Γράφει ο El Condor Pasa
Νέα Υόρκη, Μάϊος, 1960. Ο 19χρονος George Benson, ήδη ένας ταλαντούχος κιθαρίστας με πολλές περγαμηνές (στα 16 του είχε παίξει με τον τον μεγάλο οργανίστα Jack McDuff) έφτασε από την Πενσιλβάνια στη Νέα Υόρκη, εκεί που έπαιζαν οι καλύτεροι, για να την κατακτήσει. Το βράδυ, όλος καμάρι και αυτοπεποίθηση σουλατσάριζε στα διάφορα κλαμπ για να βλέπει και να ακούει τι έπαιζαν εκεί οι άλλοι μουσικοί. Ένα από αυτά τα βράδια πήγε να ακούσει την μπάντα του Charles Lloyd. Κιθάρα στην ορχήστρα έπαιζε ένα μικροκαμωμένο, λιπόσαρκο πιτσιρίκι που δεν το έκανες πάνω από 15 χρονών. Ο George το άκουσε να παίζει και του έπεσε το σαγόνι. «Μάγκα μου, αν παίζουν έτσι στη Νέα Υόρκη, τότε εγώ την κοπανάω αύριο κιόλας», σκέφτηκα.
Ποιος ήταν όμως αυτός ο νεαρός που είχε τρομοκρατήσει τον μεγάλο Benson; Γράφει κάπου ο Les Paul : «Εκείνη την εποχή, 1955-56, κάναμε περιοδείες με τη γυναίκα μου (την τραγουδίστρια και κιθαρίστρια Mary Ford). Ήμασταν στη Φιλαδέλφεια και μετά από τη συναυλία με επισκέφθηκε στα καμαρίνια ένας πατέρας μαζί με 11χρονο το γιο του, με την παράκληση να κάνω κάποια μαθήματα κιθάρας στον μικρό. Τον έβαλα, λοιπόν, να παίξει και αφού τον άκουσα σκέφτηκα μήπως εγώ θα έπρεπε να του ζητήσω να μου κάνει μαθήματα. Φύγαμε από τη Φιλαδέλφεια με τη σκέψη ότι κάποια στιγμή θα ξανακούγαμε για αυτό το πιτσιρίκι. Και πράγματι, γύρω στο ‘60 κυκλοφόρησε φήμη ότι στη Νέα Υόρκη έπαιζε ένας νεαρός κιθαρίστας που τρομοκρατούσε τους συμπαίκτες του μουσικούς με την ταχύτητα και τη δεξιοτεχνία του».
Αυτός ο νεαρός κιθαρίστας ήταν ο Pat Martino, μοναχοπαίδι ενός ράφτη και μουσικού ιταλικής καταγωγής, του κιθαρίστα και τραγουδιστή Carmen «Mickey» Azzara, με το ψευδώνυμο Martino, ο οποίος μάλιστα που είχε σπουδάσει για λίγο με τον Eddie Lang. Από μικρός ο Pat ξετρύπωνε την Gibson του πατέρα του κάτω από το κρεβάτι και την τυραννούσε. Ο πατέρας του τον έπαιρνε μαζί του για να βλέπουν όλους τους μουσικούς που περνούσαν από την πόλη, στις συναυλίες των οποίων συχνά έπαιζε και τραγουδούσε και ο ίδιος. Βλέποντας ότι ο μικρός είχε ταλέντο του είπε ότι αν ασχολιόταν σοβαρά με την κιθάρα θα τον στήριζε μέχρι τέλους. Έτσι, όταν ο μικρός Pat έκλεισε τα δώδεκα, ο πατέρας του, όπως του είχε υποσχεθεί, του αγόρασε μια Gibson ES-150 (Electro Spanish, τιμή 150 δολάρια, σημερινή γύρω στα 2800).
Η Αρχή
Από εκεί και πέρα η ιστορία του Pat Martino επιταχύνθηκε με τη νομοτέλεια που χαρακτηρίζει την πτώση μιας πέτρας σε μια πλαγιά. Στα 14 έχει ήδη κατακτήσει όλο το R&B λεξιλόγιο. Μαζί με ένα φίλο και συμμαθητή του, τον σαξοφωνίστα Charles Earland, έκανε τσάρκες στο Ατλάντικ Σίτι. Όταν ένα βράδυ άκουσαν τον μυθικό Jimmy Smith, ο Charles αποφάσισε να αφήσει το σαξόφωνο και να γίνει οργανίστας και μια μέρα ενημερώνει τον Pat ότι τους είχε βρει δουλειά στο Μπάφαλο της Νέας Υόρκης. Αυτό ήτανε η αρχή.
Πήγαν, λοιπόν, στο Μπάφαλο να παίξουν, τι άλλο, τα μπλούζ. Εκεί τους άκουσε ένα βράδυ ο Lloyd Price (ένας πολύ δημοφιλής R&B τραγουδιστής και αρχηγός ορχήστρας εκείνη την εποχή) και μετά το τέλος του προγράμματος κάλεσε τον Pat και του είπε: «Άκουσε, μου αρέσει πολύ η κιθάρα που παίζεις. Αν θέλεις να παίξεις με την μπάντα μου στην Νέα Υόρκη, κάνε μου ένα τηλεφώνημα». Και κάπως έτσι, ο μικρός Pat επέστρεψε στη Φιλαδέλφεια και, κατόπιν συνεννόησης με τους γονείς του, παράτησε το σχολείο και μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για να παίξει σε μια δημοφιλή jazz μπάντα μαζί με άλλους δεκαεπτά σοβαρούς και φτασμένους μουσικούς όπως ο Slide Hampton και ο Red Holloway. Βρισκόμαστε στο 1959-60 και ο 15χρονος Pat δεν ήξερε να διαβάζει μουσική. Ρωτούσε τους άλλους πώς πήγαινε το τάδε και το δείνα πέρασμα. Εκείνοι του το έπαιζαν κι εκείνος το έβγαζε στην κιθάρα με το αυτί.
Στη Νέα Υόρκη πλέον, κάπου κάπου επισκεπτόταν το δάσκαλό του, Dennis Sandole, και εκεί γνώρισε έναν τον μεγάλο σαξοφωνίστα John Coltrane. Τότε γνώρισε και τον Wes Montgomery και έγιναν φίλοι παίζοντας μαζί στις ελεύθερες ώρες τους. Ο Montgomery θα ασκούσε μεγάλη επιρροή στον Pat, ιδίως με τον δίσκο του Groove Yard. Εκτός από τον Montgomery μια άλλη επιρροή του Pat -όπως αναφέρει ο ίδιος- ήταν ο κιθαρίστας Johnny Smith. Ο μικρός Pat ήταν πλέον «παιδί του Χάρλεμ».
Η εξέλιξη
Στο Χάρλεμ ο Pat βυθίστηκε στη soul-jazz. «Είχα ήδη ακούσει όλη τη τζαζ των λευκών, αλλά δεν είχα ακούσει την άλλη πλευρά αυτής της κουλτούρας». Έπαιξε με τους Jack McDuff, Don Patterson και άλλους οργανίστες και διαμόρφωσε μια προτίμηση για ένα τριμελές σχήμα με όργανο (όργανο, κιθάρα, τύμπανα) που άσκησε βαθιά επιρροή ως προς τη ρυθμική και αρμονική προσέγγιση του στη τζαζ. Το όργανο συνόδευε οδηγώντας αρμονικά το κομμάτι, ενώ η μελωδία αφηνόταν στην κιθάρα. Ο ήχος του Pat ήταν ήδη αναγνωρίσιμος. Άκουγες τη βαθιά επίδραση του Montgomery, αλλά με έναν χαρακτηριστικά με παχύ μπάσο ήχο, με μακριές και συνεχείς μελωδικές γραμμές, σαν να άκουγες πνευστό, και με μια ανεξάντλητη μελωδική φαντασία. «Άκουσα μερικές από τις πιο απίθανες γραμμές που είχα ακούσει ποτέ», είχε πει ο George Benson για όταν είχε πρωτακούσει τον Pat. «Είχαν τα πάντα: υπέροχο τόνο, θαυμάσια άρθρωση. Και ξετρέλαινε το κοινό, το κοινό των μαύρων».
Και εάν η καταπληκτική του ικανότητα ως σολίστα ήταν αδιαμφισβήτητη, καταλαβαίνει κανείς γιατί όλοι τον ήθελαν σαν συνοδευτικό κιθαρίστα αν ακούσει πως παίζει πίσω από τους Patterson, Jackson και άλλους σολίστες: το groove του, η ρυθμική του αίσθηση, είναι απίθανο, απλά αέρινο.
Στα 20 του, το 1964, υπέγραψε ως leader στην Prestige Records. Η δισκογραφία του αυτή την περίοδο της περιλαμβάνει δίσκους όπως οι Strings!, Desperado, El Hombre και Baiyina (The Clear Evidence, A psychedelic excursion through the magical mysteries of the Koran), το τελευταίο μία από τις πρώτες απόπειρες παντρέματος της τζαζ με την ψυχεδέλεια. Τα επόμενα χρόνια ο Pat γνωρίστηκε, έπαιξε και ηχογράφησε με πολλούς πρώτης τάξεως μουσικούς όπως οι Sonny Stitt, Gene Ammons, Richard Groove Holmes, John Handy, Bobby Hutcherson, Chick Corea, Jack McDuff, Don Patterson, Stanley Clark, Eric Kloss, Trudy Pitts, Willis Jackson, Woody Herman, Chuck Israels, Charles Earland, Barry Miles και Joe Pesci. Τη δεκαετία του 1970 κυκλοφορεί τρεις σπουδαίες δουλειές του, τα Consciousness (74), Footprints (75) και Starbright (76).
Σοβαρά Προβλήματα Υγείας
Όμως, η πέτρα που κυλούσε τόσο γρήγορα κάποια στιγμή σκάλωσε. Από το 1968 άρχισε να έχει ενοχλήσεις, σαν επιληπτικές κρίσεις και ημικρανίες, που σιγά-σιγά πύκνωναν. Οφείλονταν σε ανεύρυσμα, αλλά η ιατρική της εποχής το αγνοούσε. Έτσι, οι διαγνώσεις παρέπεμπαν σε ψυχολογικά αίτια και οι γιατροί υπέβαλλαν τον Pat σε όλο και πιο καταστρεπτικές θεραπευτικές μεθόδους όπως τα ηλεκτροσόκ που αντί να βελτιώσουν την κατάστασή του την επιδείνωναν και τον εξαντλούσαν.
Το 1977 υπέστη μια κρίση στη σκηνή ενώ έπαιζε στη Γαλλία και αποσύρθηκε σε ένα σανατόριο για μουσικούς στην Καλιφόρνια. Τον επόμενο χρόνο ο γιατρός του ανακοίνωσε ότι έπρεπε να χειρουργηθεί μέσα στις επόμενες δύο ώρες ειδάλλως θα πέθαινε. Ο Pat ρισκάρισε να ταξιδέψει μέχρι τη Φιλαδέλφεια για να ενημερώσει τους γονείς του σχετικά με τους κινδύνους από την προγραμματισμένη εγχείρηση εγκεφάλου (η αγάπη του για τους γονείς του και η προτεραιότητα που τους έδινε ήταν ένα ιδιαιτέρως συγκινητικό χαρακτηριστικό του), και αφού επέστρεψε με την επόμενη πτήση, μπήκε στο χειρουργείο.
H Ανάνηψη και η Δεύτερη Ζωή
Και βγήκε ζωντανός. Αλλά έχει ξεχάσει τα πάντα. Πλήρης αμνησία. Δεν θυμόταν τίποτα, δεν ήξερε ποιος είναι και τι έκανε, δεν αναγνώριζε τους γονείς του, δεν μπορούσε καν να δέσει τα παπούτσια του. Όπως θυμόταν ο ίδιος, ήταν σαν να τον είχαν πετάξει «κρύο, άδειο, ουδέτερο, απολυμασμένο… γυμνό». Μέσα στους επόμενους μήνες και χρόνια, και -όπως λέει ο ίδιος- εξαιτίας της ανίας που αισθανόταν, ο Pat κατόρθωσε να ανακτήσει τη μνήμη του με εντυπωσιακό τρόπο. Ακούγοντας τις ηχογραφήσεις που είχε κάνει , με τη συμπαράσταση των γονιών του και με τη βοήθεια της τεχνολογίας κατόρθωσε να ξαναβρεί τις δεξιότητές του στην κιθάρα. Οι προηγούμενες ηχογραφήσεις του έγιναν «ένας παλιόφιλος, μια πνευματική εμπειρία που παρέμεινε όμορφη και ειλικρινής». Για την εμπειρία του αυτή, το να γεννηθεί ξανά και να μάθει τη κιθάρα από την αρχή, υπάρχει ένα ντοκιμαντέρ toy 2008 με τίτλο Martino Unstrung - A Brain Mystery.
Το 1987, ο Pat έκανε την επανεμφάνισή του στη Νέα Υόρκη με μια συναυλία του που ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε σε δίσκο με τον χαρακτηριστικό τίτλο The Return. Όμως οι γονείς του αρρώστησαν και ο Pat επέστρεψε στο σπίτι του για να τους παρασταθεί, απέχοντας ξανά από την μουσική δράση μέχρι και το 1990, όταν πέθανε ο πατέρας του (ένα χρόνο νωρίτερα είχε χάσει τη μητέρα του). Ωστόσο ήταν ακόμα αναποφάσιστος για το μέλλον του.
Το 1994 αποφάσισε να επιστρέψει οριστικά στην ενεργή δράση και ηχογράφησε τα άλμπουμ Interchange και The Maker. Πειραματίστηκε με guitar-synthesizer και δοκίμασε ενορχηστρώσεις για ορχήστρα.
Ο Martino ζούσε πλέον στη Φιλαδέλφεια και ήταν παντρεμένος με μια γλυκιά Γιαπωνέζα που είχε γνωρίσει στο Τόκιο. Συνέχισε να δίνει συναυλίες, να κάνει διαλέξεις, να παραδίδει μαθήματα κιθάρας και να συμμετέχει σε σεμινάρια, και παράλληλα να ηχογραφεί δίσκους μέχρι το 2018 οπότε του εμφανίστηκαν αναπνευστικά προβλήματα. Το 2019-20 τα προβλήματα της υγείας του άρχισαν να επιδεινώνονται και τελικά ο Pat έχασε τη μάχη με το θάνατο την 1 Νοεμβρίου 2021.
Αξίζει εδώ, σαν επίλογο, να αναφέρουμε την γνώμη μιας γνωστής πιανίστριας και δασκάλου της τζαζ, της Emily Remler: «Όλοι αναφέρονται στην καταπληκτική δεξιοτεχνία του Pat, είναι κοινός τόπος. Όμως εγώ αισθάνομαι την ψυχή του. Και δεν είναι μόνο αυτά τα bluesy κομμάτια του. Παίρνω πολύ ψυχή από αυτόν, ένα ζεστό συναίσθημα. Ακούω πολύ πόνο, πολύ συμπόνια, πολύ αγάπη». Και αυτό μου θυμίζει μια φορά είχα που βάλει στη μάνα μου να ακούσει Coltrane, τις μπαλάντες του. Περίμενα μια άμεση απόρριψη αλλά η μάνα μου με εξέπληξε. Έστησε αυτί στη μουσική και αφού ακούσαμε αρκετά μου είπε: αυτή η μουσική έχει πολύ πόνο μέσα της. Περιττό να πω πόσα -ακόμα- σκαλιά ανέβηκε η μάνα μου στην εκτίμησή μου μετά απ’ αυτό.
Ο Pat στην Αθήνα - Μια Προσωπική Ανάμνηση
Όταν ο Pat Martino επισκέφθηκε την Αθήνα, το 2011, είχα πάει τρέχοντας να τον δω με τον δάσκαλό μου στη κιθάρα, Δημήτρη Ζαφειρέλη, και την παρέα μας. Ρωτήσαμε την κοπέλα που κανόνιζε τα τραπέζια αν μπορούσε να μας βάλει σε κάποιο άλλο για να βλέπουμε καλύτερα τον Pat, λέγοντάς της ότι είμαστε κιθαρίστες. Μας κοίταξε με συγκατάβαση και μας απάντησε: «Ξέρετε… ΟΛΟΙ εδώ μέσα είναι κιθαρίστες».
Η συναυλία του Martino μας μάγεψε κυριολεκτικά. Μου έχει συμβεί ξανά –σπανίως, βέβαια– να μαγευτώ από τον ήχο ενός οργάνου. Θυμάμαι δυο χαρακτηριστικές περιπτώσεις: τον Σωκράτη Σινόπουλο με τη λύρα του, και μια φορά παρακολουθώντας στην Ιερουσαλήμ ένα νεαρό Παλαιστίνιο που έπαιζε ούτι και βιολί. Όταν μαγεύεσαι από τον ήχο ενός μουσικού, εκείνη τη στιγμή θέλεις να του δώσεις όλα, ό,τι έχεις (έτσι κατάλαβα τους ανθρώπους που έβλεπα να σκορπούν πεντοχίλιαρα στα πανηγύρια σε κατάσταση έκστασης μπροστά από ένα κλαρίνο ή ένα βιολί). Κατά διαστήματα, όταν ο Pat έκανε τα πολύ τρελά του, θυμάμαι το βλέμμα μου να διασταυρώνεται με του Δημήτρη γεμάτο δέος. Στο τέλος ο Pat, όπως κάθε λαϊκός καλλιτέχνης, ζήτησε «παραγγελιές» και τότε πετάχτηκα και του ζήτησα το «Alone Together», ένα κλασικό τζαζ στάνταρ που κλείνει το δίσκο The Visit (a Tribute to Wes Montgomery, αυτός ο δίσκος, μαζί με το We’ll Be Together Again, είναι οι αγαπημένοι μου από το ρεπερτόριο του Martino). Και ο Pat το έπαιξε με τη μια! Κι έπαιξε κι άλλα δυο.
Μετά το τέλος πήγαμε και του συστηθήκαμε. Πόσο ωραίος, καταδεκτικός, απέριττος και ευθύς τύπος! Πόσο ευγενικός και πόσο γλυκός! Και πόσο πνευματικός. Μας μίλησε για τη μουσική και όχι για την τεχνική. Ο Δημήτρης του έδωσε μια κασετίνα με μουσική του και πήραμε την κάρτα του για να του στείλουμε ελληνική μουσική. Όταν τον αποχαιρετήσαμε, ο Σταύρος, ένας από την παρέα μας, του είπε, «We’ll be together again». Τώρα που το σκέφτομαι ήμασταν τόσο ενθουσιασμένοι εκείνη τη βραδιά, που δεν μπορέσαμε να πάρουμε περισσότερα από τον Pat.
Θα έχουμε όμως για πάντα τους δίσκους του για να τους ακούμε. RIP Pat! Η κιθάρα σου θα μας συνοδεύει πάντα στις μελαγχολικές μας στιγμές…
Πηγές
Bob Miles, Miles of Music, συνέντευξη
Pat Martino • Full Interview with Christian McBride
Les Paul, The Visit
http://www.patmartino.com/biography.htm
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:
Charlie "Bird" Parker: Μια πολύ σύντομη σκηνή...
Το "Bitches Brew" του Miles Davis: Ανανεώνοντας τη φαντασία στην τζαζ...
Οι κανονισμοί των Ναζί σχετικά με την jazz μουσική και οι Swingjugend
Μα τι είναι, τέλος πάντων, αυτό το "honky tonk";