Odetta: Μια φωνή βροντερή σαν κεραυνός...

Γράφει ο Γιάννης Καστανάρας

To φθινόπωρο του 1952, σε ένα πάρτι έξω από το Λος Άντζελες, η Odetta γκρέμισε τους τοίχους – ή τουλάχιστον έτσι λέει ο θρύλος. Ο Pete Seeger ήταν παρών, το ίδιο και ο Woody Guthrie, σαν μέλη μιας παρέας μουσικών που είχαν συγκεντρωθεί σε ένα σπίτι στο Τοπάνγκα Κάνιον για να τραγουδήσουν folk τραγούδια, σε μια από τις εκδηλώσεις που έχουν μείνει γνωστές σαν «hootenanny». Καθώς τραγουδούσαν ο ένας μετά τον άλλον, ο Seeger πρόσεξε μια ψηλή και εύσωμη μαύρη κοπέλα με κοντά σγουρά μαλλιά –αντί για ίσια, όπως επέτασσε τότε η μόδα για τις Αφροαμερικανίδες– που καθόταν παράμερα παρατηρώντας τους άλλους με ένα ζεστό χαμόγελο. Έπειτα από πολλές παραινέσεις, συμφώνησε τελικά να τραγουδήσει και μόλις σηκώθηκε κρατώντας την κιθάρα της, ο χρόνος φάνηκε να σταματά.

Η Odetta έγειρε προς τα πίσω το κεφάλι της, έκλεισε τα μάτια της και τραγούδησε το «Take This Hammer», το τραγούδι των μαύρων καταδίκων που είχε λανσάρει πρώτος ο Lead Belly. Η φωνή της ήταν τόσο πληθωρική που φάνηκε να ξεχύνεται σαν βροντή από τους ουρανούς, συγκλονίζοντας όλους όσους βρίσκονταν μέσα στο σπίτι.

Μέχρι τότε οι φίλοι της ήξεραν την άγνωστη τραγουδίστρια σαν Odetta Felious, αλλά σύντομα εκείνη εγκατέλειψε το επώνυμό της, ξεπέρασε το τρακ στη σκηνή και άρχισε να εμφανίζεται μόνο με το μικρό της όνομα: Odetta. Τόσο απλά…

Ήταν μια εποχή γεμάτη εντάσεις για την Αμερική. Μέσα σε όλη εκείνη την αντικομμουνιστική υστερία και το κυνήγι μαγισσών σε βάρος καλλιτεχνών κάθε είδους, ο Seeger και τα μέλη των Weavers, της επιτυχημένης μπάντας του, είχαν χαρακτηριστεί κομμουνιστές. Οι υπόλοιποι στη σκηνή της folk είχαν εξαφανιστεί τρομοκρατημένοι, κρατούσαν χαμηλό προφίλ ή κρύβονταν στην παρανομία εξαιτίας της μόνιμης παρενόχλησης από το FBI, την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών και διάφορους άλλους… κομμουνιστοφάγους.

Αν όμως ο μακαρθισμός βρισκόταν τότε στο απόγειό του, υπήρχαν δυο άλλα ρεύματα που συσπείρωναν τις δυνάμεις τους: ένα αναδυόμενο νεολαιίστικο κίνημα και ένα κίνημα υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων. Και η Odetta θα συνέβαλε στην προώθηση και των δυο, εξαπολύοντας τη βροντερή φωνή της σε αίθουσες συναυλιών ολόκληρης της χώρας. Με μια φωνή που αρχικά προοριζόταν για την όπερα, θα βοηθούσε στο άναμμα της φλόγας για την αναβίωση της folk μουσικής που σάρωσε την Αμερική στα τέλη της δεκαετίας του ’50 και τις αρχές της δεκαετίας του ’60, τραγουδώντας μπαλάντες και τραγούδια φυλακών με ένα πάθος και μια ένταση που συνάρπαζε τα ακροατήρια και προσέλκυε πλήθη πιστών οπαδών, από τον Harry Belafonte, τη Joan Baez και τον Bob Dylan, μέχρι τον Roger McGuinn, τη Janis Joplin και την Carly Simon. Η Odetta άσκησε τεράστια επιρροή, ιδίως σε ένα σημαντικό κομμάτι των τραγουδιστριών που εκείνη την εποχή ενηλικιώνονταν. Σύμφωνα με την Carly Simon, «Η αρχή γίνεται πάντα με κάτι που κατά κάποιον τρόπο σε σπρώχνει προς αυτή την κατεύθυνση – υπάρχει κάποιος που παίζει τον ρόλο του βέλους. Δεν ήξερα τι ήθελα να τραγουδήσω μέχρι που άκουσα την Odetta».

Κάτι εξίσου σημαντικό είναι ότι η επιτυχία της Odetta συνέπεσε με την άνθηση του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα. Έτσι, τα τραγούδια της που εξυμνούσαν την ελευθερία και μιλούσαν για τα δεινά των φυλακισμένων και των καταπιεσμένων, ενέπνευσαν ακτιβιστές αλλά και το ευρύτερο κοινό, παραδίδοντας μαθήματα στην ιστορία των μαύρων, τα οποία ασφαλώς δεν διδάσκονταν στα σχολεία.

Η καλλιτεχνική αξία της Odetta, το αρχοντικό παρουσιαστικό της και η γενναία της απόφαση να σταματήσει να ισιώνει τα σγουρά μαλλιά της, ήταν αποτελεσματικές εκφράσεις της μαύρης περηφάνιας σε μια στιγμή όπου η αμερικανική μεσαία τάξη είχε αρχίσει να χωνεύει την ιδέα ότι η χώρα δεν μπορούσε πλέον να αρνείται τους καρπούς της ισοτιμίας στους Αφροαμερικανούς.

Η Odetta γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1930 στο Μπέρμπινχαμ της Αλαμπάμα, στο αποκορύφωνα της ρατσιστικής πολιτικής στο Νότο. Ωστόσο, δεν ήταν η πρώτη μαύρη folk τραγουδίστρια που διοχέτευσε την παράφορη οργή της για να δημιουργήσει μεγάλη τέχνη. Όμως βρήκε ένα πολύ πιο πρόθυμο ακροατήριο σε σύγκριση με τον Lead Belly, ο οποίος συχνά «φώναζε βίαια» όταν τραγουδούσε, σύμφωνα με έναν μελετητή της jazz. Όπως ο Lead Belly από τη Λουιζιάνα, ένας καταδικασμένος για φόνο που είχε αποφυλακιστεί με αναστολή και που το πραγματικό του όνομα ήταν Huddie Ledbetter, η Odetta άφησε να ξεχειλίσουν στη μουσική της τα πιο σκοτεινά της συναισθήματα, κάτι που εν μέρει εξηγεί τον απίστευτο δυναμισμό της. Εκεί που ο Lead Belly είχε ενσπείρει το φόβο στη λευκή Αμερική μετά την ανακάλυψή του στη δεκαετία του ’30 («Το κατάμαυρο πρόσωπό του αστράφτει τρομαχτικά, καθώς τα ροζιασμένα του δάχτυλα γρατζουνάνε τη δωδεκάχορδη κιθάρα του», όπως έγραψε κάποτε το περιοδικό Time), η μειλίχια και σεμνή Odetta ξυπνούσε ελπίδες. Το τεράστιο εύρος της φωνής της και η υπερφυσική της ικανότητα να υποδύεται τους χαρακτήρες για τους οποίους τραγουδούσε, μάγευε τους ως επί το πλείστον λευκούς ακροατές της και τους έπειθε ότι μπορούσε κανείς να αισθάνεται πολύ Αμερικανός και ταυτόχρονα πολύ περήφανος για το χρώμα του.

Πιο συγκεκριμένα, η Odetta τους έδωσε το κίνητρο για να εξυμνήσουν τη μαύρη επιδερμίδα – «Είναι η εύγλωττη φωνή των Νέγρων», όπως έγραψε ένας κριτικός στη δεκαετία του ’60. Καθώς οι μαύροι απαιτούσαν πλέον να σερβίρονται και να ψηφίζουν όπως οι λευκοί, πολλοί λευκοί από τον Βορρά ήταν πρόθυμοι να συμμετάσχουν στον αγώνα τους και έτσι η νεαρή γυναίκα με το άφρο μαλλί που τραγουδούσε για τους φυλακισμένους και για την ιστορία της μαύρης φυλής που δεν διδασκόταν στα σχολεία, συνέβαλε στην αφύπνιση μιας πολιτικής συνείδησης σε μια νέα γενιά.

Για μια σύντομη περίοδο στην αρχή, η Odetta έγινε σταρ, ξεπουλώντας κονσέρτα στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο και κάνοντας εμφανίσεις στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Κι όσο κι αν η πολιτιστική μνήμη είναι βραχύβια, στο αποκορύφωμα της καριέρας της η Odettα, με τη φωνή και την παρουσία της που μαγνήτιζε, ασκούσε τέτοια δύναμη στους πιστούς της που μερικές φορές τα γόνατά τους λύγιζαν και λιποθυμούσαν μπροστά της ή προσπαθούσαν να κλέψουν το φαγητό της ελπίζοντας ότι περιείχε κάποιου είδους μαγικό ελιξίριο.

Τα τραγούδια-ύμνοι της για την ελευθερία ακούγονταν παντού, σε κλαμπ και κολεγιακά αμφιθέατρα, στη διάρκεια της Πορείας προς την Ουάσινγκτον, στην πορεία από τη Σέλμα προς το Μοντγκόμερι και σε αναρίθμητες άλλες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας και συλλαλητήρια για τα πολιτικά δικαιώματα και πολλούς άλλους δίκαιους αγώνες που υποστήριζε η Odetta, από την παιδεία μέχρι τον πυρηνικό αφοπλισμό. Καθώς και ο ίδιος ήταν λάτρης των τεχνών και του πολιτισμού, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ είχε αντιληφθεί τον σημαντικό ρόλο που μπορούσε να διαδραματίσει η μουσική, και ιδίως η Odetta, στην προώθηση του αγώνα για την ελευθερία.

Ωστόσο, παρά την φωνή της που χαρακτήρισε μια εποχή, η Odetta δεν έγινε ποτέ δημοφιλής όσο ο Belafonte, ο Dylan ή η Baez – καλλιτέχνες που έφερναν τη στάμπα της. Με το γόητρό της να φθίνει, η Odetta έδωσε σκληρούς επαγγελματικούς και προσωπικούς αγώνες. Η πραγματική αναγνώριση της πολιτιστικής προσφοράς και σημασίας της ήρθε καθυστερημένα στη ζωή της, όταν την τίμησε ένας πρόεδρος και η καριέρα της αναζωογονήθηκε τραγουδώντας blues, αψηφώντας τους φίλους της folk που παλιότερα την απέρριπταν σαν τραγουδίστρια των blues.

Κατά κάποιον τρόπο, αυτός ήταν ο κατάλληλος επίλογος. Αν τα blues μιλούν στην ουσία για απελπισμένους έρωτες, η Odetta δεν έπαψε ποτέ να παλεύει με το αίσθημα της ανασφάλειας που αισθανόταν σαν παιδί και κυρίως πήγαζε από την κοινωνική περιθωριοποίηση της φυλής της.

Η Odetta πέθανε στις 2 Δεκεμβρίου 2008 στη Νέα Υόρκη προδομένη από την καρδιά της χωρίς να προλάβει να τραγουδήσει στην τελετή για την ανάληψη της αμερικανικής προεδρίας από τον Μπάρακ Ομπάμα.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:

Ο Jay Gorney, τo «πιο αντικαπιταλιστικό τραγούδι στον κόσμο» και η τιμωρία τού να ονειρεύεσαι σε έναν «ελεύθερο κόσμο»...

Elizabeth Cotten: Holy Ghost unchain my name...

Η "εξέγερση" των Beatniks, Νέα Υόρκη, Απρίλιος 1961

O (μη) πολιτικοποιημένος Bob Dylan...

Josh White: Όταν τα blues και τα gospel συνάντησαν την folk και το τραγούδι διαμαρτυρίας...

Paul Robeson – Μια ζωή σαν ταινία. Η πολυτάραχη ζωή ενός Αφροαμερικανού αθλητή, βαρύτονου, ηθοποιού και πολιτικού ακτιβιστή

Μία συναυλία αφορμή για το ξέσπασμα βίαιων ρατσιστικών συγκρούσεων στο Peekskill το 1949

 

 


image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 
image

Γιάννης Καστάναρας

Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
 
 
 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1