Πάνος Μπίρμπας: «Η μουσική είναι το απόλυτο μέσο που έχω στη ζωή μου για να εκφραστώ και να εκφράσω όλα τα βαθύτερα πράγματα και τους προβληματισμούς που κουβαλάω μέσα μου...»

Συνέντευξη: Φαίη Φραγκισκάτου

Φωτογραφίες: Τζέλλα Βαλαβάνη 

Με αφορμή την κυκλοφορία Dandelion, του νέου άλμπουμ του Πάνου Μπίρμπα, που κυκλοφορεί σε βινύλιο από την United We Fly και σε ψηφιακή μορφή, η Φαίη Φραγκισκάτου μίλησε μαζί του για λογαριασμό του Merlin's Music Box και ιδού τα όσα μας μεταφέρει δια στόματος του ίδιου του καλλιτέχνη...

To πρόσφατο άλμπουμ μου έχει τίτλο Dandelion και το έγραψα στα χρόνια της καραντίνας. Ήταν ο τρόπος για να εκφράσω τους προβληματισμούς μου στο δύσκολο διάστημα της απομόνωσης, της προσωπικής αγχώδους διαταραχής που ζήσαμε με όλη αυτή την κατάσταση. Ήταν η μόνη διέξοδος για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση. Έφτιαξα το προσωπικό μου στούντιο και πειραματίστηκα με αυτά τα τραγούδια. Ένα ή δυο από αυτά τα είχα γράψει νωρίτερα αλλά τα περισσότερα γράφτηκαν αυτή την εποχή. Η θεματολογία τους είναι ο έρωτας και ο θάνατος του πατέρα μου που με βρήκε ακριβώς πριν την καραντίνα και που με στοίχειωσε όλη εκείνη την περίοδο. Υπάρχουν επίσης κάποιοι κοινωνικοπολιτικοί προβληματισμοί, για παράδειγμα, στο κομμάτι «Scars» του δίσκου. Έδωσα τον τίτλο Dandelion επειδή πιστεύω ότι μέσα σε αυτό το μελωδικό και μπαλανταδόρικο άλμπουμ υπάρχει πάντα ένας κρυφός χορός που μου θύμιζε εκείνο το φυτό, τον «κλέφτη», την πικραλίδα, που στα αγγλικά λέγεται «dandelion» και που μονίμως αιωρείται στον άνεμο. Ήταν το αγαπημένο φυτό των παιδικών μου χρόνων. Αυτό ήταν το πρώτο όραμα που είχα σε σχέση με τον τίτλο του άλμπουμ.

Ο προηγούμενος δίσκος μου είχε κυκλοφορήσει το 2017 και το ’18 και το ’19 είχα ολοκληρώσει έναν κύκλο συναυλιών λίγο πριν σκάσει η καραντίνα. Με τους Dustbowl είχαμε παίξει με τον μακαρίτη τον Mark Lanegan στο Gagarin, ακριβώς πριν προκύψει ο κορονοϊός. Ήδη βρισκόμουν στη διαδικασία να σκέφτομαι τα επόμενα τραγούδια μου, αλλά η καραντίνα ήταν αυτομάτως η «ταφόπλακα» στις συνεργασίες με τους μουσικούς που είχα γύρω μου, αφού δεν μπορούσα να ειδωθώ με κανέναν εξαιτίας της κατάστασης. Όλα έγιναν ξαφνικά πάρα πολύ δύσκολα. Έτσι ξεκίνησε μια εντελώς προσωπική διαδικασία γραψίματος, ενορχήστρωσης και προσπαθειών με ψηφιακά όργανα. Όταν γύρω στο 2020 και μετά ολοκληρώθηκε αυτή η διαδικασία, βρέθηκα με τον αγαπημένο μου φίλο, τον Γιάννη τον Χριστοδουλάτο από την Sweetspot Production, ο οποίος ανέλαβε την παραγωγή και βοήθησε σε όλο αυτό το εγχείρημα, όπως βοήθησε πολύ και ο Θανάσης Αλεξανδρής σε όλη τη διάρκεια της παραγωγής.

Ήρθαν αγαπημένοι μουσικοί και φίλοι για να συνδράμουν με τα βασικά όργανα που έχουν χρωματίσει το άλμπουμ όπως τα «πληκτροφόρα», αυτά τα παλιακά με τον sixties ήχο που έπαιξε ο Αλέξης Στενάκης, οι τρομπέτες του Σωτήρη Πέπελα, τα τύμπανα του Βαγγέλη Τσιμπλάκη, το μπάσο του Γιώργου Κωνσταντίνου, το τσέλο του Σταύρου Παργινού, ενώ σε κάποια τραγούδια συνεργάστηκαν αποσπασματικά κάποιοι άλλοι φίλοι. Στο Dandelion τραγούδησαν τρεις καταπληκτικές γυναικείες φωνές, η Rosey Blue, η Λόλα Γιαννοπούλου και η Εtten, η κάθε μια τους με ξεχωριστή πορεία στο χώρο της εναλλακτικής μουσικής. Όταν τέτοιοι άνθρωποι όπως όλοι αυτοί που προανέφερα έρχονται για να κάνουν πράξη τις ιδέες σου, τις σκέψεις σου, τις ενορχηστρώσεις σου, όταν έρχονται να παίξουν για σένα – αυτές οι συμπράξεις, και αυτή η μετουσίωση της μουσικής από το μυαλό του μουσικού σε ένα δίσκο ή οπουδήποτε , είναι κάτι πραγματικά σπουδαίο που συμβαίνει στη μουσική.

Η όλη διαδικασία της ηχογράφησης και της παραγωγής μας πήρε σχεδόν δυο χρόνια. Τελειώσαμε την παραγωγή του άλμπουμ γύρω στο 2023, ενώ ψάχναμε για την εταιρεία που θα το κυκλοφορούσε. Καταλήξαμε στην United We Fly, την πρώτη που ανταποκρίθηκε πολύ θετικά σε σχέση με το υλικό. Ήταν πολύ υποστηρικτική και μας βοήθησε στην κοπή του βινυλίου. Μ’ αυτά και μ’ αυτά φτάσαμε να παρουσιάσουμε το άλμπουμ στο Gazarte και να ξεκινήσει το ταξίδι.

Για μένα η μουσική ήταν ανέκαθεν κάτι πάρα πολύ σημαντικό και σπουδαίο στη ζωή μου και στην προσωπικότητά μου. Ήταν η ψυχοθεραπεία μου, η έκφρασή μου, ο τρόπος να απαλύνω τους πόνους μου, να βγάζω τον έρωτά μου προς τον άνθρωπο που αγαπώ – για μένα ήταν πάντα μια πάρα πολύ σημαντική διαδικασία. Συνήθως γεννιέται χωρίς να έχει απαραιτήτως εμπορική προοπτική ή για να γίνει τραγούδια που θα παρουσιαστούν στον κόσμο ή υλικό για το επόμενο άλμπουμ. Γράφω πάρα πολύ συχνά – τα τραγούδια με κάποιον τρόπο βγαίνουν αυτόματα. Θα καθίσω στο πιάνο ή θα πιάσω την κιθάρα και θα αρχίσω να τραγουδάω λόγια πάνω σε μια μουσική που μου έρχεται αυθόρμητα. Κι όπως λέω συχνά, μακάρι να μπορείς να ηχογραφείς τη στιγμή που γεννάς το τραγούδι. Αυτό θα ήταν το καλύτερο επειδή στη συνέχεια όλα έχουν να κάνουν με μια μίμηση του αρχικού συναισθήματος. Η μουσική είναι το απόλυτο μέσο που έχω στη ζωή μου για να εκφραστώ και να εκφράσω όλα τα βαθύτερα πράγματα και τους προβληματισμούς που κουβαλάω μέσα μου.

Επτά οκτώ χρονών ξεκίνησα ωδείο, αρμονία, πιάνο, κιθάρα. Παλιά προσπαθούσα να μάθω πολύ καλά ένα όργανο, όπως κάνουν τα παιδιά όταν ακούν για παράδειγμα ένα σόλο των Pink Floyd και λένε, «πρέπει να μάθω να παίζω σαν τον David Gilmour». Έτσι άρχισα με τη μουσική, αλλά ο πατέρας μου ήταν κι αυτός πολύ μουσικόφιλος και στο σπίτι ακούγαμε πάρα πολύ μουσική. Αργότερα, ανακαλύπτοντας δίσκους του Cohen ή των Velvet Underground, των Stones, των Beatles και όλων εκείνων που με επηρέασαν και καθόρισαν τη μουσική μου εξέλιξη, άρχισα να καταλαβαίνω ότι η ουσία δεν είναι να είσαι βιρτουόζος παίζοντας ένα όργανο τέλεια αλλά με κλειστούς ορίζοντες που δεν φεύγουν πέρα από το όργανό σου. Κατάλαβα ότι η μουσική είναι ιστορίες, είναι η αποτύπωση του λόγου μέσα σε ένα μουσικό όχημα. Έτσι αντιμετωπίζω πλέον τη μουσική: σαν ένα όχημα για να πεις πράγματα που θέλεις να πεις λίγο πιο εύκολα, πράγματα που δεν σου βγαίνουν επειδή σφηνώνουν στο λαιμό σου. Είναι ο τρόπος για να μπορείς να εκφράσεις καλύτερα τα λόγια και τις σκέψεις σου.

Η μουσική θα είναι για μένα πάντα κάτι που με εκφράζει. Δεν έχω πρόβλημα να παίξω μπροστά σε οποιοδήποτε κοινό, ακόμα και για ένα άτομο. Ξεκινώντας για να πάω κάπου να παίξω δεν ξεκινάω με την προοπτική ότι θα πάρω κάποια χρήματα. Με νοιάζει όμως να πληρωθούν οι άνθρωποι που παίζουν μαζί μου. Όσο μεγαλώνω ξεαγχώνομαι περισσότερο σε αυτό το κομμάτι και νομίζω ότι όσο ξεαγχώνομαι τόσο απελευθερώνομαι και μπορώ να δημιουργώ καλύτερα πράγματα από παλιότερα.

Θεωρώ τον εαυτό μου επαγγελματία μουσικό επειδή αντιμετωπίζω αυτό που κάνω με επαγγελματισμό και σοβαρότητα, άσχετα αν στην εποχή μας αυτό δεν αμείβεται ως επάγγελμα. Θεωρώ τον εαυτό μου επαγγελματία από τη στιγμή που το προϊόν μου απευθύνεται στον κόσμο και επομένως είναι μια επαγγελματική και όχι ερασιτεχνική δραστηριότητα. Πιστεύω ότι οι μουσικοί που ασχολούνται με αυτόν τον χώρο, πες τον underground, ανεξάρτητο ή εναλλακτικό, κάνουν τη σημαντική δουλειά και είναι άνθρωποι που δίνουν πραγματικά ψυχή σε αυτό που κάνουν. Κοπιάζουν πραγματικά και ξοδεύουν από το υστέρημά τους και το χρόνο τους που συχνά τους λείπει επειδή είναι αναγκασμένοι να κάνουν άλλες δουλειές. Είναι μάλλον παγκόσμιο φαινόμενο, αλλά στην Ελλάδα τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα αφού το ποσοστό των ανθρώπων που ακούει τέτοιου είδους μουσική είναι ακόμα μικρότερο. Δυστυχώς, μας έχουν κατακλύσει πολλά άσχημα είδη, αλλά το ίδιο συμβαίνει και στο εξωτερικό. Απλώς εμείς έχουμε αυτήν την κακή νοοτροπία στη μουσική και την κουλτούρα μας γενικότερα, επειδή το είδος που ακούει ο πολύς κόσμος συνάδει και με την ευρύτερη κουλτούρα. Γι’ αυτό αντιμετωπίζουμε μια ακόμα πιο δύσκολη κατάσταση.

Πιστεύω ότι οι άνθρωποι έχουν το έμφυτο το χάρισμα να μπορούν να συνδεθούν με κάτι όμορφο και ανθρώπινο. Βλέποντας τις αντιδράσεις εκείνων που έχουν ακούσει το άλμπουμ ή εκείνων που ήρθαν στην παρουσίασή του, καταλαβαίνω ότι τείνουν εκ φύσεως να συνδέονται με κάτι που είναι ανθρώπινο και συναισθηματικό. Απλώς, σήμερα τους λείπει το ερέθισμα. Και, φυσικά, δεν είναι μόνο η δική μου δουλειά, επειδή σήμερα υπάρχουν άπειρες πάρα πολύ καλές μουσικές αλλά χωρίς τη δυνατότητα να φράσουν στον πολύ κόσμο. Αυτό είναι ένα πρόβλημα του μουσικού συστήματος και ένα πρόβλημα της απουσίας παραγωγικής διαδικασίας. Δεν υπάρχουν άνθρωποι που θα βοηθήσουν τους καλλιτέχνες να μεταδώσουν παραέξω τη μουσική τους, ειδικά στη δική μας σκηνή. Για αυτόν τον λόγο μένει πίσω και εμπορικά αυτό το κομμάτι της μουσικής το οποίο, αν μη τι άλλο, είμαι σίγουρος ότι ο κόσμος μπορεί να το καταλάβει. Προσωπικά, αισθάνομαι αισιόδοξος με τον κόσμο.

Έχοντας ταξιδέψει σε αρκετές χώρες στη ζωή μου, πιστεύω ότι η Αθήνα είναι μια όμορφη πόλη. Μου αρέσει που ζω στην Αθήνα, είναι μια πόλη που κινεί το πνεύμα. Θα είχε πάρα πολλές δυνατότητες σε σχέση με τη διακίνηση ιδεών, την αναπαραγωγή διαφόρων ειδών μουσικής, την τέχνη και τον πολιτισμό. Από το 2010 μέχρι σήμερα ήταν μια πολύ δύσκολη περίοδος. Η περίοδος της κρίσης ήταν πολύ παρατεταμένη. Μέχρι το 2010 υπήρχε μεγάλη κινητικότητα με πολλούς αξιόλογους καλλιτέχνες στη σκηνή και υπήρχαν και κάποια λίγο καλύτερα δεδομένα, λίγο καλύτερες προοπτικές. Από τότε όμως τα πράγματα στην Αθήνα έχουν πέσει πάρα πολύ και είναι κρίμα. Αν πάρεις κινήματα του εξωτερικού σε οποιαδήποτε δεκαετία και δεις πώς σχηματίστηκαν οι πολύ σημαντικές σκηνές στον πλανήτη, οι πόλεις ήταν αυτές που βίωναν τις χειρότερες κρίσεις. Δηλαδή, η τέχνη ερχόταν να υποκαταστήσει ή να εξωτερικεύσει όλα αυτά που δημιουργούνταν μέσα από πολύ σοβαρές κρίσεις, οικονομικές και άλλες. Ιρλανδία, Ντιτρόιτ, Μάντσεστερ – ήταν σκηνές οι οποίες έβγαλαν πράγματα μέσα σε σκληρές συνθήκες. Όλη η πόλη είχε μεταμορφωθεί σε μια μουσική σκηνή για να μπορέσει να εκφράσει τα προβλήματα που είχε. Αυτό δυστυχώς δεν συνέβη στην Αθήνα, ενώ θα μπορούσε να έχει συμβεί. Γιατί υπήρχαν και οι μουσικοί και ο κόσμος που το είχε ανάγκη. Ο καθένας κλείστηκε στον εαυτό του. Ο Έλληνας φαίνεται δεν έχει τον τρόπο να κοινωνεί όλα αυτά τα συναισθήματα και την ουσιαστική πίεση που μπορεί να βιώνει. Να τη μεταμορφώνει σε κάτι δημιουργικό ή να την κοινωνικοποιεί. Να δίνει μια κοινωνική διάσταση σε όλο αυτό που συμβαίνει. Αυτό φαίνεται και στο πολιτικό αποτύπωμα της φάσης που ζούμε σήμερα. Ο Έλληνας, που σε άλλα πράγματα έχει κάποια πολλά καλά χαρακτηριστικά ως λαός, σε αυτά τα κομμάτια μάλλον δεν έχει μάθει να μοιράζεται και να κοινωνεί το συναίσθημα που επικρατεί σήμερα και επικρατούσε όλα αυτά τα χρόνια.

Κλειστήκαμε πίσω από τοίχους, στον εαυτό μας, προσπαθώντας να σώσουμε ό,τι σωζόταν, οικονομικά, κοινωνικά, να παλέψουμε με όλα αυτά τα τέρατα που γεννήθηκαν σε αυτήν την κατάσταση. Ειδικά, η εποχή της πανδημίας που ήρθε μετά από μια φοβερή οικονομική κρίση γέννησε τέρατα. Σαν ένας άνθρωπος που σήμερα βρίσκεται στη μέση ηλικία, από τα 25 μου μέχρι τα σαράντα, δηλαδή σε μια πολύ δημιουργική περίοδο, βρίσκομαι σε μια μόνιμη κρίση, είτε πανδημική είτε οικονομική είτε… δεν ξέρω τι άλλο θα μας βρει. Η αλήθεια είναι ότι ο καθένας προσπάθησε να επιζήσει, να δημιουργήσει και να εξελιχθεί με πάρα πολλές προσωπικές προσπάθειες μέσα σε μια πολύ προβληματική κατάσταση.

Ήταν και όλα αυτά με τα μνημόνια. Δεν υπήρξε αντίσταση εδώ και έτσι όπως πέρασαν μέσα από το πολιτικό και επικοινωνιακό σύστημα, οι άνθρωποι έγιναν ακόμα πιο κλειστοί, ακόμα πιο απομονωμένοι. Κατ’ αρχήν, ήταν όλο αυτό με τον εμβολιασμό που δεν το κρίνω. Ήμουν από αυτούς που εμβολιάστηκαν επειδή είχα περάσει κάποια προβλήματα υγείας και έπρεπε να προστατευτώ, αλλά αυτό που συνέβαινε με αυτήν την πόλωση στην κοινωνία, υπέρ ή κατά του εμβολίου, προσωπικά το θεωρώ αρρωστημένο. Και πιστεύω ότι κανένας δεν μπορεί να επιβάλει σε κανέναν τι να κάνει. Υπάρχει η προσωπική ευθύνη. Φυσικά, υπάρχει η τεράστια ευθύνη του κράτους. Στην Ελλάδα έχουμε συνηθίσει να ζούμε έτσι επειδή καμία πολιτική δύναμη δεν κατάφερε να συντονίσει το κράτος ώστε να παρέχει στους πολίτες αυτά που πρέπει. Και βλέπουμε ότι με το πρώτο που θα συμβεί, ο κόσμος πνίγεται, καίγεται, και για όλα υπάρχει μια τέλεια δικαιολογία. Για παράδειγμα: οι μετανάστες που κάηκαν δεν έπρεπε να βρίσκονται στο Δάσος της Δαδιάς. Η αστυνομία βέβαια βρισκόταν στο δάσος για να τους κυνηγήσει, όχι για να τους σώσει. Ή, για την Πύλο πάλι φταίνε οι μετανάστες. Ή, για τους θανάτους φταίνε οι ανεμβολίαστοι, δεν φταίει ότι οι άνθρωποι πέθαιναν στους διαδρόμους ή έξω από τα νοσοκομεία. Δεν μπορώ να χωνέψω ότι ο κόσμος του 2024 μπορεί να δέχεται τέτοιες δικαιολογίες από ένα κράτος που θα έπρεπε να έχει προβλέψει, να έχει προνοήσει.

Υπάρχει μια αίσθηση όπως εκείνη του Μεσοπολέμου. Οι μεταλλάξεις που βιώνει αυτός ο κόσμος, όπως ο εκφασισμός, ο συντηρητισμός, η άνοδος των ακροδεξιών, το ότι εργαλειοποιείται ο μετανάστης, ο άρρωστος, ο αδύναμος, ο άστεγος, η οποιαδήποτε διαφορετικότητα σεξουαλικού προσανατολισμού – όλοι εργαλειοποιούνται με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο και με ένα πολύ συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Στη Γερμανία, εκεί που ντρέπονταν για το ναζιστικό παρελθόν τους, τώρα βλέπεις το ναζιστικό κόμμα να είναι πρώτο στις περισσότερες επαρχίες. Στη Γαλλία έρχεται η Λεπέν. Στην Ιταλία ήδη υπάρχει ακροδεξιά κυβέρνηση. Η Ελλάδα πλησιάζει προς τα εκεί. Είναι μια κατάσταση που δυστυχώς εξαπλώνεται παντού, ένα μεσοπολεμικό κλίμα που ιστορικά οδήγησε στον Χίτλερ.

Θέλω να ελπίζω ότι η μουσική και τέχνη έχουν ακόμα ρόλο στην κοινωνία. Απλά δεν έχει μείνει δύναμη στους ανθρώπους για να δημιουργήσουν και να εκφραστούν με έναν τρόπο που μπορεί να φτάσει λίγο πιο γλυκά στην κοινωνία. Οι μεγαλύτεροι μουσικοί και συνθέτες, για παράδειγμα, ήταν εκείνοι που διαμαρτυρήθηκαν για το Βιετνάμ. Οι άνθρωποι που σήμερα αγαπάμε ήταν εκείνοι που βγήκαν μπροστά σε δύσκολες εποχές στην Αμερική, την Ευρώπη, παντού. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι στη σημερινή κοινωνία δεν έχει μείνει τίποτε από όλα αυτά. Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές απογοητεύομαι βλέποντας την κατάσταση, αλλά θέλω να πιστεύω ότι κάτι μας έχει μείνει ακόμα.

Αρχικά, η ίδια η κοινωνία πρέπει να αποζητήσει τον τρόπο για να εκφραστούν όλα εκείνα που είναι φωλιασμένα και ζυμώνονται παραμένοντας κλειστά πίσω από τοίχους ή σε συζητήσεις λίγων ανθρώπων. Η κοινωνία πρέπει να βγει και να δώσει ευκαιρίες στους ανθρώπους της τέχνης, σε εκείνους που μπορούν να δώσουν ώθηση σε πράγματα τα οποία σήμερα έχουμε ξεχάσει ότι υπάρχουν. Η κοινωνία είναι τόσο μουδιασμένη που χρειάζεται ένα πολύ ισχυρό σοκ. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι ο κόσμος ζει τόσο χάλια όσο ακούμε ότι ζει. Πιστεύω ότι η κοινωνία έχει ακόμα μπόλικο backup. Αν δεν έχεις πραγματικά να ταΐσεις το παιδί σου, θα βγεις στο δρόμο και θα τα κάνεις όλα λαμπόγυαλο.

Μπορεί να ακούγεται απαισιόδοξο, μπορεί και περίεργο, αλλά αν αυτό το πράγμα δεν φτάσει στα όριά του, στα πραγματικά του όρια – όταν στις 20 μέρες το μηνιάτικο τελειώνει πραγματικά και ότι δεν έχω γύρω μου κανέναν για να με βοηθήσει να περάσω τις υπόλοιπες δέκα μέρες. Νομίζω ότι όσο υπάρχουν μικρά backup στις οικογένειες, όσο υπάρχει μαύρο χρήμα από δω κι από κει, κανένας δεν πρόκειται να κουνηθεί επειδή δεν αντιλαμβάνεται συνολικά το πρόβλημα. Αν όλο αυτό δεν γίνει πραγματικά συνολικό αναγκάζοντας τους ανθρώπους να ξεμουδιάσουν πραγματικά, δεν θα γίνει τίποτα. Δεν θυμάμαι, όσα χρόνια ζω, να υπάρχει μεγαλύτερο μούδιασμα και μεγαλύτερο κλείσιμο των ανθρώπων. Όλοι γύρω μας, κι εμείς οι ίδιοι, είμαστε απολύτως μουδιασμένοι με αυτά που συμβαίνουν. Τα τελευταία 13-14 χρόνια ο κόσμος προσπάθησε με ό,τι μέσον διέθετε να βγει και να παλέψει για κάποια πράγματα. Το ’10 και το ’11 γέμισαν οι πλατείες αγανακτισμένους, υπήρξε μια μαζική αντίδραση και εξωτερίκευση όλου αυτού του συναισθήματος που λέμε. Και αυτής της αμφισβήτησης στο σύστημα και αυτής της μαχητικότητας για το τι μπορούμε να φέρουμε την επόμενη μέρα. Αυτό τους το διέλυσαν με τη βία, με ανθρώπους που μπήκαν σφήνα στη φάση και γεννήθηκαν πράγματα όπως η Χρυσή Αυγή που τελικά έγινε το τέρας που έγινε. Ο κόσμος έχασε εκεί μια μάχη που προσπάθησε να τη βγάλει προς τα έξω και τελικά το ’15 κινήθηκε κοινοβουλευτικά. Ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που κανείς δεν πίστευε ότι θα πάρει την κυβέρνηση τόσο γρήγορα και τόσο άμεσα. Υπήρξε κι εκεί απογοήτευση και σε αυτό το κομμάτι ο καθένας έχει τη δική του ερμηνεία. Κατέρρευσε το πράγμα και τώρα βλέπουμε ξανά το ίδιο μούδιασμα. Στην κοινωνία υπάρχουν κάποιοι κύκλοι αντίδρασης και κάποιοι κύκλοι απολύτως μουδιασμένοι. Δεν ξέρω ποιο είναι το επόμενο πράγμα που πρέπει να πάθει η κοινωνία για να μπορέσει να συνέλθει. Και δεν θέλω να κινδυνολογώ. Μπορεί να συμβούν πολλά άσχημα ακόμα, βλέποντας και την παγκόσμια δυναμική όπως αυτή διαμορφώνεται.

Υπάρχουν άνθρωποι που προσλαμβάνουν πολύ καλά τη μουσική. Και ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι έτσι δομημένος για να μπορεί να καταλάβει και να προσλάβει το όμορφο και το αληθινό. Υπάρχει μια πολύ μεγάλη μερίδα του κόσμου που δεν πιστεύω ότι θα μπορούσε να έρθει κοντά σε εμάς και σε αυτό που κάνουμε, επειδή είναι ταυτισμένοι με την υποκουλτούρα που επικρατεί και που έχει να κάνει κυρίως με το ηθικό μας υπόβαθρο και όχι με την αντίληψή μας απέναντι στην τέχνη. Νομίζω πάντως ότι ο κόσμος που μπορεί να έρθει σε επαφή με αυτό που κάνουμε εμείς ή με αυτό που λέγεται εναλλακτική τέχνη, υπάρχει και είναι πολύ περισσότεροι από αυτούς που ήδη έχουμε κοντά μας. Και το βλέπουμε κάθε φορά που κάνουμε καινούργιες δουλειές και που όσος κόσμος τις μαθαίνει και δεν ανήκει σε μια συγκεκριμένη κατηγορία, την αντιλαμβάνεται και ανταποκρίνεται πάρα πολύ θετικά. Πολλές φορές με ρωτούν για το δικό μου είδος μουσικής και πραγματικά δεν είμαι βέβαιος αν μπορώ να απαντήσω. Δεν ξέρω αν έχει νόημα να λέμε για είδη ή για πολύ συγκεκριμένες κατηγοριοποιήσεις στη μουσική, αλλά νομίζω ότι υπάρχει μια αξία σαν να λέμε ότι στηρίζουμε την εναλλακτική και ανεξάρτητη σκηνή από μια σκηνή και από μια μουσική που είναι ξεκάθαρα τοποθετημένη μέσα σε όλα τα playlists του κόσμου και φέρνει χρήμα στις εταιρείες, στα ραδιόφωνα και σε όλα τα μέσα. Αυτό διαχωρίζει και υπαρξιακά αυτή τη μουσική από το ανεξάρτητο κομμάτι.

Όλες οι στιγμές των συναυλιών είναι για μένα πάρα πολύ δυνατές. Τα λάιβ, όταν ο κόσμος έρχεται να σε ακούσει είναι μια ξεχωριστή, διαφορετική στιγμή και τη θυμάσαι γιατί εκεί εκτίθεσαι, βγάζεις από μέσα σου ένα σωρό πράγματα. Για μένα, ως εμπειρία, δεν υπάρχει τίποτε πιο σπουδαίο από τη στιγμή της γέννησης ενός τραγουδιού. Είναι η πιο σπουδαία στιγμή για έναν μουσικό όπως εγώ. Είναι ακόμα πιο σημαντικό ακόμα κι απ’ το να έπαιζα στην ίδια σκηνή με τον Mick Jagger ή τον Tom Waits.

Η μπάντα που με συνοδεύει σήμερα είναι πάρα πολύ καλή, έχουμε στήσει μια παρέα μουσικών που περνάμε πολύ όμορφα και εκφραζόμαστε και πάρα πολύ ωραία με αυτό το υλικό. Στις 29 Φλεβάρη 2024 θα παίξουμε στο Tiki παρουσιάζοντας υλικό από τους δίσκους μου και από καλλιτέχνες που μας αρέσουν. Σκεφτόμαστε να ταξιδέψουμε στην επαρχία, θα παίξουμε στη Θεσσαλονίκη, ενώ κοιτάζουμε και για το εξωτερικό με κάποια εταιρεία παραγωγής και ελπίζουμε να τα καταφέρουμε, τουλάχιστον για την Αγγλία. Από κει και πέρα, έχω ήδη εμπλακεί με νέα πράγματα και με παραγωγές άλλων μουσικών. Με τους Dustbowl ετοιμάζουμε νέο άλμπουμ και έχω αναλάβει την παραγωγή του δίσκου των Beggars Delight, μιας εξαιρετικής μπάντας με ωραίο υλικό, όπως επίσης και τα τραγούδια της φίλης μου της Ελευθερίας Πάτση μιας υπέροχης τραγουδίστριας που δραστηριοποιείται στο ελληνόφωνο τραγούδι. Κι έχω ήδη έτοιμα τα νέα μου τραγούδια για ένα νέο άλμπουμ που θα αρχίσω να ηχογραφώ σε λίγους μήνες αφού ολοκληρωθεί ο κύκλος του Dandelion.

Με αφορμή αυτή τη συζήτηση θα ήθελα να ξαναβρούμε λίγο την ανθρωπιά μας, να κοιτάξουμε τους γύρω μας. Υπάρχει τόση ζωή εκεί έξω που αν σταθούμε αλληλέγγυοι υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα που θα μπορούσαν να αλλάξουν…

spotify

official site

facebook

bandcamp

instagram

United We Fly

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:

Πάνος Μπίρμπας: "Είναι πολύ σημαντικό να πετυχαίνεις τους ανθρώπους στις στιγμές τους και αυτό που κάνεις να γίνεται soundtrack στη ζωή τους".

Panos Birbas “Finchley Road” (CD, Violins Productions 2017)

Dustbowl: O κος Dandy Gasoline και άλλες ιστορίες...

Mark Lanegan: «Μη με ξυπνάτε, κοιμάμαι» - Σημειώσεις επιδημίας…


image

Φαίη Φραγκισκάτου

Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
 
 
 
image

Φαίη Φραγκισκάτου

Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
 
 
 
image

Φαίη Φραγκισκάτου

Η Φαίη Φραγκισκάτου γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Η μουσική μπήκε στη ζωή της με το τουμπου τουμπου ζα, που της τραγουδούσε η μαμά της όταν έκλαιγε. Συνεχίζει να ζει στην Αθήνα. Συνεχίζει ν ακούει τη φωνή του Παύλου Σιδηρόπουλου.
Κλαίει ακόμα καμιά φορά, κι ας μεγάλωσε.
 
 
 

 

 

 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1