Λόγια ανθρώπων επιφανών - Μάνος Κατράκης: «Εγώ δεν ησυχάζω ποτέ. Μέσα μου, υπάρχει πάντα το μικρόβιο της Αναζήτησης"...

Γράφει και σταχυολογεί ο Γιάννης Καστανάρας 

Εγώ τον Μάνο Κατράκη δεν τον είδα ποτέ στο θέατρο. Μ' έτρωγε η μάνα μου, "Τράβα να τον δεις, θα πεθάνει και θα έχεις χάσει κάτι μοναδικό", αλλά εγώ την... τύφλα μου. Είναι που νομίζεις πως μερικοί άνθρωποι θα ζούνε για πάντα κι αφήνεις το χρόνο να περνάει μέχρι που αυτοί πεθαίνουν κι έπειτα έρχεται η σειρά σου. Ας είναι. Τον "έζησα" στον κινηματογράφο, στη Συνοικία το Όνειρο, στο Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο, στην Προδοσία, σ' εκείνες τις χουντοταινίες του στυλ Κονσέρτο για Πολυβόλα επειδή κάπως έπρεπε να ζήσει σε δύσκολες εποχές, στα Χρόνια της Θύελλας, σ' εκείνο το Ταξίδι στα Κύθηρα που ακόμα με ταξιδεύει. Ακόμα ανατριχιάζω όταν ακούω τη φωνή του να απαγγέλλει το Άξιον Εστί του Ελύτη στο έργο του Θεοδωράκη κι εκείνο το βλέμμα του με στοιχειώνει για ώρες όποτε τύχει να δω κάπου κάποια φωτογραφία του. Αυτή η ασκητική μορφή που χαμογελούσε ποτέ, θαρρείς και υπήρχε κάτι που μονίμως τον βασάνιζε, σαν να κρεμόταν από πάνω του μια δαμόκλειος σπάθη απειλώντας να τον θερίσει.
Τον φαντάζομαι σε τραπέζια τζόγου να χάνει τη μια παρτίδα μετά την άλλη πάντοτε ψύχραιμος, τον φαντάζομαι στον άκρη του πλατό να κάθεται σιωπηλός μ' εκείνο το απίστευτο σουλούπι, πότε τσαλακωμένος κι εξαθλιωμένος, πότε αξιωματικός, πότε Οιδίπους, πότε Πατερούλης "Ντα", πότε εγωπαθής τσιφλικάς, αλλά πάντα μ' εκείνη τη φλόγα που ξυπνούσε στον θεατή ένα σωρό κρυμμένα συναισθήματα. Τον φαντάζομαι στο Μακρονήσι παρέα με τον Ρίτσο κι ένα σωρό άλλους του σιναφιού τους να πλέκουν μονολόγους αντίστασης, τον φαντάζομαι στο δρόμο να περπατάει σκυφτός σαν να σηκώνει στις πλάτες του τα βάρη όλου του κόσμου. Τον φαντάζομαι με την Λίντα, με την Έλλη, με την Τζένη, με τον Αλέκο, με τον Διονύση, με την Ειρήνη, με τον Θόδωρο και, ναι, γιατί όχι, μ' εκείνον τον "άλλον" Μίκη - πάντα αγέρωχος, πάντα βαρύς κι ασήκωτος. Πάντα τον φαντάζομαι τον Μάνο, κι ας σνόμπαρα με τη φαυλότητα της ηλικίας το ζωντανό του μεγαλείο...
 
ΜΑΝΑ: «Τι είναι Μανόλη;»
ΜΑΝΟΣ: «Θες να 'ρθω στο σπίτι, μάνα;»
ΜΑΝΑ: «Πώς θα 'ρθεις;»
ΜΑΝΟΣ:«Ε... θα υπογράψω και θα 'ρθω»
ΜΑΝΑ: «Ιντα να υπογράψεις;»
ΜΑΝΟΣ: «Δήλωση»
ΜΑΝΑ: «Ιντα δήλωση;»
ΜΑΝΟΣ: «Ότι δεν είμαι αυτό που είμαι...»
ΜΑΝΑ: «Και δεν είσαι;» 
ΜΑΝΟΣ: «Είμαι»
ΜΑΝΑ: «Μην υπογράψεις, κερατά, μην υπογράψεις...»

Γεννήθηκα στην Κρήτη. Μεγάλωσα ξυπόλητο παιδί στις αμμουδιές της πατρίδας μου, που έβαζα στ' αυτιά μου τα κοχύλια της θάλασσας να ακούσω τη βουή του ωκεανού. Δεν ήξερα να αποζητώ την ομορφιά, μα η ομορφιά ξεδιπλωνόταν ολόγυρά μου. Δεν ήξερα να αποζητώ τη λεβεντιά. Μα η λεβεντιά με συνέπαιρνε μέσα μου από τις ιστορίες του παππού μου. Αφήστε να παινέψω την πατρίδα μου. Το αξίζει. Έγινα ηθοποιός όπως θα μπορούσα να γίνω και σιδηρουργός.

Το να μιλάει κανείς για τον εαυτό του είναι δύσκολο. Τι να σας πω; Εγώ είμαι ένα απλό παιδί. Ξεκίνησα απ’ το άκρο δυτικό της Κρήτης: μας έφερε η μάνα μου στην Αθήνα για να μας κάνει ανθρώπους. Πάρα πολλές ταλαιπωρίες και κακουχίες και δυστυχίες και κατατρεγμοί, λόγω της καταγωγής μας, που ’μαστε απ’ την Κρήτη, και με τα βενιζελοβασιλικά που όποιοι ήτανε Κρητικοί ήτανε κόκκινο πανί. Περάσαμε των παθών μας τον τάραχο, εδώ στην Παλιά Ελλάδα, που λέμε. Και καταλαβαίνετε ότι οι δυσκολίες της ζωής ήτανε τεράστιες και για να σπουδάσει κανείς και για να βρει το δρόμο του.

Εγώ βέβαια δεν ξεκίνησα για ηθοποιός. Δεν ήξερα καλά-καλά τι θα πει θέατρο. Ξεκίνησα για μια πιο θετική δουλειά. Δηλαδή στην αρχή ήμουνα αφιονισμένος με τη θάλασσα, ήθελα να γίνω ναυτικός. Κάναμε ένα γαμπρό που ανακατευόταν με τις οικοδομές, ήθελε να με κάνει μηχανικό οικοδομών, πήγα στο μικρό Πολυτεχνείο, δεν το τελείωσα, τελικά, συμπτωματικά τελείως, βρέθηκα στο θέατρο. Αυτά σας τα λέω τώρα με άλματα μεγάλα, τεράστια άλματα. Τελείως συμπτωματικά βρέθηκα στο θέατρο, σ’ ένα χώρο που δεν είχα καμιά οικείωση και μπορώ να πω ότι ακόμα δεν την έχω. Θέλω να πω ότι η νοοτροπία του θεάτρου δεν μ’ έχει αιχμαλωτίσει, δεν μ’ έχει πάρει με το μέρος της εντελώς. Όπως είναι οι τρόποι που μεταχειρίζονται οι άνθρωποι στο θέατρο. Όχι ότι είναι τρόποι ανεπίτρεπτοι, όχι, αλλά χρειάζεται κάποια ευελιξία, κάποια ανοχή πολλές φορές, ίσως, κάποια ένταξη σε κάποιο ρεύμα ή σε μια αυλή ενός ισχυρού θεατρικού παράγοντα.

Όταν ήμουν στο Εθνικό Θέατρο οι σκηνοθέτες μεταξύ τους είχαν αντιζηλίες, ο ένας είχε τη μία του αυλή, ο άλλος την άλλη του αυλή, οι διευθυντές είχαν τα σαλόνια τους με τις αυλές τους κλπ. Εγώ δεν ήμουνα ποτέ ικανός να ενταχθώ πουθενά. Και καταλαβαίνετε ότι όλη αυτή η ιστορία μου δημιούργησε κάποιες δυσκολίες. Μιλώντας για τον εαυτό μου και συνοψίζοντας αυτά πού σας λέω και με πολλά άλλα γεγονότα που για να τα πούμε χρειάζονται ίσως μέρες και όχι ώρες, εκείνο που μπορώ να πω για τον εαυτό μου υπεύθυνα ―χαίρομαι που είμαι σε θέση στα 75 μου χρόνια να το διαπιστώνω και να το λέω― είναι ότι η ζωή μου υπήρξε μια ζωή φαινομενικά ήρεμη, ουσιαστικά όμως φοβερά ανήσυχη, φαινομενικά ίσως λίγο άτονη, ουσιαστικά φοβερά έντονη και αγωνιστική.

Το συμπέρασμά μου είναι ότι πορεύτηκα μάλλον έντιμα στη ζωή μου, και στην πολιτική και στην ιδιωτική, και στην επαγγελματική μου ζωή. Και κει ίσως οφείλω ένα πάρα πολύ μεγάλο μέρος της σημερινής τοποθέτησης που έχει κάνει ο κόσμος στη δουλειά μου: στην εντιμότητά μου, στο ότι δεν είμαι άνθρωπος των παραχωρήσεων, των υποχωρήσεων. Παραχωρήσεις βέβαια και ο λεγόμενος «θεός» μπορεί να έχει κάνει, πολλές φορές για χάρη του υιού του Ιησού ή της παρθένου Μαρίας. Φυσικά κι εγώ πιθανόν να έχω κάνει μερικές παραχωρήσεις αλλά τέτοιες: «θεϊκές». Δεν έχω κάνει πολλές παραχωρήσεις. Αυτά μπορώ να σας πω για τον εαυτό μου, συνοψίζοντας τη ζωή μου.

Όταν κανείς δουλεύει όπως δούλεψα εγώ... δεν ζεις, δεν έχεις Κυριακή, δεν έχεις σχόλη, δεν έχεις γιορτή, δεν έχεις καθημερινή, δεν έχεις ανάπαυλα, δεν έχεις διακοπές. Η πρώτη φορά που επιχείρησα να κάνω διακοπές στη ζωή μου, πιστέψτε το, είναι τώρα. Κι αν σας πω ότι οι καλύτερες διακοπές μου ήταν η περίοδος της πεντάχρονης εξορίας μου; Παρά τους βασανισμούς, παρά τα μαρτύρια, παρά τις κακουχίες, πιστέψτε με, είχαμε κάποιες στιγμές που αναπνέαμε καθαρό αέρα, με καταλαβαίνεις; Εδώ δεν τις έχουμε ούτε αυτές τις στιγμές. Αυτό που σου λέω είναι γεγονός. Μπορεί στη Μακρόνησο να με λιανίσανε στο ξύλο, αλλά όταν την άλλη μέρα το πρωί ξύπνησα και πήρα μια βαθιά ανάσα, ανάπνευσα ιώδιο, αέρα καθαρό, και ο αέρας ο καθαρός και το ιώδιο, πίστεψέ με, ήταν τα γιατρικά και τα φάρμακά μας την εποχή εκείνη. Το παιδί όταν γεννιέται, και το βάζουν στα μπαμπάκια και το προσέχουν μην κρυώσει και το μπουμπουλώνουνε, γίνεται φιλάσθενο και ασθενικό. Όταν τ’ αφήνουνε στο χώμα γίνεται θηρίο.

Θα μου πείτε: τι θες Κατράκη τώρα, να γυρίσουμε πίσω στις πρωτόγονες… Όχι, αλλά ο άνθρωπος προσπαθεί ν’ αποφύγει ό,τι είναι δυνατόν, μπας και κρυώσει μπας και το ’να μπας και τ’ άλλο. Εδώ η φυσικοθεραπεία σήμερα σχεδόν κοντεύει να καταργήσει, ας πούμε, την επιστημονική φαρμακολογία. Δηλαδή όλες αυτές οι εκατοντάδες χιλιάδες τα φάρμακα που υπάρχουν, θα μπορούσαν να είχαν μειωθεί στο ελάχιστο αν ακολουθούσαμε μια φυσική ζωή οι άνθρωποι. Να μάθουμε ν’ αντέχουμε το κρύο, να μαθαίνουμε να περπατάμε, να μαθαίνουμε να γυμναζόμαστε λιγάκι, να μαθαίνουμε να τρώμε και όσπρια, και τη σαρδέλα και το μπιφτέκι, και το φιλέτο, να τρώμε κυρίως φυσικές τροφές, λάχανα, χόρτα, σπόρους. Δεν θα είχαμε τώρα το να περνάει η ζωή μας μέσα από ένα σάντουιτς ή από ένα τοστ με ζαμπόν και φρέσκο βούτυρο και κάτι πασαλειμμένες κονσερβοποιημένες κρέμες, που ποιος ξέρει τι προσθέτουν στον ήδη κλονισμένο οργανισμό μας. Τώρα γιατί σας τα λέω αυτά τα πράγματα. Δεν είμαι γιατρός. Αλλά για να σας δώσω να καταλάβετε τη δίψα μου να ζήσω κι εγώ κάποιες στιγμές όπως ονειρευόμουνα όταν ήμουνα παιδί, που ήμουνα φοβερά ελεύθερο παιδί και με πετροπολέμους και με εκδρομές και με φουτμπόλ και με πορείες και με ορειβασίες. Όταν μπήκα στο θέατρο τα ’χασα όλα αυτά. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Κλείστηκα σ’ ένα κουτί, και μάλιστα αυτά τα τελευταία χρόνια στα υπόγεια αυτά, τα καταραμένα υπόγεια που λέγονται θέατρα, αυτά που θα ’πρεπε να είχαν απαγορευτεί δια νόμου, σαν χώροι που ενσταβλίζονται μέσα χιλιάδες άνθρωποι κάθε βράδυ και αναπνέουν ο ένας τα χνώτα του αλλουνού, χωρίς ούτε εξαερισμό καν. 

Λοιπόν, πώς να μη λαχταράω ν’ αναπνεύσω λίγον αέρα; Δυστυχώς δεν είχα αυτή τη χαρά. Δεν λέω, ορισμένοι συνάδελφοί μου τα καταφέρανε. Αλλά επειδή ήμουνα ίσως λιγάκι πιο ανήσυχος, οι ασχολίες μου ήταν πολύ περισσότερες, επεκτεινόντουσαν και έξω από την επαγγελματική μου ζωή, και στην πολιτική μου ζωή και γενικότερα στα κοινωνικά θέματα. Δεν είχα και θέατρο μόνιμο στην ΑΘήνα, μια στέγη μόνιμη, παρά ήμουνα σαν τον Θέσπη, πότε δω πότε κει, έκανα περισσότερο περιοδείες. Μες στην Αθήνα ελάχιστα έχω δουλέψει συστηματικά, να πω ότι έχω ένα θέατρο δύο τρία χρόνια, τέσσερα χρόνια και κάνω μια δουλειά. Εκτός απ’ τα τελευταία τρία τέσσερα χρόνια, που ήμουνα στο «Μπροντγουέι» κι ανέβασα τρία τέσσερα έργα, μέσα σ’ αυτά και το «Ντα» και στέργιωσα.

Και το ελαφρό θέατρο, σοβαρότατο θέατρο είναι. Όταν γίνεται σωστά είναι σοβαρότατο, πολλές φορές είναι σοβαρότερο από το λεγόμενο σοβαρό θέατρο. Θέλω να πω ότι έχει ίσως περισσότερες δυσκολίες. Ένα σωστό μουσικό θέατρο, με σωστούς ηθοποιούς του μουσικού θεάτρου. Οι ηθοποιοί αυτοί είναι άξιοι θαυμασμού. Διότι πρέπει να ξέρουν όχι μονάχα να μιλάνε, να αλλάζουν, και γρήγορα μάλιστα, χαρακτήρα και φάτσες, αλλά και να χορεύουν, να τραγουδάνε και χίλια δυο πράγματα να κάνουνε. Πράγματα που εμείς δεν ξέρουμε. Αν μας βάλετε εμάς, τους περισσότερους, να χορεύουμε, να τραγουδάμε, δεν ξέρουμε. Κακώς. Είναι θέμα παιδείας πλέον, θεατρικής παιδείας. Κακώς δεν το ξέρουμε. Εν πάση περιπτώσει έτσι συμβαίνει στην Ελλάδα. 

Η θεατρική παιδεία στην Ελλάδα είναι άθλια, σε γενικές γραμμές. Για μένα είναι απαράδεκτη. Και γι’ αυτό ήμουνα κι εναντίον της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος του ηθοποιού, γιατί από κάθε σχολή, ανεξάρτητα από επάνδρωση ικανή να μορφώσει και να βγάλει σωστούς τεχνίτες του θεάτρου, έβγαινε το κάθε παιδί ηθοποιός. Έπαιρνε ένα χαρτί και σου λέει: γράφει ηθοποιός εδώ. Με το «ό,τι δηλώσεις» του Τσαρούχη γινόσουνα ηθοποιός, κατάλαβες; Λοιπόν, οι άνθρωποι αυτοί ήτανε ατελέστατα μορφωμένοι θεατρικά. Δεν μιλάω για όλες τις σχολές, αλλά για τις περισσότερες, τη συντριπτική πλειοψηφία των σχολών αυτών. Δεν είμαι εναντίον της θεατρικής παιδείας, μη γίνει παρεξήγηση. Απεναντίας μάλιστα. Είμαι υπέρ της θεατρικής παιδείας αλλά είμαι και υπέρ του περιορισμού των σπουδαστών στη θεατρική παιδεία και υπέρ της δυνατότητας της απορρόφησης των πτυχιούχων, αμέσως, σχεδόν, σε διάφορους θιάσους. Γιατί αλλιώτικα δημιουργούμε κηφήνες, ακαμάτες και αργόσχολους.

Το σανίδι είναι γλυκό, δεν φεύγει κανείς εύκολα από το σανίδι. Δεν φτάνει το ταλέντο για να είσαι καλός ηθοποιός, για να μείνεις καλός ηθοποιός. Δεν λέω να γίνουν όλοι πρωταγωνιστές, δεν γίνονται όλοι. Το θέατρο δεν ζει μόνο με πρωταγωνιστές, ζει και με βοηθητικά πρόσωπα, αλλά τα βοηθητικά πρόσωπα να ξέρουνε τι λένε, να ξέρουνε πού πατάνε, να ξέρουνε πώς τα λένε. Πρώτα πρώτα να ξέρουνε, να μαθαίνουνε την ελληνική γλώσσα. Γιατί σπάνια, λίγοι απ’ αυτούς μιλάνε ελληνικά. Μιλάνε παρεφθαρμένα ελληνικά.

Τριάντα σου λέει, φεγγάρι. Δεν είναι ούτε τριά-ντα, ούτε φε-γγάρι. Είναι τριάν-τα και φε(ν)γγάρι. Αυτό το ν, το μικρό αυτό γραμματάκι που λέγεται ν, ενδιάμεσα, στην εκφορά του λόγου, έχει πολύ μεγάλη σημασία για τη μουσικότητα, για τον ήχο και την αισθητική μιας γλώσσας. Στις ξένες χώρες, πάρτε την αγγλική σχολή ας πούμε, οι απόφοιτοι μαθητές μιας σχολής μιλάνε άπταιστα, αλάθητα τη γλώσσα τους, πολύ ωραία, καταλαβαίνεις τι λένε. Εδώ τρομάζεις να πάρεις μια φράση σωστή απ’ τη σκηνή, από πόσους ανθρώπους να πάρεις σωστή φράση; Πόσοι άνθρωποι μιλάνε σωστά στο ελληνικό θέατρο; Κατά τη γνώμη μου η θεατρική παιδεία είναι ελλειπής. Αν ιδρυθούν ακαδημίες σωστές, επανδρωμένες με σωστά στελέχη, πρέπει οι σχολές αυτές να διαλυθούν. Βέβαια ο ηθοποιός πρέπει να ’ναι ελεύθερος να διαλέγει τη σχολή του και που θα πάει να σπουδάσει. Όσα χρόνια θέλει να σπουδάζει. Αλλά δεν υπάρχει λόγος να παίρνει δίπλωμα ότι είναι ηθοποιός. Τι δίπλωμα ηθοποιού; Δεν υπάρχει δίπλωμα ηθοποιού. Μπορεί κάποιος να είναι καλύτερος ηθοποιός κι από μένα κι απ’ όλους τους άλλους. Αν του δοθεί η ευκαιρία, να βγει στο σανίδι να τα πει. Αν θέλει από κει και πέρα να σπουδάσει και να προχωρήσει, τότε να πάει να μορφωθεί σε μια σχολή, στο εξωτερικό, όπου θέλει να πάει. 

Εμάς τότε το περιβάλλον μας διαμόρφωσε αλλιώς. Μας έμαθε ότι το Θέατρο δεν είναι απλά ένα επάγγελμα αλλά, ένα κοινωνικό λειτούργημα, ένα Λαϊκό Πανεπιστήμιο.
Σ' αυτό δεν μαθαίνουν μόνο όσοι έρχονται να το παρακολουθήσουν αλλά, και οι Ηθοποιοί.
Εκεί πάνω στο σανίδι, πίσω από τη σκηνή, μαθαίνεις να είσαι Ηθοποιός. 
Εκεί πάνω συντελείται ο καθημερινός σου Αγώνας, εκεί δίνεις τις εξετάσεις σου. Εκεί συμπυκνώνεται το πάθος σου για το Θέατρο, η ανησυχία σου, το μεράκι σου.
Αλίμονο στον ηθοποιό, που θα πάψει ν΄ ανησυχεί για το ρόλο του, έστω κι αν τον παίζει δυο χρόνια συνέχεια. Εγώ δεν ησυχάζω ποτέ. Μέσα μου, υπάρχει πάντα το μικρόβιο της Αναζήτησης»... 

Διαβάστε άλλα Λόγια ανθρώπων επιφανών:

Frida Kahlo Εντουάρντο Γκαλεάνο Ian MacKaye Henry Rollins Kim Gordon Frank Zappa Jerry Garcia Roger Waters Brian Eno David Grohl Keith Richards


image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1