Γράφει ο Μιχάλης Πούγουνας
(αναδημοσίευση από το blog tribe4mian's weblog)
Η ιστορία μας ξεκινά στην Βρετανία με τον VinceTaylor έναν άνθρωπο που παρότι στην δεκαετία του ΄50 ηχογράφησε μαζί με την μπάντα του, τους Playboys, κλασικά βρετανικά rock’n’roll τραγούδια όπως το “Brand New Cadillac” και το “Endless Sleep”, απέτυχε να γνωρίσει επιτυχία στα chart παρότι τον ακολουθούσε στις ζωντανές εμφανίσεις του ένα πολυάριθμο κοινό.
Η απρόβλεπτη προσωπικότητα του Taylor, ενώ ήταν ένα πολύτιμο στοιχείο στη σκηνή, προκαλούσε σημαντικές τριβές ανάμεσα στα μέλη των Playboys και το συγκρότημα αναγκάστηκε να τον απολύσει.
Λίγο αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, έκλεισαν μια εμφάνιση στο θέατρο Olympia στο Παρίσι.
Ο Taylor παρά την απόλυσή του, είχε παραμείνει φίλος με τα μέλη της μπάντας και ζήτησε να πάει μαζί τους στο Παρίσι.
Ετσι ξαναμπήκε στο συγκρότημα.
Ντυμένος με μαύρα δερμάτινα, και φορώντας μια αλυσίδα με ένα μενταγιόν της Ζαν Ντ’ Αρκ στον λαιμό του, έδωσε μια πολύ εντυπωσιακή παράσταση στο soundcheck αναγκάζοντας τον Γάλλο παραγωγό Eddie Barclay (και παραγωγό του Jacques Brel, της Dalida και του Charles Aznavour, αλλά και ιδρυτή της Barclay Records) να του υπογράψει εξαετές συμβόλαιο με την εταιρεία Barclay.
Σύντομα ο Taylor κατάφερε να γίνει το μεγαλύτερο όνομα της γαλλικής rock'n'roll σκηνής ξεπερνώντας ακόμα και τον Johnny Halliday, τον θρύλο του γαλλικού rock 'n' roll.
Ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα αυτής της περιόδου για την καριέρα του ήταν όταν οι Taylor & The Playboys άνοιξαν για τους Rolling Stones στο Θέατρο Olympia του Παρισιού το 1964.
Στις συναυλίες ο Taylor διέθετε όλα τα σημάδια του τυπικού rock'n'roll μαγνητισμού. Το μόνο μειονέκτημα ήταν οι κραυγές των γυναικών στο κοινό που έπνιγαν την αδύναμη φωνή του.
Οι περιοδείες στην Ευρώπη αποδείχθηκαν περισσότερο χαοτικές, καθώς στις εμφανίσεις του έβγαινε στη σκηνή ντυμένος με μαύρα δερμάτινα, φορούσε μακιγιάζ, και έπεφτε κάτω παριστάνοντας ότι έπασχε από επιληπτικές κρίσεις, προκαλώντας ταραχές.
Ακολουθώντας για μήνες αυτή την απαιτητική ρουτίνα, το μυαλό του άρχισε να επηρεάζεται από τα ναρκωτικά και, ιδίως, από το LSD.
Παρά την αρμονική σχέση του με τους Playboys επί σκηνής, εκτός σκηνής τα πράγματα δεν ήταν καθόλου καλά, με αποτέλεσμα το συγκρότημα να διαλυθεί για ακόμα μια φορά.
Όταν το 1966 τον συνάντησε ο David Bowie στο Giacondacafe της Tottenham Court Road, o Taylor (το πραγματικό του όνομα ήταν Brian Holden και είχε γεννηθεί το 1939 στο Middlesex) αποκαλούσε τον εαυτό του Mateus, είχε την φιλοδοξία να φτιάξει μια καινούργια Ατλαντίδα και, ανάλογα με την φάση του, αποκαλούσε τον εαυτό του πότε εξωγήινο και πότε γιο του Θεού...
“Με ενέπνευσε να γράψω τον Ziggy”, αποκάλυψε αργότερα ο Bowie, διχασμένος ανάμεσα στην φαντασία και στην πραγματικότητα. “Δεν είμαι σίγουρος αν τον είχα κάπου ψηλά μέσα μου σαν είδωλο ή σαν παράδειγμα προς αποφυγή. Μάλλον λίγο κι απ'ο τα δύο. Ήταν ένα rock’n’roll αστέρι της δεκαετίας του εξήντα που σιγά-σιγά έχανε το μυαλό του. Στο τέλος, ο Taylor απέλυσε το συγκρότημά του και ένα βράδυ ανέβηκε στη σκηνή φορώντας ένα άσπρο σεντόνι. Παρότρυνε το ακροατήριο να χαίρεται τη ζωή του και δήλωσε ότι αυτός είναι ο Χριστός”.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, η οικογένειά τού Taylor είχε μετακομίσει στην Καλιφόρνια, όπου η αδερφή του παντρεύτηκε τον Joe Barbera, της Hanna-Barbera, της εταιρείας που δημιουργούσε τα γνωστά cartoon. Στο Λος Άντζελες ο Taylor - που είχε επηρεαστεί από τον ElvisPresley - άρχισε να πρωτοδοκιμάζει τις δυνατότητές του σε διάφορα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης. Το 1957 επέστρεψε στο Λονδίνο και μέσα σε μερικούς μήνες υπέγραψε με την EMI.
Ένας άλλος καλλιτέχνης που γνώρισε τον Taylor ήταν ο Gary Glitter, ο οποίος είχε βρεθεί να παίζει μαζί του σε μια περιοδεία του 1960 και διδάχθηκε από τον Taylor τον χρυσό κανόνα της διασημότητας: “Για εκείνον, η εικόνα του rock’n’roll μουσικού ήταν τα πάντα και πίστευε ότι το κοινό δεν έπρεπε να ξέρει πώς είσαι πραγματικά, επειδή έτσι ποτέ ξανά δεν θα σε θεωρούσαν κάτι ξεχωριστό” (Tο ίδιο μάθημα θα δίδασκε στον Adam Ant ο ντράμερ του Taylor, Don Hawkins.)
Μεταξύ των πολυάριθμων ιστοριών που ακολουθούν τον Taylor τόσο για την επιτυχία όσο και την αποτυχία του, ο Άγγλος μουσικός και μάνατζερ Dave Dee τον θυμόταν στη γαλλική ακμή του, όταν ξεκινούσε τις παραστάσεις του δεμένος με μια αλυσίδα μέσα σε ένα κλουβί, ενώ τον μαστίγωναν δύο βοηθοί. Αυτή η σκηνή επαναλήφθηκε στην ταινία Privilege (1967) του σκηνοθέτη Peter Watkins, όπου ο Paul Jones υποδύθηκε τον Steven Shorter, έναν αστέρα της pop, τον οποίο εκμεταλλεύτηκε το βρετανικό κράτος για να κρατά τις μάζες σε ηρεμία και τελικά μετατράπηκε σε μηχανή σωτηρίας.
(Αργότερα μάλιστα, ο Paul Jones είχε φιλικές σχέσεις με τους Damned και τους Adverts επειδή του άρεσε το πανκ και μετά τις θεατρικές παραστάσεις του συχνά πήγαινε σε συναυλίες).
Αρχικά Το Privilege ήταν προορισμένο κυρίως ως ένα πολιτικό σχόλιο αλλά το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό της ταινίας αποδείχθηκε τελικά ότι ήταν ο ίδιος ο χαρακτήρας του Shorter, ο μυστηριώδης γρίφος ενός αινίγματος, δίχως προφανές ενδιαφέρον για οτιδήποτε, συμπεριλαμβανομένης ακόμα και της ίδιας του της μουσικής.
Αυτή ήταν η πρώτη απεικόνιση ενός ροκ σταρ ως ηθικά, συναισθηματικά και σωματικά αβοήθητου ατόμου, το οποίο προσπαθούσε αλλά δεν μπορούσε να αναλάβει δράση. Η Jean Shrimpton συμπρωταγωνίστησε στην ταινία ως Vanessa, μια καλλιτέχνης η οποία προσελήφθη για να ζωγραφίσει το πορτρέτο του, αλλά δεν κατάφερε να βρει κάποια εσωτερική πραγματικότητα για να απεικονίσει.
Ο ροκ σταρ δηλαδή παρουσιαζόταν να είναι εσωτερικά κενός.
Ο Taylor συνέχισε να ηχογραφεί και να εμφανίζεται σποραδικά σε όλη τη δεκαετία του '70 και του '80. Στα τελευταία του χρόνια, έζησε στην Ελβετία, όπου εργάστηκε ως μηχανικός αεροσκαφών και συχνά υποστήριζε ότι ο χρόνος που πέρασε στην Ελβετία ήταν η πιο ευτυχισμένη περίοδος της ζωής του.
Το πιο γνωστό τραγούδι του είναι το "Brand New Cadillac" του 1959, το οποίο διασκεύασαν οι Clash στο άλμπουμ τους London Calling το 1979. Ο Joe Strummer είχε πει τότε: "Ο Vince Taylor ήταν η αρχή του βρετανικού rock'n’roll. Πριν από αυτόν δεν υπήρχε τίποτα. Ήταν ένα θαύμα".
Ο κόσμος της ροκ μουσικής δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία όταν ο Taylor πέθανε από τον καρκίνο το 1991. Εκείνος πάντως κατάφερε να αφήσει το σημάδι του στη βρετανική μουσική ως ένας από τους πρώτους ρόκερ της χώρας με μοναδική προσωπικότητα και έναν αυθεντικό "αμερικανικό" ήχο.
Το 1972 ο Bowie είχε εμπνευστεί από τον Vince Taylor συνθέτοντας το τέλος της διασημότητας στο τραγούδι του "Rock'n'Roll Suicide", το οποίο τελειώνει με τους στίχους "Είσαι υπέροχος – δώσε μου τα χέρια σου!"
ΑΚΟΥΣΤΕ ΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΠΟΥΓΟΥΝΑ στο Blackout Radio Show...
ΤΟ BLOG ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΠΟΥΓΟΥΝΑ: tribe4mian's weblog
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.