Μετάφραση: Πάνος Τομαράς
Αναδημοσίευση από το περιοδικό Creem, Μάρτιος 1976
«Οφείλω το ενδιαφέρον μου για την ηλεκτρονική μουσική στον John Cale, έναν άνθρωπο που έχει συνεργαστεί με τον La Monte Young. Εκείνος με μύησε στην ιδέα του βόμβου και ανέκαθεν μου άρεσε η ιδέα της κιθάρας με φίντμπακ αλλά και να παίζω με τα τέιπς. Έτσι αποφάσισα να γράψω μουσική χωρίς στίχους και χωρίς σταθερό ρυθμό. Επικεντρώθηκα στο φίντμπακ παίζοντας με τις ταχύτητες χωρίς να κουρδίσω την κιθάρα μου σε κάποιο συγκεκριμένο κλειδί… Αυτό που έκανα το εννοούσα πολύ σοβαρά. Ήμουν και, χμ, μαστουρωμένος όσο δεν πάει…» (Ο Lou Reed για το Metal Machine Music).
Η κυκλοφορία του Metal Machine Music, του πέμπτου προσωπικού, διπλού άλμπουμ του Lou Reed τον Ιούλιο του 1975 ξεσήκωσε πραγματικό σάλο. Στην πλειοψηφία τους οι μουσικοκριτικοί (αλλά και το κοινό) του γύρισαν την πλάτη, ενώ ακούστηκαν διάφορες απόψεις, ότι δήθεν ήταν ένα «αστείο», ότι ο Reed ήθελε να ξεμπερδεύει με την εταιρεία του πασάροντάς της το άλμπουμ για να «ξεχρεώσει», ή ότι επρόκειτο απλώς για ένα πείραμα στην ηλεκτρονική μουσική. Σε γενικές γραμμές, το άλμπουμ «θάφτηκε». Ο μόνος κριτικός που το εκτίμησε στην εποχή του, ήταν (ποιος άλλος;) ο Lester Bangs. Γράφοντας για το δίσκο λίγο μετά την κυκλοφορία του, τον χαρακτήρισε σαν «κλασική μουσική που δεν προσθέτει τίποτα σε ένα είδος, το οποίο πολύ εύκολα μπορεί να απεμπλουτιστεί. Σαν rock and roll είναι ένα ενδιαφέρον garage rock and roll. Σαν δήλωση είναι σπουδαία, σαν ένα τεράστιο ΑΝΤΕ ΓΑΜΗΘΕΙΤΕ που δηλώνει ακεραιότητα – μια αρρωστημένη, διαστρεβλωμένη, ξεροκέφαλη, μοχθηρή, διεστραμμένη, ψυχοπαθή ακεραιότητα, αλλά, παρ’ όλα αυτά, ακεραιότητα». Ένα χρόνο αργότερα, ο Lester έγραψε ένα απολαυστικό κείμενο με τίτλο «Το σπουδαιότερο άλμπουμ που έγινε ποτέ», αιτιολογώντας με τον μοναδικό του τρόπο την προηγούμενη ανάλυσή του.
ΤΟ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΟ ΑΛΜΠΟΥΜ ΠΟΥ EΓΙΝΕ ΠΟΤΕ
Ειπώθηκε ότι στην ετήσια έκθεσή μου προς τους μετόχους για την περυσινή χρονιά (η οποία δημοσιεύτηκε εδώ τον περασμένο μήνα), παρέλειψα να αναφέρω γιατί το Metal Machine Music είναι καλό άλμπουμ, παρά το γεγονός ότι έγραψα περίπου πέντε χιλιάδες λέξεις. Έτσι λοιπόν, και δεδομένης της κυκλοφορίας του Coney Island Baby, παραθέτω τους λόγους:
Αν πιστεύατε ότι το φίντμπακ ήταν το καλύτερο πράγμα που συνέβη ποτέ στην κιθάρα, ε, τότε λοιπόν, ο Λου μόλις ξεφορτώθηκε τις κιθάρες.
Αντιλαμβάνομαι ότι οποιοσδήποτε ηλίθιος με τον κατάλληλο εξοπλισμό θα μπορούσε να είχε βγάλει αυτό το άλμπουμ, συμπεριλαμβανομένου εμού, εσάς και του Λου. Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που μου αρέσει τόσο πολύ. Όπως και στην περίπτωση των Godz και των Tangerine Dream, όχι μόνο σε φέρνει πιο κοντά στον καλλιτέχνη, αλλά κάποια μέρα, με τη βοήθεια του θεού, μπορεί κι εγώ να καταφέρω να κάνω το δικό μου Metal Machine Music. Άλλωστε, όλα είναι λαϊκή μουσική. Αν ξυπνήσετε το πρωί με το χειρότερο χανγκόβερ της ζωής σας, το Metal Machine Music είναι το καλύτερο φάρμακο. Γιατί μόλις σηκώνεστε, είστε ακόμα τόσο σκατά (δηλ. λιώμα), που δεν έχει αρχίσει ακόμα ο πόνος (ή τουλάχιστον δεν έχει φτάσει εκεί που θα φτάσει). Τώρα, λοιπόν, πρέπει να βάλετε αμέσως αυτό το άλμπουμ να παίζει, όχι μόνο για να καθαρίσει το κεφάλι σας απ’ όλες τις αηδίες, αλλά για να προετοιμαστείτε για αυτό που σας περιμένει στο υπόλοιπο της ημέρας.
Τώρα που είπα για να καθαρίσει το κεφάλι σου από τις αηδίες, είχα κάποτε έναν φίλο, ο οποίος έλεγε: «Παίρνω τριπάκια τουλάχιστον κάθε δυο μήνες ΚΑΙ ΚΑΝΩ ΣΚΟΝΗ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΜΑΛΑΚΙΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΜΟΥ!» Κι εγώ λέω το ίδιο για το ΜΜΜ. Μόνο που εγώ το βάζω και το ακούω σχεδόν κάθε μέρα, σαν να παίρνω βιταμίνες. Στο εξαιρετικό σημείωμά του στο εξώφυλλο του δίσκου, ο Λου ισχυρίζεται ότι ούτε ο ίδιος ούτε τα υπόλοιπα φρικιά που παίρνουν αμφεταμίνες ξεκίνησαν ποτέ κάποιον Παγκόσμιο Πόλεμο, «ούτε, επίσης, τον Κόλπο των Χοίρων». Κι έχει δίκιο. Αν όλοι στον κόσμο έπαιρναν αμφεταμίνες όλη την ώρα θα καταλάβαιναν ο ένας τον άλλον. Ή αυτό, ή αλλιώς δεν θα άκουγαν τον κάθε μαλάκα, ούτε θα ασχολούνταν μαζί του, αφού θα ήταν πολύ απασχολημένοι με το να ζωγραφίζουν για τρεις μέρες ψυχεδελικές γραμμές γύρω-γύρω σε μια σελίδα γραφομηχανής, μέχρι να τη μαυρίσουν τελείως. Ή θα έγραφαν γράμματα ογδόντα σελίδων για κάτι ασήμαντο που συνέβη στη μητέρα τους. Ή θα δημιουργούσαν το ΜΜΜ. Θα έπαυαν πια οι πόλεμοι και θα βασίλευε η ειρήνη και η αρμονία. Φανταστείτε τον Τζέραλντ Φορντ να έχει πάρει αμφεταμίνες – ίσως να εκδηλώσει κάποιο ψήγμα της προσωπικότητάς του. Ή τον Ρόναλντ Ρέιγκαν – μπορεί να έσπαζε κάποιο αιμοφόρο αγγείο στα χελωνίσια χείλη του και να ξεφορτωνόμασταν μια και καλή αυτόν τον πούστη. Όπως πλέον είναι ευτρύττα τα γνωστό, ο Τζέι Εφ Κέι έκανε συχνά ενέσεις μεθαμφεταμίνης, τις οποίες του έδιναν διάφοροι κομπογιαννίτες. Δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα άλλο. Μπορεί να μην κατάφερε να πραγματώσει τίποτα (αν εξαιρέσουμε τον Κόλπο των Χοίρων – για μια στιγμή, ο Λου δεν το ’χει ψάξει καλά), αλλά διέθετε στυλ και το χαμόγελο του νικητή. Έχω ακούσει να χαρακτηρίζουν αυτό τον δίσκο «αντι-ανθρώπινο» και «αντισυναισθηματικό». Είναι πράγματι, κατά κάποιο τρόπο, μιας και πρόκειται για μουσική που βγαίνει κυρίως από ηχογραφημένες ταινίες, ενισχυτές, ηχεία, μικρόφωνα και ring modulators, παρά από ανθρώπινο χέρι και συναίσθημα. Αλλά και τι πάει να πει αυτό; Σχεδόν όλη η σημερινή μουσική είναι αντισυναισθηματική και παιγμένη από μηχανές. Από τον Έλτον Τζον, μέχρι την ντίσκο, μέχρι το Sally Can’t Dance (το οποίο ο Λου δεν συνειδητοποιεί ότι είναι ένα από τα καλύτερα άλμπουμ του, ακριβώς επειδή είναι ψυχρό), πρόκειται για τυποποιημένες παραγωγές με κομπιούτερ, στις οποίες η ανθρώπινη ψυχή επεμβαίνει σπάνια ή και καθόλου. Τουλάχιστον, ο Λου είναι ειλικρινής, πράγμα που τον κάνει πιο ανθρώπινο από τους άλλους εμπορικούς μαλακοκάβληδες. Άλλωστε, αν ένας δίσκος κάνει τους ακροατές να φύγουν τρέχοντας από το δωμάτιο ουρλιάζοντας και παρακαλώντας να σταματήσει το ηχητικό μαστίγωμα, ή, σε άλλη περίπτωση, να χρησιμοποιήσουν βία και να σας ταράξουν τον διαλογισμό για να τον σπάσουν, ε, τότε δύσκολα μπορεί να πει κανείς ότι αυτός ο δίσκος δεν έχει συναισθηματικό περιεχόμενο, κρίνοντας τουλάχιστον από τα αποτελέσματα, αν όχι από τις ώρες δημιουργικής δουλειάς που σπαταλήθηκαν. Γιατί πάει ο κόσμος να δει ταινίες όπως Τα Σαγόνια του Καρχαρία, Ο Εξορκιστής, ή το Ίλζα, η Λύκαινα των Ες Ες; Για να τους κάνουν το κεφάλι κιμά με ρόπαλο του μπέιζμπολ, για να νιώσουν ότι τους ξεριζώνουν τα νεύρα τους ενώ τους καρφώνουν ηλεκτρόδια στη σπονδυλική στήλη και, γενικά, για να παίρνουν μια δόση βίας περίπου κάθε δεκαπέντε λεπτά (όσο παίρνει από τη στιγμή που βλέπεις το πρόσωπο ενός ανθρώπου να πέφτει από τον πυθμένα ενός βυθισμένου πλοίου μέχρι να φτάσει το κομμένο πόδι του στον βυθό του ωκεανού). Τη σήμερον ημέρα αυτό θεωρείται ψυχαγωγία, διασκέδαση, ακόμα και τέχνη! Άρα λοιπόν, έχουν πολύ θράσος αυτοί που την «πέφτουν» στον Λου για το ΜΜΜ. Τουλάχιστον εδώ πέρα δεν έχεις δεκαπέντε λεπτά γεμάτα μαλακίες τσονταρισμένα ανάμεσα στις βίαιες σκηνές. Όποιος γούσταρε τον Εξορκιστή, θα γουστάρει κι αυτό τον δίσκο. Σίγουρα είναι πολύ πιο ηθικό σαν προϊόν.
Χαρισματικός. Τελευταία ο Λου μας τα έχει χαλάσει λιγάκι, αλλά όσοι θυμούνται και καταλαβαίνουν τον μύθο και τον θρύλο του (δηλ. ότι ήταν το σύμβολο της απόλυτης αρνητικότητας), θα διαπιστώσουν ότι το ΜΜΜ έχει περισσότερα χαρίσματα απ’ όσα αγκάθια έχει ένα κλουβί γεμάτο σκαντζόχοιρους.
Όλοι οι σπιτονοικοκύρηδες είναι τσιγκούνηδες μπάσταρδοι, που θα περίμεναν πρώτα να σας πλακώσουν τα ερείπια της Πομπηίας πάνω στο σκεπαστό κρεβάτι σας πριν σηκώσουν το δαχτυλάκι τους. Ό,τι και να πάθουν, τους αξίζει, και το ΜΜΜ είναι ο πιο τέλειος τρόπος για να σας διώξει ο σπιτονοικοκύρης σας. Όσοι νοικιάζουν σπίτι στην Αμερική, θα πρέπει να προμηθευτούν ένα αντίτυπο αυτού του άλμπουμ. Να είστε εξοπλισμένοι!
Ο Σπαντ, ο κάβουρας που έχω για κατοικίδιο – ο οποίος μερικές φορές περνάει μέρες ολόκληρες κουλουριασμένος μέσα στο καβούκι του σε μια γωνιά του κλουβιού του και πρέπει να τσεκάρεις για να δεις αν ζει ή πέθανε – γουστάρει πολύ το ΜΜΜ. Κάθε φορά που το βάζω, βγαίνει από το καβούκι του και αρχίζει να σέρνεται χαρούμενος στην άμμο και να σκαρφαλώνει στα κάγκελα. Μάλιστα, είναι η μοναδική φορά που τον βλέπω να ασκείται. Ή αυτό, ή χορεύει.
Μου έχουν πει ότι όλες οι ηχογραφήσεις του Λου, αλλά κυρίως η συγκεκριμένη, έχουν γίνει ένα είδος μόδας για τους έφηβους τρόφιμους ψυχιατρικών ιδρυμάτων σε όλη τη χώρα. Μου έχουν πει επιπλέον ότι οι έφηβοι που έχουν υποβληθεί σε θεραπεία με ηλεκτροσόκ τρέφουν μια ιδιαίτερη συμπάθεια για το ΜΜΜ, το οποίο, απ’ ό,τι λένε, «δρα ηρεμιστικά» και έχει γίνει τελικά κάτι σαν ύμνος. Αν κάποιος από τους αναγνώστες γνωρίζει κάτι περισσότερο γι’ αυτό το φαινόμενο, παρακαλώ να επικοινωνήσει αμέσως μαζί μου.
Το έβαλα στον Ίντι «Μπαμπάκα» Αμίν, τον πρόεδρο της Ουγκάντα, όταν πλήρωσε το εισιτήριό μου και το εισιτήριο της Λίζα Ρόμπινσον για να πάμε εκεί και να του πάρουμε συνέντευξη για τα κεντρικά άρθρα του Creem και του Hit Parader και να τον βάλουμε στο εξώφυλλο. Το λάτρεψε! Του έδωσα ένα αντίτυπο, και τώρα το έχει βάλει με ειδικό διάταγμα και παίζει σε όλα τα σούπερ μάρκετ (και τα τριάντα δύο) και στις αίθουσες αναμονής των ιατρείων (και των οκτώ) της ένδοξης χώρας του, έτσι ώστε να εμφυσήσει στους πολίτες της ακόμα πιο υψηλά πατριωτικά αισθήματα για το καθεστώς του και ό,τι αυτό αντιπροσωπεύει. Ήθελε μάλιστα να το αναγορεύσει σε εθνικό ύμνο της Ουγκάντας, αλλά του είπα ότι θα έπρεπε πρώτα να συμβουλευτεί τους Αμερικανούς εφήβους βετεράνους των ηλεκτροσόκ, κι εκείνος, ως σοφός και δίκαιος άνθρωπος, και ως ευγενής και διπλωμάτης πολιτικός, συμφώνησε αμέσως και στη συνέχεια, σαν καλός οικοδεσπότης, μας πήγε κρυφά να παρακολουθήσουμε μπόλικες ταινίες σναφ που γυριζόντουσαν χωρίς κάμερες και χωρίς σελιλόιντ. «Δεν έχουμε αρκετά χρήματα», μας εξήγησε. «Επίσης, την επόμενη φορά που θα πιάσετε σοβαρή συζήτηση με τον Πολ Σάιμον, πληροφορήστε τον ότι το θέατρο δεν έχει πεθάνει ακόμα».
Πιστεύω πως στη σημερινή εποχή της κρίσης και της ύφεσης, τώρα που η μουσική βιομηχανία σφίγγει το ζωνάρι της, είναι πραγματικά πολύ ευγενικό εκ μέρους του Λου να μειώσει το κόστος των ηχογραφήσεων στο ποσό που θα πρέπει να κόστισε το ΜΜΜ, ιδίως αν λάβετε υπόψη σας πόσο απίστευτα μαλθακά ακούγονται τα περισσότερα σημερινά ροκ «αριστουργήματα», με τις υπερβολικά γυαλισμένες παραγωγές, τις τόσο υπερφορτωμένες, που ακούγονται τσίγκινες. Νομίζω ότι μόνο ο Τζέιμς Μπράουν πλησιάζει το συγκεκριμένο επίτευγμα του Λου όσον αφορά την οικονομία και τις ελάχιστες ώρες σ’ ένα πανάκριβο στούντιο. Στην πραγματικότητα, το ΜΜΜ απέχει παρασάγγας από το να χαρακτηριστεί μηδενιστική φασαρία· αντίθετα, είναι ένα τεράστιο κουμπί που γράφει ΚΕΡΔΙΣΑΤΕ. Ή μάλλον δύο κουμπιά, γιατί είναι διπλός δίσκος.
Και θα ρωτήσετε γιατί αυτό, απ’ όλα τα άλμπουμ του Λου Ριντ (η συνθετική παραγωγικότητά του είναι πράγματι εντυπωσιακή. «Αν κλειδώσεις τον Λου σ’ ένα δωμάτιο», μου είπε κάποτε ο Ντένις Κατς, «θα έχει γράψει δεκαπέντε καινούργια τραγούδια μέχρι να τον βγάλεις!» Ο λόγος που συνεχίζει να ηχογραφεί παλιά, ακυκλοφόρητα κομμάτια των Velvet Underground που έγραψε πριν από μια δεκαετία και βάλε είναι ότι φυλάει τα καλύτερα νέα τραγούδια του για τους 863 δίσκους που θα κυκλοφορούν κάθε δύο μήνες μετά τον θάνατό του, αν υποθέσουμε ότι κάποτε θα πεθάνει. «Δεν πρόκειται να αφήσω αυτές τις βδέλλες να με πιάσουν κορόιδο και να αμαυρώσουν τη μνήμη μου, όπως έγινε με τον κακομοίρη τον Τζίμι», μου εκμυστηρεύτηκε μια φορά που πίναμε μπίρες στο μπαρ McSorley’s. «Οι οπαδοί μου δεν θα αγοράσουν τίποτα κατώτερο από άλμπουμ ποιότητας Α+, όπως θα το έθετε κι ο φίλος μου ο Μπομπ Κρίστγκαου, και άλλωστε είναι πολύ πιθανό ότι θα ζήσω για πάντα, γιατί εγώ και κάτι φίλοι μου γιατροί με τους οποίους κάνω παρέα, μόλις ανακαλύψαμε ότι υπάρχει ένα μυστικό συστατικό της μεθαμφεταμίνης που επιβραδύνει τη γήρανση και που ήταν άγνωστο μέχρι τώρα. Έτσι λοιπόν, θεωρητικά, αν βρίσκεις και σουτάρεις συνέχεια απ’ αυτό το πράγμα, μπορεί να ζήσεις για το υπόλοιπο της ανθρώπινης ιστορίας, οπότε κάνουμε κάποια χημικά πειράματα για να διαπιστώσουμε αν μπορούμε να απομονώσουμε το συγκεκριμένο συστατικό από τη χημική ένωση. Νομίζω ότι λέγεται ατροπίνη. Υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια, οι Ινδιάνοι γνώριζαν την ύπαρξή της, αλλά εκτιμούσαν ότι, λόγω της κατώτερης σκυλίσιας ράτσας τους, θα ήταν ηθικότερο να την ξεχάσουν και να υποβληθούν σε εξόντωση από τους λευκούς Ευρωπαίους, οι οποίοι διέθεταν την τεχνογνωσία για να απομονώσουν το χημικό στοιχείο και να το επεξεργαστούν φέρνοντάς το σε μια μορφή που να μπορείς να το σουτάρεις. Έτσι εξηγείται η όλη φάση με τον Πόνθε ντε Λεόν, μόνο που το μόνο πρόβλημα ήταν ότι ο μαλάκας, ως βλάκας Ισπανός, δεν είχε ιδέα πώς να το παρασκευάσει σε δραστική μορφή. Οπότε, όλοι κατέληξαν ότι πρόκειται για μύθο και μετά το ξέχασαν τελείως μέχρι που εμφανίστηκα εγώ – δραστικός είναι το παρατσούκλι μου. Τώρα λοιπόν, μπορείτε να αποκαλύψετε στους αναγνώστες σας ένα μικρό μυστικό: δεν είμαι μόνο ο πιο σκληρός, ο πιο κακός, ο πιο ψωλαράς γαμιάς στη σόου μπίζνες – επειδή, βασικά, το 1973 πήγα στη Σουηδία και έκανα μεταμόσχευση, κι έτσι, τώρα αντί για πούτσα έχω μια ιατρική σύριγγα για άλογα – αλλά υπάρχει σοβαρή περίπτωση να ξεπεράσω και τον πούστη τον Καλιόστρο και να ζήσω για πάντα. Βέβαια, δεν γίνεται να αποκλείσουμε κάποιο απρόβλεπτο περιστατικό, όπως ένα αεροπορικό δυστύχημα ή κάτι παρόμοιο. Γι’ αυτό, σε μια τέτοια περίπτωση, έχω έτοιμα στην άκρη οκτακόσια άλμπουμ. Έχω ένα σωρό πράγματα, ξανάγραψα τη δική μου εκδοχή του Ριγκολέτο, ξέρεις, την όπερα του Σκριάμπιν, μόνο που την έχω βάλει να εκτυλίσσεται σ’ ένα μπαρ Πορτορικανών με πέτσινα, όπου όλοι οι πελάτες είναι ακρωτηριασμένοι στον μηρό και πηγαινοέρχονται πάνω σε κάτι αμαξάκια με ρόδες. Προσπαθούν να πλακωθούν στις μπουνιές, αλλά τα αμαξάκια τους χτυπάνε μεταξύ τους κι έτσι δεν μπορούν να φτάσουν ο ένας τον άλλο. Έτσι λοιπόν, τους πιάνει απογοήτευση. Τραγούδησα εγώ όλους τους ρόλους κι έκλεψα τους στίχους από τους διαλόγους της σειράς Λούκας Τάνερ, αλλά κανένας δεν θα καταλάβει τη διαφορά, γιατί έπαιξα τη μουσική σε στιλ σάλσα και την έχω βάλει στο τέρμα, οπότε δεν ακούγονται καθόλου τα λόγια. Όμως, δεν πρόκειται να το κυκλοφορήσω ακόμα. Θα πρέπει να περιμένουν λίγο. Το επόμενο άλμπουμ μου θα είναι η συνέχεια του Metal Machine Music, θα ακούγεται ολόιδια, μόνο που θα είναι ένα κόνσεπτ άλμπουμ για όλα αυτά που σου έλεγα πριν για τη γήρανση. Θα είναι πενταπλός δίσκος σε επίχρυσο κουτί και θα περιλαμβάνει ένα ένθετο με μεγεθυμένες φωτογραφίες μου την ώρα που σουτάρω, που αποστειρώνω τα σέα μου με οινόπνευμα και που πηγαίνω για χριστουγεννιάτικα ψώνια για τον Άντι και όλα τα παιδιά στο Μπλούμινγκτεϊλς και στο Πλέζουρ Τσεστ. Και η τελευταία φωτογραφία θα με δείχνει να βάζω ένα δαχτυλίδι στον αλογίσιο πούτσο μου. Προβλέπω ότι μέχρι τότε, το ευρύ κοινό θα έχει βγάλει αυτιά και θα έχει γίνει αρκετά ψυλλιασμένο ώστε να εκτιμήσει το Metal Machine Music, οπότε η συνέχειά του, που θα έχει τίτλο Ο Θρίαμβος της Θέλησης, θα γίνει ο δίσκος με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στην ιστορία, και όλοι οι γαμιόληδες απ’ το Σικάγο θα πάρουν τα αρχίδια μου, μαζί κι εκείνος ο χοντρομπαλάς ο Έλτον Τζον, ο οποίος χρειάζεται απεγνωσμένα να πάρει αμφεταμίνες σχεδόν όσο κι ο Λέσλι Γουεστ. Όμως, δεν θα τους δώσω απ’ τις δικές μου γιατί, όπως είπε κι η Πατ Αστ στη φοβερή κριτική της στο Coney Island Baby που δημοσιεύτηκε στο Soho Weekly News, «είδα το μέλλον του ροκ, και το όνομά του είναι Λου Ριντ»), αυτό εδώ είναι διπλό; Εύκολο: σύμφωνα με τον Λου, οι δύο δίσκοι συμβολίζουν τα βυζιά («Πάντα είναι δύο, ποτέ δεν είναι περισσότερα», εξήγησε), για να υποδηλώσουν ότι, παρόλο που είναι φτιαγμένο από μηχανές, πρόκειται για ένα πολύ σέξι άλμπουμ που φιλοδοξεί να χτυπήσει ένα μεγάλο μερίδιο της αγοράς του Μπάρι Γουάιτ.
Όλοι ξέρουν ότι τα ναρκωτικά έχουν φύλο. Τα ηρεμιστικά είναι θηλυκά, οι αμφεταμίνες είναι αρσενικές. Τα ηρεμιστικά σε κάνουν ευγενικό, γλυκό, ευεπηρέαστο, τρυφερό σαν καλοχτυπημένο χταπόδι, ενώ οι αμφεταμίνες σε κάνουν επιθετικό, ενστικτώδη, ευθύ, δυναμικό αγόρι/κορίτσι. (Το ίδιο είναι, γιατί όλοι οι άνθρωποι είναι του ίδιου φύλου, εκτός από τους αλμπίνους. Προφανώς, είναι τα ναρκωτικά που καθορίζουν το γένος του ατόμου.) Άρα, τι απ’ τα δύο θα πάρεις το πρωί όταν σηκωθείς έχει να κάνει με το αν εκείνη τη μέρα θέλεις να είσαι σαν την Ντόνα Μιλς ή σαν τον Τζο Ντον Μπέικερ. Η επιλογή είναι δική σου.
Με την ίδια έννοια, το Coney Island Baby, όσο ωραίο και ειλικρινές κι αν είναι, είναι δίσκος για ηρεμιστικά. Δεν το λέω υποτιμητικά – τα αγαπημένα μου τραγούδια του Λου από τους Velvet Underground ήταν οι μπαλάντες. Άλλωστε, έχει κι αυτός κάθε δικαίωμα να γλυκοκοιτάζει τον εαυτό του. Ο έρωτας είναι τέλμα. Όποιος έχει πάρει Κουέιλουντς, έχει νιώσει ότι αγαπάει τόσο πολύ την υπόλοιπη ανθρωπότητα, και καταλήγει στο κρεβάτι με ένα ανθρώπινο γογγύλι, το ξέρει αυτό. Οι στίχοι είναι οι καλύτεροι που έχει γράψει ο Λου εδώ και αρκετό καιρό, αν και από την περίοδο του Transformer έχει να γράψει τόσους πολλούς που να ασχολούνται συγκεκριμένα με μμμ… πώς να το πω… τη «γκέι» φάση. Πράγμα που σίγουρα δεν μπορεί να ειπωθεί για το άλμπουμ που προηγήθηκε του CIB. Δεν μπορώ να πω, κι εγώ γουστάρω το σεξ με λαχανικά, αλλά με βασανίζει ένα παρανοϊκό συναίσθημα ότι κάποια μέρα, ή μάλλον κάποια νύχτα μετά από μεθύσι, μπορεί να βρεθώ κάτω απ’ τα σεντόνια με κανένα ραπανάκι και να ανακαλύψω ότι είναι ομοφυλόφιλο. Έτσι λοιπόν, νιώθω ότι απειλούμαι από το Coney Island Baby, όπως απειλούμαι και από τα Βάλιουμ, τα Τούιναλ, τα Σεκονάλ, τα Κουέιλουντς και τα Κόμποζ. Αντίθετα, το Metal Machine Music μού ενισχύει την ιδέα ότι είμαι άντρας. Όπως κάθομαι κάτω από τη φλού προεκλογική αφίσα του Χάντερ Τόμσον, πετάγομαι όρθιος μες στη νύστα μου, με το τουφέκι μου αγκαλιά, ακούω το ΜΜΜ και ονειρεύομαι τη σφαγή του Μάι Λάι με πρωταγωνιστή τον Φριτς τον Πονηρόγατο. Να πάνε να γαμηθούν, λοιπόν, τα ηρεμιστικά. Αποφύγετε το Coney Island Baby όπως εκείνους που φοράνε πράσινα τις Πέμπτες και κρατήστε σφιγμένη τη γροθιά σας.
Το ΜΜΜ είναι η ψυχή του Λου. Αν ο Λου ήθελε να δει ένα πράγμα να κλείνεται σε χρονοκάψουλα για το μέλλον, αυτό είναι το ΜΜΜ.
Αν έχετε πάρει Ρόμιλαρ, ακούγεται καλύτερα απ’ όλους τους άλλους δίσκους που έχουν φτάσε στ’ αυτιά μου.
Είναι ο καλύτερος δίσκος που έχει γίνει ποτέ στην ιστορία της ανθρώπινης ακοής. Νούμερο δύο: Το Alive! των Kiss.
Πάνος Τομαράς
O Πάνος Τομαράς είναι μουσικός και μεταφραστής. Ως μπασίστας σήμερα κατοικοεδρεύει στους Swing Shoes, στους Happy Dog Project, στους Rosewodd Brothers, Maximum High και στους Βabi Bone Project, ενώ στο παρελθόν συμμετείχε στα θρυλικά πλέον συγκροτήματα των Honeydive, των Engine V και των Earthbound.
Πάνος Τομαράς
O Πάνος Τομαράς είναι μουσικός και μεταφραστής. Ως μπασίστας σήμερα κατοικοεδρεύει στους Swing Shoes, στους Happy Dog Project, στους Rosewodd Brothers, Maximum High και στους Βabi Bone Project, ενώ στο παρελθόν συμμετείχε στα θρυλικά πλέον συγκροτήματα των Honeydive, των Engine V και των Earthbound.
Πάνος Τομαράς
O Πάνος Τομαράς είναι μουσικός και μεταφραστής. Ως μπασίστας σήμερα κατοικοεδρεύει στους Swing Shoes, στους Happy Dog Project, στους Rosewodd Brothers, Maximum High και στους Βabi Bone Project, ενώ στο παρελθόν συμμετείχε στα θρυλικά πλέον συγκροτήματα των Honeydive, των Engine V και των Earthbound.