«Εκείνοι που μιλούν για επανάσταση χωρίς να αναφέρονται ρητά στην καθημερινή ζωή, χωρίς να κατανοούν το ανατρεπτικό περιεχόμενο στον έρωτα και το θετικό περιεχόμενο στην άρνηση των περιορισμών, οι άνθρωποι αυτοί έχουν ένα πτώμα στο στόμα τους». Ραούλ Βανεγκέμ – Πραγματεία για την τέχνη του βίου προς χρήση των μελλοντικών γενεών
Πριν από μισό και κάτι αιώνα, τον Μάιο του 1968, τα οδοφράγματα υψώθηκαν στους δρόμους του Παρισιού για τρίτη φορά, έπειτα από την Παρισινή Κομμούνα το 1871 και την απελευθέρωση της γαλλικής πρωτεύουσας από τους Ναζί το 1944. Τα γεγονότα ξεκίνησαν από φοιτητικές διαμαρτυρίες εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ και του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, ενώ την κατάληψη της Σορβόνης ακολούθησαν άγριες απεργίες και καταλήψεις σπουδαστικών και εργασιακών χώρων, οι οποίες επεκτάθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα βάζοντας φρένο στην οικονομία της Γαλλίας.Στην ουσία κάθε στρώμα της γαλλικής κοινωνίας ενεπλάκη με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στα γεγονότα. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας συζητούσαν για κάθε πλευρά της ζωής σε συνελεύσεις όπου επικρατούσε συνωστισμός, μέσα σε κατειλημμένα πανεπιστήμια, σχολεία, ιδιωτικούς και δημόσιους εργασιακούς χώρους. Δεκατετράχρονα αγόρια εισέβαλαν σε σχολεία θηλέων απαιτώντας την «απελευθέρωση των κοριτσιών μας». Εκατομμύρια ήταν εκείνοι που έγραψαν ιστορία. Αυτή είναι η στόφα της επανάστασης…
Δίχως αμφιβολία, ο Γαλλικός Μάης ήταν η μεγαλύτερη επαναστατική αναταραχή στη Δυτική Ευρώπη από την εποχή της Παρισινής Κομμούνας, καθώς χιλιάδες φοιτητές, εργάτες, μικροαστοί και «περιθωριακοί» συγκρούστηκαν σώμα με σώμα με την αστυνομία. Εννέα εκατομμύρια εργαζόμενοι απεργούσαν και η κόκκινη σημαία της εξέγερσης ανέμιζε πάνω από κατειλημμένα πανεπιστήμια, σχολεία, εργοστάσια, ναυπηγεία, σιδηροδρομικούς σταθμούς, πολυκαταστήματα, θέατρα, ξενοδοχεία. Η Όπερα του Παρισιού, το Φολί Μπερζέ και το Εθνικό Συμβούλιο Επιστημονικών Ερευνών τελούσαν υπό κατάληψη, το ίδιο και το κτήριο της Εθνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας.
Στις 3 Μαΐου μερικοί φοιτητές από το Πανεπιστήμιο της Ναντέρ συγκεντρώθηκαν στην μπροστινή πλατεία της Σορβόνης, διαμαρτυρόμενοι για τη σύλληψη οκτώ συναδέλφων τους τις προηγούμενες μέρες. Μαζί τους ενώθηκαν κάποιοι σπουδαστές από το κολέγιο της Σορβόνης. Το πλήθος άρχισε να μεγαλώνει και οι αρχές του κολεγίου πανικοβλήθηκαν. Στις 4 το απόγευμα η Σορβόννη είχε περικυκλωθεί από αστυνομικούς και άνδρες των CRS (των γαλλικών ΜΑΤ), οι οποίοι συνέλαβαν μερικούς σπουδαστές επειδή τους είχαν εντοπίσει να φορούν κράνη μοτοσικλετιστών. Η είδηση διαδόθηκε σαν αστραπή και φοιτητές άρχισαν να καταφθάνουν στο σημείο από όλο το Παρίσι. Επιτέθηκαν στους αστυνομικούς προσπαθώντας να απελευθερώσουν τους συναδέλφους τους. Η μάχη ήταν τόσο σκληρή που το κολέγιο έκλεισε. Ήταν η δεύτερη φορά στα 700 χρόνια της λειτουργίας του που έκλεινε η Σορβόννη. Η πρώτη ήταν το 1940, όταν οι ναζί κατέλαβαν το Παρίσι…
Η προπαγάνδα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της επανάστασης του Μαΐου. Μια μαζική, ξέφρενη δραστηριότητα που φωτίζει τους τοίχους με ένα ξεχωριστό χρώμα, άγνωστο μέχρι τότε. Το Καρτιέ Λατέν είναι ένα παράξενο μουσείο αυτοέκφρασης όπου κυριαρχεί η φαντασία, η φαντασία που δεν περιορίζεται πλέον μόνο στα βιβλία, στον κινηματογράφο, στις εικόνες, αλλά είναι κάτι το απτό – καθένας μπορεί να πάρει και να δώσει ένα κομμάτι της. Το ασήμαντο και το βαθυστόχαστο, το παραδοσιακό και το εσωτερικό χορεύουν αγκαλιά, γκρεμίζοντας τα τείχη του ορθολογισμού που υψώνονται στο μυαλό των ανθρώπων. «Ζήτω τα εργατικά συμβούλια», «Η φαντασία στην εξουσία», «Η ανθρωπότητα θα ευτυχήσει όταν ο τελευταίος καπιταλιστής στραγγαλιστεί με τα άντερα του τελευταίου γραφειοκράτη», «Η ποίηση βρίσκεται στους δρόμους», «Το σ’ αγαπώ πες το με πέτρες», «Κάτω απ’ το λιθόστρωτο, η παραλία», «Κάντε την καταστροφή της χαράς, χαρά της καταστροφής», «Είμαστε ρεαλιστές, επιδιώκουμε το αδύνατο», «Η ανία είναι αντεπαναστατική», «Απαγορεύεται το απαγορεύεται», «Τρέχα, σύντροφε, ο κόσμος είναι πίσω σου», «Μη διαπραγματεύεστε με τα αφεντικά, καταργήστε τα», «Κάθε εξουσία διαφθείρει, η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα» - η σκέψη γεννοβολά χιλιάδες, εκατομμύρια, άπειρες ιδέες…
«Να αρνηθούμε κατηγορηματικά την ιδεολογία του κέρδους, της προόδου και των άλλων ψευδοδυνάμεων αυτού του τύπου. Η πρόοδος θα γίνει αυτό που εμείς θέλουμε να γίνει. Ας αρνηθούμε την παγίδα της πολυτέλειας και της αναγκαιότητας – τις στερεότυπες ανάγκες που έχουν επιβληθεί σε όλους μας ξεχωριστά, προκειμένου ο κάθε εργαζόμενος να εργάζεται στο όνομα των “φυσικών νόμων” της οικονομίας… Εργαζόμενοι όλων των ειδών, μην ξεγελιέστε. Μη συγχέετε το τεχνικό κομμάτι της εργασίας με την ιεραρχία της εξουσίας. Το πρώτο είναι αναγκαιότητα αλλά το δεύτερο είναι περιττό και πρέπει να αντικατασταθεί από μια ίση ανταλλαγή της εργασίας και των υπηρεσιών μας στα πλαίσια μιας απελευθερωμένης κοινωνίας».
Άνθρωποι σε κίνηση. Λογιών λογιών άνθρωποι. Άνθρωποι που σκέφτονται, που αναλαμβάνουν δράση, που αψηφούν, συμμετέχοντας σε μια κρίση που δεν έχει προηγούμενο σε διεθνή κλίμακα. Στέλνουν σπίθες έμπνευσης και αλληλεγγύης πέρα από σύνορα εθνικότητας, ηλικίας, ιδεολογίας και τάξης. Σπίθες που φωτίζουν μια στιγμή παγκόσμιας ιστορικής σημασίας, προκαλώντας την παλιά τάξη και καταυγάζουν δυνατότητες ενός διαφορετικού τρόπου ζωής, μιας νέας τάξης των ανθρώπων.
Δεν κυκλοφορεί αυτοκίνητο ή λεωφορείο ούτε για δείγμα. Σήμερα, οι δρόμοι του Παρισιού ανήκουν στους διαδηλωτές – χιλιάδες συνωστίζονται στην πλατεία σαν σαρδέλες και χιλιάδες κατευθύνονται προς τα εκεί από κάθε γωνιά της πόλης. Ο ήλιος λάμπει, οι κοπέλες είναι ντυμένες ανάλαφρα, ανοιξιάτικα, μια κόκκινη σημαία ανεμίζει πάνω από το σιδηροδρομικό σταθμό. Πολλές κόκκινες σημαίες ανάμεσα στο πλήθος – και αρκετές μαύρες. Φοιτητές και εργάτες, αναρχικοί, τροτσκιστές, μαοϊκοι, ακόμα και κλοσάρ μοιράζουν παντού φυλλάδια. Πορτρέτα του Τσε, του Μάο, του Μαρξ, ακόμα και του Κάστρο. Καταστασιακοί προβοκάρουν τους λίγους σταλινικούς με χιούμορ και με γλώσσα που τσακίζει κόκαλα. Στη λεωφόρο ντε Μαζεντά το πλήθος περνά κάτω από τα γραφεία του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Κάποιος αρχίζει να φωνάζει ρυθμικά: «Ο-πο-ρτου-νι-στές» και ο κόσμος πιάνει αμέσως το ρυθμό.
Τα πρώτα οδοφράγματα υψώνονται στις 6 Μαΐου στην πλατεία Μομπέρ και χιλιάδες άνθρωποι συγκρούονται με την αστυνομία για πάνω από τρεις ώρες. Οι διαδηλωτές χάνουν έδαφος για να το ξανακερδίσουν αμέσως μετά με συνεχείς αντεπιθέσεις. Ομάδες των «περιθωριακών» μαύρων μπλουζόν και των τεντιμπόιδων έχουν κάνει από νωρίς την εμφάνισή τους οπλισμένοι με σιδερολοστούς για να ενισχύσουν τον αγώνα των φοιτητών. Οι νέοι δεν ελέγχονται πια, ζουν διαφορετικά, χωρίς την πατροπαράδοτη αίσθηση της ιδιοκτησίας, της δουλειάς, της οικογένειας. Όπως συμβαίνει παντού, η νεολαία είναι ο αδύναμος κρίκος του καπιταλισμού. Οι συγκρούσεις συνεχίζονται μετά τα μεσάνυχτα, κυρίως στο Μονπαρνάς.
Φωτο: Blouson Noirs στο Παρίσι...
«Μέσα σε μια βδομάδα, εκατομμύρια άνθρωποι αποτίναξαν από πάνω τους το φορτίο των συνθηκών της αλλοτρίωσης, τη ρουτίνα της επιβίωσης, την ιδεολογική παραποίηση, τον αντεστραμμένο κόσμο του θεάματος. Για πρώτη φορά μετά την Κομμούνα του 1871 και με καλύτερες προοπτικές, το πραγματικό άτομο απορροφούσε την αφηρημένη έννοια του πολίτη: σαν άτομο πια στην πραγματική του ζωή, στην ατομική του εργασία, στις προσωπικές του σχέσεις γινόταν ένα ειδοποιό ον αναγνωρίζοντας έτσι τις δικές του δυνάμεις σαν δυνάμεις κοινωνικές. Η γιορτή παραχωρούσε επιτέλους αληθινές διακοπές σε αυτούς που δεν γνώριζαν παρά τις εργάσιμες μέρες και τις αργίες. […] Μιλούσαμε, καταλαβαινόμαστε με μισόλογα. Δεν υπήρχαν ούτε διανοούμενοι ούτε εργάτες, αλλά επαναστάτες που συζητούσαν παντού γενικεύοντας μια επικοινωνία από την οποία μόνο οι εργατιστές διανοούμενοι και οι άλλοι υποψήφιοι διευθύνοντες ένοιωθαν αποκλεισμένοι. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η λέξη «σύντροφος» βρήκε την αυθεντική σημασία της, χαρακτήριζε πραγματικά το τέλος των διαχωρισμών…» (Rene Vienet)
Το Παρίσι ήταν βρόμικο, οι δρόμοι του στρωμένοι από σκουπίδια και πολιτικές προκηρύξεις. Ωστόσο, δεν υπήρχε κλίμα ανησυχίας, αλλά χαράς και λύτρωσης. Με τη διακοπή των συγκοινωνιών, ο λαός ξαναβρήκε τις χαρές του περιπάτου. Αυθόρμητες φιλίες αναπτύχθηκαν ανάμεσα στους περαστικούς. Η δειλία, η επιφύλαξη κι ο σνομπισμός εξαφανίστηκαν αφού όλος ο κόσμος έκανε οτοστόπ. Μια χαρούμενα ελευθεριάζουσα ατμόσφαιρα, όπως στην ανακωχή ενός πολέμου. Ο ανοιξιάτικος άνεμος σε πλημμύριζε με ενθουσιασμό.
Η εμπορευματική κοινωνία ήταν ένας από τους βασικούς στόχους της επιθετικότητας των μαζών. Πολλές βιτρίνες καταστημάτων υπέστησαν την «κριτική του λιθόστρωτου». Οι τράπεζες έκλεισαν αλλά φαίνεται πως μέσα στον αχό και την αντάρα των οδομαχιών και του αντάρτικου πνεύματος, η ιδέα της εξαφάνισης του χρήματος δεν ακουγόταν άσχημη. Η αλληλεγγύη, εξάλλου, ήταν ένα από τα ατού του Μάη. Τρόφιμα μοιράζοντας δωρεάν στις καταλήψεις, η αλληλοβοήθεια σε όλο της το μεγαλείο και το χιούμορ στην πρώτη γραμμή. Η πυρπόληση ή η καταστροφή των αυτοκινήτων, για κάποιους, θα έπρεπε να επικροτείται σαν μια σωτήρια ενέργεια που θα γλίτωνε από το θάνατο πολλούς ανθρώπους προορισμένους να χάσουν της ζωή τους εξαιτίας αυτοκινητιστικού δυστυχήματος.
[…] Ας πάρουμε τις υποθέσεις μας στα δικά μας χέρια! Κάτω από τη σκέπη των σκουληκιασμένων ηγετών, η ενότητα δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο από την ενότητα της υποταγής. Η επαναστατική προοπτική πρέπει να γίνει στην πράξη αυτό που είναι ήδη στην ουσία, και η καθολική της συνοχή θα διαφανεί δια μέσου των αλλεπάλληλων συγκεκριμενοποιήσεών της σαν παρουσία του όλου στα μέρη. Ας φυλαγόμαστε! Κάθε τι που ξοδεύεται σε μερική αμφισβήτηση συμμετέχει στην καταπιεστική λειτουργία του Παλιού Κόσμου. Σαν γεροντική μπούρδα, η μεμονωμένη κριτική του αστικού πανεπιστημίου προκαλεί γέλιο, έξω από τη συνάφειά της με το σύνολο της ταξικής κοινωνίας που πρέπει να καταστρέψουμε. […] Θάνατος στη μισθωτή εργασία! Θάνατος στην επιβίωση! Δεν ακούτε ήδη από μακριά τους αλαλαγμούς; Παλιές Κόσμε παγιδευμένε, λαχανιάζεις. Θα σε εξοντώσουμε, ψοφίμι! (Από προκήρυξη των «Λυσσασμένων» της Μονζερόν)
O Jean-Paul Sartre τον Μάη του '68
Στις 2:15 τα ξημερώματα της 11ης Μαΐου, οι μπάτσοι παίρνουν εντολή να καταλάβουν τα οδοφράγματα και να διαλύσουν τους διαδηλωτές. Καμιά πεντακοσαριά CRS με ασπίδες και κλομπ προελαύνουν στη λεωφόρο Σαν Μισέλ αναγκάζοντας τους φοιτητές να υποχωρήσουν. Τα δακρυγόνα πέφτουν βροχή. Το πλήθος απαντάει εκτοξεύοντας πέτρες, τραγουδώντας τη Διεθνή και τη Μασσαλιώτιδα. Σύντομα η ανάσα κόβεται, οι φωτιές δεν μπορούν να αναχαιτίσουν τα χημικά και οι διαδηλωτές στη Γκι Λισάκ υποχωρούν από τα πρώτα οδοφράγματα για να καλυφθούν πίσω από τα επόμενα. Το πρώτο οδόφραγμα καταλαμβάνεται από την αστυνομία στη λεωφόρο Σαν Μισέλ, αλλά οι διαδηλωτές επιμένουν, αμύνονται με λύσσα – εδώ κι εκεί στήνονται πρόχειροι σταθμοί πρώτων βοηθειών για τους τραυματίες. Κάποιοι αδειάζουν κουβάδες με νερό από τα μπαλκόνια για να προστατεύσουν τους διαδηλωτές και οι μπάτσοι εκτοξεύουν δακρυγόνα προς το μέρος τους. Οι πιο άγριες μάχες διεξάγονται στις οδούς Γκι Λισάκ, Ρογιέ-Κολάρ και Σεν Ζακ. Το πλήθος εγκαταλείπει τις θέσεις του μόνο όταν δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, πυρπολώντας πολλές φορές τα οδοφράγματα για να καθυστερήσει τους αντιπάλους. Δεν υπάρχει ατμόσφαιρα. Τα όπλα των διαδηλωτών είναι πέτρες που έχουν ξηλωθεί από τα λιθόστρωτα και βόμβες μολότοφ που εξαπολύουν άλλοτε εύστοχα κι άλλοτε όχι, καλυμμένοι πίσω από καμένα αυτοκίνητα αλλά και από τις γύρω ταράτσες. Λίγο πριν ξημερώσει, η αστυνομία καταλαμβάνει το τελευταίο οδόφραγμα και αρχίζουν οι συλλήψεις. Μέχρι το τέλος του πρωινού οι μπάτσοι χτενίζουν όλη τη συνοικία ξυλοκοπώντας και συλλαμβάνοντας όποιον τους φαίνεται ύποπτος.
Στα οδοφράγματα του Καρτιέ Λατέν, στις διαδηλώσεις και τις μάχες, σ’ όλων των ειδών τις επιτροπές δράσης που ξεπήδησαν αυθόρμητα παντού, υπήρχαν φοιτητές αλλά και χειρώνακτες, υπάλληλοι, νοικοκυρές, τεχνικοί, αλήτες … Και το όραμα του Μαξ Στίρνερ θα μπορούσε να επαληθευτεί σε καθημερινή βάση: «Ό,τι και να τους δώσετε, θα θέλουν πάντοτε περισσότερα, γιατί το μόνο που θέλουν πραγματικά είναι η εξαφάνιση όλων των προνομίων».
«Στην πραγματικότητα, η λαϊκή εξέγερση του Μαΐου είχε στρώσει το δρόμο για την ανάπτυξη μιας αυθεντικής “πολιτιστικής επανάστασης”, δηλαδή, μιας επανάστασης στη σφαίρα της καθημερινής κουλτούρας και των κοινωνικών σχέσεων. Εκατοντάδες χιλιάδες διανοούμενοι, φοιτητές, μαθητές, καθηγητές, καλλιτέχνες, γιατροί και ερευνητές δραστηριοποιήθηκαν και προσπάθησαν να ξαναφτιάξουν τον κόσμο επινοώντας εκ νέου την κοινωνία. Με την ευρύτερη έννοια, ο Μάης του ’68 αντιπροσώπευε, για τη συντριπτική πλειοψηφία του γαλλικού λαού, ένα πραγματικό σοκ, μια ρήξη: για μερικούς, η αναταραχή είχε όλα τα στοιχεία μιας σεισμικής δόνησης και σαν αντίδραση τους προκάλεσε τρόμο. Άλλοι όμως τον είδαν σαν μια αφύπνιση, σαν μια απροσδόκητη αποκάλυψη γεμάτη ζωντάνια, τη βίαιη έκρηξη μιας δραστηριότητας που για πάρα πολύ καιρό έμοιαζε κλεισμένη μέσα σε ένα μπουκάλι, για να ακολουθήσει μια απελευθέρωση αυθόρμητων πρωτοβουλιών και ατομικής έκφρασης». (Alain Delale & Gilles Ragache, La France de 68 )
Όπως όλα δείχνουν, ο αυθορμητισμός υπήρξε ο βασικός τροχός της εξέγερσης. Ο αυθόρμητος τρόπος με τον οποίο υψώθηκαν τα οδοφράγματα τη νύχτα της 10-11 Μάη ήταν το πρώτο παράδειγμα του αυθορμητισμού ως κινητήριας δύναμης. Χωρίς ηγέτες, φοιτητές, εργάτες και άλλοι διαδηλωτές κατάφεραν να αντιμετωπίσουν για πολλές ώρες τους πάνοπλους αστυνομικούς. Οι απροσδόκητες καταλήψεις των πανεπιστημίων από τους φοιτητές και η ελεύθερη είσοδος για όλους όσους ήθελαν να συμμετέχουν στις πολύωρες συζητήσεις στα αμφιθέατρα και στα προαύλια, έδωσαν στο κίνημα έναν παλμό άνευ προηγουμένου. Ποίηση και επανάσταση. Η θετική πλευρά αυτής της «αταξίας» ήταν η εμφάνιση μιας συνείδησης και της συνακόλουθης δράσης. Αταξία, χμμμ… Ναι, αλλά μια αταξία δημιουργική και άκρως μεταδοτική. Η αταξία και ο αυθορμητισμός επέτρεπαν στον καθένα να εκφράζεται ελεύθερα και να αυτό-οργανώνεται. Ήταν μια δημιουργική διαδικασία που πήγαζε από τον αυθορμητισμό του κινήματος και από την πραγμάτωση μιας νέας συνείδησης, μιας διαφορετικής άποψης για τον κόσμο μέσα από την επαναστατική δράση. Ο αυθορμητισμός ήταν αυτό που έδινε την ώθηση στο κίνημα και όχι κάποια ομάδα πρωτοπορίας.
Μια ομάδα από «λυσσασμένους», Καταστασιακούς, πρώην μέλη της Αναρχικής Διεθνούς και υποστηρικτές της Επιτροπής Κατάληψης, καμιά σαρανταριά όλοι κι όλοι, κατέλαβαν το Εθνικό Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και συγκρότησαν στο Συμβούλιο για τη Συνέχιση των Καταλήψεων. Δεν επρόκειτο για μια μόνιμη συμβουλιακή οργάνωση αλλά για την άμεση αντίδραση στην κατάσταση που επικρατούσε στις απεργίες και στις καταλήψεις των εργοστασίων – και ως εκ τούτου η φύση του ήταν προσωρινή. Αρκετοί απεργοί, εκπρόσωποι από επιτροπές δράσης και αγκιτάτορες από τις επαρχίες εμφανίζονταν στα γραφεία του συμβουλίου οργανώνοντας ένα αυτοσχέδιο αλλά αποτελεσματικό δίκτυο για τη διανομή του υλικού του συμβουλίου. Η πρόσοψη του κτηρίου στολίστηκε με μαύρες και κόκκινες σημαίες. Στις 19 Mαΐου, το Συμβούλιο εξέδωσε το πρώτο του ανακοινωθέν με τίτλο «Έκθεση αναφορικά με την Κατάληψη της Σορβόνης», για να ακολουθήσει το κείμενο «Για την Εξουσία των Εργατικών Συμβουλίων» ενάντια στους κομματικούς γραφειοκράτες, υπογραμμίζοντας τρεις πιθανές λύσεις για την κρίση: 1) διατήρηση της κυβέρνησης του ντε Γκολ, με την υποστήριξη του Κομμουνιστικού Κόμματος και της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών, 2) σχηματισμός μιας «αριστερής» κυβέρνησης που θα μπορούσε να αναχαιτίσει ευκολότερα το κίνημα και, 3) νίκη του προλεταριάτου που θα συνεπαγόταν τη συγκρότηση Συμβουλίων.
«Το επαναστατικό κίνημα χίμιξε μπροστά με απίστευτη ταχύτητα, έφτασε μέχρι κάποιο σημείο και ξαφνικά αποπροσανατολίστηκε, μπερδεύτηκε ίσως μπροστά στο φόβο του αγνώστου, και σταμάτησε για αρκετό χρόνο επιτρέποντας στις τεράστιες γαλλικές αστυνομικές δυνάμεις να το σπρώξουν προς τα πίσω, να το σκορπίσουν και τελικά να το καταστρέψουν. Και οι δυο πλευρές αρχίζουν να σκέφτονται. Οι επαναστάτες αρχίζουν να προσδιορίζουν το όριο, στο οποίο έχουν φτάσει. Είναι αποφασισμένοι να το ξεπεράσουν «την επόμενη φορά». Έφτασαν τόσο κοντά κι όμως απωθήθηκαν τόσο πίσω! Για πολλούς ήταν σαφές ότι έπρεπε να γίνουν βήματα προς το άγνωστο, ότι στην ουσία έπρεπε να διασχίσουν αυτό το όριο, ότι η θάλασσα είχε αρχίσει να περνάει πάνω απ’ το φράγμα. Κάποιοι άλλοι όμως πίστευαν ότι το φράγμα έπρεπε να ενισχυθεί, ότι έπρεπε να γίνουν προσπάθειες προκειμένου να αναχαιτιστεί η παλίρροια. Αυτό που δεν περίμεναν, αυτό που τελικά άρχισαν να αποδέχονται με αργό και οδυνηρό τρόπο, ήταν ότι η ίδια η θάλασσα έπρεπε να υποχωρήσει. Αποδέχτηκαν την υποχώρηση με πόνο επειδή ήξεραν, βλέποντας τα νερά να υποχωρούν, ότι όσο ψηλά κι αν είχε ανέβει η παλίρροια, όσο κοντά κι αν είχε φτάσει η πλημμύρα, η θάλασσα έπρεπε να συγκεντρώσει περισσότερη δύναμη, η παλίρροια έπρεπε να σηκωθεί πολύ πιο ψηλά, μόνο και μόνο για να φτάσει ξανά στο επίπεδο του φράγματος…» (Fredy Perlman, Roger Gregoire, Worker-Student Action Committees. France May ’68, 1969)
Τελικά η επανάσταση του Μάη υποτάχτηκε. Οι Καταστασιακοί διασπάστηκαν, πολλοί από τους ηγέτες των φοιτητών απορροφήθηκαν από το σύστημα ενάντια στο οποίο είχαν εξεγερθεί και κατάντησαν γραφειοκράτες με τη λήξη της φοιτητικής τους θητείας. Το γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα ακολούθησε τη γραμμή του σταλινισμού κι έκανε τα αδύνατα δυνατά προκειμένου ο επαναστατικός πυρετός να μην περάσει το σημείο χωρίς επιστροφή. Αυτό που διαρκεί, ωστόσο, είναι οι εικόνες και τα συνθήματα, τα τόσο επικίνδυνα στην ποίησή τους καθώς αποτελούν και θα αποτελούν πηγή έμπνευσης χάρη στην τόλμη και την επινοητικότητα των δημιουργών τους. Ο Μάης του ’68 είναι μια μαρτυρία για τη διαρκή δύναμη της ίδιας της ανατρεπτικής τέχνης. Τα οράματα που ήταν ριζωμένα στην αυθεντικότητα ήδη μας επισκέπτονται πολλά χρόνια μετά την υποχώρηση των δακρυγόνων και την ψευδαίσθηση της «επιστροφής στην ομαλότητα».
Ο Μάης ήταν η κραυγή των «μετα-υλιστών», εκείνων που αναζητούσαν χρώμα σ’ έναν ασπρόμαυρο κόσμο. Μπορεί να μην άλλαξε τον κόσμο αλλά μας έκανε να κοιτάζουμε με άλλο μάτι αυτόν που έχουμε και αυτόν που θα θέλαμε να έχουμε. Μας έκανε να σκεφτόμαστε ότι τελικά ίσως κάτω απ’ το λιθόστρωτο υπάρχει ένας άλλος κόσμος…
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.