Γράφει ο Γιάννης Καστανάρας
Ο Frank Tovey ήταν ένας πρωτοποριακός μουσικός και "ψυχαγωγός" που ηχογράφησε ηλεκτρονική και "βιομηχανική" μουσική στη δεκαετία του 1980 χρησιμοποιώντας το όνομα Fad Gadget. Γεννημένος στο Λονδίνο στις 8 Σεπτεμβρίου 1956, υπέφερε από καρδιακά προβλήματα ήδη από την παιδική του ηλικία και τελικά η καρδιά αυτή τον πρόδωσε μόλις στα 46 του χρόνια. Ο Iggy Pop, o Lou Reed και ο Marc Bolan ήταν οι ήρωές του και οι φανταστικοί του φίλοι που τελικά τον "έπεισαν" να σχηματίσει το πρώτο του συγκρότημα ενώ βρισκόταν ακόμα στο γυμνάσιο. Προσπάθησε να μάθει να παίζει πολλά όργανα, αλλά συγχρονισμός των δαχτύλων του δεν ήταν καθόλου επιεικής μαζί του κι έτσι παράτησε (προς το παρόν) τη μουσική και άλλαξε, για λίγο, ρότα...
Αφού παρακολούθησε τη Σχολή Τεχνών στο κολέγιο St. Martins, ο Francis John Tovey, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, έφυγε για το Λιντς για να σπουδάσει εικαστικές τέχνες, χορό και μιμική. Όταν επέστρεψε στο Λονδίνο, άρχισε να πειραματίζεται με ένα κασετόφωνο Grundig, αποσυνδέοντας την κεφαλή διαγραφής από την κεφαλή αναπαραγωγής και τοποθετώντας ανάμεσά τους έναν απλό διακόπτη. Έτσι μπορούσε να ελέγχει τι ήθελε να κρατάει και τι όχι και άρχισε να φτιάχνει διάφορα ηχητικά κολάζ χρησιμοποιώντας αυτή τη μέθοδο. Στο μεταξύ, έκανε διάφορες δουλειές και στα μέσα της δεκαετίας του '70 κατάφερε να στήσει δικό του στούντιο μέσα σε ένα ντουλάπι επειδή το σπίτι που ζούσε ήταν πολύ μικρό. Στην αρχή χρησιμοποιούσε μόνο το Grudig, αλλά σιγά σιγά αγόρασε ένα ηλεκτρικό πιάνο, ένα συνθεσάιζερ Korg και, τέλος, ένα drum-machine της ίδιας μάρκας. Μ΄αυτά και μ' αυτά, άρχισε να συνθέτει τη δική του μουσική.
"Προσπάθησα να μάθω κιθάρα αλλά δεν μπορούσα να παίξω πέρα από δύο – τρία ακόρντα. Απλά δεν μπορούσα να παίξω όπως άλλοι και δεν μπορούσα επίσης να τραγουδήσω όσο καλά ήθελα – δεν είχα αυτοπεποίθηση με τη φωνή μου. Τότε ήταν που άρχισα να πειραματίζομαι με προηχογραφημένες λούπες και τέτοια – από απλή ανάγκη. Τα παράτησα όλα όμως όταν έφτασα στα δεκάξι μου που ανακάλυψα την τέχνη της παντομίμας και τρόπους να εκφράζομαι χωρίς να χρησιμοποιώ τη φωνή μου"
Στον απόηχο του βρετανικού punk είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους μπάντες που χρησιμοποιούσαν ηλεκτρονικά όργανα, όπως οι Cabaret Voltaire,οι Throbbing Gristle, οι Depeche Mode και οι Human Leage και το 1979 ο Tovey εντάχθηκε στις τάξεις τους υιοθετώντας το όνομα Fad Gadget.
Ο Tovey έκανε την πρώτη του δημόσια εμφάνιση σαν Fad Gadget τον Ιούλιο του 1979. Δύο μήνες αργότερα κυκλοφόρησε το πρώτο του σινγκλ με τίτλο "Back To Nature"/"The Box" για τη νεοσύστατη Mute. Ο Τοvey ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης που υπέγραψε στη βρετανική εταιρεία και το συγκεκριμένο επτάιντσο η δεύτερη κυκλοφορία της. Με αυτό το όνομα ηχογράφησε τέσσερα άλμπουμ για την εταιρεία που χαρακτηρίζονταν από ένα σκοτεινό ηλεκτρονικό funk και από την ιδιαίτερη προφορά του Tovey. Το τρίτο από αυτά, το Under the Flag (1982), θεωρείται ένας από τους πρωτοποριακούς δίσκους της εποχής, ενώ το αμέσως επόμενο που έκλεισε και τον κύκλο του Fad Gadet, ήταν το Gag, το σημείο όπου η συνύπαρξη των δυο προσωπικοτήτων του καλλιτέχνη αποκαλύφθηκε σε όλο της το μεγαλείο: ο Fad Gadget ήταν το άγριο, ανεξέλεγκτο, ζωώδες, λάγνο "αυτό", ενώ ο Frank Tovey ήταν το καλλιεργημένο, εκλεπτυσμένο, εγκεφαλικό, "(σούπερ) εγώ", όπως έγραψε κάποιος, κάπου, κάποτε.
Στους στίχους του μιλούσε για την πολιτική, την κοινωνία και τον έρωτα, περιγράφοντας μια σκοτεινή δυστοπία τροφοδοτούμενη από την τεχνολογία. O Τovey θρηνεί για τα δεινά των αδυνάμων, συμπάσχει μαζί τους και μισεί τον εαυτό του επειδή δεν μπορεί να κάνει κάτι για να τους ανακουφίσει. Το σαρκαστικό χιούμορ του είναι γεμάτο καυστικούς κοινωνικούς σχολιασμούς απέναντι σε θέματα όπως η εκβιομηχάνιση, ο καταναλωτισμός, η σεξουαλικότητα, τα μέσα ενημέρωσης, η οικιακή βία και η αποκτήνωση του ανθρώπου.
Οι παραστάσεις του ήταν συχνά έντονα θεατρικές, εκμεταλλευόμενος το ταλέντο του αλλά και τις σπουδές του. Και ενίοτε εκρηκτικές: κάποτε έκοψε τους συνδέσμους και στα δύο του πόδια, βουτώντας μέσα στο κοινό, μια άλλη φορά το μικρόφωνο τυλίχτηκε γύρω από το λαιμό του και τον χτύπησε στο πρόσωπο με αποτέλεσμα να κοπεί στη μύτη και να μαυρίσουν τα μάτια του, Το 1980, τον μετέφεραν στα επείγοντα με ανοιγμένο κεφάλι επειδή λίγη ώρα πριν το είχε χρησιμοποιήσει για να παίξει ένα ηλεκτρονικό τύμπανο.
Μετά από τέσσερα άλμπουμ, ο Tovey είχε πλέον την αίσθηση ότι ο Fad Gadget είχε δώσει ό,τι είχε να δώσει. Επέστρεψε στο κανονικό του όνομα και με αυτό ηχογράφησε αρκετά άλμπουμ έχοντας στραφεί σε πιο ακουστικές παραγωγές και εγκαταλείποντας την industrial προσέγγισή του. Το πρώτο όμως, το Easy Listening for the Hard of Hearing, ήταν καρπός της συνεργασίας του με τον Αμερικανό πειραματιστή και, γενικώς, weirdo, Boyd Rice από το 1981, και η Mute αποφάσισε να το θέσει σε κυκλοφορία το 1984, εγκαινιάζοντας την αρχή μιας νέας καριέρας για τον Tovey. Το 1989 ηχογράφησε το Tyranny and the Hired Hand, ένα ως επί το πλείστον ακουστικό άλμπουμ με τραγούδια διαμαρτυρίας και άλλα που παρέπεμπαν στην εργατική τάξη.
Το 1993, ο Tovey αποφάσισε να αφήσει οριστικά πίσω του τη μουσική βιομηχανία. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του εμφανιζόταν κυρίως σε φεστιβάλ και σε μικρά κλαμπ, ενώ σε κάποια φάση περιόδευσε στην Ευρώπη ανοίγοντας για τους φίλους του, τους Depeche Mode. Την εποχή του θανάτου του βρισκόταν στο μέσον της ηχογράφησης ενός καινούργιου άλμπουμ.
Ο Frank Tovey, ένας εγκληματικά παραγνωρισμένος καλλιτέχνης, πέθανε στις 3 Απριλίου 2002 από επιπλοκές της καρδιάς του σε ηλικία 47 ετών.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:
Klaus Nomi: "Αφήστε με να πεθάνω στο κρύο"...
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.