σΓράφει ο Αργύρης Αργυριάδης
Η δεκαετία του 1960 στις ΗΠΑ ήταν ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί ανά πάσα στιγμή και για οποιαδήποτε αιτία τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι μειονότητες, και άλλα πολλά, ήταν τα αίτια που ανέδειξαν τον επερχόμενο πολιτικό ανταγωνισμό και την αντικουλτούρα της εποχής. Ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν το σημείο που η κοινωνική συναίνεση έσπασε. Η νέα γενιά δεν ήθελε να συμμετέχει σε έναν ακόμα πόλεμο με έναν λαό που δεν της είχε κάνει τίποτα και για αυτό όχι μόνο δεν ήθελε να στρατολογηθεί, αλλά ούτε και να συμμετέχει στο παραμικρό στο αμερικανικό πολεμικό όνειρο.
Στην Δυτική Ακτή, πέριξ του κόλπου του Σαν Φρανσίσκο, η μια στρατηγική κορυφώθηκε με το λεγόμενο Καλοκαίρι της Αγάπης που αποτέλεσε τη μια πλευρά της αντίστασης. Αντίθετα, στα ανατολικά, αρκετοί έκριναν ότι η δύναμη των λουλουδιών δεν αρκούσε για να αντιμετωπίσει την φασιστική δύναμη, οπότε επέλεξαν έναν πιο δυναμικό αγώνα αντιβίας. Αυτές οι δυο στρατηγικές τελικά θα συναντηθούν, θα συμπορευθούν, αλλά και θα αποκλίνουν, θα νικήσουν πρόσκαιρα για να ηττηθούν, αλλά δεν θα ξεχαστούν, αφήνοντας μια παρακαταθήκη που εμπνέει ακόμα και σήμερα, μισό αιώνα αργότερα.
Οι Up Against the Wall Motherfucker ήταν μια ντανταϊστική, φιλοκαταστασιακή, αναρχική ομάδα συγγένειας που δραστηριοποιήθηκε στο Λόουερ Ιστ Σάιντ της Νέας Υόρκης. Κάποιοι τους έχουν χαρακτηρίσει ως μια «συμμορία με αναλυτικές ικανότητες», αλλά σίγουρα η ομάδα αυτή ήταν κάτι πολύ περισσότερο. Σύμφωνα με την ιστορία, η δράση της ενέπνευσε μέλη των Weather Underground και των Yippies, δυο χαρακτηριστικών ανατρεπτικών ομάδων της εποχής.
Οι Motherfuckers συγκροτήθηκαν το 1967 από μέλη της ντανταϊστικής καλλιτεχνικής ομάδας Μαύρη Μάσκα (Black Mask) μαζί με μερικά μέλη από την Καλλιτεχνική Εβδομάδα Οργής Ενάντια στον Πόλεμο του Βιετνάμ τον Ιανουάριο του 1967. Η Black Mask είχε ιδρυθεί τον προηγούμενο χρόνο από τον καταναλανικής καταγωγής ζωγράφο Ben Morea και τον Ελληνοαμερικανό ποιητή και μελλοντικό ιστορικό Dan Georgakas. Το 1968 η ομάδα άλλαξε όνομα σε Up Against the Wall Motherfuckers και πέρασε στην παρανομία, αφού προηγουμένως είχε εκδώσει δέκα τεύχη του περιοδικού Black Mask.
Η φράση αυτή ήταν η εντολή που έδιναν οι αστυνομικοί στους έγχρωμους νεολαίους ή λευκούς της αντικουλτούρας κατά την σύλληψη τους. Οι μπάτσοι φώναζαν στο θύμα τους, «Τα χέρια στον τοίχο, καργιόλη!» - την κατάλληλη θέση για να ερευνήσουν τον ύποπτο και να του περάσουν χειροπέδες, πριν τον προσαγάγουν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, η ομάδα είχε υιοθετήσει το όνομα από μια φράση στο ποίημα «Black People!» του μαύρου ακτιβιστή και ποιητή Amiri Baraka που είχε δημοσιευτεί στους New York Times στις αρχές του 1968 και που «διαστρέβλωνε» την αστυνομική εντολή:
«… δεν μπορείς να κλέψεις τίποτε από έναν λευκό που να μην το έχει ήδη κλέψει εκείνος, σου χρωστά ό,τι θέλεις, ακόμα και τη ζωή του. Όλα τα μαγαζιά θ’ ανοίξουν, αρκεί να πεις τις μαγικές λέξεις. Οι μαγικές λέξεις είναι, «Ψηλά τα χέρια και στον τοίχο, καργιόληδες, γίνεται ληστεία!»
Ο Abbie Hoffman τους χαρακτήρισε ως ένα μεσοαστικό εφιάλτη και ως ένα φαινόμενο που ήταν κατά των μέσων ενημέρωσης αλλά προκαλούσε αίσθηση στα media μόνο και μόνο επειδή το όνομά τους δεν μπορούσε να τυπωθεί.
Η πρώτη και κατά πολλούς η πιο αξιομνημόνευτη φορά που ακούστηκε αυτή η φράση ήταν στη κατάληψη του κτιρίου του Μαθηματικού τμήματος του Πανεπιστήμιου Columbia τον Απρίλιο του 1968 σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη συμμετοχή του πανεπιστημίου σε στρατιωτικά ερευνητικά προγράμματα. Οι Motherfuckers είχαν βοηθήσει στη δράση και είχαν δημιουργήσει γκραφίτι χρησιμοποιώντας το συγκεκριμένο σύνθημα. Στην ανοιχτή του επιστολή του προς τον πρύτανη του πανεπιστημίου, ο Mark Rudd, ο ηγέτης της φοιτητικής αντιπολεμικής οργάνωσης SDS (Φοιτητές για μια Δημοκρατική Κοινωνία), είχε διακηρύξει: «Θα χρησιμοποιήσω τα λόγια του LeRoi Jones [το πραγματικό όνομα του Amiri Baraka] και είμαι σίγουρος ότι δεν σας αρέσουν: Up against the wall motherfucker, this is a stick-up!» Λίγο αργότερα, η αστυνομία της Νέας Υόρκης εισέβαλε στο Columbia και διέλυσε με την βία την κατάληψη ξυλοκοπώντας άγρια τους καταληψίες και συλλαμβάνοντας πλήθος από αυτούς.
Η έκφραση πήρε ακόμα μεγαλύτερη δημοσιότητα όταν, λίγο μετά την καταστολή της κατάληψης, ο David Peel ηχογράφησε με τους Lower East Side Band μια ζωντανή συναυλία τους που κατέληξε στο άλμπουμ Have A Marijuana του 1968. Το δεύτερο τραγούδι αυτού του άλμπουμ εκτός από τα υπόλοιπα μηνύματα εναντίον της αστυνομίας, είχε τίτλο «Up Αgainst the Wall Motherfucker». Οι στίχοι του τραγουδιού ήταν πολύ απλοί: μερικά «λαλαλλα» στην μέση η απαγορευμένη έκφραση και στο τέλος ένα... τσατσατσά! Ήταν από μόνο του αρκετό για να προκαλέσει εγκεφαλικά στους συντηρητικούς γονείς.
O Mark Rudd απευθύνεται στους καταληψίες του Πανεπιστημίου Columbia
Μερικές από τις ακτιβίστικες ενέργειες των Motherfuckers ήταν η απόπειρά τους να εισβάλουν στο Πεντάγωνο στη διάρκεια μιας αντιπολεμικής διαμαρτυρίας (1967), το πετροβόλημα και η εκτόξευση αβγών και αίματος εναντίον του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ (1967), το πέταγμα απορριμμάτων από το Λόουερ Ιστ Σάιντ στο σιντριβάνι του Λίνκολν Σέντερ στα εγκαίνια του κέντρου κατά τη διάρκεια μιας απεργίας των σκουπιδιάρηδων (1968), η οργάνωση δωρεάν συναυλιών στο Fillmore East ασκώντας πίεση στον διάσημο ιμπρεσάριο Bill Graham να τους το παραχωρήσει για μια σειρά εβδομαδιαίων συναυλιών, πριν ο Graham συνεννοηθεί τελικά με την αστυνομία και τους εκδιώξει σύντομα (1969) και η καταστροφή των συρματοπλεγμάτων στο φεστιβάλ του Woodstock (1969) δίνοντας τη δυνατότητα σε χιλιάδες κόσμου να εισέλθει στο φεστιβάλ δωρεάν και αναγκάζοντας τους διοργανωτές να αποδεχτούν την αποτυχία του κερδοσκοπικού τους εγχειρήματος. Έτσι όταν οι Jefferson Airplane συμπεριέλαβαν τη φράση στο «We Can Be Together», το τραγούδι που άνοιγε το άλμπουμ τους Volunteers (και που οι στίχοι του ήταν σχεδόν λέξη προς λέξη αντιγραφή από ένα φυλλάδιο που είχε γράψει το μέλος των Motherfuckers, John Sundstrom) και το τραγούδησαν κατά την εμφάνιση τους στο Woodstock, η έκφραση αυτή ήδη συμπεριλαμβανόταν στο ριζοσπαστικό λεξικό της αντικουλτούρας: «Στα μάτια της Αμερικής είμαστε όλοι παράνομοι. Προκειμένου να επιβιώσουμε κλέβουμε, εξαπατούμε, λέμε ψέματα, πλαστογραφούμε, γαμάμε, κρυβόμαστε και ντιλάρουμε… Είμαστε ό,τι λέτε ότι είμαστε, είμαστε… Up Against the Wall, Motherfucker!» Κι όταν, στις 19 Αυγούστου 1969, οι Airplane το τραγούδησαν στη δημοφιλή τηλεοπτική εκπομπή του Dick Cavett, ήταν η πρώτη φορά που η λέξη «fuck» ακούστηκε από την αμερικανική τηλεόραση...
ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
Up Against The Wall Motherfucker! An anthology of rants, posters and more
Black Mask and Up Against the Wall Motherfucker: The Incomplete Works of Ron Hahne, Ben Morea and the Black Mask Group, (Ron Hahne, Ben Morea, and Black Mask, PM Press, 2011)
ΔΕΙΤΕ:
The Strawberry Statement (ελλ. τίτλος Φράουλες και Αίμα)
Αργύρης Αργυριάδης
Ο Αργύρης Αργυριάδης αφού πρώτα έζησε την συγκλονιστική εμπειρία της συναυλίας του Rory Gallagher στην Νέα Φιλαδέλφεια το 1981 έκτοτε, από μικρή ηλικία τρέχει στα στενά των Εξαρχείων, πιστός στην Ιδέα της ελευθερίας, παραμένει πάντα καταληψίας «τρελός και ευτυχισμένος», υπερασπιστής του Ιστορικού Μείζονος Αναρχισμού και μέλους του Ενός Δυνατού Συνδικάτου. Μισό αιώνα μετά την γέννηση του, έχει αφιερώσει τις σπουδές του στην ιατρική, την ψυχιατρική και την ψυχολογία στον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση. Όταν δεν διαβάζει επικίνδυνα βιβλία, δεν ακούει παράξενες μουσικές ή να γράφει ακατανόητες ιστορίες στο merlin's, συμμετέχει σε Αυτοργανωμένες Συλλογικότητες Υγείας,συνελεύσεις, πορείες και δράσεις διότι τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα.
Αργύρης Αργυριάδης
Ο Αργύρης Αργυριάδης αφού πρώτα έζησε την συγκλονιστική εμπειρία της συναυλίας του Rory Gallagher στην Νέα Φιλαδέλφεια το 1981 έκτοτε, από μικρή ηλικία τρέχει στα στενά των Εξαρχείων, πιστός στην Ιδέα της ελευθερίας, παραμένει πάντα καταληψίας «τρελός και ευτυχισμένος», υπερασπιστής του Ιστορικού Μείζονος Αναρχισμού και μέλους του Ενός Δυνατού Συνδικάτου. Μισό αιώνα μετά την γέννηση του, έχει αφιερώσει τις σπουδές του στην ιατρική, την ψυχιατρική και την ψυχολογία στον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση. Όταν δεν διαβάζει επικίνδυνα βιβλία, δεν ακούει παράξενες μουσικές ή να γράφει ακατανόητες ιστορίες στο merlin's, συμμετέχει σε Αυτοργανωμένες Συλλογικότητες Υγείας,συνελεύσεις, πορείες και δράσεις διότι τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα.
Αργύρης Αργυριάδης
Ο Αργύρης Αργυριάδης αφού πρώτα έζησε την συγκλονιστική εμπειρία της συναυλίας του Rory Gallagher στην Νέα Φιλαδέλφεια το 1981 έκτοτε, από μικρή ηλικία τρέχει στα στενά των Εξαρχείων, πιστός στην Ιδέα της ελευθερίας, παραμένει πάντα καταληψίας «τρελός και ευτυχισμένος», υπερασπιστής του Ιστορικού Μείζονος Αναρχισμού και μέλους του Ενός Δυνατού Συνδικάτου. Μισό αιώνα μετά την γέννηση του, έχει αφιερώσει τις σπουδές του στην ιατρική, την ψυχιατρική και την ψυχολογία στον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση. Όταν δεν διαβάζει επικίνδυνα βιβλία, δεν ακούει παράξενες μουσικές ή να γράφει ακατανόητες ιστορίες στο merlin's, συμμετέχει σε Αυτοργανωμένες Συλλογικότητες Υγείας,συνελεύσεις, πορείες και δράσεις διότι τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα.