Ματίας Ζίντελαρ: Ένας πολύ σπουδαίος σέντερ φορ και ένας μεγάλος αντιφασίστας...

Γράφει ο Αντώνης Ζήβας

Στην εποχή της πλήρους εμπορευματοποίησης του ποδοσφαίρου – και του αθλητισμού γενικότερα – όπου η δουλική συμπόρευση με τις επιταγές και τις αξίες της κυριαρχεί απόλυτα, στάσεις αξιοπρέπειας και αντίστασης αθλητών απέναντι στην κρατούσα κατάσταση είναι σχεδόν ανύπαρκτες και φαντάζουν εξωπραγματικές. Μια τέτοια ιστορία, αλλά από τα παλιά, είναι και η στάση (ζωής, όπως τελικά αποδείχτηκε) του Αυστριακού ποδοσφαιριστή Ματίας Ζίντελαρ. Μια ιστορία η οποία, όπως και οι ελάχιστες άλλες παρόμοιες που μας έρχονται απ’ το παρελθόν, έχει περιέλθει στην σφαίρα του μύθου και σήμερα σχεδόν έχει ξεχαστεί. Η υπενθύμισή της χαλάει τη σούπα των ιδιοκτητών του ποδοσφαίρου ότι δήθεν στο χώρο του αθλητισμού δεν χωρούν οι πολιτικές και κοινωνικές αντιπαραθέσεις και ότι είναι απλώς ένα θέαμα (όπου όμως παίζονται πολλά, πάρα πολλά φράγκα, έτσι δεν είναι, κύριοι;)

Ο Ματίας Ζίντελαρ γεννήθηκε το 1903 στο Κοσλόφ της σημερινής Τσεχίας που την εποχή εκείνη αποτελούσε μέρος της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Σύντομα η οικογένειά του – πιθανόν εβραϊκής καταγωγής – μετακόμισε στη Βιέννη. Ο πατέρας του σκοτώθηκε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και έτσι ο μικρός Ματίας αναγκάστηκε να βγει στη βιοπάλη. Κάπου τότε, στην ομάδα της γειτονιάς του, άρχισε να ξεχωρίζει για το ταλέντο του και το 1924 μεταγράφηκε στην Αούστρια Βιέννης.

 


Οι περιγραφές της εποχής σχετικά με το καταπληκτικό ποδοσφαιρικό ταλέντο του παραπέμπουν σε έναν λεπτοκαμωμένο, ντελικάτο και «αεράτο» παίκτη με αρμονικές-δαντελένιες κινήσεις και σε έναν ντριπλέρ με άριστη τεχνική κατάρτιση που έβλεπε γήπεδο και ως σέντερ φορ σκόραρε συχνά και μάλιστα με θεαματικό τρόπο. Για όλα αυτά τον αποκαλούσαν «Μότσαρτ των γηπέδων» και χαρακτηρίζεται ως ένας από τους καλύτερους προπολεμικούς ποδοσφαιριστές στον κόσμο, αν όχι ο καλύτερος. «Το γκολ του Ζίντελαρ ήταν ένα έργο τέχνης που κανείς πριν ή μετά από αυτόν δε θα μπορέσει ν’ αντιγράψει. Ο κόσμος στο Λονδίνο σηκώθηκε όρθιος για να το χειροκροτήσει και κάθισε ξανά ύστερα από 20 λεπτά». Αυτά ήταν τα λόγια του Βέλγου διαιτητή που είχε διαιτητεύσει τον αγώνα Αγγλίας-Αυστρίας (4-3) το 1932, για το γκολ που έβαλε ο «Μότσαρτ» περνώντας σχεδόν όλη την αντίπαλη ομάδα! (Ο Μαραντόνα, βλέπετε, δεν είχε γεννηθεί ακόμη…)
Με ηγέτη τον Ζίντελαρ και μαζί με άλλους μεγάλους Αυστριακούς ποδοσφαιριστές της εποχής συγκροτήθηκε η Wunderteam (Ομάδα Όνειρο) της εθνικής Αυστρίας που έλαμψε στη δεκαετία του ’30. Σε αυτή την ομάδα διέπρεψε ο Ζίντελαρ ως ποδοσφαιριστής και αλλά και ως άνθρωπος. Και, φυσικά, η ομάδα αυτή τότε ήταν μια από τις καλύτερες στον κόσμο, υπό την καθοδήγηση του πρωτοπόρου προπονητή Ούγκο Μάισλ. Συγκαταλέγεται στις τέσσερις μεγάλες εθνικές ομάδες που, μολονότι «χάρμα οφθαλμών», ουδέποτε κατάφεραν να κατακτήσουν έναν τίτλο. Μιλάμε για την Ουγγαρία του Φέρεντς Πούσκας που σκόνταψε πάνω στους ντοπαρισμένους Γερμανούς, την Ολλανδία του Γιόχαν Κρόιφ και τη Βραζιλία του Σόκρατες.
Η Αυστρία θα έπεφτε θύμα πολιτικών σκοπιμοτήτων και επιβολής: το 1934 έχασε στα ημιτελικά και στην παράταση από τη διοργανώτρια Ιταλία μπροστά στον δικτάτορα Μουσολίνι και από μια εγκληματική διαιτησία εις βάρος της. Όπως πολλοί «δημοκράτες» πριν –αλλά και μετά– από αυτούς, έτσι και οι φασίστες εκμεταλλεύτηκαν το ποδόσφαιρο για να προβάλλουν τα ιδανικά περί ανωτερότητας της φυλής και του έθνους, του μιλιταρισμού και του ανδρικού τσαμπουκά.


Το 1938 είναι η Εθνική Αυστρίας ήταν το μεγάλο φαβορί για την κατάκτηση του Μουντιάλ της Γαλλίας. Αλλά λίγους μήνες πριν την έναρξή του, ο Χίτλερ εισέβαλε στην Αυστρία και την προσάρτησε εν ονόματι της εθνικής ολοκλήρωσης του γερμανικού έθνους! Επομένως, οι αυστριακοί διεθνείς μπορούσαν πλέον να συμμετέχουν μόνο με την ομάδα της ναζιστικής Γερμανίας. Κορυφαίοι παίχτες όπως οι Μπίνερ, Μπίκαν, Γερούσαλεμ και Ζίντελαρ το αρνούνται. Οι Ναζί, γνωρίζοντας ότι με την συμμετοχή τους έχουν μεγάλες πιθανότητες να κατακτήσουν τον τίτλο και θέλοντας να εκμεταλλευτούν πολιτικά ένα τέτοιο γεγονός, προσπάθησαν να τους δελεάσουν με χρήμα, φήμη και αξιώματα, αλλά συνάντησαν ξανά την άρνηση. Λίγους μήνες αργότερα, οι Ναζί έκαναν μια τελευταία προσπάθεια να προσεταιρισθούν τους Αυστριακούς διεθνείς και διοργάνωσαν ένα φιλικό αγώνα ανάμεσα στις δυο εθνικές ομάδες. Η συμφωνία ήταν ο αγώνας να λήξει ισόπαλος, 1-1. Όμως ο Ζίντελαρ και οι συμπαίκτες του είχαν διαφορετική γνώμη. Είδαν το παιχνίδι σαν μια μεγάλη ευκαιρία για να χλευάσουν το καθεστώς, τσαλακώνοντας ταυτόχρονα και την επικοινωνιακή του εικόνα. Ο Ζίντελαρ, ο ίδιος που τον προηγούμενο χρόνο είχε επικαλεστεί ως αιτία της άρνησής του την προχωρημένη ηλικία του, ήταν αυτός που στα 35-36 του χρόνια πήρε επάνω του το παιχνίδι. Στο δεύτερο ημίχρονο άνοιξε το σκορ αφού πρώτα «χόρεψε» κυριολεκτικά όλη την γερμανική άμυνα. Και στα τελευταία λεπτά πάσαρε στον συμπαίκτη του, Κάρλ Σέτα, ο οποίος σκόραρε για δεύτερη φορά στα ναζιστικά δίχτυα. Αμέσως μετά, οι δυο τους έτρεξαν και στάθηκαν μπροστά στον Χίτλερ πανηγυρίζοντας και γελώντας προκλητικά!


Θα κάνουμε εδώ μια μικρή παρένθεση, για να δείξουμε πόσο μεγάλη αξία είχε αυτή η πράξη εκείνη την εποχή, πόσο σθένος χρειαζόταν και πόσο μοναδική ήταν. Το 1938, δηλαδή λίγους μόλις μήνες πριν ο Ζίντελαρ και η παρέα του γελοιοποιήσουν τους ναζί και την ίδια ώρα που τους έφτυναν αρνούμενοι να παίξουν φορώντας τη φανέλα με τη σβάστικα, στο Ολυμπιακό Στάδιο του Βερολίνου διεξαγόταν ο φιλικός αγώνας Γερμανίας-Αγγλίας (τελικό αποτέλεσμα, 3-6). Με την προτροπή του Βρετανού πρέσβη στο Βερολίνο, όλοι οι Άγγλοι παίκτες χαιρέτησαν φασιστικά στη διάρκεια της ανάκρουσης των εθνικών ύμνων μπροστά στους Γκέρινγκ και Γκέμπελς! Ένας μόνο αρνήθηκε να σηκώσει το χέρι του με αποτέλεσμα να αποκλειστεί από την αποστολή. Για την ιστορία, το όνομά του ήταν Σταν Κούλινς, έπαιζε στη Γουλβς και εξελίχθηκε σε σπουδαίο προπονητή.
Όπως ήταν φυσικό, τα ναζιστικά σκυλιά δεν συγχώρεσαν τον Ζίντελαρ για την ταπείνωση που τους έκανε. Δυο μήνες αργότερα, στις 23 Ιανουαρίου 1939, ο Ζίντελαρ βρέθηκε νεκρός στο διαμέρισμά του, μαζί με την Ιταλίδα φίλη του, Καμίλα Καστανόλα. Η επίσημη εκδοχή ήταν θάνατος από διαρροή γκαζιού εξαιτίας κάποιας βλάβης της σόμπας. Οι γείτονες όμως επέμειναν ότι η σόμπα δεν είχε ποτέ κανένα πρόβλημα. Άλλοι, πάλι, μίλησαν για αυτοκτονία. Παρά την απαγόρευση από τις αρχές, την ημέρα της κηδείας εξήντα πέντε χιλιάδες άτομα αποχαιρέτησαν τον Ζίντελαρ, σαν μια σιωπηλή πράξη διαμαρτυρίας απέναντι στο ναζιστικό καθεστώς. Αυτοί – όπως και όλοι οι άλλοι – ήξεραν ποια ήταν η αλήθεια. Ο Ζίντελαρ είχε ήδη μετατραπεί σε σύμβολο της αντίστασης ενάντια στο ναζισμό στη χώρα του.


Κάποιοι, αρκετοί δηλαδή, που θέλουν να βλέπουν τα γεγονότα μόνο μέσα από τα μυωπικά γυαλιά του «πατριωτισμού», βλέπουν πίσω από την στάση του Ζίντελαρ μια «πατριωτική» αντίδραση στην κατάκτηση της χώρας του. Λες και αυτή η κατάκτηση δεν είχε προέλθει από ένα καθεστώς με συγκεκριμένη πολιτική ιδεολογία. Και ούτε βέβαια προτίθενται να εξετάσουν αν η συγκεκριμένη ιδεολογία έχει πολλά κοινά με τον δικό τους «πατριωτισμό». Αλλά, πέραν τούτου, αν ο Ζίντελαρ αντιδρούσε απλά και μόνο «πατριωτικά», τότε θα έπραττε το ακριβώς αντίθετο! Θα ακολουθούσε τη συντριπτική πλειοψηφία των Αυστριακών της εποχής οι οποίοι, «πατριωτικά» αφιονισμένοι, υποδέχτηκαν την προσάρτηση της χώρας τους με ανοιχτές αγκάλες και συνεργάστηκαν ενεργά με τους ναζί ως το τέλος του πολέμου στο όνομα του «παγγερμανισμού».
Ο Ζίντελαρ είναι ένας απ’ τους αμέτρητους και ξεχασμένους μάρτυρες στην πάλη ενάντια στο ναζισμό και ένα σύμβολο αντίστασης και αξιοπρέπειας απέναντι στα κελεύσματα των κυρίαρχων ιδεολογικών σειρήνων της κάθε εποχής. Τέτοιες στάσεις έχουν να μας πουν πολλά σήμερα, γι’ αυτό και πρέπει να τις ανασύρουμε από τη λήθη και να τις μετατρέπουμε σε μνήμη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:

Σόκρατες: Ο επαναστάτης με τη δερμάτινη μπάλα στα πόδια…

Παίξε μπάλα! (…και... fuck modern football!)...

 


image

Αντώνης Ζήβας

Ο Αντώνης Ζήβας είναι D.J. ραδιοφωνικός παραγωγός και record sellector εδώ και 28 έτη. Παράλληλα έχει υπάρξει μπασίστας σε διάφορες γνωστές-άγνωστες Punk και Alternative μπάντες από τη δεκαετία του '80 ως τις μέρες μας, ενώ ανήκει στο απροστάτευτο υπό εξαφάνιση είδος των δισκοπωλών. Γεννήθηκε στη Πάτρα, αλλά διάλεξε να ζήσει για πάρα πολλά χρόνια στη Κρήτη, όπου και απέκτησε τη Κρητική υπηκοότητα, την οποία διατηρεί ακόμη με πείσμα. Τα τελευταία χρόνια κατοικεί στη κοιλιά του τέρατος που ονόμασαν Αθήνα, περιφέροντας το σάρκιον του σε διάφορα Booth της Αθηναϊκής νύχτας και μία φορά την εβδομάδα τα μεσημέρια των Σαββάτων, ξαποστένει στο μικρόφωνο του metadeftero.gr, μέσα από την εκπομπή Reclaim The Music
 
 
 
image

Αντώνης Ζήβας

Ο Αντώνης Ζήβας είναι D.J. ραδιοφωνικός παραγωγός και record sellector εδώ και 28 έτη. Παράλληλα έχει υπάρξει μπασίστας σε διάφορες γνωστές-άγνωστες Punk και Alternative μπάντες από τη δεκαετία του '80 ως τις μέρες μας, ενώ ανήκει στο απροστάτευτο υπό εξαφάνιση είδος των δισκοπωλών. Γεννήθηκε στη Πάτρα, αλλά διάλεξε να ζήσει για πάρα πολλά χρόνια στη Κρήτη, όπου και απέκτησε τη Κρητική υπηκοότητα, την οποία διατηρεί ακόμη με πείσμα. Τα τελευταία χρόνια κατοικεί στη κοιλιά του τέρατος που ονόμασαν Αθήνα, περιφέροντας το σάρκιον του σε διάφορα Booth της Αθηναϊκής νύχτας και μία φορά την εβδομάδα τα μεσημέρια των Σαββάτων, ξαποστένει στο μικρόφωνο του metadeftero.gr, μέσα από την εκπομπή Reclaim The Music
 
 
 
image

Αντώνης Ζήβας

Ο Αντώνης Ζήβας είναι D.J. ραδιοφωνικός παραγωγός και record sellector εδώ και 28 έτη. Παράλληλα έχει υπάρξει μπασίστας σε διάφορες γνωστές-άγνωστες Punk και Alternative μπάντες από τη δεκαετία του '80 ως τις μέρες μας, ενώ ανήκει στο απροστάτευτο υπό εξαφάνιση είδος των δισκοπωλών. Γεννήθηκε στη Πάτρα, αλλά διάλεξε να ζήσει για πάρα πολλά χρόνια στη Κρήτη, όπου και απέκτησε τη Κρητική υπηκοότητα, την οποία διατηρεί ακόμη με πείσμα. Τα τελευταία χρόνια κατοικεί στη κοιλιά του τέρατος που ονόμασαν Αθήνα, περιφέροντας το σάρκιον του σε διάφορα Booth της Αθηναϊκής νύχτας και μία φορά την εβδομάδα τα μεσημέρια των Σαββάτων, ξαποστένει στο μικρόφωνο του metadeftero.gr, μέσα από την εκπομπή Reclaim The Music
 
 
 

 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1