Γράφει ο Γρηγόρης Αγκυραλίδης
Οι Nightstalker είναι κάτι παραπάνω από μία αγαπημένη μπάντα. Είναι αυτοί που μεγαλώσαμε μαζί, που έντυσαν τα χρόνια που πέρασαν με τη μουσική τους, για αυτούς που έφτασαν και για αυτούς που δεν έφτασαν ως εδώ. Τα underdogs που πεισματικά επιστρέφουν ξανά και ξανά από το σημείο που δεν υπάρχει επιστροφή...
Όλα ξεκίνησαν ένα βράδυ Τετάρτης, κάπου στα τέλη Φεβρουαρίου του 1991. Είχα ήδη εισιτήριο, είχα ήδη την άδεια του μπαμπά να μην πάω αγγλικά εκείνη τη μέρα κι έτσι ανηφορίσαμε με άλλους δύο φίλους από το σχολείο προς το θρυλικό club Ρόδον στη Μάρνη. Οι Annihilator βρίσκονταν σε περιοδεία με τους Judas Priest και τους Pantera στην Ευρώπη (όχι στην Ελλάδα) και καθώς είχαν κάποιες μέρες κενό, η καναδική ψυχάρα του Jeff Waters και της μπάντας του αποφάσισε να κατηφορίσουν για συναυλίες στη (σπαρασσόμενη τότε) Γιουγκοσλαβία και στη χώρα μας.
Λεπτομέρειες δεν είχαν πολυγίνει γνωστές και κάποια στιγμή εμφανίζεται ένας τύπος στη σκηνή και λέει στο μικρόφωνο: «Η Μολών Λαβέ Records σας παρουσιάζει ένα support συγκρότημα, τους Nightstalker». Λοιπόν, η metal κοινότητα εκείνη την εποχή είχε πολλές (μα πολλές…) αποχρώσεις, μία από τις οποίες ήταν η καφρίλα του να κράξεις το εγχώριο support συγκρότημα. Έτσι, την ανακοίνωση ακολούθησε ένα μουρμουρητό αποδοκιμασίας, μαζί με την ιαχή «σκατά» από κάποιους έξυπνους που έτσι επιδείκνυαν την ορίτζιναλ… μεταλοσύνη τους. Από το πλάι που ήμουν, βλέπω τον ντράμερ να λέει δυνατά στο μικρόφωνο που έχει μπροστά του: «Σκατάαα» και να μετράει τέσσερα στο πιατίνι. Ρε φίλε, τι ήταν αυτό!!!! Ακολουθεί ένας speed metal δυναμίτης, όπως έμαθα αργότερα ήταν το Release the Pain, με τη μπάντα να παίζει τον ΚΩΛΟ ΤΗΣ!!!! Όμως, μισό λεπτό! Ποιος τραγουδάει; Ρε, ποιος τραγουδάει;;; Ο μπασίστας έχει ένα μικρόφωνο μπροστά του, αλλά το στόμα του είναι κλειστό, οι κιθαρίστες ούτε καν! Τι φάση; Ρε, ο ντράμερ τραγουδάει! Ρε, παίζει κάπου στα 200 bpm και τραγουδάει κιόλας!!! Ε, αυτός είναι ο Αργύρης!!! Το κομμάτι τελειώνει, ο Αργύρης φωνάζει πιο δυνατά στο μικρόφωνο: «Σκατάαα», από κάτω απαντάνε: «Σκατάααα» και μπαίνει το δεύτερο κομμάτι, και το τρίτο και το τέταρτο κλπ! Devil’ s horn χέρια υψώνονται, ενώ εγώ έχω πάθει μέταλ-τσότσο! Ο guitar hero Ηλίας, άνετος και δεξιοτέχνης, κεντάει στην κιθάρα, κάποια στιγμή γονατίζει και σολάρει κάνοντας headbanging μαζί με τους φαν (πολύ ωραία σκηνή!), ο Αντώνης στέκεται με αυτοπεποίθηση και metal attitude, ενώ ο Βαγγέλης με ένα (ωραιότατο!) πουκάμισο με νεκροκεφαλές δίνει τη δική του γκρούβα στο speed metal πανδαιμόνιο που σπέρνει η μπάντα. Με δυο λόγια, οι Nightstalker εμφανίστηκαν από το πουθενά, σχεδόν άγνωστοι ακόμα και όχι απλά κέρδισαν ένα μάλλον αρχικά από αδιάφορο έως αρνητικά προκατειλημμένο κοινό, αλλά έπαιξαν με αέρα μεγάλης μπάντας και κέρδισαν τις εντυπώσεις, αλλά και την καρδιά ενός (τουλάχιστον!) νέου φαν που τους ακολουθεί από τότε φανατικά μέχρι σήμερα! Τέλεια έναρξη μιας βραδιάς «Wednesday night rockin’ in Athens», όπως είπε αργότερα ο τότε τραγουδιστής των Annihilator, Coburn Pharr.
Επόμενη στάση, κάπου ενάμιση χρόνο αργότερα. Ακούω στο ραδιόφωνο το νέο τους demo tape. Το στιλ τους έχει διαφοροποιηθεί από το speed metal, έχει γίνει πιο προσωπικό, αλλά και έχει υιοθετήσει στοιχεία από τα σχετικά νέα ακόμα ρεύματα του stoner rock και του grunge, μουσικών στιλ που εγώ τότε χαρακτήριζα ως «ρεμάλικα», όχι με αρνητικά χροιά. Εμφανίζονται στο Αν Club της οδού Σολωμού, στα Εξάρχεια, μαζί με τις Nonmadol, η πενταμελής (τότε) all-girl μπάντα της Άντας Λαμπάρα των Villa 21, με ντράμερ την Εύα Κολόμβου, που χρόνια αργότερα θα αναλάμβανε να «τρέχει» το Αν (και φυσικά να παίζει τύμπανα στους Coyote’ s Arrow). Είναι, αν θυμάμαι καλά, αρχές Οκτωβρίου του 1992, και καθώς περιμένω έξω από την είσοδο, βλέπω έναν τύπο με ροκαμπίλι μαλλί και φαβορίτα να προσπαθεί να παρκάρει την τσόπερ του, πάνω στο πεζοδρόμιο. «Μεγάλη μούρη», σκέφτομαι. Κατεβαίνω και αφού τελειώσει η εμφάνιση των Nonmadol, τον βλέπω στη σκηνή με τη μπάντα! Αυτός είναι ο Χάρης Λεβάκης, που για όλη τη δεκαετία των 90s, αποτέλεσε έναν από τους πιο αγαπημένους guitar heroes της αθηναϊκής σκηνής! Και άφησε το μαλλί του να μακρύνει επίσης! Στο μπάσο, πλέον, ο Αντρέας Λάγιος, μαυροντυμένος, μακρυμάλλης, με καστόρινα μποτάκια (αγαπημένα της εποχής!) και εκπληκτικό παίξιμο στο μπάσο. Για όσους/ες δεν έχετε ζήσει εκείνη την εποχή, έχετε υπόψη ότι ο Αντρέας, πέρα από φουλ Geezer Buttlerικός, είναι και εξαιρετικός slapper, και δεν εννοώ μόνο το –μεταγενέστερο– What your name is από το Side FX. Κατά τα λοιπά, τι να λέμε λαϊβάρα, και για μένα ιδανικό soundtrack για την έναρξη της φοιτητικής μου ζωής, καθώς και μίας πρώτης γνωριμίας με την περιοχή και την κουλτούρα της περιοχής των Εξαρχείων. Highlight, ο Χάρης να πετάει κάτω την κιθάρα του στο τελευταίο κομμάτι και να παίζουν μόνο με τον Ηλία, κάτι που θα επαναλάμβανε συχνά-πυκνά αργότερα, καθώς, όπως αποκάλυψε ο Αργύρης, τσαντιζόταν άμα δεν του έβγαινε το σόλο!
Ακολούθησαν πολλές συναυλίες σε Αν, Ρόδον, West, στο Indie Free Festival και αλλού, ενώ το 1994 βγαίνει το –ίσως παραγνωρισμένο, κακώς, σήμερα– Side Fx. Φτάνουμε, λοιπόν, κάπου στον Ιούνιο του 1995 και ο φοιτητικός σύλλογος της σχολής (όχι η ΔΑΠ ρε!) σκέφτεται να οργανώσει ροκ συναυλία στην Πολυτεχνειούπολη και το πράγμα φαίνεται απλό: ο Νίκος Μενουδάκης έπαιζε πλήκτρα στους Echo Tattoo, εγώ μπάσο στους Superblast!, ενώ αναλαμβάνω επίσης να επικοινωνήσω με επιπλέον συγκροτήματα. Να μην τα πολυλογώ, ευτυχώς δεν είχα ποτέ κάψα να γίνω μάνατζερ ή διοργανωτής συναυλιών, κατάφερα τηλεφωνώντας να ξυπνήσω τόσο τη Φλώρα Ιωαννίδη των Make Believe, όσο και τον τότε μάνατζερ των Nightstalker, τον Ζακ (νομίζω είναι ο αδερφός του Τάκη, ντράμερ των Deus ex Machina), μιλάμε για επιτυχία 100 %! Οι Make Believe δεν καταφέρνουν να παίξουν τελικά αφού ο ντράμερ τους αντιμετωπίζει ένα θέμα υγείας, ενώ οι Nightstalker φτάνουν το προγραμματισμένο απόγευμα για soundcheck με τον Ζακ και τον Αργύρη να μανουριάζουν, αν θυμάμαι καλά, για το που είχαν κολληθεί αφίσες. Τελοσπάντων, ευτυχώς η συναυλία και η εμφάνισή τους πήγε πολύ καλά, ο Αργύρης μας υποδέχτηκε με ένα μεγαλοπρεπές... ρέψιμο, ενώ ένα θέμα που υπήρχε με αδυναμία συμμετοχής του Ηλία, καλύφθηκε με αντικαταστάτη (αν δεν κάνω λάθος, λεγόταν Μαρκόπουλος), με τον Ηλία να σκάει κάπου στη μέση του set list και να συνεχίζει στα υπόλοιπα κομμάτια!
Την ίδια περίπου εποχή, απολαυστική εικόνα, στις λίγες φορές που ερχόντουσαν στο Sub Studio, να βλέπεις τον Αργύρη και τον Χάρη να κατεβαίνουν τα σκαλιά της υπόγας με το γυαλί ηλίου, στο ένα χέρι τη μπύρα, στο άλλο χέρι το τσιγάρο και την κιθάρα στον ώμο. Γεννημένοι ροκ σταρς! Λίγο καιρό αργότερα βγαίνει το θρυλικό –και λίγα λέω– Use, το 1996. Εγώ πάλι ακόμα βαράω το κεφάλι μου στον τοίχο που δεν πήγα στο live με τους Ramones, και σας θυμίζω πως στη ζωή μετανιώνεις όχι για αυτά που έκανες αλλά για αυτά που δεν έκανες και που δεν είδες ποτέ τους Ramones live. Μην (δεν) κάνετε μαλακίες λοιπόν! Κάπου ένα χρόνο μετά τυχαίνει με τους Superblast! να βρεθούμε για ηχογράφηση στο Studio Action, μαζί με τον Άρη Χρήστου και τον Αλέξη Καλοφωλιά, οπότε δεν αποφεύγουμε να ρωτάμε τον Άρη για ιστορίες από την ηχογράφηση του Use. Επίσης, κάπου ακούσαμε ότι τις μέρες της ηχογράφησης του άλμπουμ οι τοπικές ατμοσφαιρικές μετρήσεις του ΥΠΕΧΩΔΕ ήταν αυξημένες στην περιοχή. Περίεργα πράγματα...
Από τότε μέχρι σήμερα έχουν ακολουθήσει πολλά λάιβ και μαζί τους πολλές ‘Stalker αναμνήσεις. Κάποια φορά στο Αν Club, παρακολουθούσα τη συναυλία μαζί με την κοπέλα ενός φίλου που… μας έστησε εκείνο το βράδυ όταν αντιλαμβάνομαι ξαφνικά πίσω μου έναν τύπο με σακάκι, μεγαλύτερο σε ηλικία και μάλλον άσχετο με το γενικότερο κλίμα. Παρακολουθεί τη συναυλία για κάποια ώρα και ξαφνικά πηγαίνει, πηγαίνει, ανεβαίνει στη σκηνή και σπρώχνει τον Αντρέα την ώρα που παίζει! Το τι ακολούθησε δεν λέγεται, ο τύπος, έφυγε κλοτσηδόν από το Αν και ο Αργύρης επιστρέφοντας λέει στο μικρόφωνο: «Καλά τόσο πολύ δεν του άρεσε του μαλάκα;». Μία άλλη φορά στην Έκθεση Κόμικς της Βαβέλ στο Γκάζι (γίνονταν πολύ ωραίες συναυλίες στα πλαίσιά της), παίξανε τρεις φορές την εισαγωγή, νομίζω του Brainmaker, γιατί κάτι δεν έβγαινε στον Χάρη, στο παίξιμό του, και κλασικά, την πλήρωσε κατόπιν, για μία ακόμα φορά, η κιθάρα του. Την ίδια βραδιά ανεβαίνει πάνω στη σκηνή ένας φαν, ο οποίος μάλλον είχε... παρακουμπώσει, και σε κάποιο κενό ανάμεσα στα κομμάτια πλησιάζει στο μικρόφωνο του Ηλία και αρχίζει ένα παραλήρημα για τα Λιόσια που κάνουν, που δείχνουν, που ράνουν. Τα παιδιά τον αφήνουν να ολοκληρώσει τη... σκέψη του και αφού κατεβαίνει, λέει ο Αργύρης: «Λιόσιαμε...» Κλάμα από κάτω από τα γέλια...
Αργότερα, ήρθαν το Ritual, το Just a Burn και το Superfreak (από κει και ο τίτλος του παρόντος κειμένου), ο Ηλίας κάπου χάθηκε στη διαδρομή, για να τον ακολουθήσει αργότερα ο Χάρης, και στη θέση τους ήρθε ο Τόλης. Ο Αργύρης πλέον τραγουδάει όρθιος (ώστε να μην μπερδευόμαστε!) και στα τύμπανα ήρθε ο Κώστας και κατόπιν ο Ντίνος, του οποίου το επώνυμο είναι Ρούλος και αναρωτιέμαι πόσο πχιο ντραμιστικό επώνυμα πχια!!! Στα φωνητικά επίσης, προστέθηκε η Νίνα, την οποία ο Αργύρης μας προσκαλούσε να την υποδεχθούμε με την ιαχή «Γεια σου Νίνα!», για να είναι σίγουρος ότι θα τη μάθουμε! Το συγκρότημα άρχισε να περιοδεύει στο εξωτερικό, ενώ θυμάμαι ότι ένα καλοκαίρι, το 2018, τους ακολούθησα σε Αθήνα, Los Almyros στη Μαγνησία, στο ροκ φεστιβάλ της Πρέβεζας, καθώς και στο Street Mode στη Θεσσαλονίκη. Κανονικός Stalker! Ουπς! Ένα χρόνο πριν, το 2017, είχα ανέβει πάλι στο Street Mode, ήταν λίγο μετά τη δεύτερη περιπέτεια της υγείας του Αργύρη, και πραγματικά κυριαρχούσε στη σκηνή! Δεν πήγαινε καν το μυαλό σου ότι πριν λίγο καιρό είχε ταλαιπωρηθεί άσχημα! Άσε που έφαγα κάτι moshpitο-σπρωξίδια από Θεσσαλονικείς με αποτέλεσμα να δω τα γυαλιά μου να εκτοξεύονται σε σημείο όπου χοροπηδούσαν κάποια νεαρά άτομα και… αιωνία τους η μνήμη! Ήταν κι ένα Resistance festival, τον Ιούνιο του 2013, όπου την ίδια μέρα στις πολιτικές εκδηλώσεις, ήταν ομιλητής ο Αλέξης Τσίπρας. Δεν επιβεβαιώθηκε καμία πρόβλεψή μου ότι θα ανέβει στη σκηνή με τον Αργύρη να τραγουδήσει το Hassan I Sahba των Hawkwind, και γενικά μάλλον κανείς από αυτούς, ευτυχώς, δεν ακολούθησε στο πίσω μέρος της Γεωπονικής Σχολής όπου εμφανίζονταν πρώτα οι Last Drive και μετά οι Nightstalker. Το περιβάλλον αυτής της σχολής είναι ότι πρέπει για συναυλίες της μπάντας και ήταν μια απίστευτη βραδιά, μπροστά σε ένα καθαρά ροκ και Εξαρχειώτικο (και ούτε καν συριζαίικο) κοινό.
Μπορεί να πει κάποιος ότι έμεινα μόνο σε αναμνήσεις καθώς και σε ευτράπελα από όλα τα χρόνια που παρακολουθώ τους Nightstalker και όχι πχ σε μουσικές αναλύσεις. Για μένα αυτές δεν πολυχρειάζονται. Το φαν, η ενέργεια και η σεροτονινεργική επίδραση της μουσικής της μπάντας είναι τέτοια που αν τους γουστάρεις μια φορά, θα κολλήσεις. Οι συναυλίες τους είναι πάντα μια αλληλεπίδραση με τον κόσμο και προσωπικά ποτέ δεν κάθομαι να ασχοληθώ με το αν πχ ο ήχος ήταν ή δεν ήταν καλός. Η φάση είναι πολλά περισσότερα από αυτό. Οι Nightstalker είναι κάτι παραπάνω από μία αγαπημένη μπάντα. Είναι αυτοί που μεγαλώσαμε μαζί, που έντυσαν τα χρόνια που πέρασαν με τη μουσική τους, για αυτούς που έφτασαν και για αυτούς που δεν έφτασαν ως εδώ. Τα underdogs που πεισματικά επιστρέφουν ξανά και ξανά από το σημείο που δεν υπάρχει επιστροφή. Στο τέλος της ημέρας τα Παιδιά του Ήλιου μαζεύονται μαζί και σηκώνοντας το δείκτη προς τον ουρανό τραγουδούν μαζί με τον Αργύρη: «We are one together! We are the Children of the Sun!»
Στις 11 Απριλίου θα είμαστε εκεί, στο τέλος της ευρωπαϊκής τους περιοδείας, για την πρώτη ζωντανή εκτέλεση του νέου τους άλμπουμ!
* Στο κανάλι του Merlin's Music Box στο YouTube υπάρχουν πολλές ζωντανές συναυλίες των Nightstalker και μπορείτε να τις παρακολουθήσετε ελεύθερα. Διαλέγετε και παίρνετε από το LINK: https://www.youtube.com/@MerlinsMusixBox/search?query=nightstalker
Γρηγόρης Αγκυραλίδης
Ο Γρηγόρης Αγκυραλίδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, αλλά ζει στον Πειραιά. Έχει γράψει το βιβλίο: «Οι Φαρμακοποιοί στην Κατοχή και την Εθνική Αντίσταση 1941-1944» (εκδ. Οσελότος). Επίσης, από τις αρχές των 90s είναι μπασίστας της ανεξάρτητης σκηνής και τα τελευταία χρόνια είναι μέλος των Red Tree Religion, της Ανοιχτής Ορχήστρας και του πειραματικού ντουέτου RmV.
Γρηγόρης Αγκυραλίδης
Ο Γρηγόρης Αγκυραλίδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, αλλά ζει στον Πειραιά. Έχει γράψει το βιβλίο: «Οι Φαρμακοποιοί στην Κατοχή και την Εθνική Αντίσταση 1941-1944» (εκδ. Οσελότος). Επίσης, από τις αρχές των 90s είναι μπασίστας της ανεξάρτητης σκηνής και τα τελευταία χρόνια είναι μέλος των Red Tree Religion, της Ανοιχτής Ορχήστρας και του πειραματικού ντουέτου RmV.
Γρηγόρης Αγκυραλίδης
Ο Γρηγόρης Αγκυραλίδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, αλλά ζει στον Πειραιά. Έχει γράψει το βιβλίο: «Οι Φαρμακοποιοί στην Κατοχή και την Εθνική Αντίσταση 1941-1944» (εκδ. Οσελότος). Επίσης, από τις αρχές των 90s είναι μπασίστας της ανεξάρτητης σκηνής και τα τελευταία χρόνια είναι μέλος των Red Tree Religion, της Ανοιχτής Ορχήστρας και του πειραματικού ντουέτου RmV.