Γράφει ο Γιώργος Τσέκας
Πόσο σου πήρε να ερωτευθείς το κορίτσι σου; Πόσο χρόνο θέλει ο μέσος άνθρωπος για να νιώσει το σκίρτημα και το φτερούγισμα στα σωψυχά του, πόση ώρα χρειάζεσαι αγαπητέ μουσικόφιλε για να γυρίσεις το κεφάλι προς το στερεοφωνικό και να κατευθυνθείς προς αυτό για να δυναμώσεις το τραγούδι που βγαίνει από τα ηχεία και να του δώσεις πλήρη προσοχή και αφοσίωση ώστε να ρουφήξεις κάθε σταγόνα από την μαγεία των ήχων; Στην περίπτωση των Σουηδών Black Trip προσωπικά μου πήρε λιγότερο από 10 δευτερόλεπτα στο εναρκτήριο «Voodoo Queen» για με κάνουν να νιώσω την γλυκιά θαλπωρή της αναλογικής παραγωγάρας και των Thin Lizzy-ικών μελωδικών ριφ από τις δίδυμες κιθάρες. Όταν δε άκουσα την φωνή του (ήδη γνωστού από τους Enforcer ως lead κιθαρίστα), Joseph Tholl, κόλλησα γιατί κατάλαβα που πήγαινε το πράγμα... Αν και σοβαρά τώρα αν το σκεφτείς, ένα συγκρότημα που έχει πάρει το όνομά του από το ομώνυμο τραγούδι των Samael, δεν θα ακουγόταν σαν τους... Black Trip!
Το σούπερ γκρουπ από τη Σουηδία με μέλη, πέρα από τραγουδιστή τον Tholl (που ελληνικά σάιτ τον έγραφαν Troll), τον ντράμερ Jonas Wikstrand, επίσης στους Enforcer, στις lead και ρυθμικές κιθάρες τον Sebastian Ramstedt (In Aphelion, Necrophobic, Ordo Inferus, Morpheus, Phantasmagoria, Exhumed, Nifelheim) και τον Peter Stjärnvind που ήταν τότε ντράμερ των Krux, των Entombed (1997-2006) αλλά και παλαιότερα πολλών άλλων (Murder Squad, Damnation, Merciless, Unanimated, Born of Fire, Serpent Omega, Pest, Candlemass [στα live], Nifelheim, Face Down, Regurgitate, Loud Pipes, Mörbit) και τον (κιθαρίστα) Johan Bergebäck (Angel Blast, In Aphelion, Necrophobic, Ordo Inferus, Morpheus, Exhumed, Dismember, Amon Amarth (στα live), Nifelheim) στο μπάσο, αφού ανακάτεψε τα χαρτιά της τράπουλας και μοίρασε ρόλους με ανορθόδοξο τρόπο δημιούργησε ένα δίσκο βγαλμένο από τα υγρά όνειρα κάθε εραστή του late 70’s - early 80’s ήχου. Φυσικά αυτός ο ισχυρός θόρυβος που προκάλεσε η κυκλοφορία του Goin' Under ακολούθησε της λάμψης που άστραψε ο κεραυνός της κυκλοφορίας του επτάιντσου «Tvář Ďábla» (στα σουηδικά ‘To Πρόσωπο του Διαβόλου’) ένα χρόνο πριν, τον Δεκέμβριο του 2012. H δεύτερη πλευρά αυτού του 45αριού αυτού ήταν σιδερογροθιά στα γεννητικά όργανα! Μιλάμε για σοκ πραγματικό, με το Eyes of the Night να μπορεί να συγκριθεί μόνο με τα έπη που ακούσαμε από τους πρώιμους Iron Maiden των δυο πρώτων δίσκων με Di’ Anno στα φωνητικά (αλλά και του τραγουδιστή των Angel Witch, Kevin Heybourne), τόσο ηχητικά όσο και αισθητικά και σαν ερμηνεία και επίπεδο σύνθεσης.
(Και μια μικρή ιστορία επ’ αυτού: κάποτε ένας συνάδελφος συντάκτης που είχε καψούρα με τους Enforcer μου ζήτησε να κάνει συνέντευξη με τον Tholl και του κανόνισα μια τηλεφωνική. Πιο πριν είχαμε μαζευτεί στο διαμέρισμά του και πίναμε μπύρες ενθουσιασμένοι που έπαιρνε το βάπτισμα του πυρός με ένα μέλος από το αγαπημένο του συγκρότημα, έστω και για ένα προτζεκτ στο οποίο αυτός συμμετείχε. Στις συζητήσεις που κάναμε πιάσαμε το θέμα King Diamond. Η οποία συζήτηση έληξε απότομα μιας και χτύπησε το τηλέφωνο και από την άλλη άκρη της γραμμής ακούστηκε ο τραγουδιστή των Black Trip. Ο νεαρός και άψητος τότε συντάκτης κάπου ανάμεσα στις μπύρες και τον ενθουσιασμό δεν πάτησε ποτέ το κουμπί του rec… Όταν το αντιλήφθηκε έντρομος και ενώ εγώ είχα ήδη φύγει από το σπίτι του, προσπάθησε μάταια να γράψει ό,τι θυμόταν. Η συνέντευξη ήταν μια καταστροφή και ο Tholl ψιλοξενέρωσε όπως διαπίστωσα σε ένα μέιλ που μου έστειλε... Όταν βρεθήκαμε από κοντά σε ένα πάρτι και τα ήπιαμε (και τα βρήκαμε), θυμότανε την συνέντευξη μιας και σε αυτή ο συντάκτης έγραφε πως κύρια επιρροή του Tholl ήταν ο King Diamond και όχι ο Kevin Heybourne, όπως μας είχε πει... ΧΑΧΑΧΑ καταραμένες μπύρες...!!!)
Η πρώτη κυκλοφορία τους φυσικά δεν στερούνταν ποιότητας ή αλήτικης χροιάς με το «The Sleeper» να περιλαμβάνει πολλά από τα στοιχεία που θα ακούγαμε ένα χρόνο μετά στον ολοκληρωμένο δίσκο. Κι όμως, κανένα από αυτά τα δυο εξαιρετικά κομμάτια δεν βρέθηκαν στο Goin' Under, δείγμα της εμπιστοσύνης είχε το σχήμα στο υλικό του και στις πραγματικά καλές (σίγουρα ισάξιες, αλλά και κάποιες ίσως «ανώτερες») συνθέσεις που υπάρχουν στο άλμπουμ. Οι επιρροές, ξέχωρα από τους Thin Lizzy και Maiden έχουν σαφή μελωδικό προσανατολισμό με πολλά στοιχεία από N.W.O.B.H.M., τα οποία συναντιούνται και με αρχέτυπες και πρωτόλειες δομές του σκληρού ήχου, όπως αυτός σφυρηλατήθηκε τη δεκαετία του ’70, ενώ οι κιθαριστικές γραμμές έχουν αναφορές σε U.F.O και Scorpions. Τα τραγούδια είναι καμωμένα με περίσσια τέχνη και τα ρεφραίν σου καρφώνονται στο μυαλό και σε κολλάνε στο τοίχο. Οι γέφυρες, τα σόλο, η ατμόσφαιρα, η ερμηνεία του Tholl και το γρέζι στη φωνή, οι κιθάρες που φλερτάρουν με μια άλλη (λατρεμένη) εποχή χωρίς να ακούγονται παρωχημένες (ή στείρα αντιγραφή)… το «Phantom of The Opera» των Maiden στοιχειώνει το δίσκο καθ’ όλη την διάρκεια του.
Φυσικά δέκα χρόνια μετά η «δικαίωση» και ευχαρίστηση να ακολουθείς ένα instant classic από τα σπάργανα είναι η απόλυτη ηδονή στα οπαδικά μεταλλόμετρα, όμως και αυτή δεν φτάνει την ψυχική καταστάση που έχει ο κάθε άνθρωπος σαν μηχανισμό θετικής ανατροφοδότησης για να κινητοποιεί τον οργανισμό του και να αναδημιουργήσει την κατάσταση ευφορίας κάθε φορά που ακούς ύμνους (μιλάμε για LP χωρίς υποψία filler), όπως τα «Voodoo Queen», «No Tomorrow», «Radar» και «Putting Out Τhe Fire» (προσωπικά το αγαπημένο), «The Bells», το ομότιτλο και το «Thirst». Πραγματική έκσταση!!!
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:
The Spaghetti Incident?: 30 χρόνια μετά...
Head Cleaner: Το «Τhe Extreme Sound Of Truth» είναι ένας δίσκος μανιφέστο...
«Raw Power»: Η παρακμή του δυτικού πολιτισμού τυπωμένη σε βινύλιο...
Kyuss: 30 χρόνια «Blues for the Red Sun»...
Γιώργος Τσέκας
Ηeavy metal lover, bad decision taker, satan worshipper, storyteller, collector of mistakes...
Γιώργος Τσέκας
Ηeavy metal lover, bad decision taker, satan worshipper, storyteller, collector of mistakes...
Γιώργος Τσέκας
Ηeavy metal lover, bad decision taker, satan worshipper, storyteller, collector of mistakes...