Ο Φρανκ Σινάτρα και η Μαφία: «Δεν έχω καμία σχέση μαζί τους»...

Γράφει η Ειρήνη Πολίτου

 Ο Φράνσις Άλμπερτ Σινάτρα, γνωστότερος ως Φρανκ Σινάτρα, γεννήθηκε στο Χόμποκεν του Νιού Τζέρσι στις 12 Δεκεμβρίου 1915. Από νωρίς έδειξε την προτίμηση του στο μπελκάντο και στην εφηβεία του αποφάσισε να ασχοληθεί επαγγελματικά με το τραγούδι, επηρεασμένος από τον μεγάλο Μπιγκ Κρόσμπι. Η καριέρα του ξεκίνησε δειλά το 1939 ως μέλος της ορχήστρας του Χάρι Τζέιμς, ενώ αργότερα συνεργάστηκε με τον Τόμι Ντόρσεϊ. Το 1942 αποφάσισε να ακολουθήσει σόλο καριέρα και πολύ γρήγορα έγινε το ίνδαλμα των νεαρών Αμερικανών. Το 1944 άρχισε να ηχογραφεί με μεγάλη συχνότητα για την εταιρεία Columbia, ενώ παράλληλα έκανε και το ντεμπούτο στον κινηματογράφο.

Όλοι γνώριζαν ότι η συμμετοχή του Σινάτρα στο κάστινγκ της ταινίας του 1953 «Όσο υπάρχουν άνθρωποι», ήταν ζωτικής σημασίας επειδή έπρεπε να βγει από την αφάνεια. Από το 1948 και μετά, η καριέρα του είχε ακολουθήσει φθίνουσα πορεία εξαιτίας των κουτσομπολιών που διαδίδονταν γύρω από τις σχέσεις του με τη μαφία. Ενδεικτικό της παρακμής στην καριέρα του ήταν το γεγονός ότι το 1952 δεν διέθετε κανένα δισκογραφικό ή κινηματογραφικό συμβόλαιο, ούτε και καλλιτεχνικό πράκτορα.


Πολλοί ήταν εκείνοι που έγραφαν ότι πίσω την εξασφάλιση του ρόλου κρυβόταν το μεγάλο αφεντικό της μαφίας. Στην πραγματικότητα όμως τον είχε κατακτήσει επειδή ενοχλούσε συστηματικά το στούντιο της παραγωγής, τον σκηνοθέτη και τον σεναριογράφο. Οι ιταλικές του ρίζες τον βοήθησαν να δημιουργήσει ένα προφίλ που έμοιαζε με του ηθοποιού Άντζελο Μάτζιο και μετά την προβολή της ταινίας στις αίθουσες, ο Σινάτρα απέσπασε το βραβείο Όσκαρ για τον δεύτερο ανδρικό ρόλο.
Η επιθυμία του για να παίξει στην ταινία ήταν τόσο μεγάλη που υπέγραψε συμβόλαιο για μόλις 1000 δολάρια την εβδομάδα. Τυπικά, κανείς δεν μπορούσε να του προσάψει το παραμικρό. Δεν υπήρχε καμία απόδειξη σχέσεων με την μαφία και οι υποψίες που συνέχισαν να τον ακολουθούν ήταν αποκλειστικά και μόνο αποτέλεσμα δικών του ενεργειών. Εξάλλου, από τα παιδικά του χρόνια γνώριζε ένα μελλοντικό μεγάλο αφεντικό της μαφίας.
Στο ξεκίνημα της καριέρας του το οργανωμένο έγκλημα αποτελούσε το σκοτεινό κομμάτι της αμερικανικής κουλτούρας. Ήταν μια παραοικονομία, η οποία ανθούσε σε βαθμό που τα αφεντικά της μαφίας έλεγαν κομπάζοντας ότι ήταν ισχυρότερα και από την General Motors. Επρόκειτο για μια πολύπλοκη και μοχθηρή επιχείρηση. Το μεγάλο ψάρι έτρωγε το μικρό. Στον Φρανκ άρεσε τόσο ο κίνδυνος, όσο και ο γείτονας του, Γουίλι Μορέτι, το αφεντικό του Βόρειου Τζέρσι.
Όταν ο Σινάτρα μετακόμισε για επαγγελματικούς λόγους στο Χόλιγουντ, γνώρισε έναν από τους πιο επικίνδυνους μαφιόζους που υπήρξαν ποτέ, τον Μπένι Σίγκελ, γνωστό ως «Μπάγκσι» (κοριός). Του είχαν κολλήσει το παρατσούκλι επειδή ήταν «τόσο παλαβός όσο ένας κοριός». Ο Μπάγκσι ήταν ανελέητος, σκότωνε αδιάκριτα, και ο Σινάτρα και ο φίλος του και γνωστός κωμικός Φιλ Σίλβερς ήταν οι μεγαλύτεροι θαυμαστές του. Σύμφωνα μάλιστα με τη γυναίκα του Σίλβερς, τον θαύμαζαν σε βαθμό που μερικές φορές διαφωνούσαν για τις τακτικές του. Ο δε Σινάτρα προσπαθούσε να αλλάξει ακόμα και τον τρόπο που μιλούσε για να μοιάζει στον Σίγκελ.

Ο Σινάτρα με τους μαφιόζους αδελφούς Φισκέτι

Τον Φεβρουάριο του 1947, ο Σινάτρα βρέθηκε στο Μαϊάμι και στην έπαυλη της οικογένειας του Ρόκο Φισκέτι που ήταν εξαδέλφος του Αλ Καπόνε. Τους έκανε κάποιες μικρές χάρες και ως αντάλλαγμα εκείνοι του έστελναν δώρα και τον φιλοξενούσαν. Λίγο αργότερα, ο Φρανκ συνόδευσε τον Καπόνε και τους αδελφούς Φισκέτι στην Αβάνα και βγαίνοντας από το αεροπλάνο φωτογραφήθηκε κρατώντας έναν μεγάλο πράσινο χαρτοφύλακα. Στην Αβάνα ακολουθούσε παντού το αφεντικό. Μάλιστα, παρευρέθηκε στο συνέδριο των σημαντικών Αμερικανών γκάνγκστερ που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο Nacional και ήταν οργανωμένο από τον συνιδιοκτήτη του και αφεντικό της εβραϊκής μαφίας. Μέγιερ Λάνσκι, υπό την προεδρεία του διαβόητου Λάκι Λουτσιάνο. Ο τελευταίος είχε απελαθεί από τις ΗΠΑ, αλλά χρησιμοποιούσε την Κούβα ως βάση του και κάθε σημαντικός γκάνγκστερ της Αμερικής τον επισκεπτόταν στην Αβάνα για να του παραδίδει το μερίδιο του από τις παράνομες δραστηριότητες. Τα δε ποσά που έπαιρνε δεν ήταν διόλου ευκαταφρόνητα.
Η παρουσία του Σινάτρα εκεί δεν ήταν τυχαία. Όσοι βρίσκονταν εκεί για το συνέδριο, ήξεραν εκ των προτέρων για τη συμμετοχή του, όχι μόνο για να τους διασκεδάσει αλλά επειδή τύγχανε «ιδιαίτερης εκτίμησης» από τα Μεγάλα Αφεντικά. Τι σήμαινε όμως αυτή «ιδιαίτερη εκτίμηση»; Μήπως η μόνη «αμαρτία» του ήταν ότι είχε βρεθεί στην Αβάνα ως καλλιτέχνης ή μήπως υπήρχε κάτι περισσότερο;
Το μόνο σίγουρο είναι ότι εκείνες τις τέσσερις μέρες ο Φρανκ κολύμπησε σε βαθιά νερά. Το συνέδριο αφορούσε την οργάνωση των εγκληματικών δραστηριοτήτων και οι αποφάσεις του αφορούσαν ζητήματα ζωής ή θανάτου. Οι συζητήσεις δεν ήταν κρυφές από τον τραγουδιστή. Ο Φρανκ βρίσκονταν εκεί επειδή τους θαύμαζε αλλά και επειδή τον θαύμαζαν κι εκείνοι. Αργότερα ο Λουτσιάνο είχε ακουστεί να λέει ότι ο Σινάτρα ήταν ένα καλό παιδί για το οποίο όλοι αισθάνονταν υπερήφανοι.
Η Αβάνα της εποχής πριν από τον Κάστρο, ήταν η πατρίδα του ολονύχτιου γλεντιού και ο Φράνκι ήταν ο βασιλιάς της ντόλτσε βίτα. Τα πάρτι με ναρκωτικά, ποτό και γυναίκες ήταν ατελείωτα. Ένα βράδυ οργανώθηκε στη σουίτα του ένα όργιο με δώδεκα γυναίκες, το οποίο όμως διακόπηκε όταν μια ομάδα από προσκοπίνες με επικεφαλής μια καλόγρια εισέβαλαν διαμαρτυρόμενες και η κατάσταση βγήκε εκτός ελέγχου.

Η φιλία του καλλιτέχνη με τα μεγάλα αφεντικά έκανε την κοινή γνώμη να στραφεί εναντίον του. Η παρουσία του αποκαλύφθηκε από ένα δημοσιογράφο που έτυχε να βρίσκεται εκεί και είδε τον Φρανκ παρέα με τον Λουτσιάνο. Λίγο αργότερα έγραψε, «Ντροπή σου, Σινάτρα», προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να ενημερώσει τις θαυμάστριες του ότι αποτελούσε κακό παράδειγμα για την κοινωνία.
Ο Σινάτρα εξεπλάγη από το δημοσίευμα και η αντίδραση του ήταν άμεση και αντιφατική, λέγοντας ότι οι γονείς του τον είχαν μεγαλώσει με αρχές και του είχαν μάθει να απλώνει το χέρι του σε έναν άνθρωπο, χωρίς να ρωτάει για το παρελθόν του κι ότι κάθε αναφορά για σχέσεις του με εγκληματίες ήταν ένα κακόβουλο ψέμα.
Η αλήθεια όμως ήταν ότι, εφόσον είχε μεγαλώσει στα συγκεκριμένα μέρη, ήταν αδύνατον να μην είχε έρθει σε επαφή με το οργανωμένο έγκλημα. Ο πατέρας του ήταν ένας Σικελός μποξέρ και ιδιοκτήτης μπαρ. Οι θείοι του, από την πλευρά της μητέρας, εμπλέκονταν με τη μαφία, αλλά και η ίδια του η μητέρα ήταν κάτι παραπάνω από μια δυναμική προσωπικότητα. Ήταν φιλόδοξη, εκδικητική και επικίνδυνη όσο ένας μαφιόζος. Κάποιοι έλεγαν ότι η επιχείρηση που διατηρούσαν οι γονείς του ήταν η «φωλιά» όπου σύχναζαν σημαντικά πρόσωπα του υποκόσμου όπως ο Λάνσκι, ο Σίγκελ, ο Ντατς Σούλτς και ο Λουτσιάνο, ο οποίος είχε γεννηθεί στο ίδιο χωριό της Σικελίας με τον παππού του Σινάτρα. Το αξιοσημείωτο ήταν επίσης ότι κάθε φορά που οι μαφιόζοι τον συναντούσαν, του έσφιγγαν το χέρι με μεγάλη εγκαρδιότητα. Αυτό λοιπόν που τους είχαν κάνει να τον καλέσουν στην Αβάνα, δεν ήταν λοιπόν μόνο επειδή ήταν ένας διάσημος καλλιτέχνης, αλλά επειδή ότι διαπίστωναν ότι μέσα του κουβαλούσε τη «μητέρα του». Είχε, δηλαδή, για πάντα στην ψυχή του τον δικό του, εσωτερικό «μαφιόζο», κάτι που τα Μεγάλα Αφεντικά είχαν διακρίνει από την πρώτη στιγμή. Από την άλλη, όμως δεν υπήρχε άμεση σύνδεση με αυτά τα μεγάλα ονόματα όσο ο Φρανκ ζούσε στο Νιού Τζέρσι.

Λάκι Λουτσιάνο

Πολλοί λοιπόν ήταν εκείνοι που συνέδεαν τον Σινάτρα με τη μαφία. Ας μην ξεχνάμε όμως, ότι όλοι οι καλλιτέχνες εκείνη την εποχή ήταν αδύνατον να δουλέψουν σε κάποιο κλαμπ χωρίς να έρθουν σε επαφή με το οργανωμένο έγκλημα. Οι φήμες οργίαζαν με το πέρασμα του χρόνου και κάποιοι διατυμπάνιζαν ότι ο Φρανκ ήταν ο «ταχυδρόμος» των Φισκέτι κι ότι στην Αβάνα είχε πάει για να μεταφέρει στον Λουτσιάνο δύο εκατομμύρια δολάρια.
Τον Δεκέμβριο του 1950 τον κάλεσαν να καταθέσει σε μια επιτροπή της γερουσίας που ασχολούνταν με την μαφία. Οι δικηγόροι της επιτροπής του πρότειναν να καταθέσει δημόσια. Αυτό όμως θα σήμαινε την καταστροφή της καριέρας του κι έτσι οι δικηγόροι του διαπραγματεύτηκαν μια μυστική κατάθεση που τελικά δόθηκε στο γραφείο ενός δικηγόρου στις τέσσερις τα ξημερώματα. Ο Σινάτρα έφτασε στην ώρα του, κάτι ασυνήθιστο για εκείνον, και μάλιστα χωρίς το χαρακτηριστικό του τουπέ. Όπως ανέφερε αργότερα ο Τζόζεφ Νέλις, ο δικηγόρος της επιτροπής, ο Φρανκ έμοιαζε με τρομαγμένο γατάκι που πήγαινε για να συναντήσει τον εκτελεστή του. Ήταν νευρικός και κάπνιζε διαρκώς. Το δεξί του χέρι έτρεμε τόσο πολύ κάθε φορά που προσπαθούσε να ανάψει τσιγάρο, που αναγκάζονταν να το κρατάει με το αριστερό.

Το 1938 ο Σινάτρα είχε συλληφθεί για μοιχεία

Η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν ο Νέλις αποκάλυψε τα χαρτιά του και έδειξε φωτογραφίες του Φρανκ με τον Λουτσιάνο στο μπαλκόνι ενός ξενοδοχείου στην Αβάνα, τους δυο τους σε ένα κλαμπ περιτριγυρισμένους από νεαρές γυναίκες, αλλά και τον Φρανκ να κατεβαίνει από το αεροπλάνο κρατώντας μια μυστηριώδη βαλίτσα. Όταν ρωτήθηκε για τους Φισκέτι, απάντησε ότι τους γνώριζε ελάχιστα και ότι συμπτωματικά είχε βρεθεί στην Αβάνα την ίδια περίοδο με εκείνους. Είπε ότι η περιβόητη βαλίτσα που κρατούσε κατεβαίνοντας από το αεροπλάνο δεν ήταν τίποτε άλλο από τον χαρτοφύλακα του, ο οποίος περιείχε μπλοκ ακουαρέλας, υλικά σχεδίου, μολύβια, τα ξυριστικά του και διάφορα καλλυντικά. κατόπιν ενημέρωσε αναλυτικά την επιτροπή για τις κινήσεις του στην Αβάνα και για τις «τυχαίες» συναντήσεις που είχε με τους γκάνγκστερ. «Γνωρίζατε με τι ασχολούνται;» τον ρώτησαν. «Όχι», απάντησε εκείνος. «Ποια ήταν η σχέση σας με αυτούς τους ακατανόμαστους χαρακτήρες;» «Δεν έχω καμία σχέση μαζί τους», επέμεινε ο Σινάτρα. Του ανέφεραν τα ονόματα των μαφιόζων και τον ρώτησαν αν τους ήξερε κι εκείνος απάντησε ότι είχαν ανταλλάξει απλώς μια καλημέρα. Στη συνέχεια, τους ρώτησε με τρεμάμενη φωνή τα μέλη της επιτροπής μήπως είχαν πρόθεση να τον βγάλουν στην τηλεόραση και να του καταστρέψουν την καριέρα. Ο δικηγόρος επέμεινε αναφέροντας πως ήταν αδύνατον να αγνοούσε ότι εκείνοι οι άνθρωποι είχαν διαπράξει εγκλήματα και ότι ήταν μέλη εγκληματικών οργανώσεων. Ο Φρανκ απάντησε ότι δεν το γνώριζε και ότι ναι μεν είχε ακούσει για τη μαφία, αλλά νόμιζε ότι ασχολιόταν μόνο εκβιασμούς. Η κατάθεση του ολοκληρώθηκε και μολονότι ο Σινάτρα απαλλάχθηκε, πάντα διατηρούσε τον φόβο ότι κάποια στιγμή θα τον ανάγκαζαν να καταθέσει δημόσια και ότι αυτό θα ήταν το τέλος. Οι δικηγόροι της επιτροπής ήταν απόλυτα σίγουροι ότι ο Σινάτρα έλεγε ψέματα και ότι ποτέ δεν θα παραδέχονταν ότι ήταν ο «ταχυδρόμος» του Λουτσιάνο. Ήξεραν επίσης ότι μια δημόσια κατάθεση μπορεί είχε αντίθετα αποτελέσματα για αυτούς και ο Φρανκ από θύτης να γίνονταν θύμα. Έτσι λοιπόν τον άφησαν στην ησυχία του, γνωρίζοντας ότι η σχέση του με τα «αφεντικά» δεν θα τέλειωνε ποτέ.
Λίγο αργότερα ο Μπάγκσι Σίγκελ θα έπεφτε νεκρός από μια σφαίρα εκτελεστή στο κεφάλι επειδή τα Μεγάλα Αφεντικά θεωρούσαν ότι είχε κλέψει χρήματα από ένα καζίνο που είχε αναλάβει να διευθύνει στο Λας Βέγκας και ο Φρανκ θα ανακάλυπτε ότι η εντολή για την εκτέλεσή του είχε δοθεί στην περιβόητη σύσκεψη στην Αβάνα, στην οποία συμμετείχε και ο ίδιος. Την ίδια τύχη θα είχε και ο Γουίλι Μορέτι.

Τι μπορεί να πει λοιπόν κανείς για τον Φρανκ Σινάτρα; Το μόνο σίγουρο είναι ότι επρόκειτο για έναν μεγάλο καλλιτέχνη αλλά με πολλά κόμπλεξ λόγω του ύψους του. Ήθελε να δείχνει «μεγάλος» σε όλα, γι’ αυτό τον λόγο πάντα οπλοφορούσε, διατηρούσε στενές σχέσεις με τους μαφιόζους και έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να γίνεται αποδεκτός από αυτούς.


image

Ειρήνη Πολίτου

Κατοικώ στο κέντρο της Αθήνας και ρουφάω καθημερινά το πολύτιμο καυσαέριο αυτής της πόλης. Ταξιδεύω με το νου σε γνωστά και άγνωστα μέρη και απορροφώ την ενέργεια τους ώστε να μπορέσω να τη μεταδώσω στους φίλους, στους συνεργάτες και στους μαθητές μου. Κάποιες φορές τα καταφέρνω και κάποιες όχι. Εξάλλου η ζωή είναι ένα ατελείωτο ταξίδι…
 
 
 
image

Ειρήνη Πολίτου

Κατοικώ στο κέντρο της Αθήνας και ρουφάω καθημερινά το πολύτιμο καυσαέριο αυτής της πόλης. Ταξιδεύω με το νου σε γνωστά και άγνωστα μέρη και απορροφώ την ενέργεια τους ώστε να μπορέσω να τη μεταδώσω στους φίλους, στους συνεργάτες και στους μαθητές μου. Κάποιες φορές τα καταφέρνω και κάποιες όχι. Εξάλλου η ζωή είναι ένα ατελείωτο ταξίδι…
 
 
 
image

Ειρήνη Πολίτου

Κατοικώ στο κέντρο της Αθήνας και ρουφάω καθημερινά το πολύτιμο καυσαέριο αυτής της πόλης. Ταξιδεύω με το νου σε γνωστά και άγνωστα μέρη και απορροφώ την ενέργεια τους ώστε να μπορέσω να τη μεταδώσω στους φίλους, στους συνεργάτες και στους μαθητές μου. Κάποιες φορές τα καταφέρνω και κάποιες όχι. Εξάλλου η ζωή είναι ένα ατελείωτο ταξίδι…
 
 
 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1