Η βασανισμένη ζωή της Janis Joplin, της πιο τσαμπουκαλούς γυναίκας στην ιστορία του rock and roll...

Μεταφράζει ο Μιχάλης Πούγουνας

Πολύ πριν από το φαινόμενο Amy Winehouse που με τη σαγηνευτική φωνή της καθήλωσε εκατομμύρια, υπήρξε η Janis Joplin με την οποία η Winehouse συγκρίθηκε συχνά. Αν και η Joplin κυκλοφόρησε μόνο τρία άλμπουμ στη διάρκεια της ζωής της (και μερικά μετά θάνατον) και γνώρισε μόνο μία επιτυχία στο Top 40, έγινε άλλο ένα από τα μεγάλα αστέρια της αμερικανικής σκηνής τη δεκαετία του 1960 και η μουσική της συνεχίζει να επηρεάζει μέχρι σήμερα τον κόσμο της τέχνης.

Η Joplin και η πρώτη μπάντα της, οι Big Brother and the Holding Company, έγιναν αρχικά γνωστοί στο Monterey Music Festival του 1967, όπου αναδείχθηκαν σε λαμπερά και ταλαντούχα αστέρια. Δυστυχώς όμως, ο τρόπος ζωής ενός ροκ σταρ της δεκαετίας του '60 με τα ξέφρενα πάρτι δεν άργησε να επηρεάσει την Joplin. Η αγάπη της για τo Southern Comfort, έγινε γνωστή όσο και η φωνή της, όπως το αγαπούσαν και άλλες μπάντες που παρτάρανε σαν να μην υπήρχε αύριο όπως οι Led Zeppelin ή εκκεντρικές προσωπικότητες όπως ο Ozzy Osbourne. Κι ενώ η ιστορία του θανάτου της Janis Joplin τον Οκτώβριο του 1970 σίγουρα είναι ζοφερή, πίσω από την προσωπικότητα της δημοφιλούς καλλιτέχνιδας υπήρχε μια ευαίσθητη ψυχή, πληγωμένη από νταήδες και εραστές, που ήθελε να αγαπηθεί μόνο και μόνο επειδή δεν μπορούσε να αγαπήσει τον εαυτό της.

 


Οι εμπειρίες της Janis Joplin με τους άντρες –και πόσο συχνά την πλήγωσαν– είναι πολυδημοσιευμένες, αλλά επειδή η Janis ήταν bisexual είχε προβληματικές σχέσεις και με γυναίκες, όπως ο ασυνήθιστος δεσμός της με την Peggy Caserta που συνολικά κράτησε περισσότερο από τις σχέσεις της με άνδρες.
Όταν πέθανε, η Joplin ήταν αρραβωνιασμένη με τον σπουδαστή του Μπέρκλεϊ Seth Morgan. Tο βράδυ της 4ης Οκτωβρίου 1970, λίγο πριν η Janis πάρει την υπερβολική δόση που θα την οδηγούσε στο θάνατο, ήταν προγραμματισμένο ένα ερωτικό τρίγωνο με τον Morgan και τον Caserta αλλά κανείς από τους δύο άλλους παρτενέρ της δεν πήγε στο ραντεβού.
Το γούστο της Joplin για την μόδα ήταν, όπως η φωνή της, πολύ προσωπικό και ιδιαίτερο, συχνά φανταχτερό και αταίριαστο. Το 1962, η Daily Texan, η εφημερίδα της πανεπιστημιούπολης του Πανεπιστημίου του Τέξας, είχε δημοσιεύσει ένα προφίλ της Joplin, με το εξής σχόλιο: «Πηγαίνει ξυπόλητη όποτε το νιώθει, φοράει Levis στο μάθημα επειδή της είναι πιο άνετο και όπου κι αν πάει έχει πάντα μαζί της το Autoharp της (ένα έγχορδο μουσικό όργανο της οικογένειας των τσίτερ που μοιάζει με κανονάκι ή σαντούρι) για την περίπτωση που της έρθει έμπνευση για τραγούδι».
Ένα άλλο αξεσουάρ που δεν αποχωριζόταν ποτέ η Janis ήταν ένα μπουκάλι με Southern Comfort, ένα γλυκό λικέρ με γεύση ουίσκι. Η εμμονή της μάλιστα με το συγκεκριμένο αλκοολούχο της εξασφάλισε ένα γούνινο παλτό από λύγκα, δώρο της εταιρείας του οινοπνευματώδους, η οποία φάνηκε πολύ ικανοποιημένη από την τοποθέτηση του προϊόντος στα χέρια μιας διασημότητας. Σε μια συνέντευξη το 1970 ο συντάκτης του Rolling Stone, David Dalton (ο οποίος είχε συνοδεύσει την Janis στην τελευταία της περιοδεία πριν πεθάνει), αφηγείται ένα κατακλυσμό από φαινομενικά τυχαία άχρηστα αντικείμενα που είχαν πέσει από την τσάντα της Joplin ενώ εκείνη έψαχνε για τσιγάρα. Εκτός από «μια τσιγαροθήκη αντίκα», «αρκετά κλειδιά δωματίων μοτέλ και ξενοδοχείων» και «κασέτες του Johnny Cash και του Otis Redding», υπήρχε το απαραίτητο «μπουκάλι Southern Comfort (άδειο)».

 

Στο Newport Folk Festival στο Rhode Island τον Ιούλιο του 1968


Η Joplin προέβη σε αλλαγές στη διαθήκη της δύο μόλις μέρες πριν από τις 4 Οκτωβρίου 1970, την ημερομηνία του θανάτου της, αφήνοντας ως επί το πλείστον την περιουσία της στους γονείς της και στα αδέρφια της, ενώ ζήτησε να διατεθούν 2.500 δολάρια για ένα πάρτι των φίλων της στη μνήμη της. Ο όρος επέτρεπε σε 200 άτομα να διοργανώσουν μια ολονύχτια συγκέντρωση στην αγαπημένη της παμπ, «ώστε οι φίλοι μου να ξεφαντώσουν όταν θα είμαι φευγάτη». Οι στάχτες της Joplin διασκορπίστηκαν στον Ειρηνικό Ωκεανό καθώς και κατά μήκος της παραλίας Στίνσον στη βόρεια Καλιφόρνια.
Τον Μάρτιο του 1969, ο Jim Morrison συνελήφθη στη διάρκεια μιας συναυλίας στο Μαϊάμι κατηγορούμενος για «έκθεση των γεννητικών οργάνων του επί σκηνής». Μετά από αυτό το «ιστορικό περιστατικό», οι συντηρητικοί πολίτες της Φλόριντα εξέφρασαν ανησυχίες όταν η Janis Joplin επισκέφθηκε την Τάμπα τον επόμενο Νοέμβριο. Καθώς έπαιζε για ένα αφηνιασμένο πλήθος στο Curtis Hixon Hall, τα φώτα στο αμφιθέατρο άναψαν για να καταλαγιάσουν τον ενθουσιασμό του κοινού. Μερικοί αστυνομικοί ανέβηκαν στη σκηνή και ζήτησαν από την Joplin να τους βοηθήσει να ηρεμήσουν το πλήθος. Εκείνη αρνήθηκε και απεναντίας άρχισε να τους βρίζει ουρλιάζοντας. Τελικά, το πλήθος ηρέμησε αρκετά για να συνεχιστεί η συναυλία και η Joplin κατάφερε να ολοκληρώσει την εμφάνισή της σε αντίθεση με τον Morrison, ο οποίος είχε συλληφθεί στη μέση της παράστασής του. Η Joplin συνελήφθη αργότερα στο καμαρίνι της και διανυκτέρευσε στη φυλακή, αλλά τελικά οι κατηγορίες αποσύρθηκαν όταν ένας δικαστής πείστηκε ότι απλώς ασκούσε το δικαίωμά της στην ελευθερία του λόγου.
Η Joplin είχε σχολιάσει κάποτε για τον τρόπο ζωής της: «Ζω αρκετά χαλαρά. Ξέρεις, φλερτάροντας με αγνώστους και τέτοια». Αν και ήταν πολύ ανοιχτή για το ποιον αγαπούσε σωματικά, συχνά υπέφερε συναισθηματικά όταν αισθανόταν ότι κάποιος από τους εραστές της την απογοήτευε.
Το 1968 είχε συναντήσει τον Leonard Cohen στο ασανσέρ του Chelsea Hotel και το αποκορύφωμα ήταν να περάσουν τη νύχτα μαζί. Ωστόσο, η σχέση ήταν βραχύβια και για την Joplin προφανώς έληξε με απογοήτευση: «Ήταν πραγματικά ζόρικο, σαν χαστούκι στο πρόσωπο. Δύο φορές. Με τον Jim Morrison και τον Leonard Cohen. Κι είναι περίεργο επειδή ήταν οι μόνοι που μπορώ να σκεφτώ σαν ξεχωριστούς ανθρώπους που προσπάθησα να... χωρίς να μου αρέσουν ευθύς εξαρχής αλλά μόνο και μόνο επειδή ήξερα ποιοι ήταν και ήθελα να τους γνωρίσω. Αλλά κανείς τους δεν μου πρόσφερε τίποτα».

 


Ο Cohen έγραψε για αυτή τη γνωριμία στο κλασικό τραγούδι του «Chelsea Hotel No. 2» αλλά παραδέχτηκε ότι αφορούσε την Joplin μόνο πολλά χρόνια μετά το θάνατό της. «Δεν έψαχνε για εμένα, έψαχνε για τον Kris Kristofferson», είχε πει.
Ένας γιατρός της είχε πει ότι δεν θα προλάβαινε να φτάσει τα 24 αν συνέχιζε τον αχαλίνωτο τρόπο ζωής της, όμως η Joplin του απέδειξε πως έκανε λάθος κατά τρία χρόνια.
Παρά την τάση της χρήσης ψυχεδελικών ουσιών που ήταν πολύ δημοφιλής στις δεκαετίες του '60 και του '70, το αληθινό «φαρμάκι» της Joplin ήταν το αλκοόλ. Ωστόσο, στα μέσα της δεκαετίας του 1960 εθίστηκε στην ηρωίνη, αυξάνοντας σταθερά τη χρήση της και μέχρι το 1969 λέγεται ότι χορηγούσε καθημερινά στον οργανισμό της ηρωίνη αξίας περίπου 200 δολαρίων. Με την παρέμβαση ορισμένων φίλων της, κατάφερε τελικά να κόψει τη συνήθεια για να υποτροπιάσει αργότερα.
Στις 4 Οκτωβρίου 1970, ήταν προγραμματισμένο να ηχογραφήσει τα φωνητικά για ένα κομμάτι που ονομαζόταν «Buried Alive in the Blues», ένα τραγούδι που σκόπευε να συμπεριλάβει στο επερχόμενο σόλο άλμπουμ της, Pearl. Όμως δεν έφτασε ποτέ στο στούντιο ηχογράφησης και τελικά βρέθηκε νεκρή στο δωμάτιο του ξενοδοχείου της από υπερβολική δόση ηρωίνης.
Με το θάνατό της σε ηλικία 27 ετών, η Joplin συμπεριλήφθηκε στο «Κλαμπ των 27ρηδων», μια λίστα καλλιτεχνών που απεβίωσαν στην ίδια ηλικία, όπως ο Jim Morrison, o Jimi Hendrix (που είχε πεθάνει σχεδόν δυο εβδομάδες πριν την Joplin), η Mia Zapata, o Kurt Cobain, η Amy Winehouse κ.α.
Επειδή η Joplin δεν ήταν όμορφη με τη συμβατική έννοια της λέξης, εκτός από τα προβλήματα βάρους και ακμής που αντιμετώπιζε από τη νεότητά της, σε όλη της τη ζωή πάλευε με την αυτοεκτίμησή της. Όταν ήταν παιδί υπέφερε από bullying για την εμφάνισή της και τη «διαφορετική» συμπεριφορά της και αυτή η κακοποίηση την ακολούθησε σε όλη την πορεία της στο κολέγιο του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Όστιν. Μια αδελφότητα μάλιστα την ψήφισε ως «τον ασχημότερο άντρα στην Πανεπιστημιούπολη» και αυτό την πλήγωσε βαθιά αφήνοντας σημάδια που δεν κατάφερε να ξεπεράσει ποτέ. Η Joplin εγκατέλειψε το κολέγιο και άφησε το Τέξας για το Σαν Φρανσίσκο για να ξεφύγει από τους «θυμωμένους άντρες που τους άρεσε να την κοροϊδεύουν».
Αν και πέρασε πολλά χρόνια παίζοντας folk, το μεγάλο πάθος της ήταν τα blues. «Θέλω να γίνω το πρώτο ασπρόμαυρο άτομο», είπε κάποτε. Η Billie Holiday, μια από τις πιο αγαπημένες φωνές των μπλουζ, ήταν το πρότυπο της Joplin. Σε όλη της τη ζωή η Joplin έτρεφε μεγάλη εκτίμηση για την αυτοβιογραφία της Holiday, Lady Sings The Blues, πιθανώς λόγω των πολλών παραλληλισμών ανάμεσα στις δυο καλλιτέχνιδες.


Ίσως ακόμη πιο αξιοσημείωτη από την αγάπη της για την Billie Holiday, ήταν η αφοσίωση της Joplin στην Bessie Smith. Ισχυριζόταν ότι η Smith ήταν η μεγαλύτερη επιρροή και έμπνευσή της και ότι ένιωθε τέτοια σύνδεση μαζί της που πίστευε ότι μπορεί να ήταν η μετενσάρκωσή της. Η Smith είχε ενταφιαστεί σε έναν ανώνυμο τάφο επειδή η οικογένειά της δεν ήθελε να πληρώσει την ταφόπλακα. Όταν η Joplin το ανακάλυψε θύμωσε τόσο πολύ που πλήρωσε εκείνη την ταφόπλακα μαζί με την κόρη ενός από τους υπαλλήλους της Smith. Πάνω στην ταφόπλακα της Simth έβαλε να χαράξουν το επίμετρο «Η σπουδαιότερη blues τραγουδίστρια στον κόσμο δε θα πάψει ποτέ να τραγουδάει».
Την εποχή που η Joplin μεγάλωνε στο Πορτ Άρθουρ του Τέξας, η πόλη ήταν φυλετικά διαχωρισμένη. Εκείνη υποστήριζε στην κατάργηση του διαχωρισμού – μια αντίληψη που είχε εν μέρει αναπτύξει χάρη στην αγάπη των γονιών της για την τέχνη, τη λογοτεχνία και τη μάθηση – και αυτό την ξεχώρισε από τους συμμαθητές της παρέχοντας περαιτέρω κίνητρα για να την εκφοβίζουν. Συχνά την αποκαλούσαν με διάφορα ειρωνικά ονόματα και έκανε κοπάνα από τα μαθήματα για να αποφεύγει τους βασανιστές της, παρακολουθώντας μόνο τόσα όσα χρειάζονταν για να αποφοιτά με επιτυχία. «Με κορόιδευαν έξω από την τάξη, έξω από την πόλη, έξω από την πολιτεία», είχε πει μετά τη μετακόμισή της στην Καλιφόρνια.
Οι περήφανες θέσεις της κατά του διαχωρισμού προέρχονταν επίσης από την αγάπη της για τη folk και blues μουσική που αργότερα χρησιμοποίησε ως επιρροή για τα δικά της τραγούδια.
Ο φωτογράφος Bob Seidemann ήθελε να χρησιμοποιήσει μια φωτογραφία της Joplin για να κάνει μια δήλωση σχετικά με τον ιδεαλισμό της κουλτούρας των χίπηδων και τη ρώτησε αν θα ήθελε να ποζάρει τόπλες. Η Joplin αποφάσισε ότι θα προτιμούσε να ποζάρει ολόγυμνη, παρά το γεγονός ότι ο Seidemann της είπε ότι δεν ήταν απαραίτητο. «Έτσι ήταν η Janis. Ήθελε πάρα πολύ να βγάζει τα ρούχα της», θυμόταν.

Ένας διοργανωτής συναυλιών στο Civic Arena του Πίτσμπεργκ θυμόταν ένα περιστατικό, όταν η Janis άργησε να βγει στη σκηνή επειδή έκανε σεξ στο καμαρίνι της. Όταν τελικά εμφανίστηκε, το ντύσιμό της τον τρομοκράτησε. «Όταν έφτασα εκεί, η Janis ανέβαινε στη σκηνή. Φορούσε μια διάφανη διχτυωτή φούστα χωρίς εσώρουχο. Όταν την φώτισε ο προβολέας μπορούσες να δεις τα πάντα», σχολίασε.
Δεδομένου ότι η Janis Joplin και ο Jim Morrison ήταν δύο από τους μεγαλύτερους αστέρες της μουσικής στη δεκαετία του 1960, μια συνάντησή τους ήταν αναπόφευκτη. Ο παραγωγός Paul Rothchild τους είχε καλέσει σε ένα πάρτι όπου, όσο ήταν νηφάλιοι υπήρχε αμοιβαία συμπάθεια. Μόλις όμως άρχισαν να πίνουν, ενώ η Joplin παρέμεινε ευχάριστη και διασκεδαστική, ο Morrison έγινε αντιπαθητικός, ακόμη και βίαιος. Η Joplin χαλάστηκε και έφυγε. Μετά την απόρριψή της, ο Morrison την ακολούθησε μέχρι το αυτοκίνητό της και όταν την άρπαξε από τα μαλλιά για να την βγάλει έξω, η Joplin τον έβγαλε νοκ άουτ κοπανώντας τον στο κεφάλι με ένα μπουκάλι Southern Comfort.
Παρόλο που δεν την ενδιέφερε, ο Morrison επέμενε να την κατακτήσει και ζήτησε από τον Rothchild τον αριθμό του τηλεφώνου της. Η Joplin όμως δεν υπέκυψε ποτέ.
Αν και μνημονεύεται για την επαναστατική της φύση και τον ελεύθερο τρόπο ζωής της, η Janis είχε και μια πιο πνευματική πλευρά. Της άρεσε να διαβάζει, να ζωγραφίζει και να γράφει ποίηση και πάντα ήταν καλή μαθήτρια. Διατήρησε επίσης μια θετική σχέση με τους γονείς της αλληλογραφώντας μαζί τους σε όλη τη διάρκεια της ζωής και της καριέρας της. Παρά τη συμμετοχή της στην αντικουλτούρα της δεκαετίας του 1960, αναζητούσε διαρκώς την έγκρισή τους και νοιαζόταν πραγματικά για αυτούς.

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΕΝΤΕΛΩΣ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΤΟ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ "JANIS LITTLE GIRL BLUE" ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ JANIS JOPLIN ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΟΘΉΚΗ ΤΟΥ MERLIN'S

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:

Janis Joplin: Είκοσι πράγματα που γνωρίζετε ή δεν γνωρίζετε γι' αυτήν...

"Drinks are on Pearl..." (Οι τελευταίες μέρες της Janis Joplin)

Odetta: Μια φωνή βροντερή σαν κεραυνός...

Mουσική και Kοινωνική Συνείδηση: Η Billie Holiday και το "Strange Fruit"

 BLOG και ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ ΤΟΥ MIΧΑΛΗ ΠΟΥΓΟΥΝΑ:

https://tribe4mian.wordpress.com/

https://newzerogod.com/home

ΑΚΟΥΣΤΕ ΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΠΟΥΓΟΥΝΑ στο Blackout Radio Show...


image

Μιχάλης Πούγουνας

Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
 
 
 
image

Μιχάλης Πούγουνας

Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
 
 
 
image

Μιχάλης Πούγουνας

Ο Μιχάλης Πούγουνας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κιν/φου, έχει κάνει δυο ντοκιμαντερ με τιτλο Όταν η Καλλιθέα Πήγαινε Cinema (υπάρχουν στο YouTube) και βραβεύτηκε για την ταινία μικρού μήκους “Vlad ο Δαιμων” στο Διεθνες Φεστιβαλ Ταινιών της Πάτρας. Ήταν ιδρυτικό μέλος και τραγουδιστής των Flowers of Romance απο το 1981 ως το 1998 και των Nexus απο το 1999 ως το 2005. Το 2000 δημιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Cyberdelia ενω απο το 2011 μεχρι σήμερα παρουσιάζει την δύωρη ραδιοφωνική εκπομπή The Blackout Radio Show with Mike Pougounas που μεταδίδεται απο ενα Αμερικάνικο ραδιοφωνικό σταθμό στα FM, τρεις Αγγλικούς ιντερνετικούς, έναν Ελληνικό κι έναν Κυπριακό. Έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο “Rock’n’Roll rules ok?” με κείμενα σχετικά με την αλληλεπίδραση του ροκ και της κοινωνίας, καθως και τα μυθιστορήματα «To Κλειδί της Εύας» και «Μαύρο Χιόνι». Απο το 2006 είναι ο τραγουδιστής των New Zero God. Έχει κυκλοφορήσει συνολικά 13 στούντιο άλμπουμ.
 
 
 

Γραφτείτε στο Νewsletter του Merlin

FEATURED VIDEOS

  • 1