικοί της περιόδου αυτής παραδέχτηκαν μεν ότι το έργο της όντως ήταν έντονα επηρεασμένο από τον αναρχισμό, ωστόσο επέμειναν να εξηγούν αυτό τον αναρχισμό με καθαρά μοντέρνους όρους. Μόλις το 1990 μερικές φεμινίστριες άρχισαν να ασπάζονται τη μεταμοντέρνα ανάγνωση της Le Guin, δεχόμενες ότι η αναρχία του υποκειμένου αποτελεί σημαντικό κομμάτι της μεταμοντέρνας αναρχικής ιδέας. Η υποκειμενικότητα, για τον μεταμοντέρνο αναρχικό, δεν μπορεί να γίνει κατανοητή αποκλειστικά και μόνον από τους συναφείς, ορθολογικούς όρους του Διαφωτισμού. Απεναντίας, πρέπει να θεωρείται ως διαρκώς προσωρινή, βαθιά συναφής και έντονα ψυχολογική. Και αυτό είναι το είδος της υποκειμενικότητας που συναντάμε στο έργο της Le Guin, ιδίως στο The Lathe Of Heaven. Αυτό το είδος υποκειμενικότητας αναγνωρίζει ότι μια σοβαρή αναρχική πολιτική απαιτεί μια εκ νέου κατανόηση αυτού του υποκειμένου. 

Όπως διαπιστώσαμε, στο έργο της Le Guin, τα θέματα του μεταμοντέρνου αναρχισμού είναι σαφώς παρόντα. Μέχρι σήμερα, τα θέματα αυτά έχουν ως επί το πλείστον παραμείνει κρυμμένα, αλλά είναι καιρός να βγουν στην επιφάνεια. Οι σύγχρονοι αναρχικοί δεν πρέπει να φοβούνται αυτό το σημαντικό έργο, επειδή τα μεταμοντέρνα στοιχεία στον αναρχισμό της Le Guin δεν αντικρούουν τα μοντέρνα στοιχεία αυτής της φιλοσοφίας. Απεναντίας, οι μοντέρνες και μεταμοντέρνες πτυχές στον αναρχισμό της, είναι μέρος ενός διαρκούς, συνεχιζόμενου, ελεύθερου διαλόγου σχετικά με τις δυνατότητες της αναρχικής σκέψης στη σύγχρονη εποχή. Ένας τέτοιος διάλογος μόνο να εμπλουτίσει μπορεί την αναρχική θεωρία.


image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 

 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1