Γράφει ο Μιχάλης Τζάνογλος
- Η οργή ανάβει τη φωτιά, αλλά μόλις ανάψει αναλαμβάνει η φτώχεια. (Ice T)
- Ακόμα και οι περιστασιακοί χρήστες πρέπει να σέρνονται στον δρόμο και να εκτελούνται (Daryl Gates, Αρχηγός της Αστυνομίας του Λος Άντζελες)
- Το “Cop Killer” είναι το “Born to Be Wild” της δεκαετίας του ’90 (Jello Biafra)
- [Το “Cop Killer”] Είναι αρρωστημένο (President George H. W. Bush)
Ήταν αρχές της δεκαετίας του ’90 και το ποτάμι της οργής φούσκωνε απειλητικά. Χρόνια καταπίεσης, διακρίσεων και ανέχειας …
Εισαγωγή
Το Λος Άντζελες ήταν (και είναι) μία πολυφυλετική πόλη. Από τα 10 περίπου εκατομμύρια των κατοίκων της το 40% ήταν λευκοί, το 37% Ισπανόφωνοι, το 12% Μαύροι, το 9% Ασιάτες και το υπόλοιπο 2% άλλες φυλές, κυρίως Ινδιάνοι και Πολυνήσιοι. Με τη λήξη του ψυχρού πολέμου άρχισαν να μειώνονται δραματικά οι δουλειές, κυρίως στον τομέα της πολεμικής βιομηχανίας, αλλά αυτό είχε αντίκτυπο και σε άλλους τομείς που την τροφοδοτούσαν. Πολλές βιομηχανίες έκλεισαν τα τοπικά εργοστάσια ή μείωσαν την παραγωγή τους. Ως αποτέλεσμα οι θέσεις εργασίας μειώθηκαν κατά 70.000 ενώ παράλληλα μειώθηκαν τα έσοδα της τοπικής κυβέρνησης, που με σειρά της κατάργησε πολλές κοινωνικές παροχές.
Το Σάουθ Σέντραλ ήταν η κατεξοχήν βιομηχανική περιοχή της πόλης. Ήταν η περιοχή που έμεναν οι μετανάστες και όσοι πήγαιναν στο Λος Άντζελες από άλλες περιοχές της χώρας. Μαύροι, Ισπανόφωνοι και Ασιάτες (κυρίως Κορεάτες) προσπαθούσαν να επιβιώσουν. Το ποσοστό ανεργίας στους μαύρους ήταν πάνω από 50%. Το 25% από αυτούς δεν είχαν ολοκληρώσει τη βασική εκπαίδευση, ενώ στους Ισπανόφωνους το ποσοστό έφτανε στο 40%. Η παραβατικότητα των φτωχότερων τμημάτων της τοπικής κοινωνίας αυξανόταν με ραγδαίους ρυθμούς. Συμμορίες ξεφύτρωναν από παντού. Η πορνεία και τα ναρκωτικά ήταν οι βασικοί τρόποι επιβίωσης. Οι δολοφονίες και οι εκτελέσεις μελών αντίπαλων συμμοριών διπλασιάζονταν κάθε χρόνο. Περισσότερες από 1000 δολοφονίες καταγράφηκαν στο Λος Άντζελες μόνο το 1990. Όμως και η αστυνομία είχε επίσης το μερίδιό της. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 γίνονταν κάθε χρόνο 200-300 καταγγελίες από πολίτες και αφορούσαν είτε αστυνομική βία είτε παράνομες δραστηριότητες μπάτσων. Ο εκφοβισμός και η αστυνομική βία ήταν στην ημερήσια διάταξη. Το 1988, σε μία μόνο επιχείρηση «αρετή» ( «σφύρα» την είχε αποκαλέσει ο Αρχηγός της Αστυνομίας, Daryl Gates) 1.000 μπάτσοι συνέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες 1.500 άτομα. Μόλις σε εκατό από αυτά απαγγέλθηκαν κατηγορίες και τελικά μόνο 32 καταδικάστηκαν για διάφορα μικρά ή μεγάλα αδικήματα.
Αυτή ήταν η πολιτική της τοπικής κυβέρνησης η οποία ήθελε να ελέγξει την περιοχή χρησιμοποιώντας, εκτός από τη βία, και την τακτική του “διαίρει και βασίλευε”. Οι Ισπανόφωνοι έβρισκαν δουλειά λίγο πιο εύκολα από τους Μαύρους, ενώ οι Κορεάτες εκμεταλλεύονταν τις διευκολύνσεις που έκανε η τοπική κυβέρνηση στις Κορεάτικες Τράπεζες για να χρηματοδοτούν την ανάπτυξη της κορεάτικης μικρο-επιχειρηματικότητας. Με αυτό τον τρόπο, χιλιάδες Κορεάτες άνοιξαν εμπορικά καταστήματα στη καρδιά του Σάουθ Σέντραλ. Η αλλαγή αυτή, αύξησε την αντιπάθεια των Μαύρων και των Ισπανόφωνων απέναντι στους Κορεάτες καθώς τους έβλεπαν να βελτιώνουν σιγά σιγά τον τρόπο της ζωής τους και σχεδόν να υιοθετούν τον τρόπο ζωής των λευκών. Όμως και οι Κορεάτες βοήθησαν από την πλευρά τους για να αυξηθεί αυτή η αντιπάθεια. Ο τρόπος που αντιμετώπιζαν τους γείτονές τους άλλαξε. Έγιναν κι εκείνοι “νοικοκυραίοι” και άρχισαν να θεωρούν τον εαυτό τους ανώτερο. Ειδικά προς τους μαύρους, η αντιμετώπιση ήταν πολύ προβληματική. Όχι μόνο δεν τους προσλάμβαναν ως υπαλλήλους, αλλά αντιμετώπιζαν σαν κλέφτες ακόμα και τους μαύρους πελάτες τους. Αυτή η αντιπαλότητα έφτασε στο κόκκινο όταν ένας μαγαζάτορας πυροβόλησε και σκότωσε μία 15χρονη κοπέλα επειδή πίστευε ότι ήθελε να κλέψει ένα χυμό πορτοκάλι αξίας 1,79$. Το βίντεο από τις κάμερες ασφαλείας του μαγαζιού, έδειξε ότι η νεκρή κοπέλα κρατούσε στο χέρι της ένα χαρτονόμισμα των 2 δολαρίων.
Η Υπόθεση Rodney King
Τα πράγματα μεταξύ των κοινοτήτων αλλά και της αστυνομίας είχαν πάρει πολύ άσχημη τροπή. Ήταν όλοι εναντίον όλων. Το βράδυ της 3ης Μαρτίου 1991 διαδραματίστηκε μία από τις χειρότερες σκηνές αστυνομικής βίας στην ιστορία του Λος Άντζελες. Ή μάλλον μία από τις χειρότερες που έγιναν δημόσια γνωστές. Ο 25χρονος οικοδόμος Rodney King μαζί με δύο φίλους του έκαναν επικίνδυνα παιχνίδια με το αυτοκίνητο (η αστυνομία ανέφερε αργότερα ότι έτρεχαν με 180 χιλ. την ώρα μέσα στην πόλη). Όταν οι μπάτσοι του έκαναν σήμα να σταματήσει, ο King ανέπτυξε ταχύτητα και προσπάθησε να το σκάσει (ο ίδιος δήλωσε αργότερα ότι φοβήθηκε επειδή ήταν με αναστολή). Στη καταδίωξη συμμετείχαν πολλά περιπολικά και ένα ελικόπτερο. Κάποια στιγμή κατάφεραν να τον μπλοκάρουν και να τον σταματήσουν. Έχωσαν τους δύο φίλους του στο περιπολικό και όταν έφτασε η ώρα του King, αντί να του περάσουν χειροπέδες και να τον χώσουν κι αυτόν σε κάποιο περιπολικό, άρχισαν να τον ξυλοκοπούν με λύσσα. Τα κλομπ, οι κλοτσιές και οι μπουνιές έδιναν κι έπαιρναν. Τρείς μπάτσοι τον χτυπούσαν χωρίς να κάνουν την παραμικρή προσπάθεια να τον συλλάβουν και χωρίς ο επικεφαλής τους να επεμβαίνει για να τους σταματήσει. Στο μεταξύ, είχαν φτάσει και άλλοι μπάτσοι στο σημείο, οι οποίοι παρακολουθούσαν με απάθεια τον ξυλοδαρμό.
Το θέμα θα είχε περάσει στα ψιλά ή δεν θα είχε μαθευτεί καθόλου, όπως και τόσα άλλα, αν δεν τύχαινε να βιντεοσκοπήσει τη σκηνή ένας περαστικός, ο George Holliday. Έπειτα από λίγες μέρες το βίντεο προβλήθηκε από την τηλεόραση ξεσηκώνοντας τεράστιες αντιδράσεις. Αντέδρασαν ακόμα και πολλοί λευκοί αστοί οι οποίοι, ζώντας μέσα στη φούσκα της “ευμάρειας”, δεν μπορούσαν να φανταστούν τι συνέβαινε στις φτωχογειτονιές του Σάουθ Σέντραλ. Το Αστυνομικό Τμήμα του Λος Άντζελες (LAPD) είχε καταφέρει να παρουσιάσει προς τα έξω μια πολύ “πολιτισμένη” και “μοντέρνα” εικόνα. Ακόμα και μέσα στους κόλπους της αστυνομίας υπήρξαν αντιδράσεις. Δημόσια πάντως, οι μπάτσοι προσπάθησαν να δικαιολογήσουν αυτά που συνέβησαν, υποστηρίζοντας ότι ο King έμοιαζε μαστουρωμένος και ότι φοβήθηκαν για τη ζωή τους. Όμως η διάψευση ήταν άμεση, αφού οι εξετάσεις που πραγματοποιήθηκαν στο νοσοκομείο όπου είχε μεταφερθεί μετά το λιντσάρισμα, έδειξαν ότι ήταν καθαρός. Η τοπική κυβέρνηση σε συνεργασία με το LAPD και τα ΜΜΕ προσπάθησαν να υποβιβάσουν το γεγονός και όπως ανέφερε αργότερα ο ανταποκριτής της Washington Post στο LA, «Οι φυλετικές εντάσεις δεν ήταν της μόδας για τις εφημερίδες». Τελικά απαγγέλθηκαν κατηγορίες σε τέσσερις μπάτσους και οδηγήθηκαν σε δίκη.
Η Εξέγερση
Λίγο περισσότερο από ένα χρόνο μετά τον ξυλοδαρμό και συγκεκριμένα την Τρίτη 29 Απριλίου 1992, εκδόθηκε η απόφαση του δικαστηρίου. Οι δώδεκα ένορκοι (δέκα λευκοί, ένας Ισπανόφωνος, ένας Ασιάτης και κανένας μαύρος) αθώωσαν και τους τέσσερις αστυνομικούς. Μέσα σε λίγα λεπτά ξεκίνησαν αυθόρμητες συγκεντρώσεις μπροστά από το δικαστήριο και τα κεντρικά γραφεία της αστυνομίας από εκατοντάδες αγανακτισμένους, κυρίως μαύρους (αλλά και λευκούς, Ασιάτες και Ισπανόφωνους), που απαιτούσαν δικαίωση για τον Rodney King.
Οι συγκεντρώσεις, ειδικά αυτή μπροστά από τα δικαστήρια, σύντομα απέκτησαν επιθετικό χαρακτήρα. Μέσα σε δύο ώρες η κατάσταση άρχισε να παίρνει εκρηκτικές διαστάσεις σε πολλές γειτονιές του Λος Άντζελες. Άρχισαν επιθέσεις σε εμπορικά καταστήματα, κυρίως σε κάβες ποτών και μίνι μάρκετ. Τέτοια καταστήματα ανήκαν κυρίως σε Κορεάτες. Νωρίς το απόγευμα, ο μαύρος δήμαρχος (και πρώην μπάτσος) προσπάθησε με δηλώσεις να κατευνάσει την οργή του πλήθους, καταγγέλλοντας την δικαστική απόφαση και ζητώντας ταυτόχρονα αυτοσυγκράτηση. Ένας πεζός, ένας οδηγός φορτηγού και μερικοί μοτοσικλετιστές ξυλοκοπήθηκαν άγρια σε διαφορετικά σημεία της πόλη, ενώ άρχισαν οι λεηλασίες καταστημάτων.
Μέχρι το βράδυ οι αντιδράσεις είχαν μετατραπεί σε εξέγερση που εξαπλωνόταν ραγδαία πέρα από τις συνοικίες των μαύρων. Φωτιές, πετροπόλεμος, λεηλασίες. Το κίνημα συμπαράστασης φούντωσε. Ο ραδιοφωνικός σταθμός KJLH του Stevie Wonder διέκοψε το μουσικό του πρόγραμμα για να μεταδίδει χρήσιμες πληροφορίες προς τους εξεγερμένους. Εκκλησίες άνοιξαν τις πόρτες τους για να περιθάλψουν τους τραυματίες. Η αστυνομία δεν μπορούσε να ελέγξει την κατάσταση και ο δήμαρχος, ζήτησε από τον κυβερνήτη τη συνδρομή της Εθνοφυλακής. Τα μεσάνυχτα ανακοινώθηκε απαγόρευση της κυκλοφορίας που ίσχυσε μέχρι το πρωί.
Η αστυνομία, σε μία προσπάθεια να “προστατέψει” τις πλούσιες περιοχές της πόλης όπως το Hollywood και το Beverly Hills, απέκλεισε περιμετρικά τους δρόμους. Αυτός ο αποκλεισμός εγκλώβισε την Κορεάτικη συνοικία καθώς στη μια πλευρά βρίσκονταν οι μπάτσοι που ξυλοκοπούσαν ανελέητα και στην άλλη οι εξεγερμένοι που λεηλατούσαν. Οι Κορεάτες “νοικοκυραίοι” οπλίστηκαν και ταμπουρώθηκαν έτοιμοι να πυροβολήσουν όποιον πλησίαζε τα καταστήματά τους. Όμως και οι εξεγερμένοι ήταν πλέον οπλισμένοι. Σε μία τέτοια συμπλοκή ένας νεαρός Κορεάτης έχασε τη ζωή του. Οι λεηλασίες και οι συμπλοκές συνεχίστηκαν με ακόμα μεγαλύτερη ένταση.
Παράλληλα όμως και στις υπόλοιπες περιοχές των εξεγερμένων η κατάσταση γινόταν περισσότερο βίαιη. Κόσμος έβγαινε στους δρόμους και δίπλα στους εξεγερμένους είχαν συνταχθεί πλέον πολλοί Ισπανόφωνοι και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που κανείς δεν μπορούσε να ξεχωρίσει σε ποια από τις δύο κοινότητες ανήκαν οι περισσότεροι. Ο πρόεδρος Bush εξέδωσε ανακοίνωση καταδικάζοντας την “αναρχία”. Με την πλευρά του κράτους συνάχθηκαν και αρκετοί “επιφανείς” μαύροι, όπως ο Bill Cosby, ο οποίος παρότρυνε τους ομοφύλους του, να μείνουν σπίτι και να παρακολουθήσουν την εκπομπή του.
Την τρίτη μέρα της εξέγερσης οι συγκρούσεις και οι λεηλασίες συνεχίζονταν με αμείωτη ένταση. Είχε έρθει πλέον η σειρά του στρατού να συνδράμει τις δυνάμεις καταστολής. Συνολικά οι εθνοφρουροί μαζί με τους στρατιώτες ξεπέρασαν τις 10.000, χωρίς να υπολογίζονται οι δυνάμεις της τοπικής αστυνομίας (LAPD & LASD-Το Τμήμα του Σερίφη της πόλης), της πυροσβεστικής και της τροχαίας, αλλά ούτε και οι 1.700 ομοσπονδιακοί μπάτσοι που ήταν ειδικευμένοι στην αντιμετώπιση εξεγέρσεων και είχαν σταλεί από τον Bush.
Την τέταρτη μέρα οι στρατιώτες και οι εθνοφρουροί μπήκαν δυναμικά στο παιχνίδι με αποτέλεσμα τον περιορισμό των συγκρούσεων. Οι δυνάμεις του κράτους άρχισαν να έχουν το πάνω χέρι. Το απόγευμα της ίδιας μέρας, περίπου 30.000 άτομα, κυρίως Κορεάτες, διαδήλωσαν στην πόλη εκφράζοντας την αλληλεγγύη και την ειρήνη ανάμεσα στις κοινότητες και παράλληλα καταγγέλλοντας την αστυνομική βία.
Τα Αποτελέσματα
Την πέμπτη και τελευταία μέρα των γεγονότων η εξέγερση είχε καταλαγιάσει και η πόλη άρχισε να μετράει τις πληγές της. Καταμετρήθηκαν 63 νεκροί, 2.000 τραυματίες, 5.000 συλληφθέντες (άλλοι τους ανεβάζουν σε 11.000), και τουλάχιστον 1.000 κτίρια και αμέτρητα αυτοκίνητα κατεστραμμένα. Οι ζημιές εκτιμήθηκαν σε πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια. Ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα για την κοινωνία ήταν ότι άνοιξε ξανά και σε άλλη βάση η συζήτηση για τα δικαιώματα των μειονοτήτων και έγινε φανερή η ανάγκη της αλληλεγγύης ανάμεσά στις κοινότητες. Ξεκαθάρισε σε όλους ποιος ήταν (και θα είναι πάντα) ο εχθρός.
Η γνώμη του Tracy Lauren Marrow για την εξέγερση
Σε μία συζήτηση που είχε με τη δημοσιογράφο Heidi Siegmund Cuda, και η οποία εκδόθηκε σε βιβλίο το 1994, ο Tracy Lauren Marrow ανέφερε: «Η 29η Απριλίου ήταν η ποιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου… Η οργή πυροδοτεί τη φωτιά, αλλά μόλις αυτή ανάψει αναλαμβάνει η φτώχεια… [Τα ΜΜΕ] προβάλουν τις φασαρίες αλλά δεν προβάλουν την αιτία… Από ποιόν σε προστατεύει η αστυνομία;… Το πιο τρομακτικό δεν ήταν ο ξυλοδαρμός του Rodney King ούτε ότι το έκαναν λευκοί μπάτσοι, αλλά το ότι οι ένορκοι έκριναν τους μπάτσους αθώους… Με κάλεσαν στο Κανάλι 11 και ο παρουσιαστής μου ζήτησε να σταματήσω την εξέγερση… Αυτός που θα μπορούσε να την σταματήσει, θα μπορούσε και να την προλάβει… Ο λαός του γκέτο ξέσπασε. Τα έβαλαν με τους Κορεάτες γιατί τους αισθάνονταν ένα σκαλί πιο πάνω… πιο κοντά στο σύστημα… Η πιο ειρηνική στιγμή που έχω ζήσει στο Σάουθ Σέντραλ, ήταν στη διάρκεια της εξέγερσης… Οι άνθρωποι χαμογελούσαν. Έσφιγγαν ο ένας το χέρι του άλλου με συντροφικότητα. Ήταν σαν να είχαν επανοικειοποιηθεί την πόλη. Για εκείνες τις λίγες μέρες [η πόλη] μας ανήκε… Επιστρέφοντας, έπεσα πάνω σε μία ομάδα του Queer Nation που φώναζαν «Fuck the Police». Ήταν το πιο άγριο πράγμα που έγινε ποτέ… Αυτό που είδατε στην TV δεν ήταν όλη η αλήθεια. Υπήρχαν πολλοί λευκοί μπροστά από το αρχηγείο της αστυνομίας που τα έσπαγαν. Υπήρχαν λευκοί ακόμα και στο κέντρο του Σάουθ Σέντραλ που διαδήλωναν και προσπαθούσαν να βοηθήσουν όπως μπορούσαν… Όταν ένας πολίτης τα σκατώσει, το σύστημα μπορεί να του επιβάλει κυρώσεις… Ο λαός πως μπορεί να επιβάλει κυρώσεις στο σύστημα; Με την ψήφο; Όχι… Αυτά που παρακολουθήσατε στις 29 Απριλίου ήταν οι κυρώσεις στο σύστημα επειδή τα γάμησε … »
Body Count, feat. Ice T
Τα χρόνια εκείνα ο κύριος Tracy Lauren Marrow, γνωστότερος ως Ice T, ήταν ήδη διάσημος τόσο ως rapper όσο και ως ηθοποιός. Ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τη rock μουσική στην εφηβεία και υπεύθυνος για αυτό ήταν ένας ξάδερφός του. Γρήγορα έγινε οπαδός των Led Zeppelin και των Black Sabbath και στο σχολείο γνώρισε κι άλλους μαύρους που τους άρεσε το rock. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και οι Ernie C, Mooseman, D-Ro & Beatmaster V, με τους οποίους γύρω στο 1990, δηλαδή πολλά χρόνια μετά το σχολείο και αφού είχε ήδη περάσει ξυστά από τα ναρκωτικά και τις συμμορίες, είχε υπηρετήσει στο στρατό, είχε μπλέξει με κλοπές, είχε αρχίσει να εμφανίζεται ως ηθοποιός και να κυκλοφορεί rap δίσκους, σχημάτισε μια rock μπάντα – τους Body Count.
Το άλμπουμ
Το πρώτο, ομώνυμο άλμπουμ των Body Count με τίτλο κυκλοφόρησε στις 30 Μαρτίου του 1992, μόλις ένα μήνα πριν την εξέγερση. Έχει χαρακτηριστεί ως heavy metal, trash metal, speed metal, hardcore και rap-metal. Για τον Ice T όμως ήταν «ένα rock άλμπουμ με rap νοοτροπία». Όπως και να έχει, ο δίσκος ήταν μια γροθιά στο στομάχι τόσο από μουσική όσο και από στιχουργική πλευρά. Η θεματολογία των τραγουδιών είχαν να κάνουν με τη ζωή στο Σάουθ Σέντραλ, την αστυνομική βία, τον ρατσισμό, τις συμμορίες, τα ναρκωτικά, τις γυναίκες κ.α.
Cop Killer
Το κομμάτι το οποίο έκλεινε το Body Count και το οποίο αρχικά προοριζόταν να είναι ο τίτλος του άλμπουμ, ήταν το "Cop Killer". Ως εισαγωγή πριν από αυτό υπήρχε το "Out In The Parking Lot", μια οργισμένη «αφιέρωση» στο LAPD. «Ο επόμενος δίσκος είναι αφιερωμένος σε μερικούς προσωπικούς φίλους μου: το Αστυνομικό Τμήμα του Λος Άντζελες. Για κάθε μπάτσο που εκμεταλλεύτηκε, ξυλοκόπησε ή έβλαψε κάποιον μόνο και μόνο επειδή είχε μακριά μαλλιά, άκουγε λάθος είδος μουσικής. Είχε λάθος χρώμα – για όποιο λόγο κι αν τα έκανε αυτά, για καθέναν από εκείνους τους γαμημένους αστυνομικούς, θα ήθελα να βγάλω ένα γουρούνι έξω στο πάρκινγκ και να τον πυροβολήσω στη γαμημένη μούρη».
Αμέσως ο Ice T έμπαινε στο επόμενο κομμάτι ουρλιάζοντας: «ΦΟΝΙΑΣ ΜΠΑΤΣΩΝ!»
Στο ρεφραίν τραγουδούσε:
«ΦΟΝΙΑ ΜΠΑΤΣΩΝ, είσαι καλύτερος από μένα
ΦΟΝΙΑ ΜΠΑΤΣΩΝ, γάμα την αστυνομική θηριωδία!
ΦΟΝΙΑ ΜΠΑΤΣΩΝ, το ξέρω πως η φαμίλια σου πενθεί, ΓΑΜΑ ΤΟΥΣ!I
ΦΟΝΙΑ ΜΠΑΤΣΩΝ, απόψε θα πάρουμε πίσω το αίμα μας».
Κι έκλεινε με τη προτροπή
«ΓΑΜΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ, για την ελευθερία σου
ΓΑΜΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ, μην είσαι κότα
ΓΑΜΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ, δείξε κουράγιο
ΓΑΜΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ, όλοι μαζί!
ΓΑΜΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ! Είμαι ένας καργιόλης
ΦΟΝΙΑΣ ΜΠΑΤΣΩΝ! »
Σύμφωνα με τον Ice T, συνέλαβε την ιδέα για το κομμάτι όταν άκουσε το "Phsycho Killer" των Talking Heads. Η αλήθεια είναι ότι δεν θα το ολοκλήρωνε αν δεν τον πίεζε ο κολλητός του και ντράμερ των Body Count, Beatmaster V. Το κομμάτι παίχτηκε σε μερικές συναυλίες πριν ακόμα κυκλοφορήσει όπως στο 1ο φεστιβάλ Lollapalooza που έγινε το καλοκαίρι του 1991.
Οι Αντιδράσεις
Λόγω της χρονικής συγκυρίας, στο μυαλό των περισσότερων το "Cop Killer" συνδυάστηκε με την εξέγερση στο Σάουθ Σέντραλ. Μετά την εξέγερση, και όταν τα πράγματα άρχισαν πλέον να επανέρχονται πάλι τους κανονικούς τους ρυθμούς, οι οργανώσεις των μπάτσων σε όλη τη χώρα που είχαν βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα προσπάθησαν να αντεπιτεθούν και να αποκαταστήσουν με διάφορους τρόπους τη φήμη τους. Για παράδειγμα, ενώσεις μπάτσων στο Τέξας κατήγγειλαν ότι ο δίσκος στοχοποιούσε κατάφωρα την αστυνομία και κάλεσαν τα δισκοπωλεία του Τέξας να τον αποσύρουν. Αμέσως ακολούθησαν αντίστοιχες ενώσεις στην Αλαμπάμα και την Καλιφόρνια. Ειδικά στην Καλιφόρνια, εξήντα βουλευτές έστειλαν επιστολή διαμαρτυρίας στην δισκογραφική Warner Bros, ζητώντας την απόσυρση του δίσκου από όλη τη χώρα, απειλώντας ότι αν δεν συμβεί θα ζητήσουν από τους Αμερικανούς να μποϊκοτάρουν όλες τις παραγωγές της εταιρείας.
Το 1992 ήταν χρονιά εκλογών και οι συντηρητικοί κύκλοι έπρεπε να στηρίξουν την έννομη τάξη και τις οικογενειακές αξίες. Συνεπώς, δεν ήταν παράξενο που στην παρέα των επίδοξων λογοκριτών προστέθηκαν ο αντιπρόεδρος Dan Quayle και ο πρόεδρος George H. W. Bush. Ο πρώτος χαρακτήρισε το τραγούδι «άσεμνο» και ο δεύτερος «αρρωστημένο». Έπειτα ήρθε η σειρά του υπέρμαχου της οπλοκατοχής και ηθοποιού Charlton Heston, του Oliver North, γνωστού από το σκάνδαλο Irangate, και της φαιδρής Tipper Gore, της γυναίκας του επόμενου αντιπροέδρου Al Gore, η οποία ανέκαθεν εκδήλωνε την απέχθειά της για τη rock μουσική καθώς τη θεωρούσε διαβολική και καταστροφική για τη νεολαία. Η γελοιότητα των επιχειρημάτων έφτασε μέχρι του σημείου να κατηγορηθούν το «Cop Killer» και οι δημιουργοί του ως υπεύθυνοι για την εξέγερση.
Αρχικά η εταιρεία αρνήθηκε να υποκύψει στους εκβιασμούς και αρνήθηκε να αποσύρει το τραγούδι. Στο πλευρό της τάχθηκαν συγκροτήματα και τραγουδιστές όπως οι Anthrax, οι Sonic Youth, ο Jello Biafra και άλλοι καλλιτέχνες όπως ο σκηνοθέτης Oliver Stone και ο τηλεοπτικός παραγωγός Norman Lear. Τον Ιούλιο του 1992 μάλιστα οι υποστηρικτές της ελευθερίας του λόγου οργάνωσαν διαδήλωση διαμαρτυρίας. Όμως, κάτω από την ασφυκτική πίεση η εταιρεία και το συγκρότημα συμφώνησαν να αφαιρέσουν το επίμαχο τραγούδι. Η απόφαση αυτή δεν πρέπει να ήταν καθόλου εύκολη για τον Ice T και τους Body Count επειδή βρέθηκαν να ισορροπούν στη κόψη ενός ξυραφιού. Από την μία μεριά ήταν οι ιδέες τους, οι άνθρωποι με τους οποίους μεγάλωσαν, η εικόνα που ήθελαν να εδραιώσουν σαν μπάντα διαμαρτυρίας, και από την άλλη οι σχέσεις με τις δισκογραφικές, τα κινηματογραφικά στούντιο, τα ΜΜΕ, οι πιθανές νομικές συνέπειες αλλά και τα χρήματα.
Τελικά το κομμάτι αντικαταστάθηκε από ένα παλαιότερο του Ice T που είχε ήδη κυκλοφορήσει από το 1989. Ο τίτλος του κομματιού ήταν "Freedom of Speech" και στα φωνητικά συμμετείχε ο Jello Biafra των Dead Kenndys. «Ελευθερία του λόγου και γαμημένα κουραφέξαλα…» Η μουσική ήταν κυρίως samples από το "Foxy Lady" του Jimi Hendrix.
Ο Jello Biafra χαρακτήρισε το «Cop Killer ως τον ύμνο των 90’s. Η ιστορία απέδειξε ότι οι προσπάθειες για να θαφτεί το κομμάτι έφερε τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα. Το άλμπουμ γνώρισε μεγάλη επιτυχία σε Αμερική και Ευρώπη και σε λίγο καιρό είχε γίνει χρυσός. Το κομμάτι διασκευάστηκε πολλές φορές, με καλύτερη ίσως τη διασκευή των Soundgarden στο φεστιβάλ Lollapalooza '92. Πολλά χρόνια αργότερα, το άλμπουμ επανακυκλοφόρησε στην αρχική του μορφή με το "Freedom of Speech" σαν bonus track
Τα καθ' ημάς
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και ειδικότερα την Αθήνα, οι τυχεροί που βρεθήκαμε στο κατάμεστο Ρόδον στις 19 Απριλίου 1997 ακούσαμε και συμμετείχαμε σε μία απίστευτη live εκτέλεση του «Cop Killer». Ένα Ρόδον που σειόταν από τον χορό, με υψωμένες γροθιές και στα στόματα όλων η κραυγή «COP KILLER, fuck police brutality». Με το που τελείωσε το τραγούδι ο κόσμος συνέχισε με το δημοφιλέστατο και αντίστοιχο σύνθημα: «ΜΠΑΤΣΟΙ ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ».
Σε ό,τι αφορά το Merlin’s Music Box, τα συναισθήματα που μας είχε προκαλέσει η ιστορία αυτή μας οδήγησαν να τυπώσουμε ήδη από τις πρώτες μέρες μετά την εξέγερση, τα πρώτα μας μπλουζάκια με την μολότοφ και το μότο «L.A. Everyday»
Διαβάστε:
Εξέγερση, Ρίμες και Αιτία - Μια ιστορία αστυνομικής βίας κι ένα κείμενο του Linton Kwesi Johnson...
Ο Ρόντνι Κινγκ ζει στη Νίκαια...
Ακούστε:
Playlist με τραγούδια αφιερωμένα στην υπόθεση Rodney King