Γράφει ο Μιχάλης Πούγουνας
Η pop art ήταν ένα καλλιτεχνικό κίνημα που γεννήθηκε στο Λονδίνο στα μέσα της δεκαετίας του ’50 και αργότερα πέρασε και στην Αμερική. Πήρε το όνομά της από τον κριτικό τέχνης Lawrence Alloway το 1958 και γνώρισε μεγάλη απήχηση στην δεκαετία του ’60. Πηγή έμπνευσής της ήταν η λαϊκή κουλτούρα, τα καταναλωτικά αγαθά, οι διαφημίσεις, τα καθημερινά σκεύη και οτιδήποτε εκείνη την εποχή ερχόταν σε αντίθεση με τις «καλές τέχνες». Σίγουρα εκνεύριζε όσους δεν την καταλάβαιναν επειδή φαινόταν να έχει ένα πάθος με ανόητα θέματα όπως η διαφήμιση ή τα χυδαία cartoon και κατά κάποιο τρόπο θεωρήθηκε σαν κάτι με το οποίο οι νέοι απειλούσαν να αναστατώσουν το κατεστημένο της τέχνης. Σύντομα πολλοί καλλιτέχνες της rock άρχισαν να εκδηλώνουν ενδιαφέρον για την pop art, καθώς ήταν κάτι καινούργιο, νεανικό και συναρπαστικό.
Ένας από τους πρωτοπόρους του είδους στην Αγγλία ήταν ο Richard Hamilton, ο πιο επιδραστικός Βρετανός καλλιτέχνης του εικοστού αιώνα, ο οποίος είδε το μέλλον να έρχεται και το αποτύπωσε σε αθάνατες εικόνες ενός μοντέρνου κόσμου.
Επηρεασμένος από τον Γαλλο-Αμερικανό ντανταϊστή γλύπτη, ζωγράφο και σκακιστή Marcel Duchamp και από τα κολάζ του Σκωτσέζου καλλιτέχνη Eduardo Paolozzi, ο οποίος θεωρείται ως ο πρωτοπόρος της pop art, o Hamilton δημιούργησε ένα εντελώς προσωπικό ύφος και παρουσίασε τα πράγματα γύρω του με έναν τρόπο που μέχρι τότε δεν ήταν ορατός, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το έργο του «Swingeing London», μια σειρά έργων ζωγραφικής που ήταν βασισμένα σε μια φωτογραφία της σύλληψης του Mick Jagger και του Robert Fraser με την κατηγορία της κατοχής ναρκωτικών. Γενικότερα, του άρεσε να συμμετέχει στον μοντέρνο τρόπο ζωής (ήταν γεννημένος το 1922) και τον γοήτευε η τεχνολογία της εποχής του.
Το 1959 ο Hamilton έδωσε μια διάλεξη με τίτλο «Glorious Technicolor, Breathetaking Cinemascope and Stereophonic Sound», μια φράση παρμένη από τους στίχους του Cole Porter για την μουσική κωμωδία του 1957 Silk Stockings με πρωταγωνιστή τον Fred Astaire. Σε αυτή τη διάλεξη, στη διάρκεια της οποίας ακουγόταν pop μουσική και συμπεριλάμβανε την επίδειξη μιας πρώιμης φωτογραφικής μηχανής Polaroid, ο Hamilton αποδόμησε την τεχνολογία του κινηματογράφου για να εξηγήσει την γοητεία του Χόλιγουντ. Ανέπτυξε εκτενέστερα αυτό το θέμα στις αρχές της δεκαετίας του 1960 με μια σειρά από πίνακες εμπνευσμένους από ταινίες και διαφημιστικά πλάνα.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 δραστηριοποιήθηκε έντονα στην εκστρατεία για τον πυρηνικό αφοπλισμό και δημιούργησε ένα έργο όπου παρωδούσε τον Hugh Gaitskell, τον τότε ηγέτη του Εργατικού Κόμματος, επειδή απέρριπτε την ιδέα του πυρηνικού αφοπλισμού.
Hamilton, Fraser & Swing(e)ing London
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, τον Hamilton εκπροσωπούσε ο έμπορος έργων τέχνης Robert «Groovy Bob» Fraser, μια χαρακτηριστική φιγούρα της νυχτερινής ζωής του Λονδίνου και κολλητός των Beatles και των Rolling Stones. Ο Fraser ήταν γόνος συλλεκτών έργων τέχνης και μόλις διαπίστωσε το ενδιαφέρον των Αμερικανών για τη μοντέρνα τέχνη άνοιξε μια γκαλερί στο Λονδίνο αποφασισμένος αποφάσισε να τη μεταφέρει στη συντηρητική και κολλημένη στις παραδόσεις Αγγλία.
O Paul McCartney έχει δηλώσει ότι ο Fraser ήταν «ένας από τους πλέον επιδραστικούς ανθρώπους στο Λονδίνο της δεκαετίας του ‘60» και ήταν εκείνος που το 1967 έστησε όλο το σκηνικό για το εξώφυλλο του άλμπουμ Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band των Beatles, προτρέποντας το συγκρότημα να συνεργαστεί με τον Peter Blake (όπερ και εγένετο) και να απορρίψει το ψυχεδελικό εξώφυλλο που του είχε προτείνει η ολλανδική κολεκτίβα γραφιστών The Fool (υπεύθυνη για τα κουστούμια των The Hollies, Incredible String band, Procol Harum, Move και άλλων).
Robert Fraser
Το διαμέρισμα του Fraser στον τρίτο όροφο της 23 Mount Street του Λονδίνου και η γκαλερί του ήταν τα μέρη όπου σύχναζαν αστέρες της pop μουσικής, καλλιτέχνες, συγγραφείς και άλλες διασημότητες, συμπεριλαμβανομένων φυσικά μελών των Beatles και των Rolling Stones, του φωτογράφου Michael Cooper, του σχεδιαστή Christopher Gibbs, της Marianne Faithfull, του Dennis Hopper, του William Burroughs και άλλων, ενώ ο Fraser ενέπνευσε τον χαρακτήρα του «Dr. Robert» στο ομώνυμο τραγούδι του άλμπουμ Revolver των Beatles.
Το 1966 ο Fraser χρηματοδότησε την έκθεση της Yoko Ono, μια εκδήλωση που έγινε η αφορμή για τη γνωριμία της με τον John Lennon, ενώ χάρισε στον McCartney μια μικρή ζωγραφιά ενός μήλου από τον René Magritte – για πολλούς η έμπνευση για το όνομα και το λογότυπο της Apple Records, της δισκογραφικής εταιρείας των Beatles.
Το 1967 η αστυνομία πραγματοποίησε έφοδο στο σπίτι του Keith Richards στο Redlands και συνέλαβε τον Richards, τον Mick Jagger και τον Fraser με την κατηγορία της κατοχής και χρήσης ναρκωτικών. Ήταν η εποχή που ξεκινούσε η τρέλα για τους celebrities όπως την ξέρουμε σήμερα. Για την ιστορία, ενώ οι δύο των Stones απαλλάχθηκαν μετά από έφεση, ο Fraser ομολόγησε την ενοχή του, εξέτισε μια εξάμηνη ποινή σε καταναγκαστικά έργα, γεγονός που έβγαλε τον Richard Hamilton από τα ρούχα του επειδή ένας άνθρωπος είχε καταδικαστεί μόνο και μόνο επειδή έκανε χρήση ναρκωτικών.
Ο Hamilton είχε ήδη εισχωρήσει σε αυτόν τον κύκλο γνωριμιών και επειδή έτρεφε μεγάλη εκτίμηση για τον Fraser, πήρε μια φωτογραφία που είχε τραβήξει ο John Twine και είχε δημοσιεύσει η Daily Sketch για να απαθανατίσει το περιστατικό στο έργο του «Swingeing London 67», ένα κολάζ έξι διαφορετικών καμβάδων από δημοσιεύματα του τύπου και της φωτογραφίας των Jagger και Fraser ενώ μεταφέρονται με χειροπέδες από τη φυλακή στο δικαστήριο μέσα σε ένα αστυνομικό αυτοκίνητο.
Ο ίδιος είχε πει σχετικά: «Υπήρξαν μερικές περιπτώσεις που κάποιο γεγονός με συγκίνησε. Όταν είσαι υποχρεωμένος να δράσεις με όποιο τρόπο μπορείς, δρας ως καλλιτέχνης. Θα πρέπει να το εκφράσεις με το μέσον το οποίο γνωρίζεις και πιστεύω πως η εικόνα του Robert Fraser και του Mick Jagger φορώντας χειροπέδες, δίνει μια ιδιαίτερη εικόνα στον κόσμο. Συμβολίζει μια συγκεκριμένη εποχή». Η ειρωνεία είναι ότι αυτή η εικόνα που ταρακούνησε το κατεστημένο της εποχής, κατέληξε να γίνει ένας από τους σημαντικότερους καλλιτεχνικούς θεσμούς του ίδιου του κατεστημένου. Μετά την αποφυλάκισή του ο Fraser του βυθίστηκε πιο βαθιά στην πρέζα. Το 1969 έκλεισε τη γκαλερί του έχοντας χάσει το ενδιαφέρον του για την τέχνη και τον Γενάρη του 1986 έγινε ο πρώτος Βρετανός ασθενής του AIDS που πέθανε στο σπίτι του.
Rock & roll και μοντέρνα αισθητική
O Hamilton είχε ήδη γίνει φίλος με τον Paul McCartney και ανέλαβε να φτιάξει το εξώφυλλο και το κολάζ των αφισών του White Album των Beatles. Ο McCartney έλεγε μάλιστα ότι ανάμεσα στις προθέσεις του Hamilton ήταν να αριθμήσει ξεχωριστά το κάθε εξώφυλλο (από το 1968 που κυκλοφόρησε το White Album έχει πουλήσει 24 εκατομμύρια κόπιες). Παρεμπιπτόντως, την πρώτη κόπια του άλμπουμ την πήρε ο John Lennon.
Την ίδια χρονιά, το 1968, ο Hamilton εμφανίστηκε στην ταινία του Brian De Palma Greeting, με θέμα μερικούς νεαρούς που προσπαθούν να αποφύγουν την κατάταξή στο στρατό και κατά συνέπεια τον Πόλεμο του Βιετνάμ. Στη συγκεκριμένη ταινία ο Robert De Niro κάνει το ντεμπούτο του σε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Από το 1959 ως το 1966 ο Hamilton δίδαξε στο King’s College του Newcastle έχοντας ανάμεσα στους σπουδαστές του τον νεαρό Bryan Ferry, τον μελλοντικό τραγουδιστή των Roxy Music. Ο Hamilton επηρέασε τον Ferry σε βαθμό που το 1977 ο τελευταίος έγραψε το τραγούδι «This is Tomorrow», εμπνευσμένο από την ομώνυμη έκθεση με έργα του δασκάλου του στην Whitechapel Art Gallery του Λονδίνου το 1956. Εκεί ο Hamilton είχε παρουσιάσει, το «Just what is it that makes today’s homes so different, so appealing?», το πρώτο διάσημο έργο τέχνης της pop art.
Σύμφωνα με ένα άρθρο του ιστορικού τέχνης John-Paul Stonard, το κολάζ αποτελείται από εικόνες που προέρχονται κυρίως από αμερικανικά περιοδικά. Είναι μια σύνθεση της εικόνας ενός σύγχρονου καθιστικού, παρμένη από μια διαφήμιση του αμερικανικού περιοδικού Ladies Home Journal για τα δάπεδα της εταιρίας Armstrong. Ο τίτλος του έργου προερχόταν από ένα αντίγραφο της διαφήμισης, η οποία δήλωνε, «Just what is it that makes today’s homes so different, so appealing? Open planning of course—and a bold use of color» («Τι ακριβώς κάνει τα σημερινά σπίτια τόσο διαφορετικά, τόσο ελκυστικά; Ανοιχτός σχεδιασμός φυσικά – και τολμηρή χρήση του χρώματος»). Ο μποντιμπιλντεράς που είναι και το κεντρικό πρόσωπο του έργου είναι ο Irvin «Zabo» Koszewski, ο Μίστερ Λος Άντζελες για το 1954. Η φωτογραφία προέρχεται από το περιοδικό Tomorrow’s Man (Σεπτέμβριος 1954). Η καλλιτέχνιδα Jo Baer, η οποία φωτογραφιζόταν για νεανικά περιοδικά ερωτικού περιεχομένου, ισχυρίστηκε ότι αυτή ήταν η γυναίκα που καθόταν στον καναπέ.
Το τραγούδι του Ferry πάντως μπήκε για εννέα βδομάδες στα βρετανικά τσαρτ και έφτασε ως το νούμερο 9. Μιλώντας για τον δάσκαλό του, ο Ferry είχε πει: «… Ήταν μεγάλη έμπνευση τόσο σαν καλλιτέχνης όσο και σαν προσωπικότητα και αποκάλυψε πόσο ποιητικός αλλά και πόσο μυστηριώδης θα μπορούσε να είναι ο μοντέρνος κόσμος». Ο Hamilton ανταπέδωσε με κάποια έπαρση τη φιλοφρόνηση του Βρετανού μουσικού περιγράφοντας τον Ferry σαν το «καλύτερο δημιούργημά μου».
O Hamilton λάτρευε την νέα τεχνολογία και στα έργα του δεν υπάρχουν φραγμοί ανάμεσα στο έργο τέχνης και στο σχεδιασμό του προϊόντος, συμπεριλαμβανομένου ενός πίνακα που ενσωμάτωνε ένα state-of-the-art ραδιοφωνικό δέκτη και το κουτί ενός υπολογιστή Dataindustrier AB. Έχοντας εισβάλει πλέον και στο χώρο του βιομηχανικού σχεδιασμού, το 1984 σχεδίασε το εξωτερικό του πρωτότυπου υπολογιστή OHIO για τη σουηδική εταιρεία Isotron και δυο χρόνια αργότερα του DIAB DS-101 για την επίσης σουηδική Dataindustrier AB.
Το 1987, με αφορμή μια τηλεοπτική σειρά του BBC με τίτλο Painting with Light, ο Hamilton δούλεψε για πρώτη φορά με το Quantel Paintbox της εταιρείας Quantel, ένα νέο πρόγραμμα υπολογιστών για την παραγωγή γραφικών και τηλεοπτικών βίντεο. Από τότε χρησιμοποίησε το συγκεκριμένο ή παρόμοιά προγράμματα για να παράγει και να τροποποιήσει τα έργα του. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η Quantel κινήθηκε νομικά με αγωγές σε βάρος του Photoshop της Adobe και του συστήματος Matisse της Spaceward Graphics, σε μια προσπάθεια να προστατεύσει τις κατοχυρωμένες με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας πτυχές του συστήματος Paintbox. Το 1990 κέρδισε την πρώτη υπόθεση κατά της Spaceward, αλλά το 1997 έχασε τελικά εκείνη κατά της Adobe. Τόσο το άλμπουμ The Miracle των Queen όσο και το βίντεο για το τραγούδι «Money For Nothing» των Dire Straits δημιουργήθηκαν με Quantel Paintbox.
Το 1992, το BBC ανέθεσε στον Richard Hamilton να αναδημιουργήσει το διάσημο έργο του «Just What Is It That Makes Today’s Homes So Different, So Appealing?» με σκοπό να αναδείξει πώς ήταν το μέσο νοικοκυριό της δεκαετίας του ΄90. Αυτή την φορά όμως, αντί του μποντιμπιλντερά, ο Hamilton χρησιμοποίησε έναν λογιστή που εργαζόταν σε ένα γραφείο κι αντί της ημίγυμνης γυναίκας μια παγκόσμιας κλάσης γυναίκα μπόντι μπίλντερ.
Το 1981 ο Hamilton παρακολούθησε ένα τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ για τη «Διαμαρτυρία της Κουβέρτας» που είχαν οργανώσει οι κρατούμενοι του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA) στις φυλακές Long Kesh (γνωστές περισσότερο σαν «The Maze») και άρχισε να δουλεύει πάνω σε μια τριλογία ζωγραφικών έργων με θέμα τις συγκρούσεις στη Βόρεια Ιρλανδία. Το έργο του «The Citizen» (1981-83) απεικονίζει τον πολιτικό κρατούμενο του IRA Hugh Rooney σαν Χριστό, με μακριά μαλλιά και γένια. Οι κρατούμενοι του IRA είχαν αρνηθεί να φορούν στολές της φυλακής διακηρύσσοντας ότι ήταν πολιτικοί και όχι ποινικοί κρατούμενοι. Στο διάστημα της διαμαρτυρίας τους οι δεσμοφύλακες τους απαγόρευαν να χρησιμοποιούν τις τουαλέτες αν δεν φορούσαν στολές φυλακισμένων. Οι κρατούμενοι αντέδρασαν απλώνοντας τα περιττώματα τους στους τοίχους των κελιών τους. Όπως εξήγησε ο Χάμιλτον στα σχόλια του καταλόγου της έκθεσης των έργων του στην Tate Gallery το 1992, η εικόνα του «Ανθρώπου με την Κουβέρτα» ήταν πολύ αποτελεσματική στο πεδίο των δημοσίων σχέσεων. Είχε την ηθική υπόσταση μιας θρησκευτικής εικόνας και την πειστικότητα της πιο ονειρεμένης διαφήμισης σαπουνιού για– αλλά παρόλα αυτά, ήταν η τωρινή πραγματικότητα.
Το έργο του Hamilton«The subject» (1988-89) απεικονίζει έναν Orangeman (μέλος του ιρλανδικού προτεσταντικού τάγματος Αμυντική Ένωση του Όλστερ που επιθυμεί να διατηρηθεί η ένωση της Βόρειας Ιρλανδίας με τη Βρετανία), ενώ το «The State» (1993) απεικονίζει έναν Βρετανό στρατιώτη να περιπολεί στον δρόμο.
Ο Hamilton πέθανε το 2011 σε ηλικία 89 ετών.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:
Jean-Michel Basquiat: SAMO is not dead…
Ο Raymond Pettibon και οι τέσσερις "μπάρες" που έγραψαν (και εξακολουθούν να γράφουν) ιστορία...
In Winston Smith We Trust - Όταν o Χριστός σταυρώθηκε σε έναν σταυρό από δολάρια…
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
Μιχάλης Πούγουνας
Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.