Γράφει ο Γιάννης Σιδεράκης*
Φωτογραφίες: Τηλέμαχος Παπαδόπουλος (QoQ photos)
Το σύστημα είναι αδηφάγο, αχόρταγο και εκεί που δεν "κωλώνει" με τίποτα είναι, όπου μυρίζει χρήμα. Όσο περισσότερο τόσο καλύτερα.. Καταφέρνει, διαβασμένο πια, να καταβροχθίζει μουσικά κινήματα, ολόκληρες σκηνές, underground και επικίνδυνες τάσεις. Έτσι έγινε με τις μεγάλες ρόκ ν ρόλ μπάντες του 50 και του 60, έτσι έγινε με τα ρόκ και τα χάρντ ρόκ συγκροτήματα του 70 και του 80, έτσι έγινε με την πάνκ, με την metal, με την λεγόμενη ανεξάρτητη σκηνή, με τις μπάντες του Σιάτλ, ακόμη και με το hip hop τελευταία... Οτιδήποτε, ήταν επικίνδυνο και κοφτερό, ότι είχε να πει κάτι στους νέους βασικά ανθρώπους, να τους ταράξει, να τους κάνει να σκεφτούν, να τους πάρει και να τους σηκώσει, να φέρει αλλαγή σε νοοτροπία παγκοσμίως, το σύστημα έβρισκε τον τρόπο να το αμβλύνει, να το κάνει ακίνδυνο και ανούσιο. Το καταφέρνει πάντα αυτό, με τα φράγκα, με τα μεγάλα συμβόλαια, με την διαφήμιση, με τους παραγωγούς που θέλουν εμπορεύσιμο προϊόν...
Γράφει ο Γιάννης Σιδεράκης
Ήταν Οκτώβριος του 1990 όταν έπαιρνα τις τελευταίες τζούρες ελευθερίας πριν παρουσιαστώ στον ελληνικό στρατό τον Νοέμβριο, στις 19, για να κάνω το καθήκον μου και να γίνω άντρας… Σκάρτα δεκαοχτώ χρονών… Παιδάκι… Κατέβηκα στην Αθήνα, να βρω τον κολλητό μου, να κάνω, όσες αλητείες μπορούσα, να προφτάσω… Όσο προλάβαινα. Ο Αντρέας… Κλασικό φρικιό! Ποτέ λεφτά στην τσέπη, όλα αμάκα, μονίμως, να βρούμε κάτι να πιούμε και «δάγκωμα», όπου και σε όποιον μπορούσε… Εγώ τον αγαπούσα, με είχε μυήσει σε μια ζωή μακρινή από την δική μου, τη ζωή ενός παιδιού μιας μικρής επαρχιακής πόλης. Με είχε περπατήσει, μου είχε δείξει, με είχε ξεβγάλει…Έτσι και τώρα, όλη την μέρα μαζί, γύρω γύρω στα Εξάρχεια, στο κέντρο, να γυρνάμε, να ζούμε, να αναπνέουμε… Σταματάμε στο περίπτερο να πάρουμε τσιγάρα και βλέπω αφίσα… «Παύλος Σιδηρόπουλος, live στο Αν»… Με πήγε λίγο πίσω, με πήγε αλλού…