Κείμενο: Γιάννης Καστανάρας
Μετάφραση του άρθρου του Κάρι Ο' Ντελ: Πάνος Τομαράς
Oι Velvet Underground υπερέβησαν κάθε είδους κατηγορία. Αν μη τι άλλο, σίγουρα ήταν εκλεκτικοί. Η μουσική και η ευαισθησία τους έκρυβαν επιρροές από τον Μπομπ Ντίλαν, τον Άντι Γουόρχολ, τον Πιτ Τάουνσεντ και τον Τζον Κέιτζ. Πειραματίζονταν με το φίντμπακ και με απομονωμένες, αγνές νότες όταν δεν το έκανε κανείς και με το θόρυβο προς χάριν του θορύβου. Κάπου κάπου συνέθεταν γλυκές μελωδίες, αλλά κατά βάση ήταν ροκ εντ ρολ καλλιτέχνες που έχτιζαν τα κομμάτια τους πάνω σε έναν αστικό ρυθμό, με στίχους σκληρούς που παρέπεμπαν σε έναν υπόκοσμο, ο οποίος σπάνια έβλεπε το φως της δημοσιότητας. Μουσικό υπόβαθρο: μια αναρχική ενέργεια που πήγαζε μέσα από μια σφιχτή επαναλαμβανόμενη δομή.
Οι Velvets ήταν το πρώτο σημαντικό ροκ εντ ρολ συγκρότημα που δεν είχε την παραμικρή ελπίδα να προσελκύσει ένα μεγάλο ακροατήριο. Κι αυτό ήταν μάλλον παράδοξο, καθώς το ροκ εντ ρολ ήταν μια τέχνη για τις μάζες που ασκούσε μια άμεση, αταξική γοητεία και ικανοποιούσε με νέους και απελευθερωτικούς τρόπους. Η μουσική των Velvets όμως ήταν πολύ διανοουμενίστικη, πολύ στυλιζαρισμένη και πολύ απόμακρη για να έχει εμπορικό αντίκτυπο. Στην ουσία ήταν τέχνη που ήταν αντι-τέχνη, φτιαγμένη από αντι-ελιτιστές που ωστόσο ήταν ελιτιστές. Η εστέτ-πανκ εικόνα του Λου Ριντ, η οποία είχε τις ρίζες της στην παράδοση της αβάν γκαρντ για τον καλλιτέχνη σαν εγκληματία, σαν παράνομο, επίσης ήταν κάτι παράδοξο για τα πλαίσια του ροκ εντ ρολ της εποχής. Το αρχέτυπο του αληταρά ροκεντρολά ήταν συνήθως ένα λευκό εργατόπαιδο που σύχναζε σε μια γωνιά του δρόμου μαζί με τα φιλαράκια του. Με βάση τα πρότυπα της μεσαίας τάξης και των ενηλίκων, θα μπορούσε να είναι ένας ξεγραμμένος, σαματατζής, ένας έφηβος με παραβατική συμπεριφορά – μόνο που στην πραγματικότητα δεν ήταν ούτε μοχθηρός ούτε εγκληματίας. Η πανκ περσόνα του Ριντ ακουμπούσε περισσότερο στον μποέμ (και συνήθως μαύρο) ήρωα με τα μαύρα γυαλιά, έκανε χρήση σκληρών ναρκωτικών και συμμετείχε σε πολύμορφες διαστροφές. Δεν σύχναζε σε κάποια γωνιά, αλλά ζούσε στο δρόμο κι ήταν μοναχικός.
Οι Velvets υπαινίσσονταν ότι υπήρχε μια συνάφεια ανάμεσα στην τέχνη και τη βία, στην τάξη και το χάος, ένας ριζικός διαχωρισμός ανάμεσα στο σώμα και το πνεύμα. Υπήρχε ένας ιδιόμορφος ασκητισμός στον τρόπο που ζούσαν και δημιουργούσαν, παρ’ όλες τις υπερβολές του γουορχολικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο κινούνταν. Δεν ασχολήθηκαν με αφηρημένες έννοιες αλλά με καταστάσεις του μυαλού. Τα τραγούδια τους περιέγραψαν συναισθήματα που για να εκφραστούν έπρεπε να επινοηθεί το λεξιλόγιο της θρησκείας – βαθιά αισθήματα απόγνωσης, απομόνωσης, ανακούφισης, διαύγειας, αγάπης, όπως και οι τρόποι για να τα κρύβουμε, να τα θάβουμε προκειμένου να αντιμετωπίζουμε έναν κόσμο βουτηγμένο στη διαφθορά. Για τους Velvets, οι ρίζες της αμαρτίας βρίσκονταν στην αντίσταση που προβάλλουμε για να αποφύγουμε την εκδήλωση των βαθύτερων, των πιο οδυνηρών, των πιο τρομακτικών συναισθημάτων μας.
The Velvet Underground & Nico (1967)
Άρθρο του Κάρι Ο’ Ντελ
«…είναι φοβερά κουλ να είσαι νέος, χλωμός, θανατερά λεπτός και να φοράς γυαλιά ηλίου!»
Οι Velvet Underground και η Nico χρειάστηκαν μόλις τέσσερις μέρες και τρείς χιλιάδες δολάρια για να ηχογραφήσουν το ομώνυμο θρυλικό και εξαιρετικά επιδραστικό ντεμπούτο άλμπουμ τους.
Οι Velvet Underground (ο Λου Ριντ, ο Τζον Κέιλ, ο Στέρλινγκ Μόρισον, η Μο Τάκερ και η Νίκο) ήταν προστατευόμενοι του Άντι Γουόρχολ, του τότε βασιλιά της αμερικανικής καλλιτεχνικής σκηνής – και κοινωνικού αξιοπερίεργου. Ο Γουόρχολ, που είχε ήδη αναδείξει τις κονσέρβες σούπας σε υψηλή τέχνη, ενδιαφερόταν διαρκώς να επεκτείνει τις δραστηριότητές του, την επιρροή του, τη φήμη του… και τα ποσοστά των κερδών του. Αφού γύρισε κάποιες ταινίες (όπως, για παράδειγμα, το Empire του 1964, μια επική σε διάρκεια και απίστευτα βαρετή απόπειρα), η μουσική – ή τουλάχιστον η συσκευασία της μουσικής – έμοιαζε σαν το επόμενο λογικό βήμα.
Στα τέλη του 1965, στο Καφέ Μπιζάρ της Νέας Υόρκης, στην οδό ΜακΝτούγκαλ, ο Πολ Μόρισεϊ, κινηματογραφιστής και συνεργάτης του Γουόρχολ, είδε κατά τύχη ένα μουσικό συγκρότημα που φαινόταν ιδανικό για το καινούργιο εγχείρημα του Γουόρχολ.
Το γκρουπ είχε φτιαχτεί το 1964 και έπαιζε με διάφορα ονόματα και διαφορετικά μέλη στην περιοχή της Νέας Υόρκης και του Νιου Τζέρζι. Εκείνη την εποχή, το 1965, οι Velvet Underground αποτελούνταν από τον Ριντ, τον Κέιλ, τον Μόρισον και την Τάκερ. Οι τέσσερίς τους πρόβαλαν μια σκοτεινή, σκληρή, ανδρόγυνη εικόνα και τα τραγούδια τους μιλούσαν για τη ζωή στον δρόμο και τα ναρκωτικά. Στα μάτια και τα αυτιά του Μόρισεϊ – και αργότερα σε αυτά της ετερόκλητης κουστωδίας του Γουόρχολ – έμοιαζαν να ταιριάζουν γάντι στο αλλόκοτο φέουδο του Γουόρχολ, το Φάκτορι, το στούντιο-λημέρι του, που ήταν αφιερωμένο στην τέχνη και αποτελούσε καταφύγιο για διάφορες ντεμπιτάντ και ντραγκ κουίν, για πρεζάκηδες και για απόβλητους της κοινωνίας.
Σύντομα, ο Γουόρχολ προσέλαβε (αγόρασε) το γκρουπ και έγινε μέντορας, μάνατζερ ή αφεντικό τους, ανάλογα με ποιον διαλέγει κανείς να πιστέψει. Ο Γουόρχολ τους παραχώρησε χώρο για να κάνουν πρόβες, τους έδωσε χρήματα, τους αγόρασε μηχανήματα και τους ενέταξε στον κύκλο του, κάτι που τους προσέδωσε μια ιδιαίτερη γοητεία. Σε αντάλλαγμα, ο Γουόρχολ και η οργάνωσή του θα έπαιρναν το 25% των εσόδων του συγκροτήματος. Ένα από τα πρώτα διατάγματα του Γουόρχολ ήταν η επιβολή μιας καινούργιας τραγουδίστριας στους Velvet Underground, μια άλλη πρόσφατη ανακάλυψη του καλλιτέχνη.
Η Νίκο ήταν μια εντυπωσιακά όμορφη Γερμανίδα, που είχε δουλέψει λίγο σαν ηθοποιός, λίγο σαν μοντέλο και λίγο σαν τραγουδίστρια, πριν ο δρόμος την οδηγήσει στο Φάκτορι. Αρχικά, το συγκρότημα δεν υποδέχτηκε με χαρά τα φωνητικά της, που θύμιζαν Μαρλέν Ντίτριχ. Όμως ο Γουόρχολ είχε πλέον δεσμεύσει το συγκρότημα με συμβόλαιο, οπότε η Νίκο έγινε μέλος του.
Το 1966, κάτω από την καθοδήγηση του Γουόρχολ, οι αναβαπτισμένοι Velvet Underground & Nico εμφανίστηκαν για πρώτη φορά σε ένα κλαμπ στα εγκαίνια μιας πειραματικής εκδήλωσης του Γουόρχολ με τον γενικό τίτλο Up-Tight, σαν μέρος μιας φάσης που ο Γουόρχολ είχε ονομάσει Exploding Plastic Inevitable. Όμως, η εμφάνισή τους δεν περιλάμβανε μόνο μουσική. Όσο έπαιζε το συγκρότημα και ο Ριντ και η Νίκο τραγουδούσαν, μια σειρά από πρωτοποριακές ταινίες παραγωγής του Γουόρχολ προβαλλόταν στον άδειο τοίχο πίσω τους. Την ίδια στιγμή, πάνω στη σκηνή κάποιοι χορευτές (κυρίως θαμώνες του Φάκτορι) λικνίζονταν προκλητικά, ενώ διάφοροι άλλοι παρατρεχάμενοι του κλαμπ έτρεχαν πάνω-κάτω στους διαδρόμους ανάμεσα στο κοινό, προκαλώντας επίτηδες σύγχυση στους θεατές.
Μερικοί θεώρησαν ότι η βραδιά ήταν υπόδειγμα αγνού ροκ εντ ρολ, αλλά κάποιοι μιλούσαν για υπερφόρτωση των αισθήσεων. Για τους οπαδούς του νέου καλλιτεχνικού κύματος ήταν ένα «χάπενινγκ» και ένα από τα πρώτα ηχηρά παραδείγματα του επονομαζόμενου performance art.
Μετά την πρώτη του εμφάνιση, το συγκρότημα έκανε μια περιοδεία με περιορισμένες εμφανίσεις σε όλη τη χώρα παρουσιάζοντας το σόου του επί σκηνής.
Το 1966 οι Velvet Underground μπήκαν για πρώτη φορά στο στούντιο για να ηχογραφήσουν το πρώτο άλμπουμ τους. Η Νίκο τραγούδησε τρία κομμάτια στο άλμπουμ («I’ll Be Your Mirror», «Femme Fatale» και «All Tomorrow’s Parties»). Στα υπόλοιπα κομμάτια του δίσκου τραγούδησε ο Λού Ριντ.
Αν και ο Γουόρχολ δεν είχε σχεδόν καμία συμβολή στην παραγωγή του δίσκου, όταν κυκλοφόρησε το άλμπουμ έφερε κυριολεκτικά τη σφραγίδα της έγκρισης του καλλιτέχνη: η ρεαλιστική, φαλλική εικόνα μιας κίτρινης μπανάνας σε κατάλευκο φόντο έγινε ένα εμβληματικό εξώφυλλο. (Επιπλέον, η μπανάνα «ξεφλουδιζόταν», αποκαλύπτοντας ένα ροζ, σαρκώδες φρούτο κάτω από το αυτοκόλλητο).
Όλα τα κομμάτια του άλμπουμ ήταν γραμμένα από τον Ριντ (είτε εξ ολοκλήρου ή σε συνεργασία), ο οποίος έφερε στο ροκ μια ωμή ποίηση του δρόμου που ήταν εντελώς πρωτόγνωρη. Όπως ειπώθηκε νωρίτερα, ο Ριντ τραγουδούσε στην πλειοψηφία των τραγουδιών. Η βαθιά, μονότονη φωνή του, όπως, παραδόξως, και αυτή της Νίκο, εξέφραζαν τους απανταχού δυσαρεστημένους στο πλαίσιο του ροκ.
Ο Κέιλ, με την κλασική του παιδεία, ήταν υπεύθυνος για την πλειοψηφία των ενορχηστρώσεων στο άλμπουμ. Κάτω από την έντονη επιρροή κλασικών και πρωτοποριακών συνθετών, ο Κέιλ εστίασε την παραγωγή στην τάση του συγκροτήματος για πειραματισμό. Νέες τεχνικές – όπως η επονομαζόμενη κιθάρα Ostrich, που είχε όλες τις χορδές κουρδισμένες στην ίδια νότα – χρησιμοποιήθηκαν σε πολλά τραγούδια.
Αν εξαιρέσουμε λίγες ελαφρές στιγμές – ιδιαίτερα το «I’ll Be Your Mirror» του Ριντ – η ατμόσφαιρα και η διάθεση που απέπνεε ο δίσκος των Velvet Underground ήταν σκοτεινές. Σε έντονη αντίθεση με τον «ελεύθερο έρωτα» και την ηλιόλουστη ευτυχία που πρόβαλλαν τότε η νεολαία και το κίνημα των χίπηδων, οι Velvet Underground τραγουδούσαν για σκοτεινά σοκάκια, για τον εθισμό στα ναρκωτικά και για άλλα παρόμοια μελαγχολικά θέματα. Ο τίτλος και το θέμα του «Venus in Furs» είναι παρμένα από ένα έργο του Λέοπολντ φον Ζάχερ-Μαζόχ. Το «Run Run Run» μιλάει για την κοκαΐνη. Και τα τραγούδια με τίτλο «Heroin» και «Black Angel’s Death Song» δεν χρειάζονται περαιτέρω εξήγηση.
Ωστόσο, όλα αυτά τα κομμάτια έχουν γίνει κλασικά της ροκ αισθητικής. Το allmusic.com συνοψίζει το άλμπουμ των Velvet Underground πολύ πετυχημένα: «το γκλαμ, το πανκ, το νιου γουέιβ, το goth, το noise και σχεδόν όλα τα ανορθόδοξα παρακλάδια του ροκ οφείλουν εμφανώς πολλά σε αυτό». Το Rolling Stone έχει υμνήσει επανειλημμένα τον δίσκο σαν ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα στην ιστορία του ροκ εν ρολ. Το The Rough Guide to Rock χαρακτηρίζει το άλμπουμ ως «το πιο απαραίτητο απόκτημα απ’ όλα».
Ακόμα και σήμερα, όλα τα κομμάτια ακούγονται σαφώς σύγχρονα και φρέσκα.
Παρόλο που την εποχή της κυκλοφορίας του το The Velvet Underground & Nico δεν σημείωσε καμία απολύτως εμπορική επιτυχία, σήμερα αναγνωρίζεται ως ένα από τα άλμπουμ που έχουν διαρκέσει στον χρόνο. Πενήντα και πλέον χρόνια μετά την κυκλοφορία του, πολλοί μουσικοί το αναφέρουν ως ένα έργο-σταθμό που έθεσε τις βάσεις για πολλά πράγματα. Η σφραγίδα και η επιρροή των Velvet Underground είναι εμφανής στη μουσική του Ντέιβιντ Μπόουι, της Πάτι Σμιθ, των Sex Pistols, των REM, των Sonic Youth, των U2, των Cars και αμέτρητων άλλων.
Μετά από το ντεμπούτο τους, οι Velvet Underground επέστρεψαν στο στούντιο για να ηχογραφήσουν το επόμενο άλμπουμ τους, το White Light/White Heat, που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 1967. Η Νίκο είχε ήδη αποχωρήσει – άλλωστε, ήταν εξαρχής μια προσθήκη – για να ξεκινήσει μια σποραδική σόλο καριέρα που δεν απογειώθηκε ποτέ λόγω της γνωστής και μόνιμης εξάρτησής της από τα ναρκωτικά.
Το White Light ήταν επίσης το τελευταίο άλμπουμ με τη συμμετοχή του Τζον Κέιλ, ο οποίος έφυγε από το συγκρότημα εξαιτίας των μόνιμων προστριβών του με τον Λου Ριντ για δημιουργικά ζητήματα. Ακολούθησαν κάποιες άλλες αλλαγές στη σύνθεση του συγκροτήματος στα επόμενα τρία άλμπουμ, μέχρι που οι αρχικοί Velvet Underground διαλύθηκαν γύρω στο 1970. (Ο τελευταίος τους δίσκος, με τίτλο Squeeze, κυκλοφόρησε το 1973 κάτω από την επωνυμία τους, αλλά χωρίς κανένα μέλος από την αρχική σύνθεση.)
Ο Λου Ριντ και ο Τζον Κέιλ ακολούθησαν αξιόλογη σόλο καριέρα. Και οι δύο θεωρούνται πλέον αδιαμφισβήτητοι πρίγκιπες του εναλλακτικού ροκ, με ορδές οπαδών να τους στηρίζουν. Ο Στέρλινγκ Μόρισον εγκατέλειψε τη μουσική βιομηχανία για να διδάξει σε πανεπιστήμιο. Αργότερα, έγινε καπετάνιος ρυμουλκού σκάφους. Πέθανε το 1995. Η Μορίν Τάκερ συνεχίζει να παίζει και να ηχογραφεί σποραδικά. Παντρεύτηκε, μεγάλωσε πέντε παιδιά, δούλεψε στα πολυκαταστήματα Wal-Mart και έχει υπάρξει πολιτική ακτιβίστρια. Η Νίκο έκανε εκτενείς περιοδείες σε όλο τον κόσμο και τελικά ξεπέρασε την εξάρτησή της. Όταν πέθανε, το 1988, σε ηλικία 50 ετών, ζούσε στην Ευρώπη.
Το 1996, η αυθεντική σύνθεση των Velvet Underground & Nico εντάχθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame για την τόλμη τους να μιλήσουν για δύσκολα και αμφιλεγόμενα θέματα και να τα εντάξουν ηχητικά σε μουσικά προοδευτικές φόρμες.
Το εξαιρετικό ντεμπούτο τους συγκαταλέχθηκε στο Εθνικό Ηχητικό Αρχείο το 2006.
ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Πάνος Τομαράς
O Πάνος Τομαράς είναι μουσικός και μεταφραστής. Ως μπασίστας σήμερα κατοικοεδρεύει στους Swing Shoes, στους Happy Dog Project, στους Rosewodd Brothers, Maximum High και στους Βabi Bone Project, ενώ στο παρελθόν συμμετείχε στα θρυλικά πλέον συγκροτήματα των Honeydive, των Engine V και των Earthbound.
Πάνος Τομαράς
O Πάνος Τομαράς είναι μουσικός και μεταφραστής. Ως μπασίστας σήμερα κατοικοεδρεύει στους Swing Shoes, στους Happy Dog Project, στους Rosewodd Brothers, Maximum High και στους Βabi Bone Project, ενώ στο παρελθόν συμμετείχε στα θρυλικά πλέον συγκροτήματα των Honeydive, των Engine V και των Earthbound.
Πάνος Τομαράς
O Πάνος Τομαράς είναι μουσικός και μεταφραστής. Ως μπασίστας σήμερα κατοικοεδρεύει στους Swing Shoes, στους Happy Dog Project, στους Rosewodd Brothers, Maximum High και στους Βabi Bone Project, ενώ στο παρελθόν συμμετείχε στα θρυλικά πλέον συγκροτήματα των Honeydive, των Engine V και των Earthbound.